Ιστορία
100 χρόνια από τη δολοφονία του Δημοσθένη Λιγδόπουλου: Η επαναστατική παράδοση του ΣΕΚΕ

Δημοσθένης Λιγδόπουλος

Στα τέλη του Οκτώβρη συμπληρώθηκε ένας αιώνας από τη δολοφονία του Δημοσθένη Λιγδόπουλου στη Μαύρη Θάλασσα. Μόλις 22 χρονών, ο Δ.Λιγδόπουλος ήταν ήδη βασικό στέλεχος του ΣΕΚΕ (Κ) από την ίδρυσή του. Μέλος της ΚΕ του κόμματος, διευθυντής της βδομαδιάτικης εφημερίδας του, του Εργατικού Αγώνα. 

Από ένα σημείο και μετά ορίστηκε υπεύθυνος για τις διεθνείς επαφές του κόμματος, δηλαδή την σύνδεση με την Κομιντέρν (Κομμουνιστική Διεθνή) που είχε ιδρυθεί τον Μάρτη του 1919 και τα άλλα επαναστατικά κόμματα που διαμορφώνονταν εκείνη την περίοδο. 

Έτσι βρέθηκε, μετά από ένα περιπετειώδες ταξίδι στη Μόσχα, το φθινόπωρο του 1920 ως αντιπρόσωπος του ΣΕΚΕ, που είχε προσθέσει στον τίτλο του τη λέξη «Κομμουνιστικό» από τον Απρίλη. Δεν πρόλαβε να πάρει μέρος στις εργασίες του ιστορικού Δεύτερου Συνεδρίου της Κομιντέρν, όμως συμμετείχε σε συνεδρίαση της Εκτελεστικής Επιτροπής της τον Σεπτέμβρη. Στο -παράνομο- ταξίδι επιστροφής ο Λιγδόπουλος δολοφονήθηκε μαζί με τον Ωρίωνα Αλεξάκη, μπολσεβίκο από την Σεβαστούπολη.

Τον Φλεβάρη του 1921 ο Ν. Δημητράτος γραμματέας τότε του ΣΕΚΕ (Κ) έγραφε στην Κομμουνιστική Επιθεώρηση: «Η ιστορία του Λιγδόπουλου είναι η ιστορία της πρώτης περιόδου του Ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, είναι η ιστορία όλης της γνωστής και αγνώστου δράσεως της ομάδας των ολίγων συντρόφων, που συνεργάσθησαν για να δημιουργηθή η επαναστατική ζύμωσις και για να διαμορφωθή προς το σκοπό ενός κομμουνιστικού κόμματος. Ο Λιγδόπουλος υπήρξε ο κατ' εξοχήν σκεπτόμενος σύντροφος από την ομάδα αυτή και ο κατ' εξοχήν αποφασισμένος, που δεν έβλεπε τίποτε άλλο από το κόμμα. Η διαρκής ανησυχία του ήτο πώς το κόμμα να διαμορφωθή και να λάβη το χαρακτήρα που έπρεπε». 

«Πρωτοπόρος κομμουνιστής»

Με άλλα λόγια ο Λιγδόπουλος ήταν ένας «πρωτοπόρος κομμουνιστής» όπως αναφέρει το αφιέρωμα που κυκλοφόρησε μαζί με τον Ριζοσπάστη. Όμως, ούτε οι πρωτοπόροι πέφτουν από τον ουρανό, ούτε τα επαναστατικά κόμματα δημιουργούνται από το τίποτα. 

Το 1916 ο Δ. Λιγδόπουλος, φοιτητής στο Μαθηματικό, πρωτοστάτησε με άλλους αγωνιστές που τους συναντάμε αργότερα στα πρώτα επαναστατικά χρόνια του ΣΕΚΕ, στην ίδρυση της Σοσιαλιστικής Νεολαίας Αθηνών. Ήταν μια ζωντανή ομάδα που απέκτησε επιρροή και στα συνδικάτα, και επηρεαζόταν από όλα τα ριζοσπαστικά ρεύματα της Αριστεράς εκείνης της εποχής. Μαζί με την θρυλική Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης και την Σοσιαλιστική Ένωση της Αθήνας, η Νεολαία κράτησε αντιπολεμική στάση στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. 

