Δικαιοσύνη για τον Λουκμάν - Η δίκη συνεχίζεται στις 31 Γενάρη

Ο μεγαλύτερος αδελφός του Λιακόπουλου παρουσίασε τον αδελφό του σαν έναν «ήρεμο οδηγό» που αν κάποιος του έκλεινε το δρόμο απλά «θα του κόρναρε», μια εικόνα εντελώς αντίθετη από αυτή που θέλει το διπλό μαχαίρωμα να συνέβη εν θερμώ «δια ασήμαντη αφορμή».

Μετέφερε επίσης στο δικαστήριο πως ο δράστης του είπε ότι μαχαίρωσε τον Λουκμάν γιατί είδε ότι κάτι πήγε να βγάλει από το μπουφάν του. Ομως πάνω στο νεκρό δεν βρέθηκε τίποτε άλλο πέρα από το φυλαχτό της μάνας του και λίγα ευρώ.

Οσον αφορά στο οπλοστάσιο που βρέθηκε στο δωμάτιο του αδελφού του, λίγα μέτρα από το δικό του, είπε ότι δεν γνώριζε απολύτως τίποτα, την ίδια στιγμή που ο δράστης ισχυρίζεται ότι μάζευε τα στιλέτα, επειδή είναι «συλλέκτης μαχαιριών».

Iσχυρίστηκε, επίσης, ότι ο αδελφός του είχε πριν ενάμισι χρόνο πέσει θύμα ληστείας στο Θησείο. H “αρραβωνιαστικιά” του δράστη, σε σχετική ερώτηση είχε καταθέσει ότι ο Λιακόπουλος δεν της είχε ποτέ αναφέρει να έχει πέσει θύμα ληστείας.

Για τα 117 φυλλάδια, τα αυτοκόλλητα και τα υπόλοιπα υλικά της Χ.Α τα οποία βρέθηκαν στο δωμάτιο του αδελφού του, ο μάρτυρας κατέθεσε ότι ο δράστης τα πήρε από χρυσαυγίτες που τα μοίραζαν, επειδή “φοβήθηκε” και μετά τα ξέχασε μέσα στο δωμάτιο επειδή είναι “ακατάστατος”.

Να κάνουμε εδώ μια παρένθεση για να θυμίσουμε ότι σύμφωνα με το επιτόπιο ρεπορτάζ του Γιάννη Κρητικού στο Εθνος, δύο μέρες μετά τη δολοφονία του Λουκμάν στην γειτονιά του Λιακόπουλου στη Νέα Σμύρνη:

«...ορισμένοι δεν έδειξαν να ξαφνιάζονται από την περιπέτειά του, καθώς ο ίδιος δεν έκρυβε τα ακραία ‘εθνικιστικά’ συναισθήματά του. Στο ερώτημα αν η σχέση του με τη Χρυσή Αυγή ήταν γνωστή μεταξύ των νέων στην περιοχή ή αν έδειχνε αυταρχική συμπεριφορά κατά των ξένων, νεαρή γειτόνισσα απάντησε λακωνικά: ‘Ναι, με τέτοια ασχολούνταν...’».

Η υπερασπιστική γραμμή του Στεργιόπουλου σαν στόχο έβαλε να αποδείξει -παρά το προφανές, ότι στο σπίτι του δεν βρέθηκαν εξαπτέρυγα αλλά λάμες μαχαιριών-,ότι είναι ...«παιδί του κατηχητικού».

«Της εκκλησίας»

Η μητέρα του κατέθεσε ότι όλη η οικογένεια είναι «άνθρωποι» της εκκλησίας», ότι είχε δει το στιλέτο πεταλούδα γιατί ο γιος της το είχε πάνω στο τραπέζι όταν έτρωγε, ότι το ρόπαλο του μπέιζμπολ ήταν «διακοσμητικό» στο σαλόνι (και υπνοδωμάτιο του Στεργιόπουλου) και ότι η πινακίδα της μηχανής ήταν στην θέση της και όχι βγαλμένη, όπως βρέθηκε κατά τη σύλληψη.

