Ιστορία
Βρετανία: Το επαναστατικό κύμα του 1919

Γλασκόβη, 31 Γενάρη του 1919

Στις 31 Γενάρη του 1919 δεκάδες χιλιάδες απεργοί πλημμύρισαν το κέντρο της Γλασκόβης στην Σκοτία. Βρίσκονταν στην τέταρτη μέρα μιας γενικής απεργίας που διεκδικούσε το 40ωρο. Η αστυνομία επιτέθηκε άγρια, συλλαμβάνοντας και πολλούς από τους ηγέτες της απεργίας. Οι συγκρούσεις στους γύρω δρόμους και γειτονιές κράτησαν μέχρι αργά τη νύχτα. 

Η “Ματωμένη Παρασκευή” ή “Μάχη της πλατείας Αγ Γεωργίου”, όπως έμεινε γνωστή αυτή η σύγκρουση, δεν ήταν ένα μεμονωμένο επεισόδιο. Ήταν μια από τις εμβληματικές κορυφώσεις ενός μεγάλου κύματος αγώνων. Το πυροδότησε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος αλλά και η ελπίδα που γέννησε η Ρώσικη Επανάσταση του 1917 και η Γερμανική Επανάσταση το 1918.  

To 1919 ήταν μια συγκλονιστική χρονιά στη Βρετανία. Ήταν η χρονιά που “χάθηκαν” 34 εκατομμύρια μέρες σε απεργίες: σχεδόν καθημερινά περισσότεροι από 100 χιλιάδες εργάτες και εργάτριες απεργούσαν. Ήταν επίσης η χρονιά που ένα κύμα ανταρσιών αγκάλιασε το βρετανικό στρατό και ο άνεμος της ανταρσίας έφτασε μέχρι και στην αστυνομία, με μια μεγάλη απεργία. 

Η βρετανική άρχουσα τάξη βρισκόταν σε παραζάλη, γιατι το “μικρόβιο” του μπολσεβικισμού απλωνόταν στο πιο παλιό αστικό κοινοβουλευτικό καθεστώς στον κόσμο. 

Ανταρσίες

Η Γερμανική Επανάσταση είχε φέρει το τέλος του πολέμου τον Νοέμβρη του 1918. Ο πόλεμος είχε ήδη γίνει μισητός. Εκατόμβες νεκρών και τραυματισμένων στο μέτωπο, επιθέσεις στα δικαιώματα και το βιοτικό επίπεδο της εργατικής τάξης στο “εσωτερικό μέτωπο” ήταν η πραγματικότητα, όχι μόνο για την ηττημένη Γερμανία, αλλά και για τη νικήτρια Βρετανία. 

Ομως, η βρετανική άρχουσα τάξη αργούσε να αποστρατεύσει τα εκατομμύρια των στρατιωτών της. Ενας λόγος ήταν τα παζάρια για την συνθήκη “ειρήνης” που είχαν ξεκινήσει. Ο άλλος ήταν τα σχέδιά της να πνίξει με τη βία την εξουσία των σοβιέτ στην Ρωσία. 

Όμως, οι φαντάροι είχαν άλλη γνώμη. Στις 3 Γενάρη του 1919, περίπου 2 χιλιάδες φαντάροι στο Φολκστόουν στο Κεντ αρνήθηκαν να επιβιβαστούν σε πλοία που θα τους μετέφεραν για “υπηρεσία στο εξωτερικό”. Τελικά τα πλοία έφυγαν για την Γαλλία άδεια, και οι φαντάροι έφτιαξαν συνδικάτο και εκλέξανε μια επιτροπή για να διεκδικήσουν τα αιτήματά τους. 

Ακόμα και μια μονάδα που στάθμευε στο Λονδίνο έστειλε την αντιπροσωπεία της να συναντήσει τον πρωθυπουργό Λόυντ Τζορτζ. Αρνήθηκε, για να μην “υπάρξει προηγούμενο που θα ενθαρρύνει παρόμοιες κινητοποιήσεις”. Σε διάστημα δεκαπέντε ημερών ξέσπασαν περίπου 50 ανταρσίες με τη συμμετοχή δεκάδων χιλιάδων φαντάρων. 

Στις 13 Γενάρη το πλήρωμα της κανονιοφόρου Κιλμπράιντ αρνήθηκε να εκτελέσει τα καθήκοντά του κατεβαίνοντας σε απεργία με αιτήματα για καλύτερους μισθούς, συσσίτιο και σεβασμό από τους αξιωματικούς. Οι ναύτες κατέβασαν τη βρετανική σημαία και ύψωσαν το κόκκινο λάβαρο. 

