50 χρόνια από τη δολοφονία του Πατρίς Λουμούμπα

Η Λαοκρατική Δημοκρατία του Κονγκό παρουσιάζεται στις μέρες μας σαν ένα τρομακτικό μέρος. Οταν υπάρχουν ένοπλες συγκρούσεις, τις περιγράφουν σαν συνέχεια ενός πανάρχαιου ματοκυλίσματος ανάμεσα στις ανατολικές φυλές και σε εθνοτικές πολιτοφυλακές.

Τα ψέματα αυτά κρύβουν την πραγματικότητα μιας χώρας που υπήρξε θύμα ενός ιμπεριαλιστικού πλιάτσικου για περισσότερα από 130 χρόνια.

Υπάρχει όμως και μια ιστορία για την οποία σπάνια κάνουν λόγο, και έχει να κάνει με μια εντυπωσιακή αντίσταση στην καταπίεση.

Ο πιο σημαντικός ηγέτης αυτής της αντίστασης ήταν ένας μαύρος Αφρικανός που λεγόταν Πατρίς Εμερί Λουμούμπα. Στις 17 Γενάρη του 1961, ο Λουμούμπα, πρώτος πρωθυπουργός του ανεξάρτητου Κονγκό, έπεφτε νεκρός από ένα εκτελεστικό απόσπασμα μαζί με άλλα δύο μέλη της κυβέρνησής του, σε ένα μικρό ξέφωτο στο δάσος.

Ένας Βέλγος αξιωματικός οργάνωσε το εκτελεστικό απόσπασμα. Τα νεκρά κορμιά θάφτηκαν πολύ γρήγορα, πολύ κοντά στο σημείο όπου δολοφονήθηκαν.

Την επόμενη μέρα, ένας άλλος Βέλγος αξιωματικός ξέθαψε τα πτώματα, τα κατατεμάχισε και τα έλιωσε τελείως μέσα σε οξύ. Οι δολοφόνοι ήταν αποφασισμένοι να κρύψουν κάθε ίχνος του εγκλήματός τους.

Όταν η δολοφονία του Λουμούμπα αποκαλύφθηκε, στις 13 του Φλεβάρη, ξέσπασαν ταραχές και διαδηλώσεις σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Στη δεκαετία του ’40, το Βελγικό Κονγκό, όπως λεγόταν, έβγαινε από μια απίστευτα βάρβαρη περίοδο αποικιοκρατίας. Μεταξύ του 1891 και του 1911, ο λιμός, η καταναγκαστκή εργασία και η συστηματική βία είχαν σκοτώσει περισσότερα από δέκα εκατομμύρια Κονγκολέζους.

Όμως, μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Βέλγοι υπόσχονταν ότι θα διοικούσαν την αποικία τους εντελώς διαφορετικά.

Η βιομηχανία αναπτύχθηκε και σε ολόκληρη τη χώρα υπήρχαν πλέον εργατικές κοινότητες με κέντρο τα ορυχεία. Στο επίκεντρο της άνθησης ήταν ο χαλκός. Υπήρχε σε μεγάλες ποσότητες στο Νότο της χώρας και εξορυσσόταν από μια κρατικό-ιδιωτική εταιρία κολοσσό, την Union Minière du Haut-Katanga (UMHK).

Το Βελγικό Κονγκό ύπήρξε πηγή τεράστιων κερδών για τους αποικιοκράτες και τις ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Ο Λουμούμπα ήταν ένας αυτοδίδακτος εθνικιστής ηγέτης. Γεννημένος το 1925 στην επαρχία Κασάι του Κονγκό, αποβλήθηκε από το σχολείο και κατέφυγε στην πρωτεύουσα της επαρχίας, τη Στανλεϊβίλ, που σήμερα λέγεται Κισανγκάνι.

Έφτασε στην πόλη το 1944 και γρήγορα μετατράπηκε σε ηγετικό στέλεχος των «εβολυέ» (των προοδευμένων) της πόλης.

Οι «εβολυέ» ήταν μια ομάδα μορφωμένων Κονγκολέζων που είχαν εκπαιδευτεί για να πάρουν μέρος στην προσπάθεια «εκπολιτισμού» που προωθούσε το βελγκό κράτος.