Ένα πολύ σημαντικό σημείο της κατάθεσής της αφορά στην μαρτυρία ότι ο γιος της είχε πάντα μαζί του το κινητό του και ότι τη νύχτα της δολοφονίας τον πήρε αλλά δεν απάντησε – κάτι που αποδεικνύει περίτρανα ότι η αστυνομία που συνέλαβε τους δράστες με τα ματωμένα στιλέτα στα χέρια, δεν κατάσχεσε ποτέ τα κινητά τους.

Στη συνέχεια, μια ηλικιωμένη γειτόνισσα του Στεργιόπουλου κατέθεσε άλλη μια σημαντική πληροφορία ότι ο 29χρονος ήθελε να φύγει από την πυροσβεστική γιατί «κουραζόταν πολύ» (προφανώς δεν ταίριαζε με τα ωράριά του να κυκλοφορεί καθημερινές τρεις τη νύχτα, και να επιτίθεται με στιλέτα σε μετανάστες). Είπε επίσης ότι, παρά τις συχνές επισκέψεις της στο σπίτι, ουδέποτε είχε προσέξει το «διακοσμητικό» ρόπαλο». Στις ερωτήσεις για το ποιόν του δράστη απάντησε: «Υστερα από αυτό που έγινε δεν μπορώ να πω ότι είναι καλό παιδί, αλλά οι γονείς του είναι καλοί άνθρωποι».

Ο επόμενος μάρτυρας του 29χρονου Στεργιόπουλου, πολύ γρήγορα αποδείχθηκε ότι είχε να δει τον δράστη πάρα πολλά χρόνια, από την εποχή που πήγαινε σχολείο. Κατέθεσε πάντως ότι, εκπαιδευτικός ων στο Αιγάλεω, έχει γνώση για το ότι γίνονται ρατσιστικές επιθέσεις σε μετανάστες με στιλέτα-πεταλούδα.

Στη συνέχεια, τόνισε ότι ο χαρακτήρας του Στεργιόπουλου ήταν να “προσφέρει”, χρησιμοποιώντας το μάλλον ατυχές παράδειγμα της εργασίας του στην Πυροσβεστική -που μόλις είχε καταρρίψει η προηγούμενη μάρτυρας- αλλά και το γεγονός ότι ο Στεργιόπολος είχε υπηρετήσει στον στρατό σαν πεζοναύτης. Του είχε πει, μάλιστα, τότε: «Ετσι θα πρέπει να κάνει στρατό, κάποιος που θέλει να προσφέρει στην πατρίδα του»…


Συνεχίζεται η κάταθεση του Πέτρου Κωνσταντίνου

Μαζική ήταν η παρουσία του αντιφασιστικού κινήματος στα δικαστήρια Αλεξάνδρας και Λουκάρεως την Παρασκευή 17 Γενάρη. Φοιτητές, μέλη της ΚΕΕΡΦΑ και άλλων αντιρατσιστικών οργανώσεων, τοπικών συλλογικοτήτων από τα Πετράλωνα, όπως το στέκι Αντίπνοια, μέλη πολιτικών οργανώσεων όπως της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, του ΣΕΚ, του ΕΕΚ έδωσαν το 'παρών' και την τρίτη μέρα εκδίκασης της υπόθεσης της δολοφονίας του Σαχζάτ Λουκμάν.

Στα δικαστήρια βρέθηκαν επίσης σαν μάρτυρες κατηγορίας: ο Δημήτρης Χριστόπουλος, αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, η Βασιλική Κατριβάνου, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, η Μαρία Κουβέλη, πρόεδρος του Συμβουλίου Ένταξης Μεταναστών του Δήμου Αθήνας και δημοτική σύμβουλος, ο Παναγιώτης Δημητράς, Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο Τζαβέντ Ασλάμ, επικεφαλής της Πακιστανικής Κοινότητας Ελλάδος, ο Πέτρος Κωνσταντίνου.

