Ιστορία
Συνέντευξη με τον Νίκο Γεωργίου: Η 23 Ιούλη των οικοδόμων

O Νίκος Γεωργίου μιλάει στον Κώστα Πίττα

 
Στις 23 Ιούλη του 1975 ο “εθνάρχης” Καραμανλής ετοίμαζε στο προεδρικό μέγαρο μια φιέστα για “τον ένα χρόνο από την αποκατάσταση στης δημοκρατίας” με καλεσμένο όλο τον τότε πολιτικό κόσμο. Την ίδια μέρα οι οικοδόμοι δεν γιόρτασαν την πρώτη επέτειο από την πτώση της χούντας με σαμπάνιες και καπνιστούς σολομούς αλλά με απεργία, διαδήλωση και άγριες συγκρούσεις με την αστυνομία. Σαν ένας από τους χιλιάδες οικοδόμους που συμμετείχαν στη μεγάλη αυτή έκρηξη, πώς θα περιέγραφες τα γεγονότα εκείνης της μέρας;
 
Για να μιλήσουμε για τις 23 Ιούλη του 1975, θα πρέπει πρώτα να δούμε σε πιο κλίμα εξελίχθηκαν εκείνα το γεγονότα. Και σε σχέση με την κατάσταση που βρίσκονταν οι οικοδόμοι, αλλά και σε σχέση με το τι συνέβαινε σε ολόκληρη την κοινωνία.
 
Η κατάρρευση της χούντας ήταν πολύ πρόσφατη, το ίδιο και ο ενθουσιασμός από την εξέγερση του Πολυτεχνείου. Υπήρχε ένας αέρας διεκδίκησης σε όλη την κοινωνία. Αυτό το κλίμα ήταν που ήθελε να ελέγξει η κυρίαρχη τάξη. Γι’ αυτό και ο Καραμανλής ένα από τα πρώτα πράγματα που έκανε ήταν να ενισχύσει τους κατασταλτικούς μηχανισμούς – να δημιουργήσει τα ΜΑΤ και να προμηθευτεί τα θωρακισμένα οχήματα (τις “αύρες”) που πρωτοχρησιμοποιήθηκαν στις 23 Ιούλη ενάντια στους οικοδόμους. Ένα άλλο πράγμα που έκανε ήταν να βάλει στις ηγεσίες των εργατικών ομοσπονδιών δικούς του εργατοπατέρες στις θέσεις των χουντικών.
 
Έτσι, πολλά πρωτοβάθμια “ομοειδή” σωματεία των οικοδόμων, όπως πχ των μπετατζήδων, των πλακάδων, των υδραυλικών κλπ, δεν αντιπροσωπεύονταν στην Ομοσπονδία, όπου πρόεδρος είχε διοριστεί ένας ξεπουλημένος άσχετος με τον κλάδο, ο Λυκιαρδόπουλος. Το ίδιο συνέβαινε στο ΕΚΑ με τον Καρακίτσο και στη ΓΣΕΕ με τον Παπαγεωργίου. Γι’ αυτό, τα πρωτοβάθμια σωματεία των οικοδόμων έφτιαξαν μια Συντονιστική Επιτροπή, όπου συμμετείχαν αντιπρόσωποι από το καθένα από αυτά.
 
Με μεγάλους αγώνες ήδη από τη δεκαετία του 1960, οι οικοδόμοι είχαμε πετύχει πολλές κατακτήσεις, όπως το 7ωρο, το ασφαλιστικό και το συνταξιοδοτικό. Όμως, στον κλάδο μας, από το 1973 και μετά υπήρχε μεγάλη ανεργία. Με το που έπεσε η χούντα κάναμε κάποιες κινητοποιήσεις που κορυφώθηκαν στην απεργία στις 23 Ιούλη. Τα κυρίαρχα αιτήματα ήταν η ανεργία, η αύξηση στα μεροκάματα, το συνταξιοδοτικό και οι συνθήκες δουλειάς. Στα γιαπιά, ήδη από πριν, φαινόταν η διάθεση για σύγκρουση με τη λιτότητα του Καραμανλή. Έτσι, λοιπόν, τη μέρα της απεργίας που είχε καλέσει η Συντονιστική Επιτροπή (που ελεγχόταν από συνδικαλιστές του ΚΚΕ και του ΚΚΕεσ.), κατέβηκαν άπειροι οικοδόμοι στο θέατρο Περοκέ και στην πλατεία Μεταξουργείου. Τα συνθήματα ήταν πολύ μαχητικά. Πολλοί οικοδόμοι είχαν συμμετάσχει στην εξέγερση του Νοέμβρη 1973 και δεν είναι τυχαίο ότι ένα από τα συνθήματα που φώναζαν ήταν “Το Πολυτεχνείο ήταν η αρχή, θα ‘ρθει κι η σειρά του Καραμανλή”.
 
