Οικονομία και πολιτική
Στασιμοπληθωρισμός - Είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιοι…

Το φάντασμα του στασιμοπληθωρισμού, μιας περιόδου σχεδόν μηδενικών ρυθμών ανάπτυξης και ραγδαίων αυξήσεων των τιμών, κρέμεται απειλητικά πάνω από την παγκόσμια οικονομία. 

Στις ΗΠΑ, τη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 8,5% τον Μάρτιο. Ήταν το χειρότερο αποτέλεσμα εδώ και 40 χρόνια. Στην Ευρωζώνη στο 7,4%. Στην Βρετανία στο 7,0%. 

Τα οικονομικά επιτελεία αναθεωρούν τους τελευταίους μήνες συνεχώς τις προβλέψεις τους για την οικονομική ανάπτυξη – προς το χειρότερο. Η γερμανική οικονομία αναπτυσσόταν πριν από ένα χρόνο με ρυθμούς που ξεπερνούσαν το 4%. Τώρα έχουν πέσει στο μισό. Η Γαλλία είχε μηδενική ανάπτυξη το πρώτο τρίμηνο της φετινής χρονιάς. Συνολικά, ο ρυθμός ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας έχει πέσει σχεδόν μια ποσοστιαία μονάδα κάτω μέσα στο τελευταίο δωδεκάμηνο. Και όπως όλα δείχνουν η πτώση συνεχίζεται. 

Η κρίση της δεκαετίας του 1970

“Μόλις ένα χρόνο πριν», γράφει η εφημερίδα Financial Times, «πολλοί οικονομολόγοι περίμεναν ότι το 2022 θα ήταν μια περίοδος ισχυρής οικονομικής ανάκαμψης. Οι επιχειρήσεις θα επέστρεφαν, με το τέλος του κορονοϊού, σε πλήρη λειτουργία. Οι καταναλωτές θα ήταν ελεύθεροι να ξοδέψουν τις αποταμιεύσεις τους σε όλες αυτές τις διακοπές και τις δραστηριότητες που είχαν στερηθεί στη διάρκεια της πανδημίας. Θα ήταν μια νέα «βρυχώμενη δεκαετία», έλεγαν κάποιοι αναφερόμενοι στη δεκαετία του καταναλωτισμού που διαδέχτηκε την ισπανική γρίπη του 1918-21. Λίγους μόνο μήνες μετά,  η πιο διαδεδομένη σύγκριση είναι πλέον με τη δεκαετία του 1970, όταν το αραβικό πετρελαϊκό εμπάργκο συνέβαλε στη δημιουργία μιας παρατεταμένης περιόδου οικονομικής δυσκολίας. Ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε σε διψήφια νούμερα την ίδια ώρα που οι οικονομίες βυθίζονταν στην στασιμότητα – ένα οδυνηρό μείγμα υψηλών τιμών και χαμηλής ανάπτυξης που ονομάστηκε στασιμοπληθωρισμός».

Η παγκόσμια οικονομία είχε γνωρίσει μια εκπληκτική περίοδο σταθερής άνθησης και ευημερίας τις πρώτες δεκαετίες μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. «Η μεγαλύτερη οικονομική έκρηξη στην ιστορία», όπως έγραφε ο Κρις Χάρμαν στο βιβλίο του «Εξηγώντας την Κρίση»:

«Η μια χώρα μετά την άλλη βίωνε μια πρωτοφανή οικονομική άνθηση. Το αμερικανικό ΑΕΠ μεγάλωνε και μεγάλωνε. Το 1970 είχε τριπλασιαστεί σε σχέση με το 1940. Η γερμανική βιομηχανική παραγωγή πενταπλασιάστηκε. Η γαλλική τετραπλασιάστηκε… Η νέα περίοδος ανάπτυξης δεν περιορίστηκε στις ήδη βιομηχανικές χώρες. Η Ιαπωνία θεωρείτο ακόμα τριτοκοσμική χώρα τη δεκαετία του 1940… (Το 1970) είχε γίνει η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Δύσης μετά τις ΗΠΑ. Η οικονομία της Ρωσίας γνώρισε μια αντίστοιχη άνοδο. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 η παραγωγή της ήταν περίπου επτά φορές μεγαλύτερη από ότι ήταν τη δεκαετία του 1940».

