Οι πληροφορίες που έδωσε ο πρώην συνεργάτης της CIA, Έντουαρντ Σνόουντεν, σχετικά με την πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα που έχει το αμερικάνικο κράτος θεωρούνται οι μεγαλύτερες αποκαλύψεις στην ιστορία των αμερικάνικων μυστικών υπηρεσιών.
Ο 29χρονος Σνόουντεν τα τελευταία χρόνια παρείχε τις γνώσεις του στην Εθνική Υπηρεσία Ασφαλείας των ΗΠΑ (NSA). Τον περασμένο Μάη, μη μπορώντας να αντέξει, όπως λέει ο ίδιος, το μέγεθος των παρακολουθήσεων που έβλεπε μπροστά στα μάτια του, έστειλε με κωδικοποιημένο τρόπο πληροφορίες σε μεγάλες εφημερίδες όπως ο Γκάρντιαν και η Ουάσινγκτον Ποστ. Λίγο αργότερα, εγκατέλειψε μαζί με τη σύντροφό του το σπίτι τους στη Χαβάη και κατέφυγαν στο Χονγκ Κονγκ, από όπου έδωσε το ΟΚ στα ΜΜΕ να δημοσιεύσουν το όνομά του και όλα τα στοιχεία.
Οι αποκαλύψεις του Σνόουντεν αφορούν ένα τεράστιο πρόγραμμα παρακολούθησης με το οποίο οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ έχουν πρόσβαση σε όλα τα προσωπικά στοιχεία, e-mail, τηλεφωνικές κλήσεις, φωτογραφίες, βίντεο, δραστηριότητα σε ηλεκτρονικά κοινωνικά δίκτυα. Εκατομμύρια Αμερικανοί, χωρίς να είναι καν ύποπτοι για κάποια τρομοκρατική ή άλλη εγκληματική δραστηριότητα, χωρίς να το ξέρουν, έχουν προσφέρει την ιδιωτική τους ζωή στην κυβέρνησή τους.
Η μεγαλύτερη αντίστοιχη αποκάλυψη έγινε σχετικά πρόσφατα, το καλοκαίρι του 2010 (δείτε σε παλιότερο τεύχος της ΕΑ http://tinyurl.com/mg4cwhp) όταν ο Μπράντλεϊ Μάνινγκ, 22χρονος τότε στρατιώτης, έφερε στο φως δεκάδες χιλιάδες έγγραφα που έδειχναν τη συστηματική δολοφονία αμάχων από την αμερικάνικη πολεμική μηχανή στο Αφγανιστάν.
Αυτό που κάνει φανερό αυτή η σειρά αποκαλύψεων δεν είναι η δύναμη του αμερικάνικου κράτους, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Η υπερδύναμη είναι τρωτή εσωτερικά και εξωτερικά σε πρωτοφανές ιστορικά επίπεδο. Πρώτα απ' όλα εσωτερικά. Όταν οι μυστικές υπηρεσίες φτάνουν να μην μπορούν να ελέγξουν τα ίδια τους τα στελέχη, σημαίνει πως η κρίση ακουμπάει πολύ βαθιά τον κρατικό μηχανισμό. Το σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ ήρθε στο φως το 1972-73, όταν η κυβέρνηση Νίξον είχε παραδεχθεί την ήττα στο Βιετνάμ.
Στην Αμερική του σήμερα, η περίπτωση Σνόουντεν δείχνει πόσο πολύ απέτυχε η στρατηγική του “νέου αμερικάνου αιώνα” που σχεδίαζε ο Τζορτζ Μπους. Μετά τις 11 Σεπτέμβρη αναπτύχθηκε μια ολόκληρη προπαγάνδα, σύμφωνα με την οποία η αμερικάνικη κοινωνία ήταν πλέον διατεθειμένη να αποδεχθεί κάθε είδους παραβίαση δικαιωμάτων στο βωμό της “ασφάλειας” και του πολέμου κατά της “τρομοκρατίας”.
