Οικονομία και Πολιτική
Πανεργατική απάντηση στην “επιστολή” Τσακαλώτου

Με τις "ελληνικές θέσεις" στο καλάθι των αχρήστων πηγαίνει την Πέμπτη στο Eurogroup της 26ης Γενάρη ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος. Οι κορώνες του περασμένου Δεκέμβρη "εμείς τηρήσαμε στο ακέραιο τις δεσμεύσεις μας, τώρα είναι η σειρά των δανειστών να τηρήσουν τις δικές τους" αντικαταστάθηκαν τώρα από δηλώσεις συμβιβασμού και επιστολές συμμόρφωσης και μετάνοιας - όλα αυτά πασπαλισμένα με προκαταβολικές δικαιολογίες "κάνουμε ό,τι καλύτερο είναι δυνατό" και ανεδαφικές φαντασιοπληξίες.

"Η ελληνική κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν πρόκειται να νομοθετήσει τώρα μέτρα για το 2019 και μετά", επαναλαμβάνει σε μια συνέντευξή του στο Έθνος της περασμένης Κυριακής ο Τσακαλώτος. Λέει ψέμματα.

Πρώτον η κυβέρνηση ετοιμάζεται να αποδεχτεί τον παρανοϊκό στόχο για πρωτογενή πλεονάσματα 3.5% του ΑΕΠ που απαιτεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο -για μια δεκαετία αν περάσει τελικά η πρόταση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε ή για μια πενταετία αν επικρατήσει η "φιλελληνική" πρόταση της Γαλλίας. 

Δεύτερον ετοιμάζεται να αποδεχτεί και όλα τα ακραία μέτρα που συνοδεύουν αυτόν τον στόχο: μια ακόμα νέα δραστική περικοπή στις συντάξεις μέσα από την κατάργηση, στην ουσία, της "προσωπικής διαφοράς" -της διάταξης που θα προστάτευε, υποτίθεται, τους παλιούς συνταξιούχους από τις επιπτώσεις του νόμου Κατρούγκαλου. Μια ακόμα νέα φορολογική επιδρομή, με την εξαέρωση του αφορολόγητου που θα "διευρύνει τη φορολογική βάση" έτσι ώστε να πληρώνουν φόρο εισοδήματος ακόμα και αυτοί που κυριολεκτικά δεν έχουν να φάνε. Μια ακόμα "συμπίεση του κόστους εργασίας" -των μισθών, δηλαδή. Έναν ακόμα γύρο περιστολής των "λειτουργικών", υποτίθεται, δαπανών του δημοσίου - των κοινωνικών δαπανών, δηλαδή.

Η κυβέρνηση, βέβαια, δεν πρόκειται να ψηφίσει από τώρα νόμους που θα επιβάλλουν αυτά τα μέτρα μετά το τέλος του "προγράμματος" (του Τρίτου Μνημονίου, που λήγει τυπικά τον Ιούλη του 2018). Είναι όμως διατεθειμένη να επεκτείνει τον "δημοσιονομικό κόφτη" όχι μόνο μέχρι το 2019 αλλά και το 2020 και το 2021 και ποιος ξέρει μέχρι πότε ακόμα. Ο Τσακαλώτος το παραδέχτηκε ανοιχτά στη συνέντευξή του στο Έθνος "είμαστε διατεθειμένοι να περιγράψουμε κάποιες κατηγορίες μέτρων, τα οποία κατά την άποψη των δανειστών ενδεχομένως να χρειαστούν μετά το τέλος του προγράμματος". Πήραμε μια ιδέα για αυτά τα μέτρα από αυτά που είπε (του ξέφυγαν, όπως φάνηκε από τη διάψευση την επόμενη ημέρα) ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου:

"Το αφορολόγητο και άλλα διαπραγματεύονται. Όπως ξέρετε, προσπαθούμε να κρατήσουμε αυτό που υπάρχει τώρα. Αν θα μπορέσουμε να το κρατήσουμε, αυτό δεν το ξέρω, αλλά θα είναι το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε..."

Κόφτης

Η κυβέρνηση προσπαθεί να καθησυχάσει τους φόβους μοιράζοντας υποσχέσεις ότι ο κόφτης δεν πρόκειται τελικά να ενεργοποιηθεί. "Όπως έχω επίσης δημοσίως και επανειλημμένως πει, θεωρώ ότι αυτές οι κατηγορίες μέτρων είναι απίθανο να χρειαστούν", λέει ο Τσακαλώτος. Αν υπήρχαν "διεθνή λαχεία" που να μοίραζαν εκατοντάδες δισεκατομμύρια ίσως και να είχε μια πιθανότητα να μην αποδειχτεί ψεύτης. Αλλά τέτοια λαχεία δεν υπάρχουν.