Η εντυπωσιακή αυτή άνθηση είχε δημιουργήσει την αυταπάτη ότι ο καπιταλισμός είχε, επιτέλους, απαλλαγεί από τις κρίσεις του – ένα φαινόμενο που ταλάνιζε συνεχώς της προπολεμικές κοινωνίες. Οι οικονομολόγοι συνέδεαν αυτό το «ξεπέρασμα» των κρίσεων με τις θεωρίες του «κρατικού παρεμβατισμού» του Τζον Μέιναρντ Κέινς.  Οι κυβερνήσεις και οι κεντρικές τράπεζες, έλεγαν, έχουν τώρα πλέον και τις γνώσεις και τα κατάλληλα «εργαλεία» για να εξασφαλίζουν μια ισχυρή και μόνιμη οικονομική ανάπτυξη. Το κλίμα είχε επηρεάσει ακόμα και την (επίσημη) Αριστερά της εποχής: οι αναλύσεις του Μαρξ για την τάση που έχει ο καπιταλισμός να πέφτει ξανά και ξανά σε κρίσεις είχαν πεταχτεί στο καλάθι των αχρήστων. Το όραμα της Αριστεράς δεν ήταν πια η ανατροπή του καπιταλισμού αλλά μια «ισχυρή ανάπτυξη με κέντρο το κράτος».­

Η κρίση της δεκαετίας του 1970 έδωσε ένα ξαφνικό τέλος σε αυτές τις αυταπάτες, συνεχίζει ο Χάρμαν:

«Μια βραχύβια ύφεση το 1971-72 που χτύπησε για πρώτη φορά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ταυτόχρονα όλες τις μεγάλες οικονομίες έδωσε μια ιδέα για το τι ερχόταν. Ακολουθήθηκε από μια πολύ ισχυρή, συντονισμένη, ανάκαμψη το 1972-73. Και ύστερα ήρθε η χειρότερη ύφεση που είχε δει η ανθρωπότητα τα τελευταία 35 χρόνια. Η ανεργία και ο πληθωρισμός εκτινάχθηκαν στα ουράνια…»

“Πετρελαϊκή”

Ακόμα και σήμερα η επίσημη οικονομική ιστορία ονομάζει την κρίση αυτή “πετρελαϊκή”: 

«Τότε», γράφουν οι Financial Times, «ο πληθωρισμός παρέμεινε σε διψήφια ποσοστά σχεδόν για μια δεκαετία, ύστερα από μια μεγάλη έκρηξη στις τιμές του πετρελαίου όταν οι αραβικές πετρελαιοπαραγωγές χώρες διέκοψαν τις εξαγωγές προς πολλές δυτικές χώρες σαν τιμωρία για την βοήθεια που παρείχαν στο Ισραήλ στη διάρκεια του (αραβοϊσραηλινού) πολέμου του Γιομ Κιπούρ (ξέσπασε τον Οκτώβριο του 1973)».   

Ο παραλληλισμός είναι άμεσος: τη δεκαετία του 1970 έφταιγαν κύρια οι Άραβες για την κρίση του στασιμοπληθωρισμού. Σήμερα ο κύριος φταίχτης είναι ο Πούτιν: 

«Η Ρωσία και η Ουκρανία παράγουν μεγάλες ποσότητες αερίου, πετρελαίου, σιταριού, λιπασμάτων και άλλων υλικών πιέζοντας με αυτόν τον τρόπο τις τιμές της ενέργειας και τον τροφίμων προς τα πάνω… Η Ευρωζώνη είναι εξαιρετικά ευάλωτη στις διαταραχές των ενεργειακών της προμηθειών καθώς το 40% περίπου του φυσικού της αερίου προέρχεται από τη Ρωσία… Πολλοί ειδικοί προειδοποιούν ότι μια ευρωπαϊκή απαγόρευση εισαγωγών αερίου από τη Ρωσία θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια από τις χειρότερες υφέσεις των τελευταίων δεκαετιών στη Γερμανία και την Ευρωζώνη» (Financial Times).

Η κρίση της δεκαετίας του 1970, όμως, είχε και έναν δεύτερο μεγάλο υπαίτιο: τις «παράλογες απαιτήσεις» των εργατών που ζητούσαν συνεχώς μισθολογικές αυξήσεις που θα αντιστάθμιζαν τις αυξήσεις των τιμών των καταναλωτικών προϊόντων. Οι αυξήσεις των μισθών, όμως, λένε οι αστοί οικονομολόγοι το μόνο που κατάφερναν ήταν να αυξάνουν το κόστος παραγωγής εξαναγκάζοντας με αυτόν τον τρόπο τις επιχειρήσεις σε ένα νέο γύρο αυξήσεων των τιμών που ανατροφοδοτούσε με αυτόν το τρόπο τον πληθωρισμό. 