Οσοι βρέθηκαν μέσα στο δικαστήριο στις 17 Γενάρη, κάποιες στιγμές, είχαν την εντύπωση ότι αυτοί που είχαν να απολογηθούν δεν ήταν οι δύο κατ’ ομολογία δολοφόνοι, αλλά το αντιφασιστικό κίνημα.

Πριν ακόμα κάνει την οποιαδήποτε ερώτηση στον μάρτυρα (δημοτικό σύμβουλο Αθήνας, μέλος του Συμβουλίου Ενταξης Μεταναστών του Δήμου, και Συντονιστή της ΚΕΕΡΦΑ) Πέτρο Κωνσταντίνου, η εισαγγελέας με έντονο ύφος, του απηύθυνε την ερώτηση (με αφορμή την άμεση ανακοίνωση της ΚΕΕΡΦΑ τη μέρα της δολοφονίας Λουκμάν), γιατί και με ποια αρμοδιότητα σπεύδει η ΚΕΕΡΦΑ να βγάζει ανακοινώσεις ενώ θα έπρεπε να περιμένει τις έρευνες της αστυνομίας και των δικαστηρίων.

Ο μάρτυρας απάντησε (παρά το ότι σχεδόν οι μισές ερωτήσεις των συνηγόρων απαγορεύτηκαν από την έδρα διότι “δεν ενδιέφεραν” το δικαστήριο) λέγοντας ότι σε ένα σύνολο εκατοντάδων ρατσιστικών επιθέσεων που έχουν καταγραφεί από μια σειρά φορέων -εγχώριων και διεθνών, θεσμικών και μη θεσμικών- ελάχιστες είναι αυτές που κατάφεραν να φτάσουν στα ελληνικά δικαστήρια. Και μόνο μια - αυτή του εμπρησμού και των επιθέσεων του τάγματος εφόδου της Πλατείας Αμερικής- κατέληξε πρόσφατα σε καταδίκη για ρατσιστικό έγκλημα.

Παρόλα αυτά, το δικαστήριο απαγόρευσε σαν άσχετο με την υπόθεση το ερώτημα της πολιτικής αγωγής που αφορούσε το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η δολοφονία Λουκμάν αποτέλεσε το έναυσμα για να τεθεί, έστω και τυπικά σε λειτουργία από τον ίδιο τον υπουργό ΠΡΟΠΟ Δένδια η υπηρεσία της αστυνομίας για τα ρατσιστικά εγκλήματα.

Με τη λήξη του διαλείμματος, την ανάδειξη των ρατσιστικών κινήτρων της επίθεσης (όπως αυτά προέκυπταν όλη τη μέρα μέσα από την ακροαματική διαδικασία), προσπάθησαν να υποβαθμίσουν οι συνήγοροι υπεράσπισης των νεοναζί, με ένα σόου “συμβολικής αποχώρησης” από το δικαστήριο, αξιοποιώντας σαν αφορμή τους προπηλακισμούς που έγιναν εναντίον των δραστών έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου στο διάλειμμα. Το δικαστήριο αποφάσισε να ζητήσει, στη συνέχιση της δίκης στις 31 Γενάρη να υπάρξουν πιο αυστηρά αστυνομικά μέτρα αλλά και να περιοριστεί ο αριθμός των ανθρώπων που βρίσκονται μέσα στην αίθουσα.

Οι προκλήσεις από την πλευρά των κατηγορουμένων, όπως του Στεργιόπουλου, που σε ανύποπτο χρόνο την πρώτη μέρα της δίκης βγαίνοντας από τα δικαστήρια απευθυνόμενος σε δημοσιογράφους και συμπαραστάτες των γονιών του Λουκμάν φώναξε “θα πάρετε τα αρχίδια μου” δεν πρέπει να αποτελέσουν αφορμή ώστε να παρουσιάζονται οι θύτες σαν “θύματα”.

Στις 31 Γενάρη, το αντιρατσιστικό κίνημα και το αντιφασιστικό κίνημα θα πρέπει για ακόμα μια φορά να δώσει μαζική παρουσία, μέσα και έξω από το δικαστήριο, απαιτώντας, στο πλάι των γονιών του Λουκμάν, (την αξιοπρεπή στάση τους εξήρε η εισαγγελέας), την καταδίκη των νεοναζί δολοφόνων.