O αρχιστράτηγος Χέηγκ ήθελε να επιβάλει τη θανατική ποινή στους “πρωταίτιους”. Είχε αποκτήσει ήδη το παρατσούκλι “ο χασάπης”, για τις επιθέσεις που είχαν κοστίσει εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς Βρετανούς στρατιώτες. Ομως, ακόμα και ο Τσόρτσιλ που δεν φημιζόταν για τα ανθρωπιστικά του αντανακλαστικά, απέρριψε την πρόταση του Χέηγκ. Οι φαντάροι είχαν την συμπαράσταση μιας εργατικής τάξης που είχε ριζοσπαστικοποιηθεί και περνούσε στην επίθεση. 

Κόκκινο Κλάιντσαιντ

Η ριζοσπαστικοποίηση ήταν μια διαδικασία που εξελισσόταν, με τα πάνω και τα κάτω της, για χρόνια. Ένας βασικός παράγοντας που την τροφοδοτούσε ήταν οι εμπειρίες και οι θυσίες του πολέμου. Στην ευρύτερη περιοχή της Γλασκόβης, το Κλάιντσαιντ, πήρε τα πιο προχωρημένα χαρακτηριστικά. 

Το 1915 για παράδειγμα, με πρωτοβουλία σοσιαλιστριών εργατριών όπως η Μαίρη Μπάρμπουρ, ξεκίνησε ένας αγώνας για τη μείωση των ενοικίων που έφταναν στα όρια της απόγνωσης τις εργατικές οικογένειες. Επιτροπές ενοικιαστών με μπροστά τις γυναίκες εμπόδιζαν τους ιδιοκτήτες και την αστυνομία να κάνουν έξωση σε φτωχό κόσμο που αρνιόταν ή δεν είχε να πληρώσει το νοίκι. Τον Σεπτέμβρη, οι “απεργοί” είχαν φτάσει τις 30 χιλιάδες. 

Αυτή η κινητοποίηση μπόρεσε να σταθεί και να αποσπάσει νίκες, επειδή βρήκε στήριξη στην εργατική τάξη των εργοστασίων. Κρίσιμος ήταν ο ρόλος των συνδικαλιστών της βάσης, που το δίκτυό τους πήρε μορφή και προσανατολισμό από την Εργατική Επιτροπή του Κλάιντ. 

Σε αυτή την Επιτροπή πρωταγωνιστούσαν αγωνιστές όπως ο Τζον Μακλίν και ο Γουίλι Γκάλαχερ. Ήταν νεαροί -σχετικά- εργάτες, συνδικαλιστές αλλά και ταυτόχρονα επαναστάτες που είχαν ταχθεί ενάντια στον πόλεμο. Η Εργατική Επιτροπή επωμίστηκε το καθήκον να οργανώσει τη βάση των συνδικάτων για αγώνες ενάντια στις επιθέσεις των καπιταλιστών, πιέζοντας τις συνδικαλιστικές ηγεσίες και παίρνοντας την πρωτοβουλία για απεργίες όταν αυτές δεν έκαναν τίποτα. 

Οι ηγέτες της Εργατικής Επιτροπής συνελήφθησαν το 1916 για την αντιπολεμική τους στάση και το ρόλο που έπαιξαν σε απεργίες στα εργοστάσια πυρομαχικών. Ομως, δυο χρόνια μετά, η εργατική τάξη της Γλασκόβης απεργούσε για να τιμήσει την Πρωτομαγιά του 1918 με καθαρά αντιπολεμικά αιτήματα. Τα επόμενα χρόνια η περιοχή θα έμενε γνωστή δικαιολογημένα σαν το “Κόκκινο Κλάιντσαιντ”.

Σαραντάωρο

Η Γλασκόβη έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για τους αγώνες του έτους 1919. Το τέλος του πολέμου είχε σημάνει εκτόξευση της ανεργίας, μιας και οι βιομηχανίες πυρομαχικών ξεφορτώνονταν προσωπικό και οι επιστρατευμένοι άρχισαν να επιστρέφουν έστω με αργούς ρυθμούς. Στις αρχές της χρονιάς, ένας στους δέκα εργάτες/τριες ήταν άνεργοι. 

Τα αφεντικά, παράλληλα, επέμεναν ότι στις ειρηνικές συνθήκες, οι ώρες εργασίας έπρεπε να είναι 47 τη βδομάδα (στη διάρκεια του πολέμου ήταν 54). Η Εργατική Επιτροπή του Κλάιντ, αντίθετα, ξεκίνησε μια μεγάλη καμπάνια για την εφαρμογή του 40ωρου. Στις 3 Γενάρη μια μεγάλη συνέλευση συνδικαλιστών της βάσης από τα εργοστάσια και άλλους χώρους δουλειάς υιοθέτησε το αίτημα. Δυο βδομάδες μετά 800 αντιπρόσωποι -με τη συμμετοχή πλέον των “επίσημων” συνδικαλιστικών ηγεσιών- έβγαλαν ένα “πολεμικό σάλπισμα” αναγγέλοντας το ξεκίνημα της γενικής απεργίας στις 27 Γενάρη. 