Η Συντονιστική Επιτροπή προσπάθησε να περιορίσει την απεργιακή συγκέντρωση στην πλατεία. Όμως, ο κόσμος απαιτούσε να κάνει πορεία στο υπουργείο Εργασίας στην οδό Πειραιώς. Η πορεία ξεκίνησε. Η αστυνομία έκλεισε το δρόμο, ε και εκεί άρχισε το έλα να δεις. Οι συγκρούσεις κράτησαν από τις 11.30 το πρωί μέχρι το βράδυ. Το κέντρο της Αθήνας έγινε πεδίο μάχης. Συμμετείχαν χιλιάδες οικοδόμοι, πάρα πολλή νεολαία, αλλά και άλλοι εργαζόμενοι που μόλις έμαθαν τα νέα κατέβηκαν αυθόρμητα σε συμπαράσταση. Το τονίζω αυτό το τελευταίο, γιατί ένα από τα χαρακτηριστικά της εποχής ήταν ότι όταν απεργούσε ένας κλάδος, ο καθένας σε άλλους κλάδους ένοιωθε δικιά του την απεργία. Η νίκη του ενός θα ήταν και νίκη των άλλων. Ο Καραμανλής έβγαλε για πρώτη φορά τις “αύρες”, αλλά δεν μπόρεσε να τσακίσει τους απεργούς και τους συμπαραστάτες μέχρι αργά το βράδυ. Τότε υπήρχαν, ακόμα, οικοδομές στο κέντρο της πόλης και έτσι εφοδιαστήκαμε με τούβλα και καδρόνια, μάχη κανονική. Η απεργιακή εξέγερση εκείνης της μέρας στραπατσάρισε τη φιέστα “εθνικής ομοψυχίας” που σχεδίαζε ο Καραμανλής. Οι ηγεσίες των κομμάτων της αριστεράς και του ΠΑΣΟΚ δήλωσαν ότι δεν θα παραστούν στη δεξίωση.
 
Όμως, την επόμενη μέρα πέσαμε από τα σύννεφα όταν διαβάσαμε στις εφημερίδες της αριστεράς ότι όλοι εμείς που συγκρουόμαστε ώρες με την αστυνομία είμασταν …προβοκάτορες. Κι εγώ, νέος τότε οικοδόμος γύρω από το ΚΚΕ, διάβασα έκπληκτος στο Ριζοσπάστη ότι τα επεισόδια τα προκάλεσαν χουντικοί! Έτσι, λοιπόν, στις συσκέψεις στα σωματεία που γινόντουσαν κάθε απόγευμα, άρχισαν από την επόμενη μέρα οι αντιπαραθέσεις, καθώς απλά μέλη του ΚΚΕ, του ΚΚΕεσ. και του ΠΑΣΟΚ φώναζαν πως οι ίδιοι συμμετείχαν στις συγκρούσεις και ότι αν είναι κάποιος που πρέπει να καταγγελθεί είναι η αστυνομία και ο Καραμανλής κι όχι οι οικοδόμοι που αντιστάθηκαν μαχητικά.
 
Τι συνέχεια είχε η 23 Ιούλη για τους οικοδόμους και το εργατικό κίνημα; 
 
Όπως η 23 Ιούλη δεν έπεσε από τον ουρανό, αλλά ήταν κομμάτι της κλιμάκωσης των εργατικών αγώνων στα εργοστάσια τους προηγούμενους μήνες, έτσι κι αυτή επηρέασε τους αγώνες που ακολούθησαν. Σε κάθε εργατικό χώρο, αλλά και στα γιαπιά. Ένα από τα παραδείγματα είναι η απεργία στη ΒΙΟΤΕΡ.
 
