Ιστορία
50 χρόνια ΠΑΣΟΚ: Η “Αλλαγή” δεν έρχεται απο τα πάνω

Βενιζέλος-Σαμαράς (αριστερά) - Ο Ανδρέας Παπανδρέου με τη Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη. Φωτό: Αριστοτέλης Σαρρικώστας (δεξιά)

Το ΠΑΣΟΚ γιορτάζει τα 50 χρόνια από την ίδρυσή του ενώ οι υποψήφιοι για την προεδρία ετοιμάζονται για την επίσημη ανακήρυξη των υποψηφιοτήτων τους στην «ανοιχτή» κεντρική επιτροπή στις 15 Σεπτέμβρη. Με την κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ να έχει αποκτήσει διαλυτικές πλέον διαστάσεις διάφοροι μιλάνε για τη «δεύτερη ευκαιρία του ΠΑΣΟΚ» να αναδειχθεί «σε εγγυήτρια πολιτική δύναμη για τη σταθερότητα και την πρόοδο» όπως αναφέρει ένα άρθρο στην Καθημερινή, φτάνει βέβαια να αποφύγει «καταστροφικές και αυτοκαταστροφικές επιλογές του παρελθόντος».

Στις 3 Σεπτέμβρη του 1974 ο Ανδρέας Παπανδρέου παρουσίασε την ιδρυτική διακήρυξη –που έχει μείνει στην ιστορία ως Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη– σε ένα κεντρικό ξενοδοχείο της Αθήνας. Η ιστοσελίδα του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής περιλαμβάνει αυτό το ιδρυτικό κείμενο. Σε αυτήν αναφέρεται:

«Και βέβαια πρέπει η Ελλάδα να αποχωρήσει και από το στρατιωτικό και από το πολιτικό ΝΑΤΟ. Και βέβαια πρέπει να ακυρωθούν όλες οι διμερείς συμφωνίες που έχουν επιτρέψει στο Πεντάγωνο να μετατρέψει την Ελλάδα σε ορμητήριο για την προώθηση της επεκτατικής του πολιτικής.

Μα πίσω από το ΝΑΤΟ, πίσω από τις αμερικάνικες βάσεις είναι οι μονοπωλιακές πολυεθνικές επιχειρήσεις και τα ντόπια υποκατάστατά τους. Γι’ αυτό η κοινωνική απελευθέρωση, ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός, αποτελεί το θεμέλιο λίθο του Κινήματός μας».

Και τι σήμαινε σοσιαλιστικός μετασχηματισμός; «Κοινωνικοποίηση του χρηματοδοτικού συστήματος στο σύνολό του, των βασικών μονάδων παραγωγής, καθώς και του μεγάλου εισαγωγικού και εξαγωγικού εμπορίου… Κοινωνικοποίηση της υγείας, που συνεπάγεται τη δωρεάν ιατρική, φαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη, την προληπτική υγιεινή για όλους τους Έλληνες, την κατάργηση των ιδιωτικών κλινικών και όλων των προνομίων στην παροχή ιατρικών και νοσοκομειακών υπηρεσιών». 

Κανείς και καμιά δεν έχει αμφιβολία ότι ο Σημίτης, ο Γ. Παπανδρέου και ο Βενιζέλος που θα μιλήσουν μαζί με τον Ανδρουλάκη στην εκδήλωση στο Ζάππειο για την επέτειο, τη διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη την έχουν από καιρό γραμμένη στα παλαιότερα των υποδημάτων τους. Ο Σημίτης είναι αυτός που σηματοδότησε, σαν υπουργός και πρωθυπουργός την στροφή του ΠΑΣΟΚ στις συνταγές τις λιτότητας και των ιδιωτικοποιήσεων (με όλη τη βρωμιά και τα σκάνδαλα της «ελεύθερης αγοράς»). Ο ΓΑΠ του πρώτου μνημόνιου και της εκλογικής κατάρρευσης του ΠΑΣΟΚ και βέβαια ο Βενιζέλος της συγκυβέρνησης με τον Σαμαρά συμπληρώνουν την εικόνα.. 

Ωστόσο, αν ο σχολιασμός για τα 50 χρόνια του ΠΑΣΟΚ μείνει μόνο στην απεικόνιση αυτής της τεράστιας απόστασης από το «τότε» στο «σήμερα», δεν μπαίνει στον κόπο να εξηγήσει το γιατί. Η Δεξιά φροντίζει να δίνει τις δικές της εξηγήσεις: Ο «λαϊκισμός» της 3ης Σεπτέμβρη ταίριαζε με το «κλίμα» της μεταπολίτευσης, ήταν «επένδυση στο ανέφικτο» (φράση από άρθρο στο Protagon.gr). Μετά ήρθε ο ρεαλισμός, η ωρίμανση, το ευρώ και τα μνημόνια. 