Τους είχαν δώσει χαμηλόβαθμες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό και προαλοίφονταν να γίνουν οι εκπρόσωποι της κοινότητας του «Βελγικού Κονγκό». Ο Λουμούμπα έγινε υπάλληλος στο Ταχυδρομείου της Στανλεϊβίλ.

Το Κονγκό ήταν ένα κράτος-απαρτχάιντ. Ο αυστηρός διαχωρισμός μεταξύ λευκών και μαύρων καθόριζε κάθε πλευρά της ζωής. Η κόρη του Λουμούμπα, Τζουλιάνα, εξηγεί: «Όταν έφτανες στα 18 σου χρόνια, χρειαζόταν να κουβαλάς μαζί σου μια άδεια. Αν σε σταματούσαν, έπρεπε να δικαιολογείς γιατί βρίσκεσαι στην πόλη. Και αν ένας μαύρος άντρας κοίταζε μια λευκή γυναίκα, μπορούσε να βρεθεί στη φυλακή.»

Ψέματα

Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, ο Λουμούμπα μοιραζόταν τις ιδέες που είχαν οι περισσότεροι «εβολυέ». Ήταν υποστηρικτής του «εκπολιτιστικού» προγράμματος των αποικιοκρατών. Αυτό άρχισε να αλλάζει τον Ιούνη του 1956. Όταν συνελήφθη και φυλακίστηκε για υπεξαίρεση χρημάτων, ο Λουμούμπα άρχισε να βλέπει τι συμβαίνει πίσω από τα ψέματα των βέλγων ηγετών.

Αποφάσισε να ξεκινήσει μια καινούργια ζωή στην πρωτεύουσα Λεοπολντβίλ (τη σημερινή Κινσάσα) μετά την απελευθέρωσή του το Σεπτέμβρη του 1957. Η πόλη είχε μπολιαστεί με τις ιδέες της ανεξαρτησίας και της πολιτικής απελευθέρωσης.

Το Νοέμβρη του 1958, ο Λουμούμπα εκλέχτηκε επικεφαλής της οργάνωσης που αργότερα έγινε το βασικό εθνικοαπελευθερωτικό κόμμα, του Κονγκολέζικου Εθνικού Κινήματος (MNC). Όμως το Βέλγιο ήθελε απεγνωσμένα να διατηρήσει τον έλεγχο της χώρας και προσπαθούσε να ποδηγετήσει και να διχάσει τα ανερχόμενα πολιτικά κόμματα.

Άλλα κράτη της δύσης ήθελαν να διασφαλίσουν πως η ανεξαρτησία του Κονγκό δεν θα σήμαινε πραγματική πολιτική και οικονομική αυτονομία. Οι ΗΠΑ ήταν πολύ ανακαταμένες στην περιοχή από την αρχή του 20ου αιώνα.

Οι πολιτικές απόψεις του Λουμούμπα παρέμεναν συμβιβαστικές, όμως δύο πράγματα ήρθαν και τις άλλαξαν. Πρώτον, εμπνεύστηκε από την ανεξαρτησία της Γκάνας, το 1957, όταν ο Κουάμε Νκρούμα έγινε ο πρώτος μετα-αποικιακός ηγέτης της Αφρικής.

Το δεύτερο ήταν πιο σημαντικό. Στις 4 Γενάρη του 1959, υπήρξε κλιμάκωση της βίας στη Λεοπολντβίλ. Ο αποικιοκρατικός στρατός διέλυσε μια διαδήλωση, δολοφονώντας εκατοντάδες ανθρώπους. Ήταν το τέλος της αντίληψης πως μετά από μια μακριά μεταβατική περίοδο και με αμοιβαία κατανόηση θα άνοιγε ο δρόμος προς την ανεξαρτησία.

Η κονγκολέζικη κοινωνία μεταμορφώθηκε. Άρχισαν να οργανώνονται μαζικές συγκεντρώσεις, οι απεργίες εξαπλώθηκαν και το κίνημα για την ανεξαρτησία τελικά ξέφυγε από τα στενά πλαίσια των «εβολυέ». Αυτή ήταν η επανάσταση του Κονγκό.

Ο Λουμούμπα ρίχτηκε μέσα σ’ αυτό το κύμα ενθουσιασμού. Η μαχητικότητά του αυξήθηκε μαζί με τη ριζοσπαστικοποίησή του. Πλέον απαιτούσε ανεξαρτησία της χώρας χωρίς καθυστέρηση.

