Αντιφασιστικό και αντιρατσιστικό κίνημα
Δυο χρόνια από το έγκλημα της Πύλου: Σκληροί αγώνες ενάντια στη συγκάλυψη

Δύο χρόνια συμπληρώνονται στις 14 Ιούνη από το μεγαλύτερο ρατσιστικό έγκλημα τα τελευταία χρόνια στη Μεσόγειο, το ναυάγιο της Πύλου. Είναι δύο χρόνια διαρκούς, επίμονης και σκληρής μάχης για να μην περάσει η συγκάλυψή του, για να τιμωρηθούν οι δολοφόνοι, για να αποδοθεί δικαιοσύνη.

Το έγκλημα βαραίνει το ελληνικό λιμενικό και την κυβέρνηση της ΝΔ. Η ποινική δίωξη που άσκησε πρόσφατα το Ναυτοδικείο Πειραιά κατά 17 στελεχών του λιμενικού, ανάμεσα στους οποίους είναι και ανώτεροι αξιωματικοί της ηγεσίας του, ανοίγει το δρόμο για την καταδίκη των ενόχων. Οι κατηγορούμενοι παραπέμπονται σε κύρια ανάκριση για τη διερεύνηση κακουργηματικών πράξεων, μεταξύ των οποίων είναι η πρόκληση ναυαγίου καθώς και η έκθεση σε κίνδυνο ζωής με αποτέλεσμα τον θάνατο εκατοντάδων ανθρώπων.

Δολοφονική επαναπροώθηση

Πλέον είναι ευρύτατα γνωστό το πώς οργανώθηκε και εκτελέστηκε το έγκλημα. Οι 750 και πλέον πρόσφυγες, που επέβαιναν στο αλιευτικό Αντριάνα και είχαν ξεκινήσει από το Τομπρούκ της Λιβύης με προορισμό την Ιταλία ενημέρωσαν το πρωί της 13ης Ιούνη 2023 ότι βρίσκονταν σε κίνδυνο. Έπλεαν σε διεθνή ύδατα στην ελληνική ζώνη έρευνας και διάσωσης ανοιχτά της Πύλου. Μερικές ώρες αργότερα, τα ξημερώματα της 14ης Ιούνη, μόνο 104 θα διασώζονταν, 82 θα ανασύρονταν νεκροί και οι υπόλοιποι, ανάμεσά τους πολλές γυναίκες και παιδιά, θα χάνονταν για πάντα στη θάλασσα. 

Για 15 ώρες το Κέντρο Επιχειρήσεων του λιμενικού παρακολουθούσε το υπερφορτωμένο σαπιοκάραβο χωρίς να εκπέμπει ΜΑΥDAY. Γνώριζε ότι πάνω υπήρχαν ήδη νεκροί, ότι η μηχανή του είχε σοβαρά προβλήματα. Ήξερε ότι κλυδωνιζόταν συνεχώς επικίνδυνα. Αλλά αντί να καλέσει ως όφειλε ναυαγοσωστικά σκάφη -όπως το Aigaion Pelagos που την ίδια ημέρα βρισκόταν στο κοντινό λιμάνι του Γυθείου- κινητοποίησε ένα περιπολικό σκάφος, το ΠΠΛΣ 920. 

Το ΠΠΛΣ 920 δεν είχε επαρκή σωστικά μέσα ή γιατρό, το πλήρωμά του αποτελούνταν από δεκατρία άτομα εκ των οποίων τα τέσσερα του Κλιμακίου Ειδικών Αποστολών. Μέχρι να φτάσει στο σημείο, το Κέντρο Επιχειρήσεων έδινε εντολές σε δύο παραπλέοντα εμπορικά πλοία να παράσχουν τροφή και νερό στους πρόσφυγες, αλλά όχι να διασώσουν τους ανθρώπους που βρίσκονταν σε κίνδυνο. Και στη συνέχεια τα αποδεσμεύσε για να μην υπάρχουν μάρτυρες, αφήνοντας μόνο του το ΠΠΛΣ 920 εκεί για να ρυμουλκήσει το προσφυγικό σκάφος προς την Ιταλία.

