Δυστυχώς, ναρκωτικό επιχειρεί να γίνει η ίδια η ταινία, καθώς προσπαθεί να κάνει τους θεατές να ξεχάσουν τι έγινε και γιατί στον πόλεμο του Ιράκ. Ευτυχώς τελικά δεν τα καταφέρνει, πέτυχε όμως να αποσπάσει επαίνους από σοβαρούς παράγοντες του σύγχρονου σινεμά, καθώς και μισή ντουζίνα όσκαρ και μάλιστα ακούγεται και γράφεται πως πρόκειται για μια ταινία αντιπολεμική. Ψέματα: Είναι μια πολεμική ταινία, με πολλές σκηνοθετικές αρετές, που για 130 λεπτά επιστρατεύονται για να εκβιάσουν τη συγκίνηση του θεατή, ώστε να «δει» τα πράγματα από τη σκοπιά του κατακτητή: Δηλαδή τον πόλεμο στο Ιράκ σαν μια αντικειμενική πραγματικότητα, όπου οι απλοί Αμερικανοί φαντάροι τους οποίους κολακεύει αδιάντροπα από την αρχή μέχρι το τέλος, απλά βρέθηκαν εκεί και κάνουν τη δουλειά τους όσο καλύτερα και ευσυνείδητα μπορούν.
Η ταινία παρακολουθεί τις περιπέτειες μιας ομάδας ειδικής στην απενεργοποίηση βομβών, με βασικό πρόσωπο τον ριψοκίνδυνο, απείθαρχο πυροτεχνουργό Γουίλ Τζέημς. Καθημερινά αντιμετωπίζουν δύσκολες αποστολές στο σημερινό Ιράκ, όπου βασιλεύει η βία, το χάος και η αναρχία και οι ντόπιοι για έναν περίεργο λόγο δεν συνεργάζονται μαζί τους, αντίθετα τους υπονομεύουν με κάθε μέσον. Όμως οι Αμερικανοί φαντάροι, παρά τα προβλήματα που συναντούν και το εσωτερικό δράμα του καθενός, ανταπεξέρχονται, σώζουν ανθρώπινες ζωές και προχωρούν. Στοιχεία όπως Ιρακινή αντίσταση, πολιτικές εξελίξεις, σκοπιμότητες, απουσιάζουν επιμελώς.
Υπάρχουν οι μεν και οι δε. Οι δε (Ιρακινοί) είναι ένα συνονθύλευμα ανθρώπων: Καλοί, κακοί, άξεστοι, μορφωμένοι (σαν τον καθηγητή που δέχεται την έφοδο στο σπίτι του), θύτες που σκοτώνουν και τρομοκρατούν και θύματα σαν τον δυστυχή που κάποιοι μετέτρεψαν σε κινητό καμικάζι. Παρά την προσεκτική σκηνοθεσία που αποφεύγει τη δαιμονοποίηση, οι Ιρακινοί παρουσιάζονται σαν ένας λαός που δεν ξέρει πού πατά και πού βρίσκεται, απλά υπομένει τις δυστυχίες που (γιατί άραγε;) τον βρήκαν. Οι μεν (Αμερικανοί) δεν είναι βέβαια άγιοι, αρκετοί είναι κυνικοί και τυχοδιώκτες, κάποιοι άλλοι ευσυνείδητοι επαγγελματίες, δεν λείπει και η φιγούρα του υπερευαίσθητου που καταφεύγει σε τακτικές συνεδρίες με τον καλλιεργημένο γιατρό του λόχου, ώστε να ξεπεράσει τις εμμονές του θανάτου που τον καταδιώκουν. Όλοι φυσικά σκέφτονται την πατρίδα και την οικογένειά τους, που αποχωρίστηκαν εξαιτίας του πολέμου και μετρούν τις μέρες για τη λήξη της θητείας τους. Ως τότε, δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους στις πολεμικές επιχειρήσεις, ενίοτε παίρνουν και λιγάκι το νόμο στα χέρια τους, θα παίξουν και λίγη μπάλα με τα πιτσιρίκια της γειτονιάς που τους πουλάνε dvd και η ζωή συνεχίζεται. Εκτός από τον κεντρικό ήρωα που εθίζεται τόσο πολύ, ώστε θα επιστρέψει σύντομα στο πεδίο. Έτσι κλείνει η ταινία...
