Η μαζικότητα της συνέλευσης με την οποία ξεκίνησε η προεκλογική εκστρατεία της δημοτικής κίνησης “Αντίσταση με τους πολίτες του Χαλανδρίου” πριν από δυόμισι μήνες, έφερε αισιοδοξία σε όλους μας για μια δυναμική πορεία. Δεν έγινε το ίδιο με τη συζήτηση. Εξελίχτηκε σε μια διαδικασία όπου το κυρίαρχο ζήτημα ήταν η έγκριση του επικεφαλής Σίμου Ρούσσου κι όχι η πολιτική συζήτηση για τις θέσεις, το πρόγραμμα και τη δράση. Ανέκαθεν αυτά τα θέματα ήταν ανοιχτά μέσα στο σχήμα, πόσο μάλλον όταν μιλάμε για ένα σχήμα με μέλη οργανωμένους και ανένταχτους αγωνιστές και αγωνίστριες από ένα ευρύ φάσμα της αριστεράς. Από τη μεριά μας σαν ΣΕΚ, είχαμε πρωτοστατήσει στη συγκρότηση της «Αντίστασης με τους Πολίτες» το 2006 δίνοντας ταυτόχρονα μάχες για τον αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα του σχήματος.
Σε όλες τις διαδικασίες που ακολούθησαν την πρώτη εκείνη συνέλευση, η συζήτηση επικεντρωνόταν στα “πρακτικά” και αποφεύγονταν συστηματικά όλα τα βασικά πολιτικά ζητήματα. Στο μεταξύ όμως γίνονταν κινήσεις που προσπαθούσαν να πιστώσουν το κατέβασμα στο ΣΥΡΙΖΑ οργανωτικά και πολιτικά. Σε ανύποπτο χρόνο το όνομα του επικεφαλής παρουσιάστηκε ανάμεσα σε αυτά των υποψηφίων δημάρχων του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ συμπεριλήφθηκε και στους υπογράφοντες την αυτοδιοικητική χάρτα του ΣΥΡΙΖΑ, αγνοώντας επιδεικτικά και επιθετικά όσα (όχι λίγα) μέλη της παράταξης διαφώνησαν. Ακολούθησε τοπική εκδήλωση της «Πρωτοβουλίας για την Ενότητα της Αριστεράς (των 1000)» στην οποία ο Σ. Ρούσσος ήταν εισηγητής μαζί με τον υποψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ στη Χαλκηδόνα, και όπου εμμέσως πλην σαφώς έκφρασε την στήριξή του στο ΣΥΡΙΖΑ.
Επίπλαστη ενότητα
Αυτές οι κινήσεις, που αποτελούσαν προσωπικές πρωτοβουλίες του επικεφαλής και κάποιων συναγωνιστών γύρω του κι όχι συλλογικές αποφάσεις των μελών της κίνησης, έφερναν αντιδράσεις. Όχι μόνο μέλη του ΣΕΚ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά και πολλοί άλλοι σύντροφοι και συναγωνιστές αγανακτούσαν με την αντιδημοκρατική αυτή προσπάθεια σύνδεσης με το ΣΥΡΙΖΑ. Όμως λόγω έλλειψης οργανωμένης λειτουργίας και συζήτησης, η αγανάκτηση δεν μπορούσε να εκφραστεί παρά ατομικά. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργούνται τετελεσμένα που έπρεπε όλοι οι υπόλοιποι αναγκαστικά να αποδεχτούμε στο όνομα μιας επίπλαστης ενότητας.
Στο ανοιχτό συντονιστικό που έγινε την Μεγάλη Τετάρτη, η πολιτική εισήγηση ήταν βασισμένη στην αυτοδιοικητική χάρτα του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν ήταν το μόνο πρόβλημα. Η λογική, που αποτυπωνόταν και σε τοποθετήσεις, ήταν πως ο κόσμος γενικά είναι κουρασμένος και απογοητευμένος, δεν ανταποκρίνεται σε αγωνιστικά καλέσματα. Ο στόχος πρέπει να είναι πρώτα να κερδίσουμε το δήμο και μετά, με τη βοήθεια και του κινήματος, να ανατρέψουμε την κατάσταση. Κατέληγαν έτσι ότι η απεύθυνση πρέπει να είναι γενικά στο εκλογικό σώμα με ό,τι αυτό σημαίνει για τις πολιτικές μας θέσεις και προτάσεις.
Από τη μεριά μας αναδείξαμε τον κεντρικό χαρακτήρα των τοπικών εκλογών και υπερασπιστήκαμε την αριστερή στροφή του κόσμου ως αποτέλεσμα των σκληρών μαχών που έχει δώσει τα τελευταία χρόνια. Υποστηρίξαμε πως χωρίς αυτές τις μάχες, δε θα μπορούσε ποτέ η αριστερά να διεκδικεί δήμους, περιφέρειες, ακόμα και την κυβέρνηση. Όμως η πρότασή μας να γίνει κάλεσμα για συγκεντρώσεις και εκδηλώσεις με το σωματείο του δήμου ή την ΕΛΜΕ προσπεράστηκε. Το ίδιο και η πρότασή μας για απεύθυνση στους εμποροϋπαλλήλους για κοινό αγώνα ενάντια στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας -προφανώς για να μη βρεθούμε αντιμέτωποι με τους καταστηματάρχες που είναι κομμάτι του εκλογικού σώματος.
Παρά το γεγονός ότι στο κλείσιμο της διαδικασίας ο επικεφαλής προσπάθησε να υποβαθμίσει την τοποθέτησή μας, επιμείναμε ότι στα κείμενα της δημοτικής κίνησης πρέπει να αναδειχτεί ο πολιτικός χαρακτήρας των εκλογών και να ενταχτεί το σύνθημα ότι παλεύουμε ενάντια στα μνημόνια, για τη διαγραφή του χρέους, για την έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ. Απαιτήσαμε επίσης να αποσυρθεί η υπογραφή του επικεφαλής από την αυτοδιοικητική χάρτα του ΣΥΡΙΖΑ. Αποσύραμε την υποστήριξή μας όταν τίποτα από τα παραπάνω δεν έγινε δεκτό. Με τους συναγωνιστές που λυπούνται για αυτή μας την απόφαση, όχι τόσο γιατί αναγνωρίζουν τον μέχρι τώρα ρόλο μας στο κίνημα και στο δημοτικό σχήμα αλλά κυρίως γιατί συμφωνούν πολιτικά μαζί μας, θα είμαστε ξανά μαζί στις μάχες που είναι μπροστά.
Νίκος Γεωργίου, Δήμητρα Κυρίλλου