Η ρυμούλκηση προκάλεσε την ανατροπή και τη βύθιση. Μόνο τότε το λιμενικό εξέπεμψε ΜΑΥDAY. Ξεκινώντας την επιχείρηση διάσωσης των ναυαγών τουλάχιστον μισή ώρα μετά. Με αποτέλεσμα να πνιγούν οι περισσότεροι... Αυτό που έκανε ήταν μια δολοφονική επαναπροώθηση, όχι διάσωση.

Πνίγουν και την αλήθεια

Αυτή η αλήθεια του στυγερού εγκλήματος ήταν μεγάλη μάχη για να έρθει στο φως. Η κυβέρνηση της ΝΔ προσπάθησε από την πρώτη στιγμή να την πνίξει μαζί με τους πρόσφυγες. Το ναυάγιο έγινε ανάμεσα στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του Μάη-Ιούνη του 2023. Τρεις μέρες μετά το ναυάγιο, ο Μητσοτάκης σε προεκλογική ομιλία στο Γύθειο -στο ίδιο μέρος όπου έμεινε καθηλωμένο το Aigaion Pelagos- έδινε προσωπικά τη “γραμμή”:

Οι υπαίτιοι ήταν «οι άθλιοι διακινητές, αυτά τα καθάρματα που εμπορεύονται τον ανθρώπινο πόνο». Οι σωτήρες ήταν το λιμενικό που «έκανε μία αξιέπαινη προσπάθεια να σώσει εκατοντάδες ανθρώπους». Όσο για αυτούς που μιλούσαν για κρατικό έγκλημα, ήταν ανεύθυνοι που «βρήκαν την ευκαιρία να καταγγείλουν -ουσιαστικά- την ίδια τους τη χώρα και το λιμενικό». Και τα ίδια επαναλάμβανε λίγους μήνες μετά, τον Νοέμβρη του 2023, σε συνέντευξή του στο BBC.

Πρακτικά αυτό μεταφραζόταν σε ένα πρωτοφανές μπάζωμα, όπως στα Τέμπη. Και θα είχε πετύχει, αν δεν έβρισκε σε αυτά τα δύο χρόνια απέναντί του τους ίδιους τους επιζώντες και τις οικογένειες των θυμάτων, το μεγάλο κίνημα αλληλεγγύης στους πρόσφυγες και συνολικά το αντιρατσιστικό κίνημα, τις κοινότητες των μεταναστών και των προσφύγων, το εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα, όλη την Αριστερά. 

Ένα πρώτο κεντρικό μέτωπο ήταν να μην θαφτούν οι μαρτυρίες των επιζώντων και όλα τα στοιχεία για τις εγκληματικές ενέργειες του λιμενικού καθόλη τη διάρκεια του περιστατικού. Σε αυτό το επίπεδο, ο κρατικός μηχανισμός έδωσε τα ρέστα του για να εξαλείψει οποιοδήποτε ίχνος αποτύπωνε το τι συνέβη.

Έκλεισε τους επιζώντες αρχικά σε αποθήκες στην Καλαμάτα και μετά στο καμπ της Μαλακάσας υπό καθεστώς κράτησης για «παράνομη είσοδο». Επέβαλε ασφυκτικό έλεγχο στην επικοινωνία τους με ΜΜΕ, αντιπροσωπείες κομμάτων και ανθρωπιστικές οργανώσεις -ακόμα και με συγγενείς τους με αποτέλεσμα τις φωτογραφίες της ντροπής με αδέλφια να αγκαλιάζονται μέσα από τα κάγκελα.