Όμως, άλλοι «εβολυέ» έβλεπαν το μέλλον τους σε συνεργασία με την αποικιοκρατική δύναμη και αργότερα με τις ΗΠΑ.

Το πολιτικό κέντρο είχε πλέον μετατοπιστεί σημαντικά, και όχι μόνο στις πόλεις. Σε πολλές αγροτικές περιοχές, οι χωρικοί αρνούνταν να πληρώσουν φόρους.

Καινούργιες πολιτικές ομάδες εμφανίστηκαν. Ο αποικιοκρατικός σχεδιασμός ξηλώθηκε εντελώς μέσα σε λίγους μήνες.

Ο Λουμούμπα είχε καλή γνώση των εντάσεων που υπήρχαν ανάμεσα στην πλειοψηφία του κόσμου που υποστήριζε το MNC και την ηγεσία του κόμματος που συχνά ήταν υπερβολικά επιφυλακτική.

Τον Απρίλη του 1959, έλεγε: «Οι μάζες είναι πολύ πιο επαναστατικές από εμάς. Δεν τολμάνε πάντα να εκφράζονται μπροστά σε κάποιον αξιωματικό της αστυνομίας ή σε κάποιο γραφειοκράτη. Όταν όμως είμαστε μαζί τους, είναι ο κόσμος που μας σπρώχνει και θέλει να κινηθεί πιο γρήγορα από εμάς.»

Τον συνέλαβαν, τον έδειραν και τον φυλάκισαν στα τέλη του 1959, και απελευθερώθηκε μόνο όταν ξεκίνησαν οι διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλες, το Γενάρη του 1960.

Αρνήθηκε κάθε συμβιβασμό. Το κράτος του Κονγκό δεν θα έσπαγε σε κομμάτια, με τον πλούτο της χώρας να ελέγχεται από τις επαρχίες, όπως έλπιζαν οι Βέλγοι. Ούτε θα αποδεχόταν το MNC να μπει ο βέλγος βασιλιάς, επικεφαλής του νέου ανεξάρτητου Κονγκό.

Ανεξαρτησία

Ορίστηκε η ημερομηνία της ανεξαρτησίας, 30 Ιούνη 1960. Όμως η ριζοσπαστικότητα του Λουμούμπα σήμαινε πως η βελγική ελίτ τον μισούσε. Ένα εσωτερικό έγγραφο της βελγικής κυβέρνησης το Γενάρη εκείνης της χρονιάς έλεγε πως θέλουν την εξουδετέρωση του Λουμούμπα. Σε εκείνο το στάδιο, η έκφραση αυτή σήμαινε ακόμα το διωγμό του από την πολιτική σκηνή.

Όμως, το MNC κέρδισε τις εκλογές του Μάη. Ο Λουμούμπα αρνήθηκε να κάνει διαπραγματεύσεις με την απερχόμενη εξουσία. Τη μέρα της ανεξαρτησίας, είπε στο κοινό του, όπου βρισκόταν και ο βέλγος βασιλιάς: «Αυτή η ανεξαρτησία του Κονγκό, ακόμη και αν σήμερα τη γιορτάζουμε μαζί με το Βέλγιο, μια φιλική χώρα την οποία αντιμετωπίζουμε σαν ίσος προς ίσο, κανένας Κονγκολέζος που του αξίζει να λεγεται έτσι, δεν θα ξεχάσει ποτέ ότι κερδήθηκε με σύγκρουση.»

Οι αποικιοκράτες έβραζαν από οργή για την αναίδεια αυτού του μαύρου άντρα – και πρώην υπήκοου. Αντίθετα, οι δυνάμεις της αριστεράς σε όλον τον κόσμο ενθουσιάστηκαν. Ο Μάλκολμ Χ, ο ριζοσπάστης ηγέτης του μαύρου κινήματος στις ΗΠΑ, κάλεσε όλους τους μαύρους να μάθουν απέξω αυτή την ηρωική ομιλία.

Οι πανηγυρισμοί γρήγορα ξεθύμαναν. Τον Ιούλη, το Βέλγιο υποστήριξε την απόσχιση των επαρχιών Κατάνγκα και Κασάι, που ήταν οι πιο πλούσιες σε ορυκτό πλούτο.