Μια από τις πρωτοβουλίες της Νεολαίας ήταν η μετάφραση και κυκλοφορία της μπροσούρας Προς τους Νέους του Πιοτρ Κροπότκιν, του Ρώσου αναρχικού θεωρητικού. Σύρθηκε στα δικαστήρια και καταδικάστηκε σε τέσσερα χρόνια φυλάκιση. Κι όπως θυμόταν ο Γ. Κορδάτος σε ένα κείμενό του στη Νέα Επιθεώρηση τον Νοέμβρη του 1933: «Ίσαμε τα 1918 έμεινε φυλακισμένος, και το περισσότερο καιρό στις φυλακές Ρεθύμνου Κρήτης. Μέσα στη φυλακή είχε πέσει με τα μούτρα στο διάβασμα της σοσιαλιστικής φιλολογίας. Όταν βγήκε από τη φυλακή, η Ρούσικη Επανάσταση τον είχε καταχτήσει».

Η Ρώσικη Επανάσταση ήταν το δεύτερο μεγάλο γεγονός που διαμόρφωσε την επαναστατική Αριστερά εκείνης της εποχής. Δεν «κατέκτησε» μόνο τον Λιγδόπουλο αλλά εκατοντάδες χιλιάδες αγωνιστές και αγωνίστριες σε όλον τον κόσμο. 

Η διχάλα που είχε ανοίξει από τις αρχές του 20ού αιώνα ανάμεσα στους επαναστάτες και τους ρεφορμιστές, και έγινε ακόμα πιο μεγάλη στα χρόνια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, βρήκε σημείο αναφοράς, μια νικηφόρα εργατική επανάσταση, και άρχισε να αποκρυσταλλώνεται και οργανωτικά. Μια ολόκληρη γενιά αγωνιστών/τριών έκανε την επιλογή να χτίσει κόμματα σαν των μπολσεβίκων. Κόμματα διεθνιστικά και επαναστατικά, που θα οδηγούσαν την εργατική τάξη στην νίκη κι όχι στους συμβιβασμούς με τους καπιταλιστές και τα κράτη τους. 

Σε κάποιες χώρες αυτή η τάση εκφράστηκε με τη διάσπαση των παλιών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων και τη δημιουργία νέων κομμουνιστικών κομμάτων. Σε άλλες, τα επαναστατικά κόμματα δημιουργήθηκαν από πρωτοβουλίες αγωνιστών και μικρών ομάδων. Αυτή ήταν η περίπτωση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος (ΣΕΚΕ) που ιδρύθηκε τον Νοέμβρη του 1918, δυο βδομάδες μετά την ίδρυση της ΓΣΕΕ. Ο Λιγδόπουλος πρωτοστάτησε σε αυτή την προσπάθεια και συμμετείχε στο ιδρυτικό του συνέδριο εκπροσωπώντας τον Εργατικό Αγώνα. 

Το ΣΕΚΕ ξεκαθάρισε από την αρχή ότι παλεύει «για την ανατροπήν της διεθνούς κεφαλαοκρατίας και το θρίαμβον του διεθνούς σοσιαλισμού» κι ότι το κόμμα «δεν δύναται ποτέ να συμμετάσχη ή να ενισχύση οποιαδήποτε κυβέρνησιν της αστικής τάξεως», είναι «κόμμα αντιπολιτεύσεως». Αυτό δεν σήμαινε ότι όλα ήταν ξεκαθαρισμένα και τακτοποιημένα από την αρχή. Όπως σε όλα τα κόμματα που έκαναν αυτή τη διαδρομή εκείνο το διάστημα, στο ΣΕΚΕ η ιδεολογική συζήτηση και αντιπαράθεση ήταν έντονη. Κι ο Λιγδόπουλος, όπως αναφέρει κι ο Κορδάτος ήταν «πάντα στ’ αριστερά». 