Κατάσχεσε τα κινητά τους τηλέφωνα με το που τους περισυνέλεξε από τη θάλασσα και τα εξαφάνισε. Ξεκίνησε τις ανακρίσεις τους λίγες ώρες μετά το ναυάγιο, ενώ ήταν ακόμα βρεγμένοι, ξυπόλητοι, σε κατάσταση σοκ από όσα είχαν περάσει και την απώλεια των συνανθρώπων τους. Τους πέρασε παράνομα από ταχεία διαδικασία ασύλου, απορρίπτοντάς το σε έναν μεγάλο αριθμό και απειλώντας τους με απέλαση.

Παράλληλα το Αρχηγείο του λιμενικού αρνήθηκε ότι έγινε η ρυμούλκηση που προκάλεσε τη βύθιση του προσφυγικού καραβιού. Αρχικά αρνιόταν ακόμα και την πρόσδεσή του με σκοινί. Στη συνέχεια παραδέχτηκε ότι έγινε δέσιμο με σκοινί, αλλά ποτέ ρυμούλκηση. Ανακοίνωσε επίσης ξεδιάντροπα πως οι κάμερες και όλα τα καταγραφικά συστήματα του ΠΠΛΣ 920 ήταν εκείνη τη μέρα εκτός λειτουργίας λόγω... τεχνικής βλάβης.

Ο πρώτος που έσπασε το τείχος της σιωπής ήταν οι ίδιοι οι επιζώντες. Παρά τη φυλάκιση, την απομόνωση, τις απειλές και τις πιέσεις των κρατικών αρχών, άρχισαν να καταγγέλουν τη ρυμούλκηση, αλλά και όσα ακολούθησαν: την καθυστερημένη διάσωση, την κατάσχεση των κινητών, την αλλοίωση των καταθέσεών τους, τους εγκάθετους σε πολλές περιπτώσεις διερμηνείς.

Ο απεσταλμένος δημοσιογράφος του WDR στην Ελλάδα, Bamdad Esmaili, έλεγε τότε: «Χθες το βράδυ ο συνάδελφός μου, που μιλάει αραβικά, κατάφερε να μιλήσει με περίπου δέκα επιζώντες πρόσφυγες. Ανεξάρτητα ο ένας από τον άλλον ανέφεραν ότι πράγματι τράβηξαν αυτή τη βάρκα -όχι μόνο μία, όχι μόνο δύο, αλλά τρεις φορές συνολικά. Και κατά τη διαδικασία, το πλοίο άρχισε να ταλαντεύεται και βυθίστηκε».

«Με ρώτησαν πώς βυθίστηκε η βάρκα. Τους είπα ότι το ελληνικό Λιμενικό το προκάλεσε. Υπήρχε ένας διερμηνέας που μου είπε να μην το πω αυτό μπροστά στην Αστυνομία. Δεν άλλαξα την κατάθεσή μου. Η ελληνική αστυνομία είπε: ‘Ίσως το λέτε αυτό επειδή είστε υπό ψυχολογική πίεση, οπότε δεν ξέρετε τι να πείτε. Είστε τραυματισμένος’. Έτσι φοβήθηκα και δεν είπα τίποτα άλλο. Και δεν το συμπεριέλαβαν αυτό στην τελική κατάθεση», δήλωνε τότε ένας από τους επιζώντες σε μεγάλη δημοσιογραφική έρευνα, η οποία επίσης ανέφερε: «Σε μία περίπτωση κατάθεσης το άτομο που κλήθηκε να μεταφράσει στα αγγλικά για έναν Σύριο επιζώντα δήλωσε ως επάγγελμα “λιμενικός”».

Ενάντια στη συγκάλυψη

Τα έκτακτα συλλαλητήρια την επόμενη μέρα του ναυαγίου σε όλη τη χώρα -από την Πύλο, την Αθήνα και τα Γιάννενα μέχρι την Αλεξανδρούπολη και τη Σάμο- έπαιξαν καθοριστικό ρόλο για να γίνουν και να δημοσιοποιηθούν αυτές οι μαρτυρίες. Οι επιζώντες είχαν ένα κίνημα στο πλευρό τους κι αυτό τους έδινε τη δύναμη και την αυτοπεποίθηση να βγάζουν στη φόρα τους πραγματικούς δολοφόνους.

