Η παραίτηση του Αλ. Τσίπρα από την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει προκαλέσει ένα κύμα αφιερωμάτων στις εφημερίδες και κάθε είδους σχολιασμών. Αν προσπεράσει κάποιος σχόλια όπως αυτά του Μαραντζίδη («Στο επανιδείν Γενναίε Μεγάλε!» tvxs.gr, 30/6), το γενικό μοτίβο είναι το εξής: ο Τσίπρας πήρε την ηγεσία του «ΣΥΡΙΖΑ του 3%» και τον έκανε τον «ΣΥΡΙΖΑ του 36%» το 2015. Και το κατόρθωσε αυτό με τις «ρεαλιστικές» επιλογές του.
Αυτή η εκτίμηση βάζει την ιστορία με το κεφάλι κάτω και τα πόδια πάνω. Το εργατικό και νεολαιίστικο κίνημα ήταν η δύναμη που εκτόξευσε τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στις «διπλές εκλογές» του Μάη-Ιούνη του 2012 και τον Γενάρη του 2015 τον ανέδειξε πρώτο κόμμα με την ελπίδα ότι η κυβέρνηση της Αριστεράς θα άλλαζε ριζικά τα πράγματα.
Το καλοκαίρι του 2012, η Μ. Στύλλου σε ένα άρθρο με τίτλο Μετά τις εκλογές-Πώς μπορεί η άνοδος της Αριστεράς να μεταφραστεί σε νίκες για το κίνημα; (Σοσιαλισμός από τα Κάτω νο93) εντόπιζε την εκλογική εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ στην: «εργατική εξέγερση που ζήσαμε τα τελευταία δυο χρόνια.
Οι εκλογές της 6 Μάη έγιναν πάνω στα δυο χρόνια από την Πανεργατική σεισμό στις 5 Μάη του 2010, όταν περνούσε το πρώτο Μνημόνιο, και οι εκλογές στις 17 Ιούνη στην επέτειο της πανεργατικής πέρσι στις 15 Ιούνη, όταν οι απεργοί μαζί με τον κόσμο που είχε καταλάβει το Σύνταγμα, μετρούσαν τις ώρες ζωής της κυβέρνησης του ΓΑΠ. Και είχαν δίκιο – τότε ήταν που ο ΓΑΠ έκανε για πρώτη φορά πρόταση στον Σαμαρά να προχωρήσουν σε κυβέρνηση συνεργασίας γιατί ούτε το 44% που πήρε στις εκλογές του 2009, ούτε η πλειοψηφία των 155 βουλευτών που είχε ακόμα στη Βουλή, του έδιναν τη δυνατότητα να κυβερνήσει».
Αυτό που εξελισσόταν στην πραγματικότητα ήταν μια διαδικασία ριζοσπαστικοποίησης της εργατικής τάξης και της νεολαίας. Το αφήγημα που ισχυρίζεται ότι τα μνημόνια έφεραν αγανάκτηση που απλά χρειάστηκε την κατάλληλη έκφραση από τον Τσίπρα, ξεγράφουν τις μεγάλες εργατικές μάχες της περιόδου και τα αιτήματα που γέννησαν. Διαγράφουν τους απεργούς της ΔΕΗ που ξήλωναν τις κάμερες παρακολούθησης της αστυνομίας. Αγνοούν το κύμα απεργιών και καταλήψεων σε εργοστάσια και άλλες επιχειρήσεις απ’ τα τέλη του 2011, τα σωματεία που έδιναν αυτές τις μάχες. Τον Φλεβάρη του 2012 ήταν η συγκλονιστική διήμερη Γενική Απεργία με το κέντρο της Αθήνας να «φλέγεται» από τις συγκρούσεις με τα ΜΑΤ που έβαλε την ταφόπλακα στην «κυβέρνηση τεχνοκρατών» του τραπεζίτη Παπαδήμου.
Ριζοσπαστικοποίηση
Τα αιτήματα για διαγραφή του χρέους, για ρήξη με το ευρώ, για κρατικοποιήσεις έμπαιναν στον νου και τη δράση εκατομμυρίων. Η ριζοσπαστικοποίηση και οι μάχες του κινήματος δεν ήταν μόνο «οικονομικές». Το κίνημα συγκρουόταν με τον ρατσισμό των κυβερνήσεων, της Ε.Ε και τους φασίστες. Πριν φτάσουμε στα ανθρώπινα ποτάμια που διαδήλωσαν από την Ομόνοια στο Σύνταγμα για «Αθήνα πόλη αντιφασιστική» τον Γενάρη του 2013 (μια μέρα μετά τη δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν) είχαμε τις κινητοποιήσεις στη Νίκαια με πρωτοβουλία της ΚΕΕΡΦΑ και της Πακιστανικής Κοινότητας ενάντια στις επιθέσεις των «ταγμάτων εφόδου».
Και αυτές οι μάχες δεν σταμάτησαν αλλά κλιμακώθηκαν φτάνοντας στην αντιφασιστική έκρηξη με τη δολοφονία του Π. Φύσσα που αποσταθεροποίησε κι άλλο την συγκυβέρνηση των Σαμαροβενιζέλων. Αυτό το κίνημα έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση. Προχώρησε ακόμη περισσότερο αυτή η δύναμη με το 62% που έδωσε στο «Όχι» στο δημοψήφισμα τον Ιούλη του 2015.
Η προδοσία του ΟΧΙ και η υπογραφή του τρίτου μνημονίου δεν έπεσε από τον ουρανό. Ήταν η συμπύκνωση της στρατηγικής που είχε όριο τις κόκκινες γραμμές που έβαζε η άρχουσα τάξη και το κράτος της. Γι’ αυτό το λόγο η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια διαρκής προσαρμογή στις πιέσεις των «από πάνω» και όχι του κινήματος που τον ανέβαζε. Αυτή ήταν η «βίαιη ωρίμανση» του κόσμου της Αριστεράς για την οποία καλούσε ο Γ. Δραγασάκης ήδη από το 2012.
Χρειάζεται να τα θυμόμαστε όλα αυτά σήμερα που έχει ανοίξει πλατιά στον κόσμο της Αριστεράς η συζήτηση για το πώς πάμε παρακάτω, πώς οργανώνουμε την αντίσταση στις επιθέσεις της κυβέρνησης και της άρχουσας τάξης. Να θυμηθούμε για παράδειγμα ότι κάθε φορά που αρθρωνόταν μια αριστερή κριτική στη δεξιόστροφη πορεία του ΣΥΡΙΖΑ -που πήρε διαστάσεις καλπασμού- η απάντηση ήταν «θέλετε να μας γυρίσετε στο κόμμα του 3%». Τώρα οι ίδιες φωνές ρίχνουν το φταίξιμο για την αποτυχία του κοινοβουλευτικού δρόμου στον κόσμο που «συντηρητικοποιείται».
Οι απεραντολογίες για τη «μετά-Τσίπρα εποχή» στον ΣΥΡΙΖΑ υπεκφεύγουν το βασικό ζήτημα. Η στρατηγική που αντιμετωπίζει την εργατική τάξη και το κίνημα σαν δεξαμενή ψήφων χρεοκοπεί για μια ακόμα φορά στη μακρά πορεία της Αριστεράς. Χρειαζόμαστε την στρατηγική που αντιμετωπίζει την εργατική τάξη σαν το ενεργό υποκείμενο που έχει τη δύναμη να αλλάξει τον κόσμο και την επαναστατική Αριστερά που ενισχύει τη δυναμική του.