Οι θύτες παριστάνουν τα θύματα

Οταν τον Γενάρη του 2013, η ΕΛ.ΑΣ έβρισκε στο σπίτι του Δ. Λιακόπουλου, του ενός εκ των δύο δολοφόνων του Σαχζάτ Λουκμάν, οπλοστάσιο, 117 προκηρύξεις και άλλα υλικά της Χ.Α, η Ελληνική Αστυνομία στην σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε, δεν τολμούσε καν να αναφέρει το όνομα της συμμορίας. Αναφερόταν γενικά σε “κόμμα του ελληνικού κοινοβουλίου”.

Η κάλυψη και η ανοχή στην Χ.Α ήταν τόσο μεγάλη, ώστε η διάτρητη προανάκριση που διεξήγε η ΕΛ.ΑΣ, αλλά και το εισαγγελικό βούλευμα για τους δύο κατηγορούμενους όχι μόνο δεν περιείχαν την οποιαδήποτε αναφορά στην Χ.Α αλλά ούτε καν τα ρατσιστικά κίνητρα.

Σήμερα, ένα χρόνο αργότερα, μετά την προφυλάκιση και των Γερμενή, Ηλιόπουλου και Μπούκουρα, συνολικά έξι βουλευτές της Χ.Α βρίσκονται στη φυλακή. Πρόκειται για μια δραματική αλλαγή που επήλθε μετά από την κατακραυγή και τη δυναμική αντιφασιστική κινητοποίηση του κόσμου, που κορυφώθηκε μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα.

Η προφυλάκιση των τριών βουλευτών, αντί για αποφυλάκιση του “αρχηγού” που είναι αίτημα της Χ.Α, ήταν η ζωντανή απόδειξη της αποτυχίας των χρυσαυγιτών να κινητοποιήσουν παρά λίγους ανθρώπους, κυρίως συγγενείς, σε κάθε απόπειρα κινητοποίησης που έκαναν.

Αλλαγή πλεύσης

Ετσι τις τελευταίες μέρες η Χρυσή Αυγή -με τις εκλογικές αναμετρήσεις να πλησιάζουν- επιχειρεί αλλαγή πλεύσης, και εκεί που παρίστανε την “αθώα περιστερά” που “σέβεται τους θεσμούς”, επιδιώκει να περάσει στην αντεπίθεση: Ο Μπούκουρας απειλεί με μήνυση κατά του Δημήτρη Χριστόπουλου, ο Κασιδιάρης μηνύει τις εφέτες ανακρίτριες και τον εισαγγελέα που χειρίζονται την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης, τα τάγματα εφόδου προσπαθούν να επανεμφανιστούν στις γειτονιές, πχ στη Νίκαια. Την ίδια στιγμή που ο νεοναζί βρετανός ευρωβουλευτής Γκρίφιν ήρθε στην Αθήνα για να δηλώσει συμπαράσταση στην Χ.Α, μεγαλοδικηγόροι και ΜΜΕ, άλλα αμέσως (Τράγκας και Τριανταφυλλόπουλος) και άλλα εμμέσως πλην σαφώς, έχουν βαλθεί να ξεπλύνουν όσο πιο γρήγορα μπορούν τους χρυσαυγίτες από τα αίματα.