Κι αυτό συνεχίστηκε τους επόμενους μήνες. «Τη στιγμή που έδεσαν το σχοινί, την κινηματογράφησα μόνος μου. Το κινητό του M. χάθηκε, το πήρε η αστυνομία. Το πήραν στην Καλαμάτα. Ζήτησε να το πάρει πίσω και του είπαν “δεν σου πήραμε τίποτα“», έλεγε τότε μία από τις καταγγελίες. Μόνο έτσι, σχεδόν ένα μήνα μετά, εικοσιένα συσκευές smart phone βρέθηκαν “ξαφνικά” στα χέρια του πληρώματος του ΠΠΛΣ-920, ξεχασμένες σε μια πλαστική σακούλα... Και είναι μάχη μέχρι σήμερα να ανοίξουν, κόντρα στις ανακριτικές αρχές που αρνήθηκαν την εξέτασή τους για την ανάκτηση των δεδομένων τους γιατί «πήραν νερά». 

Όσο και αν το προσπάθησε η κυβέρνηση, η υπόθεση δεν ξεχάστηκε. Οι κινητοποιήσεις και οι δράσεις συνεχίστηκαν. Η ΚΕΕΡΦΑ ήταν στο κέντρο της μάχης. Κάλεσε και οργάνωσε τα μεγάλα συλλαλητήρια στην Αθήνα και όλες τις πόλεις. Συνεργάστηκε με τους δικηγόρους των επιζώντων και πήρε πρωτοβουλίες για κινητοποιήσεις και παραστάσεις διαμαρτυρίας στο Ναυτοδικείο Πειραιά και το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου. Προχώρησε σε συνεντεύξεις Τύπου, σε συναυλίες, οργάνωσε απανωτούς γύρους εκδηλώσεων σε εργατικούς χώρους, σχολές και γειτονιές.

Κέρδισε αποφάσεις συνδικάτων και φοιτητικών συλλόγων. Συνδέθηκε με τις οικογένειες των θυμάτων στο Πακιστάν, την Αίγυπτο και τη Συρία, τις βοήθησε να οργανωθούν και να απαιτήσουν δικαιοσύνη. Άπλωσε τον αγώνα διεθνώς, από την Ευρώπη μέχρι τις ΗΠΑ. Ενίσχυσε πολιτικά το κίνημα, αναδεικνύοντας το δολοφονικό χαρακτήρα των ρατσιστικών πολιτικών της Ευρώπης Φρούριο και των κλειστών συνόρων.

Όλα αυτά έδωσαν τη δυνατότητα ώστε βήμα βήμα να τσακιστούν οι προκλήσεις και να σπάει η συγκάλυψη.

Μόλις τρεις μήνες μετά, τον Σεπτέμβρη του 2023, έγινε η κατάθεση των μηνύσεων των πρώτων 53 επιζώντων στο Ναυτοδικείο Πειραιά κατά παντός υπευθύνου, ένα κρίσιμο βήμα για να ανοίξει ο δρόμος για να τιμωρηθούν οι ένοχοι.

Τον Δεκέμβρη του 2023, δημοσιοποιήθηκε η κοινή έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας και της Human Rights Watch που ήταν κόλαφος για το λιμενικό. Με συνεντεύξεις από 21 επιζώντες, 5 συγγενείς 5 αγνοουμένων, από εκπροσώπους του Λιμενικού Σώματος και της Ελληνικής Αστυνομίας, από μη κυβερνητικές οργανώσεις, τον ΟΗΕ και διεθνείς φορείς και οργανισμούς και έχοντας συγκεντρώσει και μελετήσει όλα τα μέχρι τότε διαθέσιμα στοιχεία, η έκθεση επιβεβαίωνε τις κατηγορίες σε βάρος του λιμενικού για πρόκληση ναυαγίου και μη διάσωση των προσφύγων αλλά και για υπονόμευση της δικαστικής διερεύνησης και απόπειρα κουκουλώματος.

