Οικονομία και Πολιτική
Οι μύθοι της γρήγορης ανάκαμψης

Γράφει ο Άλεξ Καλλίνικος

Η τελευταία έκθεση για τη νομισματική πολιτική από την Τράπεζα της Αγγλίας (ΒοΕ) είναι ένα κλασσικό παράδειγμα αυτού που λέμε «κακά νέα και καλά νέα». Τα κακά νέα είναι ότι η οικονομία θα κάνει φέτος βουτιά 14%. Απ’ ότι φαίνεται, θα πρόκειται για τη χειρότερη ύφεση από τον Μεγάλο Παγετό του 1709, παρόλο που αυτή η σύγκριση στερείται νοήματος μιας και η Βρετανία ήταν τότε μια σχεδόν αποκλειστικά αγροτική χώρα που δεν εξαρτιόταν από το εμπόριο και τη βιομηχανία. 

Τα καλά νέα είναι ότι το 2021 θα εκδηλωθεί μια ταχεία οικονομική ανάκαμψη. Δηλαδή η ύφεση θα έχει το σχήμα του γράμματος V: την απότομη βουτιά θα τη διαδεχθεί η απότομη εκτίναξη. Επιπροσθέτως, το «σημάδεμα΄ της οικονομίας θα είναι περιορισμένο», με άλλα λόγια οι ζημιές δεν θα είναι μακροχρόνιες. 

Αυτό το σενάριο έχει να κάνει με το Σίτυ του Λονδίνου. Η Βρετανία αποτελεί τη βάση του μεγαλύτερου χρηματοπιστωτικού κέντρου στον κόσμο. Η Τράπεζα της Αγγλίας και το Υπουργείο Οικονομικών διοχέτευσαν, με τα έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση της πανδημίας, μεγάλα χρηματικά ποσά στις χρηματοπιστωτικές αγορές για να τις κρατήσουν όρθιες.

Οι ελπίδες στο Σίτυ του Λονδίνου

Επίσης, μια μελέτη περιφερειακής οικονομικής δραστηριότητας που πραγματοποίησε το University College of London και είναι βασισμένη στη χρήση συσκευών κινητής τηλεφωνίας, συμπεραίνει ότι: «ιδιαίτερα όσοι απασχολούνται στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες είναι σε καλύτερη θέση να εργασθούν εξ αποστάσεως». Αν χρειαστεί να ζήσουμε μια παρατεταμένη περίοδο «τήρησης αποστάσεων» τότε το Σίτυ μπορεί να ανακάμψει σχετικά εύκολα και να τραβήξει πίσω του τους τομείς που εξαρτιόνται από αυτό. 

Όμως, η πρόβλεψη της Τράπεζας έγινε δεκτή με γενικευμένο σκεπτικισμό από τους «ορθόδοξους» οικονομολόγους. Όπως το έθεσε ένας τίτλος σε άρθρο στους Φαινάνσιαλ Τάιμς: «Οι οικονομολόγοι αμφισβητούν την αισιόδοξη εικόνα της ΒοΕ για ανάκαμψη τύπου V». 

Ένας λόγος να είναι κανείς σκεπτικός είναι ότι υπάρχουν τόσα πολλά που δεν γνωρίζουμε για τη μελλοντική πορεία της πανδημίας. Δεν γνωρίζουμε αν η χαλάρωση της καραντίνας που έχει ξεκινήσει σε πολλές χώρες θα προκαλέσει ένα δεύτερο κύμα μολύνσεων και μαζικούς θανάτους, που θα προκαλέσουν με την σειρά τους επιστροφή στην καραντίνα. Δεν γνωρίζουμε αν οι μολύνσεις θα επιφέρουν διαρκή ανοσία στον ιό. Και δεν γνωρίζουμε πόσο θα χρειαστεί για να παραχθεί το εμβόλιο για τον Covid-19 κι αν όντως (για τους πραγματικά απαισιόδοξους) είναι δυνατόν να παραχθεί. 