Αγώνες

Το ΠΑΣΟΚ μεγάλωσε στο κύμα των εργατικών και νεολαιίστικων αγώνων της Μεταπολίτευσης. Κέρδισε εργάτες και εργάτριες που έχτιζαν τον εργοστασιακό συνδικαλισμό, νεολαία που είχε ριζοσπαστικοποιήσει η εξέγερση του Πολυτεχνείου κα το κύμα των εξεγέρσεων του Μάη του ’68. Το σύνθημα «στις 18, Σοσιαλισμός» (στις εκλογές του Νοέμβρη του 1974) ακουμπούσε πολύ περισσότερο στις ριζοσπαστικές προσδοκίες από ότι η πολιτική του ΚΚΕ και του ΚΚΕ εσωτερικού που έμενε στο στάδιο της «αποκατάστασης της δημοκρατίας». 

Ο «τρίτος δρόμος για τον σοσιαλισμό» ακουγόταν πολύ πιο ριζοσπαστικός με τα λόγια του Ανδρέα Παπανδρέου το 1976: «Μια τρίτη πορεία, ένας τρίτος δρόμος είναι για μας μια σύνθετη στρατηγική. Απορρίπτουμε το μοντέλο της σοσιαλδημοκρατίας, γιατί ωραιοποιεί τον καπιταλισμό. Απορρίπτουμε το μοντέλο του υπαρκτού σοσιαλισμού ο οποίος στην διαμόρφωση μιας γιγάντιας κρατικής συσσώρευσης βραχυκύκλωσε την δημοκρατία». 

Όμως, αυτή η στρατηγική βασιζόταν σε δυο θεμέλια που την υπονόμευαν από την αρχή. Η κοινωνική αλλαγή θα εξυπηρετεί το «εθνικό συμφέρον», «όλων των Ελλήνων».. Και θα έρθει από τη διαχείριση του κράτους μέσα από μια κυβέρνηση που θα εφαρμόσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. 

Το 1981 το ΠΑΣΟΚ κέρδισε πανηγυρικά τις εκλογές με 48%. Μεταρρυθμίσεις ξεκίνησαν: ανάμεσα σε άλλα η αύξηση των μισθών, η δωρεάν μετακίνηση στις συγκοινωνίες το πρωί, η δημιουργία του ΕΣΥ, η αναγνώριση της ΕΑΜικής Εθνικής Αντίστασης, η αποποινικοποίηση της μοιχείας, το δικαίωμα ψήφου από τα 18 χρόνια, η νομική εξίσωση των γυναικών με τους άνδρες. Δεν ήρθαν από το πουθενά εκείνες τις αλλαγές, ήταν το πολιτικό αποτέλεσμα του εργατικού κινήματος της μεταπολίτευσης, που είχε διαμορφώσει αυτές τις διεκδικήσεις και τις επέβαλε.. 

Ωστόσο δεν χρειάστηκε πολύ για να φανούν τα όρια της στρατηγικής του ΠΑΣΟΚ. Το «εθνικό συμφέρον» υπαγόρευε να «σωθεί η εθνική οικονομία» από τις πιέσεις της κρίσης. Και την οικονομία την έλεγχαν οι καπιταλιστές. Οι καπιταλιστές στρέφονταν και εδώ και σε όλον τον κόσμο στις ιδιωτικοποιήσεις, την «απελευθέρωση των αγορών», τις επιθέσεις σε μισθούς και συνδικάτα. Το ΠΑΣΟΚ άρχισε να προσαρμόζεται στη νεοφιλελεύθερη επέλαση που αποκτούσε ορμή διεθνώς με επικεφαλής τον Ρήγκαν και τη Θάτσερ.