Μόνο έτσι, με τη δράση του κινήματος, μπορούσαν οι δικηγόροι των επιζώντων στον ένα χρόνο από το ναυάγιο να παρουσιάσουν πια το πλήρες και αναλυτικό χρονικό του εγκλήματος -μια συγκλονιστική καταγραφή για το πώς το λιμενικό έφτασε να δολοφονήσει πάνω από 600 ανθρώπους.

H αθώωση των εννέα

Ένα δεύτερο μεγάλο μέτωπο, άμεσα συνδεδεμένο με το πρώτο, ήταν η μάχη για να μην καταδικαστούν οι εννέα Αιγύπτιοι επιζώντες στους οποίους η κυβέρνηση επιχείρησε να φορτώσει το έγκλημα. Να καταρρεύσει η σκευωρία που έστησαν σε βάρος τους για να στηριχτεί το αφήγημα των διακινητών.

Όλοι τους επιλέχτηκαν τυχαία, στο σωρό, λίγες ώρες μετά το ναυάγιο, μέσα από το νοσοκομείο ακόμα όπου νοσηλεύονταν σε άθλια ψυχολογική και σωματική κατάσταση. Τους απήγγειλαν κατηγορίες για παράνομη διακίνηση, πρόκληση ναυαγίου και σύσταση εγκληματικής οργάνωσης και τους έστειλαν για έναν χρόνο στη φυλακή, αντιμέτωπους με ποινές κάθειρξης πολλών εκατοντάδων ετών έκαστος.

Η καμπάνια για την αθώωσή τους ήταν πολύμηνη. Μια σημαντική στιγμή ήταν η κατάθεση των μηνύσεων στο Ναυτοδικείο, καθώς έσπαγε την κυβερνητική προπαγάνδα ότι οι εννέα είναι οι ένοχοι. Μια άλλη σημαντική στιγμή ήταν η συμμετοχή επιζώντων, κύρια από το Πακιστάν, στο συλλαλητήριο για την παγκόσμια μέρα δράσης ενάντια στον ρατσισμό και τους φασίστες τον Μάρτη του 2024. Εκεί, με μπαντάνες PYLOS SURVIVORS στο κεφάλι, απαίτησαν την απελευθέρωση των εννέα.

Η καμπάνια κορυφώθηκε στις παραμονές της δίκης που έγινε στην Καλαμάτα τον Μάη του 2024. Χιλιάδες συμμετείχαν στη συναυλία που οργάνωσε η ΚΕΕΡΦΑ στο Ρουφ με κεντρικό αίτημα να καταπέσουν οι κατηγορίες εναντίον τους, σε δίκη και καταδίκη να πάνε οι πραγματικοί υπαίτιοι, η κυβέρνηση και το λιμενικό. Η συναυλία έδωσε τη δυνατότητα σε ένα μεγάλο κομμάτι καλλιτεχνών να εκφραστεί και να ενώσει τη φωνή του με το κίνημα αλληλεγγύης, αλλά και σε μια σειρά άλλους αγώνες ενάντια στην κυβέρνηση να συνδεθούν με αυτή τη μάχη.

Το εύρος των δυνάμεων που είχε ήδη τότε κερδίσει ο αγώνας της Πύλου φάνηκε και έξω από το δικαστήριο στην Καλαμάτα: το παρών έδωσαν εκείνη τη μέρα το Νομαρχιακό Τμήμα της ΑΔΕΔΥ στη Μεσσηνία, ο ΣΕΠΕ Μεσσηνίας, το Συνδικάτο Ιδιωτικών Υπαλλήλων και το Σωματείο Συνταξιούχων ΙΚΑ-ΕΦΚΑ Μεσσηνίας, υγειονομικοί, υπάλληλοι του Δήμου και της Περιφέρειας, οικοδόμοι κ.α. Επίσης η Αντιφασιστική Κίνηση Καλαμάτας, από τους βασικούς διοργανωτές της συγκέντρωσης μαζί με άλλες τοπικές συλλογικότητες, η αντιπροσωπεία της ΚΕΕΡΦΑ και του ΣΕΚ από την Αθήνα, αγωνιστές/ριες της ΑΝΤΑΡΣΥΑ καθώς και άλλων οργανώσεων της Αριστεράς.