Όλες οι παραπάνω αβεβαιότητες σημαίνουν ότι θα ζούμε με «τήρηση αποστάσεων» για κάμποσο καιρό ακόμα. Ωστόσο η ΒοΕ στηρίζει τις προβολές της στην υπόθεση ότι η καραντίνα «θα αρθεί σταδιακά» μέχρι τον Σεπτέμβρη και στην Βρετανία και στο εξωτερικό. Εν τω μεταξύ το «σενάριό» της εκτιμάει ότι: «αν προστεθούν ακόμα δυο βδομάδες στο παρόν καθεστώς τήρησης αποστάσεων και μέτρων στήριξης, η δραστηριότητα αυτού του τετράμηνου θα υποχωρούσε κατά 0.25% του ετήσιου ΑΕΠ». 

Επίσης, υπάρχουν και πιο άμεσα οικονομικοί λόγοι για σκεπτικισμό. Η παγκόσμια οικονομία δεν ήταν σε καλή κατάσταση πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Την συντηρούσε κυρίως η διοχέτευση μεγάλων ενέσεων φτηνού χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Οι δεξιοί Γερμανοί οικονομολόγοι που κατόρθωσαν να κερδίσουν την στήριξη του Συνταγματικού Δικαστηρίου απέναντι στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχουν δίκιο για ένα πράγμα: η παροχή επιπλέον φτηνού χρήματος στις αγορές σε απάντηση της πανδημίας δεν αποτελεί μακροπρόθεσμη λύση. 

Αυτό μας φέρνει στο ζήτημα του «σημαδέματος». Οι υποστηρικτές της ελεύθερης αγοράς υποθέτουν ότι οι υφέσεις είναι περίοδοι «δημιουργικής καταστροφής» κατά την οποία αναποτελεσματικές και ζημιογόνες εταιρείες αντικαθίστανται από νέους δυναμικούς «διαταραχτές». Όμως, πρόσφατα, ο μαρξιστής μπλόγκερ Μάικλ Ρόμπερτς επεσήμανε ότι μια σειρά στοιχεία δείχνουν ότι οι υφέσεις μπορεί να προκαλέσουν μακρόχρονη ζημιά. 

Οι επενδύσεις πέφτουν, μειώνοντας την παραγωγική δυνατότητα. Οι εργάτες που πλήττονται από μεγάλα διαστήματα ανεργίας χάνουν και δεξιότητες και κίνητρο. Εταιρείες που δεν μπορούν να αντικατασταθούν, εξαφανίζονται. Η βρετανική οικονομία είναι θύμα ενός τέτοιου «σημαδέματος». 

Ένας από τους λόγους για τους οποίους η κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον τα εκανε τόσο μαντάρα στην παροχή Προσωπικού Εξοπλισμού Προστασίας για τους εργαζόμενους στην Υγεία, είναι η εξαφάνιση ενός μεγάλου κομματιού παραγωγικής δυνατότητας στη δεκαετία του ’80. Έτσι αναγκάστηκε να χρυσοπληρώνει για εισαγωγές τέτοιου εξοπλισμού. Η συρρικνωμένη παραγωγική βάση έχει αφήσει την Βρετανία υπερεξαρτημένη από το Σίτυ. 

Η πραγματική σύγκριση δεν είναι με το 1709 αλλά με τη Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930. Αυτό που έγραψε ο αμερικάνος μαρξιστής Νταν Χένγουντ για τις ΗΠΑ, ισχύει και για την Βρετανία: «Χρειάστηκε να περάσουν σχεδόν δυο χρόνια από το κραχ του 1929 για να φτάσει η ανεργία στο 15%. Τώρα, το καταφέραμε σε δυο μήνες». Με άλλα λόγια, είμαστε αντιμέτωποι με μια οικονομική κατάρρευση αντίστοιχου μεγέθους σε πολύ πιο σύντομο χρονικό διάστημα. Το «σημάδεμα» θα είναι μεγάλο.