Το 3.5% δεν είναι απλά παρανοϊκό: είναι αδιανόητο. Η Γερμανία, η ατμομηχανή της Ευρωπαϊκής Οικονομίας, όπου τα ποσοστά της ανεργίας είναι μικρά, τα εμπορικά πλεονάσματα ξεπερνούν το 8% του ΑΕΠ και ο κέρβερος της λιτότητας είναι ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αυτοπροσώπως, πέτυχε πρωτογενές πλεόνασμα 0.3% του ΑΕΠ το 2014, 0.7% το 2015 και 0.6% το 2017. Στην Ελλάδα η ανεργία βρίσκεται κοντά στο 25% ενώ ο ενεργός πληθυσμός είναι γύρω στο 32% (3.25 εκατομμύρια εργαζόμενοι με κάθε μορφή, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του 2016). Με τα σημερινά επίπεδα του ΑΕΠ το 3.5% μεταφράζεται σε ένα πλεόνασμα 6.3 δις Ευρώ το χρόνο - ένα ποσό που αντιστοιχεί κατά μέσο όρο σε δυο χιλιάδες Ευρώ το χρόνο ανά "εργαζόμενο".

Ο Τσακαλώτος προσπαθεί τώρα να χρυσώσει το χάπι με ένα νέο «παράλληλο πρόγραμμα». Μόνο που αυτή τη φορά ο εκφρασμένος στόχος του δεν είναι η στήριξη των φτωχών αλλά η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Στις Βρυξέλλες ετοιμάζεται να προτείνει να χρησιμοποιηθεί το 1% από αυτό το 3.5% για την φορολογική και ασφαλιστική ελάφρυνση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Με την προϋπόθεση, φυσικά, ότι θα έχουμε πιάσει τον στόχο του 3.5%. 

Τυπικά η κυβέρνηση επιμένει στο σενάριο που είχε χαράξει το φθινόπωρο: ολοκλήρωση των αξιολογήσεων με όποιο κόστος μέχρι τον Φλεβάρη, άρση των περιορισμών που έχει επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα (τις επέβαλλε τον Φλεβάρη του 2014 λίγες μέρες μετά την ορκωμοσία της πρώτης κυβέρνησης Τσίπρα), ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα "ποσοτικής χαλάρωσης" και έξοδος στις αγορές. Πρόκειται για ένα σενάριο φαντασίας. Για δυο λόγους.

Πρώτον η Ελλάδα έχει μπροστά της όχι μόνο ένα θεόρατο βουνό δημοσίου χρέους αλλά και μια σκυταλοδρομία εξυπηρέτησής του. Το 2017 είναι κυριολεκτικά ναρκοθετημένο από πληρωμές τόκων και χρεολυσίων. Μέσα στο πρώτο μόνο τρίμηνο του έτους η κυβέρνηση πρέπει να πληρώσει περίπου 2.6 δις -300 εκατομμύρια για εξόφληση δανείων και 2.3 δις για τόκους. Τον Απρίλη, στις αρχές του 2ου τριμήνου λήγουν ομόλογα αξίας 1.3 δις Ευρώ που βρίσκονται στα χέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή των κεντρικών τραπεζών των άλλων ευρωπαϊκών κρατών. Και ύστερα αρχίζει το "φριχτό" τρίτο τρίμηνο: μέσα στον Ιούλη η κυβέρνηση πρέπει να ξεχρεώσει ένα ομόλογο αξίας 3.8 δις που βρίσκεται και αυτό στα χέρια της ΕΚΤ, ένα δάνειο 300 εκατομμυρίων προς το ΔΝΤ. Και σαν να μην έφταναν αυτά, μέσα στον Ιούλη λήγουν τα ομόλογα που είχε εκδώσει η κυβέρνηση Σαμαρά το 2014 -θυμάστε, ήταν εκείνη η φαντασμαγορική "έξοδος στις αγορές" που υποτίθεται ότι θα σηματοδοτούσε το τέλος της εποχής των μνημονίων. Η αξία τους, χωρίς τους τόκους: 3 περίπου δισεκατομμύρια.