Εκείνη τη μέρα όλες οι δουλειές στο Κλάϊντ σταμάτησαν και 40.000 εργάτες απεργούσαν. Ένας από τους ηγέτες έγραφε αργότερα:

“Άλλαξε ο τρόπος περιφρούρησης. Ολόκληρα μπλοκ διαδηλωτών που αριθμούσαν από 5 μέχρι 10 χιλιάδες εργάτες έκαναν πορεία μέχρι κάποιο συγκεκριμένο εργοστάσιο, κατόπιν παρατάσσονταν κι από τις δυο πλευρές του δρόμου… Ήταν πολύ αποτελεσματική μέθοδος… Ένα άλλο χαρακτηριστικό της απεργίας ήταν η χρησιμοποίηση των συζύγων των απεργών σαν ομάδες περιφρούρησης”.

Στην τέταρτη μέρα της, η απεργία είχε απλωθεί στα εργοστάσια και τα ναυπηγεία. Ο αριθμός των απεργών είχε φτάσει τις 100 χιλιάδες στην περιοχή της Γλασκόβης (και κάμποσες χιλιάδες στο Εδιμβούργο). Η κυβέρνηση είχε τρομοκρατηθεί γιατί η Γλασκόβη γινόταν το σημείο αναφοράς και άλλων εργατικών αγώνων. Στο Μπέλφαστ της Βόρειας Ιρλανδίας η απεργία με αίτημα τις 44 ώρες δουλειά είχε παραλύσει την πόλη. Στο Λονδίνο γίνονταν προετοιμασίες για το ξεκίνημα μιας παρόμοιας απεργίας. 

Γι' αυτό επέλεξε την καταστολή. Όταν δεκάδες χιλιάδες απεργοί συγκεντρώθηκαν μπροστά στο κυβερνείο στη πλατεία Γεωργίου -με την κόκκινη σημαία να ανεμίζει στο κέντρο της συγκέντρωσης- περιμένοντας να βγει η αντιπροσωπεία τους από το κτίριο, η έφιππη αστυνομία έκανε έφοδο. Το ίδιο βράδυ, η κυβέρνηση άρχισε να στέλνει στρατό στη Γλασκόβη. Όπως αναφέρει η ίδια πηγή:

“Όλο το βράδυ της Παρασκευής έφταναν στην πόλη τραίνα γεμάτα στρατιώτες. Όταν οι κάτοικοι ξύπνησαν το πρωί βρέθηκαν περικυκλωμένοι από όλων των ειδών τα σύνεργα του πολέμου. Είχαν τοποθετηθεί σε όλες τις πλεονεκτικές θέσεις σκοποί με εφ΄όπλου λόγχη, κράνη και κάθε είδους πολεμικό υλικό. Πολυβόλα, τανκς, αεροπλάνα, κ.λπ. Γίνονταν προετοιμασίες σαν να επέκειτο γερμανική εισβολή”.

Ο υπουργός για θέματα Σκοτίας δήλωνε στο υπουργικό συμβούλιο ότι: “βρισκόμαστε μπροστά σε μια μπολσεβίκικη εξέγερση”. 

Ευκαιρία

Ηταν χειροπιαστή η δυνατότητα για μια συντονισμένη κίνηση όλης της εργατικής τάξης για να κατακτήσει τη μείωση του ωραρίου και αυξήσεις. Ομως, τελικά αυτή η ευκαιρία χάθηκε. Η απεργία στη Γλασκόβη σταμάτησε λίγες μέρες μετά. 

Η ηγεσία του συνδικάτου μετάλλου έπαιξε αποφασιστικό ρόλο σε αυτό. Τυπικά συμμετείχε στην απεργία, αλλά την κρίσιμη στιγμή τη σαμποτάρισε, καθαιρώντας τις τοπικές επιτροπές της στη Γλσκόβη, το Μπέλφαστ και το Λονδίνο. 

Τον ίδιο ρόλο έπαιξαν και οι ηγεσίες της Τριπλής Συμμαχίας, των συνδικάτων των ανθρακωρύχων, των σιδηροδρομικών και των λιμενεργατών, σε παρόμοιες μάχες τους επόμενους μήνες. 

Το 1919 θα περνούσε στην ιστορία σαν “κόκκινη χρονιά” που η Βρετανία έφτασε στο “κατώφλι της επανάστασης” αλλά δεν το διάβηκε.