Κατέρρευσαν, την περασμένη Παρασκευή, οι διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες ανάμεσα στις κυβερνήσεις των 27 κρατών μελών για τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι ηγέτες της Ευρώπης προσπάθησαν να συγκαλύψουν το ναυάγιο. “Δεν υπάρχει κανένας λόγος να δραματοποιούμε”, δήλωσε ο Χέρμαν Βαν Ρομπέι, ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. “Αυτές οι διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό είναι τόσο πολύπλοκες που χρειάζονται, κατά κανόνα, δύο γύρους”.
Πολύπλοκες είναι πράγματι. Αλλά από ότι φαίνεται θα χρειαστούν πολλοί περισσότεροι από δυο γύρους για να ολοκληρωθούν -αν ολοκληρωθούν ποτέ. Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση της Ντάλια Γκριμπαουσκάιτε, της προέδρου της Λιθουανίας. “Η ατμόσφαιρα ήταν εκπληκτικά καλή”, είπε. “Η διάσταση των απόψεων ήταν τόσο μεγάλη που δεν υπήρχε τίποτα για να διαπραγματευτούμε”.
Οι πρωταγωνιστές της διαμάχης ήταν από τη μια μεριά η Γαλλία του “σοσιαλιστή” Φρανσουά Ολάντ -που μαζί με τους συμμάχους της, κύρια την Ιταλία και την Ισπανία- ζητάει μια αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ και από την άλλη η Βρετανία του “συντηρητικού” Ντέιβιντ Κάμερον που επιμένει σε ένα πάγωμα στα σημερινά επίπεδα. Στην ίδια την σύνοδο κορυφής η Γερμανία, η Ολλανδία και οι άλλες κυβερνήσεις της Ευρώπης που έχουν κάνει την λιτότητα σημαία τους συντάχθηκαν με την πλευρά της Βρετανίας.
Κατέρρευσαν
Οι διαπραγματεύσεις δεν αφορούν τους εθνικούς προϋπολογισμούς των κρατών-μελών. Αφορούν τα χρήματα που θα διαχειριστεί μέσα στην επταετία 2014-2020 η Κομισιόν. Το ποσό -περίπου 1000 δισεκατομμύρια ευρώ- μοιάζει από πρώτη άποψη τεράστιο. Στην πραγματικότητα αντιπροσωπεύει, όμως, ένα ποσό της τάξης του 1% του Ακαθάριστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) των 27 χωρών για την περίοδο αυτή. Οι διαπραγματεύσεις κατέρρευσαν, σύμφωνα με τις δηλώσεις του Ρομπέι λόγω ενός “αγεφύρωτου χάσματος” 30 δισεκατομμυρίων.
“Μην παρασύρεστε από τους τίτλους που μιλάνε για ένα τρισεκατομμύριο”, γράφει ο Βόλφγκανγκ Μύνχαου, στην εφημερίδα Φαϊνάνσιαλ Τάιμς. “Η διαμάχη δεν αφορά τον ίδιο τον προϋπολογισμό αλλά το 3% του προϋπολογισμού. Υπολογισμένο με βάση το ΑΕΠ της ΕΕ το αμφισβητούμενο ποσό αντιστοιχεί στο 0,03%...”
Αυτό που οδήγησε στο ναυάγιο της περασμένης Παρασκευής δεν ήταν οι διαφωνίες για την μια ή την άλλη λεπτομέρεια: αυτό που τορπίλισε τις συνομιλίες ήταν η γενικότερη αίσθηση της κρίσης, της αβεβαιότητας και της χρεοκοπίας. Όπως γράφει και πάλι ο Μύνχαου, “ο μοναδικός λόγος για τον οποίο έχουν σημασία οι διαπραγματεύσεις για τον προϋπολογισμό... βρίσκεται σε αυτό το οποίο αποκαλύπτουν για το ίδιο το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης”.
Δεν είναι ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που μια σύνοδος κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταλήγει σε αδιέξοδο. Το τελευταίο διάστημα, όμως, οι καυγάδες έχουν πυκνώσει και έχουν χοντρύνει. Μετά το “grexit”, την αποπομπή της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν ανακαλύψει και μια άλλη καινούργια λέξη, το “brexit”, την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η πραγματική αιτία πίσω από αυτούς τους καυγάδες δεν είναι ούτε η ψυχρότητα ανάμεσα στην Μέρκελ και τον Ολάντ -όπως γράφουν συχνά οι εφημερίδες- ούτε οι διαφορές απόψεων ανάμεσα στους συντηρητικούς θιασώτες της πολιτικής της λιτότητας και τους “σοσιαλιστές” θιασώτες της πολιτικής της ανάπτυξης. Η πραγματική αιτία είναι η αδυναμία όλων -συντηρητικών και “μη”- να βρούνε κάποια διέξοδο. Δεν είναι μόνο η σύνοδος κορυφής ένα ναυάγιο. Το σύστημα ολόκληρο βυθίζεται στην άβυσσο.