Έτσι έγινε εφικτή η αθώωση και απελευθέρωση των εννέα, μια μεγάλη πρώτη νίκη στον αγώνα για δικαιοσύνη. Που γιορτάστηκε ξέφρενα όχι μόνο την ίδια μέρα στην Καλαμάτα αλλά και στα συλλαλητήρια που ακολούθησαν τον Ιούνη του 2024 για τον ένα χρόνο από το ναυάγιο.

Στην Αθήνα οι επιζώντες, ανάμεσά τους και οι αθωωθέντες, βάδισαν τότε όλοι μαζί. Την ίδια ώρα, στην πόλη Λαλαμούσα του Πακιστάν η επιτροπή των οικογενειών των θυμάτων προχωρούσε σε μια μαζική συγκέντρωση μνήμης και αγώνα, εγκαινιάζοντας σειρά κινητοποιήσεων τους επόμενους μήνες στο Ισλαμαμπάντ και αλλού.

Αλλά και σε όλη την Ευρώπη, επιζώντες του ναυαγίου που στο μεταξύ είχαν καταφύγει σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες βγήκαν στους δρόμους μαζί με αντιρατσιστικές οργανώσεις και συλλογικότητες με χάπενιγκ και διαδηλώσεις, εκφράζοντας τη χαρά τους για το νέο της αθώωσης των εννέα και επαναλαμβάνοντας το αίτημά τους για να πάνε στη φυλακή οι πραγματικοί ένοχοι.

Δίκη-καταδίκη των δολοφόνων

Ένα τρίτο μέτωπο, που εντάθηκε μετά την πανηγυρική αθώωση των εννέα, ήταν να προχωρήσει η δικαστική διερεύνηση στο Ναυτοδικείο που είχε κολλήσει για μήνες στο στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης. Και αυτό έγινε υπόθεση του μαζικού κινήματος με εκδηλώσεις, παραστάσεις, διαμαρτυρίες.

Κάποιες από αυτές έγιναν έξω από το Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου το φθινόπωρο του 2024, όταν εξετάζονταν οι προσφυγές των επιζώντων κατά των απορριπτικών αποφάσεων στις αιτήσεις ασύλου τους. Αλλά και στο Ναυτοδικείο την ημέρα της κατάθεσης επιπλέον μηνύσεων επιζώντων -μεταξύ των οποίων και των εννέα αθωωθέντων.

Ήταν σημαντικές πρωτοβουλίες γιατί η κυβέρνηση και το λιμενικό δεν είχαν παραιτηθεί από τη συγκάλυψη. Αυτό φάνηκε τον Δεκέμβρη του 2024 όταν η προκαταρκτική εξέταση επιχειρήθηκε να κλείσει χωρίς να καλεστούν για εξηγήσεις οι αξιωματικοί του Λιμενικού που χειρίστηκαν το περιστατικό και χωρίς να συμπεριληφθούν στη δικογραφία οι επικοινωνίες τους και άλλα σημαντικά στοιχεία.

Αυτό ανατράπηκε κάτω από νέο συνδυασμό κινητοποιήσεων και αποκαλύψεων. Η συναυλία της ΚΕΕΡΦΑ στην Αρχιτεκτονική τον περασμένο Γενάρη ήταν ακόμα μεγαλύτερη, με χιλιάδες να απαιτούν αποφασιστικά την τιμωρία των ενόχων. Ενώ η οργάνωση μεγάλης διαδήλωσης στο Ναυτοδικείο αμέσως μετά συνέπεσε με τη δημοσιοποίηση του πορίσματος-καταπέλτη του Συνηγόρου του Πολίτη. Όσο και αν άστραψε και βρόντηξε η κυβέρνηση και το Υπουργείο Ναυτιλίας κατά του πορίσματος και της Ανεξάρτητης Αρχής, το Ναυτοδικείο υποχρεώθηκε να καλέσει για εξηγήσεις τα στελέχη της ηγεσίας του Λιμενικού που ο ΣτΠ έκρινε ελεγκτέα για βαρύτατα ποινικά κακουργήματα.

