“Inside Llewin Davis”, των αδελφών Κοέν

Στα μποέμικα καφέ του Γκρίνουιτς Βίλατζ , κέντρα αντικομφορμισμού και αμφισβήτησης, ο μοναχικός μουσικός Λιούιν Ντέιβις προσπαθεί να επιβιώσει και να ανοίξει δρόμους στη μουσική φολκ. Εξελιγμένη σε σύγκριση με την κάντρι, όχι όμως ροκ, όπως λέει ο ίδιος «αν δεν είναι νέο αλλά δεν παλιώνει ποτέ, τότε είναι φολκ». Μπαλάντες όλο μελαγχολία και εσωστρέφεια εκφράζουν την άχαρη και μεταβατική περίοδο ανάμεσα στο τέλος του Β’΄Παγκοσμίου Πολέμου και τα κινήματα του ’60 που κυοφορούνται αλλά δεν έχουν ακόμη ξεσπάσει.

Ο Λιούιν Ντέιβις είναι ταλαντούχος αλλά κυκλοθυμικός, πολυτεχνίτης και ερημοσπίτης, κυκλοφορεί χειμωνιάτικα μ’ ένα τριμμένο σακάκι, κοιμάται από δω κι από κει, στους καναπέδες φιλικών σπιτιών, κάνει τράκα τσιγάρα, γεύματα και ενίοτε τις φιλενάδες των γνωστών του, γεγονός που τον βάζει σε πολλαπλούς μπελάδες. Ο παρτεναίρ του στο ντουέτο που είχαν φτιάξει αυτοκτόνησε πέφτοντας από τη γέφυρα Ουάσιγκτον και ο σόλο δίσκος του δεν πουλάει τίποτα. Πιστεύει στο ταλέντο του, αλλά κανείς άλλος δεν φαίνεται να πιστεύει σ’ αυτό. Ταυτόχρονα δεν θέλει να κάνει υποχωρήσεις, να «γλείψει», να ξεπέσει από αυτό που πιστεύει. Αφραγκίες, καυγάδες, η απώλεια ενός καφετί γάτου με το όνομα Οδυσσέας (πιθανότατα αναφορά στον Όμηρο ή μήπως στη δική του Οδύσσεια;).

Αναζητώντας την τύχη του στο Σικάγο, θα κάνει ένα απίστευτο οδικό ταξίδι διασχίζοντας την αμερικανική ύπαιθρο, παρέα με έναν αμίλητο οδηγό-συγγραφέα κι έναν γκροτέσκο μουσικό τζαζ , «τελειωμένο» από την ηρωίνη, χαρακτηριστικές φιγούρες του μπήτνικ σύμπαντος που έφτανε στο τέλος του.

«Δεν μυρίζει χρήμα»

«Δεν μυρίζομαι χρήμα» αποφάνθηκε ο παραγωγός μετά την ακρόαση. Ο Λιούιν επιστρέφει άπραγος στη Νέα Υόρκη, σε άλλη μια αποτυχημένη εμφάνιση στο «Gaslight café». Ενώ εισπράττει ένα χέρι ξύλο από τον σύζυγο μιας τραγουδίστριας που είχε προσβάλει μεθυσμένος, από το καφέ ακούγεται η φωνή ενός πρωτοεμφανιζόμενου τραγουδιστή που δεν είναι άλλος από τον Μπομπ Ντίλαν. Τέλος εποχής, αρχή μιας νέας.

Οι αδελφοί Κοέν εμπνεύστηκαν από ένα υπαρκτό πρόσωπο, τον παραγνωρισμένο μουσικό της φολκ και πολιτικό ακτιβιστή Ντέιβ Βαν Ρονκ (1936-2002), που έζησε στο περιθώριο της show business και στην καρδιά των κοινωνικών αγώνων. Υπήρξε μέλος των IWW, συνελήφθη στην εξέγερση του Στόουνγολ και συμμετείχε σε εκατοντάδες συναυλίες διαμαρτυρίας. Η ταινία δεν περιλαμβάνει δυστυχώς τίποτα από τη συναρπαστική πολιτική δραστηριότητα του Βαν Ρονκ, παραμένει όμως μια πολύ καλή ταινία που αναβιώνει με ζωντανό τρόπο το πνεύμα των πρώιμων ‘60s για να επανέλθει στην αγαπημένη κεντρική ιδέα του σινεμά των Κοέν: «Loser» επικριτής του αμερικάνικου ονείρου αναζητά την αυτογνωσία. Όπως πάντα με μαύρο χιούμορ αλλά και ευαισθησία, επιπλέον και με υπέροχη μουσική.

Δήμητρα Κυρίλλου