Αναγνώρισε, βοήθησε και εξόπλισε αυτά τα καινούργια «κράτη». Ορισένοι «εβολυέ», χρησιμοποιώντας τη γλώσσα του εθνοτικού «διαίρει και βασίλευε», κατάφεραν να δώσουν αφρικανική επικάλυψη σε αυτές τις τεχνητές επαρχίες.

Ο Λουμούμπα απευθύνθηκε στον ΟΗΕ για υποστήριξη, όμως ο ΟΗΕ υποστήριξε, αντίθετα, τις κινήσεις των αποικιοκρατικών δυνάμεων για να ανατραπεί το καθεστώς.

Καθώς η εξουσία άρχισε να φεύγει από τα χέρια του, ο Λουμούμπα στράφηκε στο MNC και σε όσους είχαν οδηγήσει το Κονγκό στην ανεξαρτησία. Όμως οι δυνάμεις που στέκονταν απέναντι ήταν ισχυρότερες. Πρώην εθνικιστές ηγέτες λύγισαν αποδεχόμενοι δωροδοκίες ή αξιωματα.

Ο συνταγματάρχης Ζοζέφ Μομπούτου –μετέπειτα δικτάτορας της χώρας, αλλά μέχρι εκείνη τη στιγμή, σύμμαχος του Λουμούμπα- πληρώθηκε από τις ΗΠΑ και οργάνωσε πραξικόπημα το Σεπτέμβρη.

Ο Λουμούμπα εγκατέλειψε την πρωτεύουσα το Νοέμβρη. Κατευθύνθηκε στη Στανλεϊβίλ, όπου έλπιζε πως θα ξανασυγκροτήσει τους υποστηρικτές του. Όμως, όταν συνελήφθη λίγες μέρες αργότερα, ήξερε πως αυτό μάλλον σήμαινε θάνατο.

Μέσα στη φυλακή έγραφε: «Η ιστορία κάποια μέρα θα πει το δικό της λόγο, αλλά δεν θα είναι η ιστορία που θα διδάξουν οι Βρυξέλες, το Παρίσι, η Ουάσινγκτον ή ο ΟΗΕ, αλλά αυτή που θα διδάσκεται στις χώρες που θα απελευθερωθούν από την αποικιοκρατία και τις μαριονέτες της.»

Λιγότερο από δυο μήνες μετά ήταν νεκρός. Η δολοφονία του Λουμούμπα δεν ήταν το τέλος του ζητήματος. Οι υποστηρικτές του αντιστάθηκαν μέχρι την τελική τους ήττα το 1965.

Οι δυτικές δυνάμεις υποστήριξαν το δεύτερο πραξικόπημα του Μομπούτου εκείνη τη χρονιά. Έμεινε στην εξουσία για πάνω από 30 χρόνια, τσακίζοντας κάθε διαφωνούντα και διασφαλίζοντας πως οι Δυτικές χώρες και οι πολυεθνικές θα πλιατσικολογούσαν πάνω στο φυσικό πλούτο του Κονγκό.

Στους τελευταίους μήνες της ζωής του, ο Λουμούμπα άρχισε να μετακινείται από την πολιτική της εθνικής απελευθέρωσης και έδωσε σημασία σε δραστηριότητες άλλων δυνάμεων. Ο γιος του, Φρανσουά, που σήμερα είναι πολιτικός ακτιβιστής στο Κονγκό, εξηγεί: «Μέσα στην πορεία του 1960, ανακάλυψε πως δεν έδιναν όλοι οι Κονγκολέζοι την ίδια ερμηνεία στο τι σημαίνει ανεξαρτησία. Έτσι, στις πράξεις του και στους λόγους του έγινε πιο ακριβής και μιλούσε για τους εργάτες, τη δικαιοσύνη και την ισότητα.

Έχουμε υποχρέωση σήμερα να τιμήσουμε την ασυμβίβαστη αντίσταση του Λουμούμπα ενάντια στις προσπάθειες της Δύσης να τσακίσει την ανεξαρτησία του Κονγκό. Δίκαια έγινε σύμβολο της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλισμό.

Ο Λίο Ζίλιγκ είναι συγγραφέας του βιβλίου: Πατρίς Λουμούμπα, ο χαμένος ηγέτης της Αφρικής.