Οι θεωρίες που υποστηρίζουν ότι οι αυξήσεις των μισθών των εργατών είναι υπεύθυνες για τον πληθωρισμό είναι τόσο παλιές όσο και ο ίδιος ο καπιταλισμός. Ο Μαρξ είχε κυριολεκτικά εξευτελίσει έναν «σοσιαλιστή» οικονομολόγο της εποχής του, τον «πολίτη  Ουέστον», που υποστήριζε ότι οι εργάτες δεν έπρεπε να διεκδικούν μεγαλύτερα μεροκάματα γιατί η μόνη συνέπεια που θα είχαν αυτές οι διεκδικήσεις τους θα ήταν να αυξάνουν το κόστος διαβίωσης. Αλλά οι θεωρίες αυτές εξακολουθούν να είναι «της μόδας» στους επίσημους κύκλους της διανόησης, των κεντρικών τραπεζών και της διακυβέρνησης: 

«Μη με παρεξηγήσετε. Δεν λέω ότι κανένας εργαζόμενος δεν πρέπει να πάρει αύξηση», έλεγε πρόσφατα ο Άντριου Μπέιλι, ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας. «Αλλά πρέπει να υπάρξει μια συγκράτηση στις διαπραγματεύσεις των μισθών, αλλιώς θα δούμε τα πράγματα να ξεφεύγουν». 

Το ίδιο μοτίβο επαναλαμβάνουν όλες οι «σοβαρές» οικονομικές στήλες. Τα χαμηλά ποσοστά ανεργίας, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και τη Βρετανία, γράφουν, απειλούν να δημιουργήσουν μια ανεξέλεγκτη σπείρα αυξήσεων μισθών και πληθωρισμού. «Η αμερικανική αγορά εργασίας βρίσκεται, με 5 εκατομμύρια περισσότερες κενές θέσεις από τους άνεργους εργάτες, στο χειρότερο σημείο υπερθέρμανσης στην μεταπολεμική ιστορία», γράφει η Financial Times.

Κρίση του καπιταλισμού

Ο πόλεμος στην Ουκρανία συνέβαλε πραγματικά στις αυξήσεις των τιμών που βλέπουμε σήμερα. Αλλά δεν τις προκάλεσε. Το κύμα της ακρίβειας, οι ελλείψεις και οι «διαταραχές» στην εφοδιαστική αλυσίδα υπήρχαν πριν ακόμα εισβάλει ο Πούτιν στην Ουκρανία. Όσο για όλους αυτούς που «προειδοποιούν» για τον κίνδυνο που κουβαλάνε οι αυξήσεις στους μισθούς καλό θα ήταν να στρέψουν τα μάτια τους πρώτα στην δική τους πλευρά, στις επιχειρήσεις και τα αφεντικά. Γιατί η κύρια αιτία πίσω από τις αυξήσεις των τιμών είναι η αισχροκέρδεια και η κερδοσκοπία των πολυεθνικών επιχειρήσεων.

Η βρετανική εφημερίδα Guardian δημοσίευσε πρόσφατα μια λίστα με τα ονόματα των 100 μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων και των ποσοστιαίων αυξήσεων της κερδοφορίας τους του τελευταίου τριμήνου σε σχέση με τον μέσο όρο των κερδών τους των τελευταίων δυο χρόνων. Τα στοιχεία είναι κυριολεκτικά σοκαριστικά:  Steel Dynamics (χάλυβας) 809%, Albertsons (τρόφιμα) 671%, Amazon (λιανική πώληση) 333%, Chevron (ενέργεια) 144%. Κατά μέσο όρο τα κέρδη των 100 μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων αυξήθηκαν, σε σχέση με τα δυο προηγούμενα χρόνια, κατά σχεδόν 50% μέσα στο τελευταίο τρίμηνο. 

Πολλοί επιχειρηματίες είναι ξετσίπωτα ειλικρινείς:  «Οι τιμολογήσεις (δηλαδή οι αυξήσεις των τιμών) θα είναι ένας σημαντικός μοχλός για εμάς αυτό το χρόνο. Αναμένουμε ότι θα είναι η βασική πηγή της ανάπτυξής μας» λέει ο Μάικλ Μπουκ, το αφεντικό μιας από αυτές τις 100 επιχειρήσεις. 

Ο στασιμοπληθωρισμός της δεκαετίας του 1970 δεν οφειλόταν ούτε στους Άραβες ούτε στους εργάτες. Ήταν ένα από τα αποτελέσματα της κρίσης του συστήματος, που σε πείσμα των «νέων» θεωριών συνεχίζει, όπως έλεγε ο Μαρξ, να καταδιώκει με μαθηματική ακρίβεια τον καπιταλισμό. Και το ίδιο ισχύει για την σημερινή κρίση. Αυτό που χρειάζεται δεν είναι η «εξυγίανση» της αγοράς εργασίας με την αύξηση της ανεργίας, όπως υποστηρίζουν αυτά τα καθάρματα που ονομάζονται «ειδικοί» αλλά η «αποπαρασίτωση»  της οικονομίας από τα τέρατα που ονομάζονται «αφεντικά».