Διεθνή
Ν. Κορέα: Κερδήθηκε μια μάχη, ο πόλεμος συνεχίζεται

Απρίλης 2025, Συλλαλητήριο με αίτημα τη φυλάκιση του Γιουν Σαγκγιόλ στη Σεούλ. Φωτό: Εργατική Αλληλεγγύη Ν. Κορέας

Οι προεδρικές εκλογές που έγιναν στη Νότια Κορέα στις 3 Ιούνη επιβεβαίωσαν την ήττα που έχει υποστεί η δεξιά μετά την απόπειρα πραξικοπήματος. Αλλά υπενθύμισαν ταυτόχρονα ότι οι λόγοι που έφεραν τη χώρα στο χείλος της δικτατορίας κάθε άλλο παρά έχουν εξαφανιστεί. Οι πολιτικοί εκφραστές του “δημοκρατικού τόξου” της χώρας αποτελούν κομμάτι του ίδιου συστήματος. 

Πολύς κόσμος είναι τουλάχιστον ανακουφισμένος με τα αποτελέσματα. Ο Ι Τζεμιούν, ο υποψήφιος του Δημοκρατικού Κόμματος πήρε 49,5% και είναι πλέον πρόεδρος τη χώρας. Βασικός αντίπαλός του ήταν ο Κιμ Μουνσού του Λαϊκού Κόμματος. Ο Μουνσού ήταν υπουργός του Γιουν Σαγκιόλ, του προέδρου που επιχείρησε πραξικόπημα στις 3 Δεκέμβρη. Όπως γράφει ο Κιν Ινσίκ, από την Εργατική Αλληλεγγύη της Νότιας Κορέας: 

“Ο Κιμ Μουνσού την τελευταία στιγμή του πραξικοπήματος προσπάθησε να διαφοροποιηθεί, αλλά είχε στηρίξει την απόπειρα. Αν είχε κερδίσει τις εκλογές, θα προσπαθούσε να κυβερνήσει με αυταρχικό τρόπο, ακριβώς όπως και ο Γιουν Σαγκιόλ. Θα ήταν κόλαση για τις μάζες που ζητάνε δημοκρατία. Η εμπειρία των στρατιωτικών δικτατοριών στις δεκαετίες του ‘60 και του ‘80 μάς έδειξε πως όταν ξεκινήσει η βαναυσότητα της ακροδεξιάς, δεν υπάρχει τέλος. Είναι φυσικό λοιπόν για τον κόσμο να πανηγυρίζει τα αποτελέσματα. Η κινητήρια δύναμη που εμπόδισε το Λαϊκό Κόμμα να επιστρέψει στην εξουσία είναι το κίνημα που συνέχισε ενεργό έξι μήνες μετά την κήρυξη στρατιωτικού νόμου”.

Ωστόσο, το Λαϊκό Κόμμα δεν κατέρρευσε. Αντίθετα, ο Μουνσού πήρε 41%. Ένας άλλος υποψήφιος της δεξιάς πήρε σχεδόν 8,5. Ο αριστερός υποψήφιος του Δημοκρατικού Εργατικού Κόμματος πήρε 1%. Το Προοδευτικό Κόμμα, το μεγαλύτερο κόμμα της Αριστεράς δεν κατέβηκε στις εκλογές και στήριξε τον υποψήφιο των Δημοκρατικών, κάνοντας μια εντελώς συντηρητική εκστρατεία στην οποία καλούσε τον κόσμο να ψηφίσει Τζεμιούν για “να τελειώσει ο εμφύλιος πόλεμος”.

Η αλήθεια είναι πως ο εμφύλιος πόλεμος δεν θα τελειώσει με τα αποτελέσματα των εκλογών. Η άρχουσα τάξη βγήκε χτυπημένη από τις εξελίξεις του τελευταίου εξάμηνου. Και βρίσκεται ακόμη πιο βυθισμένη στα διλήμματα που πολλαπλασιάζει η κλιμάκωση του εμπορικού και πολεμικού ανταγωνισμού παγκόσμια. Η αποσταθεροποίηση έρχεται από κάθε πλευρά, τις σχέσεις με την Κίνα, τις πιέσεις των ΗΠΑ για ενίσχυση της στρατιωτικής συνεργασίας με την Ιαπωνία, την πιθανότητα για πόλεμο που θα εξελιχθεί πάνω στην κορεάτικη χερσόνησο με τη Βόρεια Κορέα. Είναι ο φόβος τμημάτων της  άρχουσας τάξης ότι δεν θα μπορέσουν να κρατήσουν δεμένους τους εργάτες και τις εργάτριες μέσα σε τέτοιες συνθήκες που τους ώθησε να στρίψουν το Λαϊκό Κόμμα ανοιχτά προς τα δεξιά, φτάνοντας και στο πραξικόπημα.

Το Δεκέμβρη και στη συνέχεια, ήταν οι μαζικοί αγώνες που μπλοκάρισαν το πραξικόπημα. Ο Σαγκιούλ επιχείρησε το πραξικόπημά του παρουσιάζοντάς το λίγο πολύ σαν νομοθετική πρωτοβουλία για την ασφάλεια της χώρας. Κατά εκατομμύρια ο κόσμος έτρεξε στο κοινοβούλιο, ανάγκασε τους βουλευτές να μπουν στο κτίριο πάνω από τα φράγματα της αστυνομίας και να απορρίψουν την εκτροπή. Ξέσπασαν απεργίες που έκαναν την άρχουσα τάξη να ξανασκεφτεί για το πού πηγαίνει. Η συνεχιζόμενη πίεση έπειτα οδήγησε στην καθαίρεση του προέδρου και αργότερα στην παραπομπή του.

Αλλά στις εκλογές η  άρχουσα τάξη συσπειρώθηκε γύρω από τον Μουνσού και το ίδιο έκανε και η ακροδεξιά. Σύμφωνα με τον Κιν Ινσίκ, “όλων των ειδών οι ακροδεξιοί τον στήριξαν. Είναι πλέον βασικό πρόσωπο στη μεσολάβηση ανάμεσα στην ακροδεξιά της επίσημης πολιτικής και την ακροδεξιά των δρόμων. Συνεπώς, τα αποτελέσματα των εκλογών δεν εξαφάνισαν την ακροδεξιά απειλή. Πάνω απ’ όλα, όσον αφορά την εξάλειψη των πραξικοπηματικών δυνάμεων, δεν επιλύθηκε τίποτα. Ο Γιουν Σαγκιόλ συνεχίζει να προκαλεί, ενώ ελάχιστοι πραξικοπηματίες βρίσκονται σε δίκη και η αλήθεια δεν έχει έρθει στο φως. Οι εισαγγελείς, οι μυστικές υπηρεσίες και η αστυνομία υποβιβάζουν και καλύπτουν το πραξικόπημα. 

Η Αριστερά πρέπει να χτίσει την κοινή δράση ενάντια στην ακροδεξιά. Ο στόχος δεν μπορεί να είναι η προγραμματική ενότητα και σχέδια για την προώθηση μεταρρυθμιστικής νομοθεσίας, αλλά ο ενωτικός πραγματικός αγώνας ”.