Σήμερα, ούτε άνθρωποι όπως ο Σνόουντεν, ο οποίος έπαιρνε ετήσιο μισθό 200 χιλιάδες δολάρια και είχε σπίτι στη Χαβάη, αλλά ούτε και φαντάροι όπως ο Μάνινγκ, δεν μπορούν να αντέξουν αυτά τα συστηματικά ψέματα. Και δεν είναι μόνοι. Σε ένα πρόσφατο άρθρο του στον Γκάρντιαν, ο δημοσιογράφος Γκάρι Γιάνγκ, αναφέρει στοιχεία που δείχνουν ότι η γενιά που ενηλικιώθηκε μετά τις 11 Σεπτέμβρη είναι περισσότερο ευαίσθητη στα ζητήματα δικαιωμάτων από την προηγούμενη.
Κατάχρηση
Το 63% των Αμερικανών από 22 ως 29 ετών απαντάνε ότι δεν αποδέχονται την αρχή “Υποστηρίζω την πατρίδα μου, ακόμη κι αν κάνει λάθη”. Ο Ομπάμα ήρθε στην εξουσία υποσχόμενος ότι θα κλείσει το Γκουαντάναμο και θα σταματήσει την πολιτική προληπτικής καταστολής που είχε ξεκινήσει ο Μπους. Το Γουαντάναμο είναι ακόμη εκεί, ενώ σύμφωνα με τα στοιχεία, η κατάχρηση προσωπικών δεδομένων από το αμερικάνικο κράτος είναι πολλαπλάσια μεγαλύτερη επί Ομπάμα σε σχέση με την περίοδο Μπους.
Όλα αυτά σχετίζονται με την αδυναμία που αισθάνεται η υπερδύναμη όχι μόνο να πείσει τους απλούς ανθρώπους αλλά να επιβάλει την πυγμή της σε παγκόσμιο επίπεδο. Μπορεί η κυβέρνηση Ομπάμα να προσπαθεί να μετατοπίσει το κύριο ενδιαφέρον της από τη Μέση Ανατολή στην Ανατολική Ασία, να έχει περιορίσει τα στρατεύματα στο Ιράκ και να προχωρά στη σταδιακή αποχώρηση από το Αφγανιστάν, το κενό ασφαλείας που αφήνει πίσω της όμως πρέπει να το καλύψει τουλάχιστον με απόσπαση πληροφοριών. Αυτές οι πληροφορίες δεν έχουν να κάνουν μόνο με “μουσουλμάνους τρομοκράτες”. Κομμάτι του ηλεκτρονικού προγράμματος των μυστικών υπηρεσιών που ήρθε στο φως είναι οι κακόβουλες αμερικανικές επιθέσεις σε υπολογιστές του κινέζικου κράτους. Η παραμονή του Σνόουντεν στο Χονγκ Κονγκ, το οποίο βρίσκεται υπό κινέζικο έλεγχο, περιπλέκει ακόμη περισσότερο την κατάσταση.
Πριν από μερικά χρόνια, επί κυβέρνησης Καραμανλή, όταν ήρθαν στο φως οι υποκλοπές κινητών τηλεφώνων, όσοι τονίζαμε τις ευθύνες της αμερικάνικης πρεσβείας, δεχόμασταν τις κατηγορίες ότι είμαστε υπερβολικοί. Γιατί ολόκληρη αμερικάνικη πρεσβεία να θέλει να ξέρει τι συζητάει ο συντονιστής της Συμμαχίας Σταματήστε τον Πόλεμο; Πλέον φαίνεται ότι το άγχος του αμερικάνικου κράτους φτάνει στο σημείο να θέλει να ξέρει πώς ακριβώς φλερτάρουν οι πολίτες του στο φέισμπουκ. Η πολιτική του “Μεγάλου Αδελφού” όμως προς το παρόν δεν έχει φέρει κανένα χειροπιαστό αποτέλεσμα για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό. Αντίθετα, φέρνει ακόμη μεγαλύτερη οργή και ριζοσπαστικοποίηση απέναντι στις αντιδημοκρατικές και πολεμοκάπηλες πολιτικές.