Η μόνη δύναμη που μπορεί να τους σταματήσει είναι το αντιφασιστικό κίνημα, με πρώτο μεγάλο βήμα τη διεθνή μέρα στις 22 Μάρτη. “Δεν πρέπει να τους αφήσουμε σε χλωρό κλαρί να παριστάνουν τους διωκόμενους διεκδικώντας να πέσει ξανά το πέπλο συγκάλυψης των ρατσιστικών εγκλημάτων από την Αστυνομία και τα δικαστήρια όπως είχαν συνηθίσει πριν τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα” αναφέρει χαρακτηριστικά σε ανακοίνωσή της η ΚΕΕΡΦΑ. “Δεν θα αφήσουµε µία κυβέρνηση, που κάλυπτε µε την ΕΛ.ΑΣ την Χρυσή Αυγή για να εξορµά στις γειτονιές, να παριστάνει το διώκτη των νεοναζί. Είναι συνένοχη για τις εκατόµβες των νεκρών της FRONTEX από τη Λαµπεντούζα µέχρι τον Έβρο, για τους βασανισµούς στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, για τις απάνθρωπες ρατσιστικές επιχειρήσεις σκούπα. Ο ρατσισµός άνοιξε το δρόµο στους νεοναζί και η συνέχιση του τους ξαναφέρνει µπροστά”.


Ένα χρόνο μετά... Διαδήλωση στα Πετράλωνα

Περισσότεροι από 500 αντιφασίστες-στριες διαδηλώσαμε δυναμικά το Σάββατο στους δρόμους των Πετραλώνων με αφορμή την συμπλήρωση του ενός χρόνου από την δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν. Συγκινητική ήταν η παρουσία του Χαντίμ Χουσείν και της Σούκραν Μπίμπι, των γονιών του Σαχζατ οι οποίοι άνοιξαν τους χαιρετισμούς στη συγκέντρωση ζητώντας να καταδικαστούν οι δολοφόνοι χρυσαυγίτες του γιου τους.

Στη συνέχεια χαιρετισμούς απεύθηναν ο Πέτρος Κωνσταντίνου συντονιστής της ΚΕΕΡΦΑ, ο Τζαβέντ Ασλάμ πρόεδρος της Πακιστανικής Κοινότητας, η Μαρία Ντάσιου από τους απεργούς του ΕΟΠΥΥ, ο Κώστας Παπαδάκης δικηγόρος της οικογένειας του Λουκμάν, η Ελένη Πορτάλιου από την Ανοιχτή Πόλη, ο Θωμάς από την ΚΕΕΡΦΑ Παντείου, ο Γιάννης από το ΕΕΚ, ο Γιώργος Φουντούλης από την ΚΕΔΔΕ και ο Mc Yinka.

Μετά τους χαιρετισμούς ακολούθησε πορεία που ξεκίνησε από την πλατεία Μερκούρη με επικεφαλής το πανό της Πακιστανικής Κοινότητας και ακολουθούσαν με πανό η ΚΕΕΡΦΑ Πετραλώνων-Ταύρου, η Τοπική ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η ΚΕΕΡΦΑ Παντείου, η Ανοιχτή Πόλη, ο ΣΥΡΙΖΑ Πετραλώνων, το ΕΕΚ και το Στέκι Αντίπνοια. Κατά τη διάρκεια της πορείας ο κόσμος έβγαινε στα μπαλκόνια και χειροκροτούσε. Άλλοι υπέγραφαν για να καταδικαστούν οι δολοφόνοι χρυσαυγίτες του Σαχζάτ. Η πορεία σταμάτησε στο σημείο δολοφονίας όπου κρατήθηκε ενός λεπτού σιγή και ακούστηκαν δυνατά συνθήματα όπως “Ούτε στα Πετράλωνα ούτε πουθενά τσακίστε τους φασίστες σε κάθε γειτονιά” και “κάθε ψήφος στη Χρυσή Αυγή είναι ένα μαχαίρι στα χέρια των Ναζί”.

Πορευθήκαμε στην συνέχεια στους κεντρικούς δρόμους των Πετραλώνων όπου περάσαμε και από το σημείο που έγινε η δολοφονική επίθεση εναντίον της Κωνσταντίνας Κούνεβα το 2008. Καταλήξαμε στην πλ. Μερκούρη όπου καλέσαμε όλο τον κόσμο στην ανοιχτή συνέλευση που οργανώνει η τοπική ΚΕΕΡΦΑ στις 23/1 για την οργάνωση της παγκόσμιας μέρας κατά του φασισμού και του ρατσισμού στις 22/3.

Ελεάννα Τσώλη