Μέσα στην κατασκευή είχαν μπει πια οι μεγάλες εταιρείες και υπήρχαν πολλά και μεγάλα γιαπιά. Έτσι, ενώ παλιότερα σε κάθε συνεργείο ήταν το πολύ είκοσι μπετατζήδες ή πέντε υδραυλικοί σε μια πολυκατοικία, στα γιαπιά των μεγάλων εταιρειών δούλευαν εκατοντάδες οικοδόμοι όλων των ειδικοτήτων. Ένα από αυτά ήταν αυτό της ΒΙΟΤΕΡ-ΑΛΕΜΑΤ που έφτιαχναν την πανεπιστημιούπολη στου Ζωγράφου. Δουλεύαμε 1500-1700 οικοδόμοι, οι περισσότεροι ασυνδικάλιστοι. Δυο μήνες μετά την 23η Ιούλη ξεσπάει απεργία και εκεί. Κυρίαρχο αίτημα ήταν η μείωση των ωρών δουλειάς. Αν και ο κλάδος είχε κατακτήσει το 7ωρο, αυτές οι εταιρείες επέβαλαν το 8ωρο που σήμαινε 46 ώρες τη βδομάδα.
 
Η απεργία ξεκίνησε όταν μερικοί από τους νεότερους είπαμε να σταματήσουμε τις γκρίνιες και να καλέσουμε τους συναδέλφους να κατεβούνε, να συζητήσουμε όλοι μαζί, να βγάλουμε μια επιτροπή και να βάλουμε τα αιτήματά μας. Σαν να πάτησες ένα κουμπί, κατέβηκαν όλοι από τις σκαλωσιές, τα είπαμε χωρίς πολλά-πολλά και ομόφωνα εκλέξαμε μια πενταμελή επιτροπή. Η συνέλευση έγινε επί τόπου στο χώρο δουλειάς. Μας περικύκλωσαν κάποια μαντρόσκυλα της εταιρείας. Μετά από μερικά γιουχαΐσματα αποφασίσαμε να τους αφήσουμε για να ακούσουν με τα ίδια τους τα αυτιά πόσο αποφασισμένοι είμασταν. Για την επιτροπή αποφασίσαμε ότι το μόνο που θα κάνει θα είναι να μεταφέρει τις αποφάσεις των συνελεύσεων. Δεν θα δίνει απάντηση στη διεύθυνση της εταιρείας, αλλά θα αποφασίζουμε με νέα συνέλευση. Ένα αυθόρμητο δείγμα εργατικής δημοκρατίας.
 
Να πω ότι μετά την πρώτη συνέλευση καλέσαμε και κάποιους αριστερούς συνδικαλιστές (κύρια του ΚΚΕ) από την ηγεσία των σωματείων και της ομοσπονδίας. Μας λένε: “Ναι ρε παιδιά, υπάρχουν τα αιτήματα, αλλά αυτά δεν γίνονται μια κι έξω με απεργία, πάμε συζητάμε, τους δίνουμε λίγο καιρό να το σκεφτούν, ξαναπάμε και βλέπουμε”. Ευτυχώς δεν τους ακούσαμε.
 
Σε τρεις μέρες η απεργία κέρδισε. Μειώσαμε τις ώρες δουλειάς από 46 σε 41 τη βδομάδα. Όσον αφορά στις συνθήκες εργασίες, αυτές άλλαξαν ριζικά προς το καλύτερο, σχεδόν χαιρόμασταν το πρωί πηγαίνοντας για δουλειά! 
 