Στα πρακτικά του ιδρυτικού συνεδρίου διασώζεται για παράδειγμα η αντιπαράθεση γύρω από το ζήτημα της Κοινωνίας των Εθνών (κάτι σαν τον ΟΗΕ) που έστηναν οι νικητές του πολέμου. Υποτίθεται ότι αυτός ο νέος οργανισμός θα εξασφάλιζε την ειρήνη και το δίκιο στις διεθνείς σχέσεις. Ο Λιγδόπουλος έκανε την εξής τοποθέτηση στο συνέδριο:

«Η εργατική τάξη είναι η μόνη που έχει διεθνή συμφέροντα τα ίδια. Και η κοινωνία αυτή των εθνών, η διεθνής εργατική οργάνωσις είναι η μόνη που μπορεί να επιβληθεί. Εάν αυτή δεν μπορέσει να επιβληθεί, κάθε ελπίδα από κάθε άλλη κοινωνία των εθνών είναι ουτοπία… Φοβούμαι ότι μία διεθνής αστική ένωσις στο μόνο σημείο στο οποίο μπορεί και εξάπαντος να συμφωνήση τελείως είναι το να επιβληθή και να πολεμήση κάθε εκδήλωση επαναστατικών κινημάτων στον κόσμο. Προσέξετε σύντροφοι, η κοινωνία των εθνών που μας υπόσχεται μπορεί να παίξει ρόλο ιεράς συμμαχίας».

Επίκαιρη

Είναι μια εντυπωσιακή τοποθέτηση. Όχι τόσο γιατί προειδοποιεί για την «ιερή συμμαχία» των αστικών κρατών που θα προσπαθούσαν να πνίξουν την εξουσία των Σοβιέτ στην Ρωσία. Αλλά γιατί υπογραμμίζει ότι η εργατική τάξη έχει κοινά συμφέροντα παγκόσμια, πέρα από τα σύνορα. Για την ακρίβεια είναι η μόνη τάξη στην σύγχρονη κοινωνία που έχει αυτή την «κοινότητα συμφερόντων». Οι εργάτες δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα, οι αστοί έχουν. Είναι μια θέση πολύτιμη και επίκαιρη για την Αριστερά εκατό χρόνια μετά. 

Ο Λιγδόπουλος και οι σύντροφοί του κέρδισαν το νέο κόμμα στο επαναστατικό δρόμο για τον σοσιαλισμό κόντρα στις απόψεις που λέγανε -και λένε και σήμερα- ότι ο στόχος είναι μια κυβέρνηση της αριστεράς που θα εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις, με «ρεαλισμό» πάντα. Ένα άρθρο, μάλλον το τελευταίο του, που έγραψε για τον Εργατικό Αγώνα και δημοσιεύτηκε τον Γενάρη του 1921 με τίτλο «Ο αγών των κομμουνιστών» αποτυπώνει με πάθος και σαφήνεια αυτή την επιλογή. 

«Ο πολιτικός μας αγών είναι αγών επαναστατικός. Αγωνιζόμαστε για τα Σοβιέτ και για την καταστροφή όλων αυτών των θεσμών και των κοινοβουλίων της αστικής τάξεως…Έχουμε την πεποίθηση πως ο αγώνας μας αυτός θα θριαμβεύσει και πως γρήγορα η κόκκινη σημαία των Σοβιέτ θα στηθεί νικηφόρα σ’ όλον τον κόσμο, απελευθερώνοντας οριστικά την εργατική τάξη.

Η εργατική μας τάξις περνάει σήμερα την ιστορική περίοδο του αγώνος της. Όπως στον αρχαίο Ηρακλή, έτσι και σήμερα σ’ αυτήν παρουσιάζονται δυο δρόμοι. Ο ένας, ο επαναστατικός δρόμος… ο δρόμος για την Επανάσταση και για τα Σοβιέτ, ο άλλος, ο μεταρρυθμιστικός δρόμος, ο δρόμος που όλη η ιστορία του εργατικού αγώνος έδειξε λανθασμένο και που άλλο δεν κάνει παρά να υποδουλώσει την εργατική τάξη και να την παραδίδει δεσμία στα χέρια της κεφαλαιοκρατίας». 

Η στρατηγική που λέει ότι «δεν υπάρχει δρόμος κοινοβουλευτικός», αλλά ότι τον καπιταλισμό θα τον ανατρέψει η εργατική τάξη επαναστατικά, είναι το κόκκινο νήμα που συνδέει το ΣΕΚΕ του Λιγδόπουλου με την σημερινή επαναστατική, αντικαπιταλιστική Αριστερά.