Οι πρώτες επιθέσεις στην εργατική τάξη και τα συνδικάτα -δηλαδή στην ίδια τη βάση του- ξεκίνησαν από το 1982-83. Όμως, η μεγάλη στροφή ήρθε το 1985 με το «πρόγραμμα σταθεροποίησης», δηλαδή λιτότητας. Μαζί με το πάγωμα της Αυτόματης Τιμαριθμικής Αναπροσαρμογής (ΑΤΑ) στους μισθούς το ΠΑΣΟΚ ανακάλυπτε τις χάρες της «ελεύθερης αγοράς», της «επιχειρηματικότητας», με αιχμή το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Ο Κοσκωτάς, φέρελπις τραπεζίτης που αγόρασε την τράπεζα Κρήτης, εφημερίδες κλπ. ενσάρκωνε αυτές τις «ευκαιρίες». Η διαδρομή που έφερε το ΠΑΣΟΚ στις μνημονιακές κυβερνήσεις αγκαλιά με τον Σαμαρά ξεκινάει από τότε. 

Αντίδραση

Όλες αυτές οι στροφές δεν πέρασαν αμαχητί. Συνάντησαν κάθε φορά τη σκληρή αντίδραση των συνδικάτων και της εργατικής βάσης και του ΠΑΣΟΚ: Την δεκαετία του ‘80 με τις μαζικές απεργίες ενάντια στο πρώτο πακέτο λιτότητας που οδήγησε και σε ρήγμα στο εσωτερικό του. Τις επόμενες δεκαετίες με τις μεγάλες απεργίες στα ναυπηγεία, τις τράπεζες, στην εκπαίδευση, στον ΟΤΕ και δεκάδες άλλους χώρους ενάντια στην κυβέρνηση Σημίτη –νικηφόρα στην περίπτωση του ασφαλιστικού του Γιαννίτση το 2001. Και βέβαια με το μεγάλο απεργιακό κίνημα του 2009-11 κόντρα στην κυβέρνηση Παπανδρέου που αποτέλεσε και το τέλος των αυταπατών της εργατικής τάξης για το ΠΑΣΟΚ. 

Το 1981 τα στελέχη και οι υπουργοί του ΠΑΣΟΚ μπορούσαν να δείχνουν περγαμηνές απ’ τη συμμετοχή τους στον αντιδικτατορικό αγώνα, την εξέγερση του Πολυτεχνείου και τις μάχες της μεταπολίτευσης, για να υποσχεθούν ότι θα εγγυηθούν την «Αλλαγή» μέσω της διαχείρισης του καπιταλιστικού κράτους. Τελικά αυτό που άλλαξε δεν ήταν το αστικό κράτος αλλά αυτοί οι ίδιοι. Η διαχείριση των μηχανισμών και των θεσμών του κράτους που είναι δεμένοι με τα συμφέροντα των καπιταλιστών οδήγησε υπουργούς να γίνουν πρωταγωνιστές σκανδάλων και διαφθοράς αντί για πρωταγωνιστές ρήξης και κοινωνικής αλλαγής.

Σήμερα εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι και εργαζόμενες έχουν την πιο σκληρή εμπειρία για το πού οδηγεί ο δρόμος της διαχείρισης και της προσαρμογής στις απαιτήσεις του συστήματος. Σε αυτό τον κόσμο δεν έχουν να πούνε τίποτα επί της ουσίας οι ηγεσίες της κοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης. 

Σήμερα, κανένας από όσους/ες διεκδικούνε την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν μπορούν να φανταστούν καν να επαναλάβουν όχι τη διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη αλλά ακόμα και τις πιο στοιχειώδεις υποσχέσεις. Ενσωματωμένες στον κοινοβουλευτισμό, συμπλέουν σε όλες τις μεγάλες –και «μικρές»– επιλογές με την άρχουσα τάξη και τη ΝΔ. Γι’ αυτό δεν έχουν να πουν τίποτα στις «εσωκομματικές» εκστρατείες τους πέρα από κοινοτυπίες. 

Κι όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των διεργασιών, μοιράζονται την ίδια κρίση με αυτή που διαλύει σήμερα τον ΣΥΡΙΖΑ. Και υπό αυτή την έννοια οι αναλύσεις που βλέπουν ένα «αναγεννημένο» ΠΑΣΟΚ να παίζει το ρόλο του σταθεροποιητή της πολιτικής κρίσης είναι ευσεβείς πόθοι από τη μεριά τους. 

Χρειάζεται σήμερα να θυμηθούμε τη διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη όχι για να θρηνήσουμε ή ναι ειρωνευτούμε τα «περασμένα μεγαλεία». Αλλά για να δυναμώσουμε την Αριστερά που έχει στη σημαία της την ανατροπή του καπιταλισμού μέσα από την επαναστατική δράση της εργατικής τάξης και όχι μέσα από υποσχέσεις του κοινοβουλευτικού δρόμου.