Τι ρόλο έπαιξε η οργάνωση από τα κάτω σε αγώνες σαν κι αυτόν στη ΒΙΟΤΕΡ;
 
Η δυνατότητα που μας έδιναν τα μεγάλα γιαπιά με τους εκατοντάδες οικοδόμους ώθησε πολλούς αγωνιστές να δώσουμε μάχη εκείνη την εποχή για να προσανατολιστούν τα σωματεία στους ίδιους τους χώρους δουλειάς. Να τους βοηθήσουν να οργανωθούν από τα κάτω, αν θέλουν να μαζικοποιηθούν και τα ίδια τα κλαδικά σωματεία. Σε αυτή την προοπτική οι συνδικαλιστές του ΚΚΕ αντιδρούσαν με νύχια και με δόντια γιατί φοβόντουσαν ότι θα έχαναν τον έλεγχο των κλαδικών. Έτσι όμως ερχόταν σε αντίθεση με τη διάθεση των οικοδόμων στα μεγάλα γιαπιά.
 
Εγώ, για παράδειγμα, σαν πρόεδρος της πενταμελούς επιτροπής, μέσα σε αυτή την απεργία οργανώθηκα στο ΚΚΕ. Έβλεπα, όμως, ότι κάτι δεν μου βγαινε. Εγώ ένιωθα ωραία, μιλούσα για αγώνες και απεργιακές επιτροπές κι άλλοι με κοιτάζανε στραβά. Τότε πρωτοάκουσα από έναν συνάδελφο που ήταν μέλος της ΟΣΕ, όπως λεγόταν τότε το ΣΕΚ, την ιδέα για τις επιτροπές βάσης που θα μπορούσαν να πρωτοστατήσουν για την οργάνωση στο χώρο δουλειάς στα μεγάλα γιαπιά. Είχαν βγάλει μάλιστα και ένα εφημεριδάκι, τον “Οικοδομικό Αγώνα” που μοίραζαν. Έβλεπα ότι οι επιτροπές βάσης μπορούσαν να δώσουν προοπτική. Έτσι, ένα χρόνο αργότερα σε μια άλλη απεργία της ΒΙΟΤΕΡ στο γιαπί του κτήριου της ΚΥΠ στην Κατεχάκη, αποχώρησα από το ΚΚΕ και οργανώθηκα στην ΟΣΕ.
 
Δουλεύοντας με τις επιτροπές βάσης, όχι μόνο μπορέσαμε να δυναμώσουμε την οργάνωση από τα κάτω σε κάποια μεγάλα γιαπιά, αλλά και να εκλέξουμε συντρόφους στα ΔΣ δυο τουλάχιστον κλαδικών σωματείων, στους υδραυλικούς και στους πλακάδες, που ήταν πρωτοφανές για τα δεδομένα της εποχής.
 
Ποια ήταν η σημασία της συμπαράστασης και του συντονισμού;
 
Η συμπαράσταση ανάμεσα στους αγώνες ήταν το κύριο χαρακτηριστικό τους σε όλη τη διάρκεια της εκρηκτικής Μεταπολίτευσης. Ήταν η παρακαταθήκη κάθε αγώνα, ακόμα και αυτού που δεν νικούσε, για τους επόμενους. Η αλληλεγγύη ήταν το πιο φυσιολογικό πράγμα. Για πολύ καιρό μετά, στη ΒΙΟΤΕΡ-ΑΛΕΜΑΤ μαζεύαμε λεφτά για κάθε απεργία που γινόταν. Δεν υπήρχε κεντρική πολιτική εκδήλωση, όπως η επέτειος του Πολυτεχνείου, που να μην κατεβαίνουν οι «πρώην απεργοί» με το πανό τους.
 
Για να σπάσει αυτή την αλληλεγγύη ο Καραμανλής έφτιαξε το διαβόητο νόμο 330. Και όταν στις 25 Μάη του 1976 τον ψήφιζε στη βουλή, η Αθήνα πάλι έγινε πεδίο μάχης στη διάρκεια της 48ωρης γενικής απεργίας. Και οι οικοδόμοι βρεθήκαμε πάλι στην πρώτη γραμμή.
 
Όλα αυτά, δεν είναι απλώς επετειακές αναμνήσεις. Σαράντα χρόνια μετά, είναι διδάγματα μιας πλούσιας παράδοσης του εργατικού κινήματος, πιο χρήσιμης σήμερα από ποτέ άλλοτε.