Προτάσεις νόμου της Αριστεράς - Ώρα για κοινή δράση

Ένα παράλογο παιχνίδι παίζεται στο Κοινοβούλιο τις τελευταίες μέρες. Αφορμή είναι δυο νομοθετικές πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ. Ο ΣΥΡΙΖΑ καταθέτει πρόταση νόμου που ζητάει να επανέλθει ο κατώτατος μισθός στο προ – Τρόικας επίπεδο, δηλαδή στα 751 ευρώ ανεξάρτητα από ηλικία, να επανασυσταθούν οι Οργανισμοί Εργατικής Κατοικίας και Εργατικής Εστίας και να επιστρέψει η ισχύς των κλαδικών συμβάσεων. Το ΚΚΕ από τη μεριά του καταθέτει πρόταση νόμου που ζητάει την συνολική κατάργηση των Μνημονίων.

Η πρότασή του έχει άρθρα για κατάργηση του Μνημονίου Ι, του Μεσοπρόθεσμου, του Μνημονίου ΙΙ και όλων των εφαρμοστικών νόμων. Είναι προφανές ότι τους νόμους αυτούς θα τους ψήφιζε κάθε εργαζόμενος και με τα δύο χέρια. Όμως, ο χειρισμός του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ είναι να χρησιμοποιήσουν αυτές τις σωστές πρωτοβουλίες ως όπλο στον ενδοαριστερό εμφύλιο.

Και τα δύο κόμματα είχαν δεσμευτεί ότι θα φέρουν τέτοιους νόμους στη Βουλή. Το ΚΚΕ είχε δεσμευτεί μάλιστα ότι θα ψήφιζε κάθε νόμο που είναι σε όφελος της εργατικής τάξης, ανεξάρτητα από το ποιος τον κατέθετε. Από αυτή την άποψη η στάση του ΣΥΡΙΖΑ είναι πιο προβληματική. Αντί να καλωσορίσει την πρόταση νόμου του ΚΚΕ, άρχισε να τα μασάει, εννοώντας ότι η κατάργηση του Μνημόνιου είναι ίσως... υπερβολική.

Ο Πάνος Σκουρλέτης δήλωσε ότι θα κρίνουν τι θα κάνουν “στο βαθμό που αφορά συγκεκριμένους εφαρμοστικούς νόμους... είναι ανοιχτό τι θα κάνουμε στη Βουλή, θα κρίνουμε πώς θα έρθει αυτή η πρόταση νόμου και θα υποστηρίξουμε εκείνα τα σημεία στα οποία μπορεί να υπάρξουν κοινές απόψεις”. Δηλαδή πόση σκέψη χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ για να υπερψηφίσει ένα απλά διατυπωμένο νόμο που λέει “Καταργήστε τα Μνημόνια”; Και ο Θοδωρής Δρίτσας έφτασε να λέει το αδιανόητο: “η καταγγελία από μόνη της δε σημαίνει τίποτα, το ξήλωμα βήμα-βήμα των νόμων που συγκροτούν τη μνημονιακή πολιτική, αυτός είναι ο τρόπος υλοποίησης αυτού που με μια λέξη μπορεί να ειπωθεί ως 'καταγγελία'”.

Αυτοαναίρεση

Από τη μεριά του, το ΚΚΕ, με τον τρόπο που χειρίζεται την πρωτοβουλία του, αυτοαναιρείται. Από τα κείμενα του Ριζοσπάστη, φαίνεται πως η κατάθεση νόμου έχει σκοπό περισσότερο να αποκαλύψει τη συμβιβαστική στάση του ΣΥΡΙΖΑ, παρά να στριμώξει την κυβέρνηση και τα κόμματά της.

Ο Ριζοσπάστης της Τρίτης επιχαίρει για την άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ γράφοντας: “Ολα τα παραπάνω επαληθεύουν ότι η «αντιμνημονιακή» ρητορεία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν πέρα για πέρα δημαγωγική και πως η επιδίωξή του ήταν εξαρχής η αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου και η αντικατάστασή του με ένα νέο, σε βάρος του λαού.” Σωστά το ΚΚΕ δηλώνει πως η κατάθεση ενός τέτοιου νομοσχεδίου δεν έχει σκοπό να γίνει νόμος του κράτους, μιας και δεν έχει κανείς την ελπίδα ότι θα αλλάξουν ξαφνικά γνώμη οι κοινοβουλευτικές ομάδες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.

Τέτοια νομοσχέδια σκοπό έχουν αφενός να βοηθήσουν στον προσανατολισμό του εργατικού κινήματος, αφετέρου να προκαλέσουν προβλήματα στην κυβέρνηση. Σ'αυτή την κατεύθυνση η ενωτική υπερψήφιση από τη μεριά της Αριστεράς της κατάργησης των Μνημονίων θα ήταν ωφέλιμη και στα δύο επίπεδα.

Αυτό που λείπει και από τις δύο προτάσεις νόμου, είναι ποιος και πώς θα καταφέρει να επιβάλει την κατάργηση των μνημονίων, αφού ξέρουμε ότι αυτό δεν θα γίνει μέσα από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Αν το ΚΚΕ απαιτεί από το ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίσει μαζί του στη Βουλή, δεν μπορεί να αρνείται να βρεθούν μαζί στο δρόμο. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει την “κομμάτι-κομμάτι” κατάργηση του Μνημονίου, ας μπει μπροστά να προτείνει κλιμάκωση στα μέτωπα που πάνε αυτή τη στιγμή να εφαρμοστούν “κομμάτι-κομμάτι” οι νέες επιθέσεις, όπως για παράδειγμα στις ιδιωτικοποιήσεις.

Αντί για τέτοιες κούφιες πρωτοβουλίες εσωτερικής κατανάλωσης, η Αριστερά πρέπει να μπει μπροστά να πάρει πρωτοβουλίες στην πράξη, για να συντονίσει και να οργανώσει τους αγώνες που μπορούν να τσακίσουν και την κυβέρνηση και ό,τι νόμους έχει περάσει.