Χωρίς την εκταμίευση των δόσεων η κυβέρνηση αδυνατεί, όσο και αν "ξύσει τον πάτο του βαρελιού" να ανταποκριθεί σε αυτές τις υποχρεώσεις. Οι θεσμοί το ξέρουν αυτό πολύ καλά -άλλωστε το "πρόγραμμα" είναι από την αρχή έτσι σχεδιασμένο, με απανωτές αποπληρωμές χρεών, ώστε να δεσμεύει τις ελληνικές κυβερνήσεις σε μια ατέρμονη διαπραγμάτευση για την ανανέωση, στην ουσία, των δανείων. Τι σημαίνει αυτό; Οι θεσμοί θα είναι απλά ανένδοτοι, τόσο ανένδοτοι όσο ήταν και το καλοκαίρι του 2015.

Ο παράγοντας Τραμπ

Ο δεύτερος (και χειρότερος) λόγος που κάνει το σενάριο Τσίπρα εξωπραγματικό είναι το διεθνές περιβάλλον. Η κρίση που χτύπησε τον πλανήτη το 2008 δεν έχει περάσει ακόμα. Οι ρυθμοί ανάπτυξης σε όλο τον αναπτυγμένο κόσμο παραμένουν κολλημένοι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Το Ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται στη μέγγενη των "κόκκινων δανείων". Το πρόβλημα δεν είναι απλά και μόνο η Ελλάδα -η πρωταθλήτρια των κόκκινων δανείων αν υπολογιστούν σαν ποσοστό του ΑΕΠ. Το μεγάλο πρόβλημα είναι η Ιταλία -όπου τα μη εξυπηρετούμενα χρέη έχουν ξεπεράσει τα 350 δισεκατομμύρια.

Αυτή την κατάσταση έρχεται να επιδεινώσει ο Τραμπ. Τα πρώτα μέτρα που ανακοίνωσε ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ μόλις εγκαταστάθηκε στον Λευκό Οίκο ήταν η κατάργηση όλων των μηχανισμών ελέγχου που είχε επιβάλλει ο Μπαράκ Ομπάμα για την αντιμετώπιση του κραχ του 2008. Στην ουσία η νέα αμερικανική κυβέρνηση λύνει τα χέρια στις επενδυτικές τράπεζες να πέσουν ξανά, ανενόχλητες, στο όργιο της κερδοσκοπίας που "έφτιαξε" τα τοξικά χρέη και κατέληξε στην χρεοκοπία της Λήμαν Μπράδερς τον Σεπτέμβρη του 2008. Το τι ακριβώς θα σημάνουν αυτές οι αλλαγές για την παγκόσμια οικονομία είναι δύσκολο να το προβλέψει κανείς. Το βέβαιο, όμως, είναι ότι οι πιέσεις θα φτάσουν σε όλα τα πλάτη και τα μήκη της γης -η αμερικανική οικονομία εξακολουθεί να είναι η σημαντικότερη του πλανήτη.

Θα επιβιώσει η πολιτική της "ποσοτικής χαλάρωσης" της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (που έτσι και αλλιώς βρίσκεται στα τελευταία της στάδια); Θα μπορέσει, μέσα σε αυτές τις συνθήκες του αυξημένου οικονομικού ανταγωνισμού, ο Μάριο Ντράγκι να διατηρήσει την πολιτική των μηδενικών επιτοκίων; ΄Η θα αναγκαστεί να βγάλει την Ευρωπαϊκή οικονομία "πρόωρα" από την "εντατική"; 

Το "φως στο τέλος του τούνελ" δεν είναι ορατό για έναν πολύ απλό λόγο: γιατί δεν υπάρχει τέλος στο τούνελ. Δεν είναι μόνο η ελληνική οικονομία άρρωστη -άρρωστο είναι ολόκληρο το σύστημα. Αυτό που χρειάζεται δεν είναι να προσπαθήσουμε να το "γιατρέψουμε", σφίγγοντας λίγο ακόμα τα δόντια. Αυτό που χρειάζεται είναι να το ανατρέψουμε. Και η προσπάθεια σε αυτή την κατεύθυνση ξεκινάει εδώ και τώρα οργανώνοντας, συντονίζοντας και κλιμακώνοντας τους αγώνες που απαιτούν προσλήψεις και όχι περικοπές στα νοσοκομεία, τα σχολεία, τους δήμους, κρατικοποιήσεις και όχι κλεισίματα και ιδιωτικοποιήσεις στις μεγάλες επιχειρήσεις, αυξήσεις στους μισθούς και τις συντάξεις και όχι μείωση του αφορολόγητου και κλάδεμα των επικουρικών. Η απάντηση στην επιστολή Τσακαλώτου στους «θεσμούς» πρέπει να είναι άμεσα πανεργατική απεργία.