Οι αποκαλύψεις το ίδιο διάστημα της Εφημερίδας των Συντακτών και του omniatv με τις ηχητικές συνομιλιες των ίδιων στελεχών την ημέρα του ναυαγίου, στένευαν ακόμα περισσότερο τον κλοιό γύρω τους. Αυτό που έδειχναν ήταν ότι η επιχείρηση συγκάλυψης είχε ξεκινήσει την ώρα της διάπραξης του εγκλήματος -με τους λιμενικούς να προσπαθούν με κάθε τρόπο όχι να σώσουν τους πρόσφυγες αλλά να καταγραφεί ότι θέλουν να συνεχίσουν το ταξίδι τους στην Ιταλία.

«Τέμπη - Πύλος, κοινός αγώνας»

Το αίτημα να τιμωρηθούν οι ένοχοι πήρε μεγαλύτερη ώθηση με την απεργιακή έκρηξη της 28ης Φλεβάρη για τα Τέμπη. Η παρουσία της ΚΕΕΡΦΑ με σύνθημα «Τέμπη – Πύλος, κοινός αγώνας» ενίσχυσε τη σύνδεση. Κάτι που εκφράστηκε ακόμα πιο δυνατά στο μεγάλο αντιρατσιστικό-αντιφασιστικό συλλαλητήριο στις 22 Μάρτη στο Σύνταγμα. Εκεί οι συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών ένωσαν τη φωνή τους με τους συγγενείς των θυμάτων της Πύλου, αναδεικνύοντας ότι η κυβέρνηση δολοφονεί είτε με τις ιδιωτικοποιήσεις είτε με τον ρατσισμό.

Η τελευταία απέλπιδα προσπάθεια της κυβέρνησης να σώσει την ηγεσία του λιμενικού ήταν η αναβάθμιση ενός από τους άμεσα εμπλεκόμενους στο έγκλημα, του Τρύφωνα Κοντιζά, σε Αρχηγό του Σώματος. Ήταν μια ανοιχτή παρέμβαση στη δικαιοσύνη, αλλά δεν κατάφερε να αποτρέψει την ποινική δίωξη κατά των 17 λιμενικών που παραπέμπονται στην ανάκριση. Μπορεί ο Κοντιζάς και άλλοι τρεις ανώτεροι αξιωματικοί να μην βρίσκονται ανάμεσά τους, αλλά το θέμα δεν έχει κλείσει. Οι επιζώντες έχουν ήδη ανακοινώσει μέσω των δικηγόρων τους ότι θα προσφύγουν κατά της απόφασης που βάζει την περίπτωση των τεσσάρων ανώτερων αξιωματικών στο αρχείο.

Σε αυτή τη χρονική στιγμή έρχονται τα συλλαλητήρια στις 21 Ιούνη για τα δύο χρόνια από το έγκλημα. Με νίκες, αλλά και με νέες προκλήσεις για το αντιρατσιστικό κίνημα. Γιατί η μάχη για να φτάσουν σε δίκη και καταδίκη οι 17 δεν έχει τελειώσει, αντίθετα τώρα ανοίγει. Γιατί μαζί τους πρέπει να καθίσει στο σκαμνί όλη η επιχειρησιακή αλλά και η πολιτική ηγεσία. Και γιατί η κυβέρνηση που τοποθετεί τον τσεκουροφόρο Βορίδη στο Μετανάστευσης και προετοιμάζει νέες Πύλους πρέπει να ανατραπεί. Με τη δύναμη του κινήματος που δεν την έχει αφήσει σε χλωρό κλαρί, κλιμακώνουμε για να την αποτελειώσουμε.