Πολιτισμός
Σινεμά: Το 47 - Όταν η εργατική τάξη χαράζει την πορεία της

5 βραβεία Γκόγια - 8 βραβεία Γκαουντί - Ρεκόρ εισπράξεων στο ισπανικό Box Office - 4η εβδομάδα προβολών στις ελληνικές αίθουσες Το El 47, σε σκηνοθεσία του Marcel Barrena (γνωστός από το “Mediterraneo”), βασίζεται στην αληθινή ιστορία του Μανόλο Βιτάλ -ενός βιοπαλαιστή που πάλεψε για την αξιοπρέπεια της εργατικής τάξης, σε έναν αγώνα που συλλογικοποιήθηκε, νίκησε και άλλαξε για πάντα την Βαρκελώνη.

Η ταινία ξεκινά το 1950, στις απόκρημνες πλαγιές του Collserola στη Βαρκελώνη, με πληθυσμούς από Ανδαλουσία και Εξτρεμαδούρα, εκδιωγμένους από τον τόπο τους από φαλαγγίτες και φασίστες, να προσπαθούν να εγκατασταθούν στην περιοχή. Αν και νόμιμοι ιδιοκτήτες της γης, αντιμετωπίζουν την εχθρότητα του φρανκικού καθεστώτος, τελικά όμως χτίζουν με τα χέρια τους τη συνοικία Torre Baro.

Σύντομα μεταφερόμαστε στο ‘70, μια δεκαετία ραγδαίας, αλλά και άνισης ανάπτυξης της Βαρκελώνης, όπου ο Βιτάλ εργάζεται ως οδηγός λεωφορείου. Η γειτονιά του, το Torre Baro παραμένει αποκλεισμένο από βασικές υποδομές και υπηρεσίες, χωρίς καμία στήριξη από κράτος και αρχές.

Όταν ο Βιτάλ επιχειρεί να εξασφαλίσει συγκοινωνιακή σύνδεση της περιοχής, συναντά την πλήρη αδιαφορία των αρχών. Το δημοτικό συμβούλιο απορρίπτει την πρόταση, επικαλούμενο τεχνικά εμπόδια - τους στενούς, ανηφορικούς και κακοτράχαλους δρόμους. Η αλήθεια όμως βρίσκεται αλλού: στον ταξικό και πολιτικό αποκλεισμό των κατοίκων. Σε μια Ισπανία που μόλις έχει βγει από τον φρανκισμό, η δημοκρατία λειτουργεί επιλεκτικά.

Ο Βιτάλ αποφασίζει να αναλάβει δράση. Καταλαμβάνει το λεωφορείο της γραμμής 47 και το οδηγεί μέχρι την καρδιά της Torre Baro. Εκεί, τον υποδέχονται με επευφημίες, συνθήματα και πανό. Η κινητοποίηση σταματά με τη σύλληψη του πρωταγωνιστή μας - με κάρτες μαθαίνουμε πως έγινε δίκη, μα λόγω κοινωνικής στήριξης ο Βιτάλ όχι μόνο δεν τιμωρήθηκε, αλλά επέστρεψε και στην εργασία του.

Μέσα από πραγματικά πλάνα της Βαρκελώνης, το 47, δημιουργεί την αίσθηση στον θεατή πως βρίσκεται κι εκείνος σε ένα λεωφορείο που διασχίζει τη Βαρκελώνη και παρατηρεί τις αντιφάσεις της. Ιδιαίτερη αξία έχουν και οι αρχειακές εικόνες, ιδίως από την στιγμή που το λεωφορείο 47 έχει φτάσει στην παραγκωνισμένη γειτονιά. Ακόμα, αξιοσημείωτη είναι και η χρήση μη επαγγελματιών ηθοποιών, πολλοί εκ τους οποίους είναι πραγματικοί κάτοικοι του Torre Baro.

Στην ταινία συνδυάζεται με επιτυχία το ιστορικό με το μυθοπλαστικό στοιχείο, ενώ στο τέλος  εμφανίζεται ο ίδιος ο Μανόλο Βιτάλ, διαβάζοντας το συγκλονιστικό γράμμα που είχε αφήσει ο πατέρας του λίγο πριν την εκτέλεσή του από τους φαλαγγίτες στη μητέρα του - μια ιδιότυπη διαθήκη με την οποία του άφηνε το ρολόι του.

Στην αρχή της ταινίας, αστυνομικοί εμφανίζονται για να αποτρέψουν τη δημιουργία του Torre Baro, καταστρέφοντας με ωμή βία τα πρόχειρα καταλύματα των νεοαφιχθέντων. Ο επικεφαλής της επιχείρησης μιλώντας στους κατοίκους, «προδίδεται» από την προφορά του: είναι και ο ίδιος από κάπου αλλού, κάπως ξένος. 

Η στιγμή αυτή αποκτά ξεχωριστή σημασία, καθώς παραπέμπει στην πολιτική γλωσσικής ομογενοποίησης του Φράνκο. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, απαγορεύτηκαν η καταλανική, η βασκική και η γαλικιανή γλώσσα από δημόσιους χώρους, σχολεία και επίσημα έγγραφα, στο πλαίσιο της προσπάθειας να οικοδομηθεί ένα «ενιαίο» εθνικό αφήγημα.

Αργότερα στην ταινία, όταν ο Μανόλο Βιτάλ επιχειρεί να απευθυνθεί στις δημόσιες αρχές για να θέσει το αίτημά του, τον βλέπουμε να προβάρει τα ισπανικά του. Βρισκόμαστε πλέον σε μεταδικτατορική περίοδο, κι όμως η σκιά της γλωσσικής καταστολής είναι ακόμα παρούσα. 

Το γεγονός ότι η “El 47” έγινε η πιο εμπορική καταλανόφωνη ταινία των τελευταίων 40 ετών, αποτελεί από μόνο του μια πράξη πολιτισμικής αποκατάστασης. Δεν είναι μόνο θέμα περιεχομένου, είναι και γλώσσας. 

Το “El 47“ αναδεικνύει μια άγνωστη σε πολλούς ιστορία της εργατικής τάξης, που και λόγω λεωφοροπειρατείας συναρπάζει τους θεατές του. Στην Ελλάδα, λόγω Τεμπών, σίγουρα πολλοί και πολλές έκαναν σύνδεση με τα Τέμπη, και το καίριο αίτημα για ασφαλείς συγκοινωνίες, που θα βρίσκονται στην υπηρεσία του λαού. Όταν πέφτουν οι τίτλους τέλους κανείς συνειδητοποιεί τη δύναμη των συλλογικών αγώνων, και τη σημασία του μαζικού κινήματος για τη θετική έκβαση στην ιστορία αυτή. Έτσι, η ταινία αναδεικνύεται και σε πολύτιμο  όπλο για κάθε αγωνιστή που εναντιώνεται στην βαρβαρότητα που φέρνει ο καπιταλισμός στην κρίση του.

Χριστίνα Μανωλακάκη