Βιετνάμ
Δεν είναι η πρώτη φορά που το πολεμικό σύνδρομο κυριεύει την κινηματογραφική βιομηχανία των ΗΠΑ. Μετά την ήττα στο Βιετνάμ και κυρίως στη δεκαετία του ´80 με την ιδεολογική και πολιτική αντεπίθεση του τότε προέδρου Ρήγκαν, η Αμερική κατακλύστηκε από μια ολόκληρη φουρνιά ταινιών «δράσης» με πιο χαρακτηριστική τη σειρά «Ράμπο», τη «Δύναμη Δέλτα» και άλλα κατασκευάσματα χωρίς καμιά ποιότητα αλλά με πολύ ξεκάθαρη σκοπιμότητα: Να αποκαταστήσουν τη χαμένη τιμή της Αμερικής στη συνείδηση της κοινής γνώμης, αναπλάθοντας με χοντροκομμένα ψέματα και άφθονη δράση την αλήθεια.
Το ίδιο διάστημα γυρίστηκαν πολύ καλές αντιπολεμικές ταινίες, γυρίστηκαν και ταινίες μπερδεμένες και αντιφατικές, του «ναι μεν αλλά», όπως ο «Ελαφοκυνηγός», το «Πλατούν» του Όλιβερ Στόουν, οι «Πέτρινοι κήποι» του Κόπολα. Οι τελευταίες, χωρίς να καταφεύγουν στον ανοιχτό ρατσισμό και τη χυδαιότητα των Ράμπο, λειτούργησαν στην πραγματικότητα με τρόπο συναισθηματικό και με ένα αφηρημένο αντιπολεμικό ύφος, όπου όλοι φταίνε κι όλοι δίκιο έχουν, και ο πόλεμος είναι γενικά κακός. Καμιά τους πάντως δεν κατάφερε να ξεπλύνει τη ντροπή του Βιετνάμ.
Το «Hurt Locker» φαίνεται ότι θα ήθελε να μοιάσει σ´αυτές τις ταινίες: Με ποιότητα και σκηνοθετική βιρτουοζιτέ, με τρόμο και με ευαισθησία, το μήνυμα συμπυκνώνεται στη δήλωση της σκηνοθέτιδας κατά τη βράβευσή της: «Όλα τα παιδιά μας να επιστρέψουν γερά...». Κι όμως, οι καιροί έχουν αλλάξει από την εποχή του συνδρόμου του Βιετνάμ, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους είναι εντελώς απονομιμοποιημένοι στις συνειδήσεις του κόσμου στην Αμερική και σε όλο τον πλανήτη, γι´αυτό γυρίζονται και προβάλλονται με επιτυχία τόσες ταινίες διαμαρτυρίας και καταγγελίας του πολέμου στο Ιράκ αλλά και του καπιταλισμού γενικότερα. Από τους πιο στρατευμένους όπως ο Μαικλ Μουρ και ο Τιμ Ρόμπινς μέχρι τη mainstream παραγωγή και τον Τζορτζ Κλούνει, το Αμερικανικό όνειρο και η νέα τάξη πραγμάτων έχουν γίνει κομμάτια.
Μπορείτε να γυρίσετε τις πλάτες σας στο «Hurt Locker». Στις αίθουσες παίζεται ακόμη το «Avatar» και μόλις βγήκε ο «Αόρατος συγγραφέας» του Πολάνσκι, που «φωτογραφίζει» ανοιχτά τα έργα και τις ημέρες του Τόνι Μπλερ. Πρόκειται για ταινίες όπου η καλλιτεχνική αρτιότητα συνδυάζεται με την αντιπολεμική σκοπιά ενώ στο Hurt Locker γίνεται το περιτύλιγμα για μια αντιδραστική άποψη.