Ιστορία
Μάης 1925: 100 χρόνια από την Επανάσταση στην Κίνα

Γενική απεργία στο Χονγκ Κονγκ το 1925

Στο κέντρο κάθε συζήτησης σήμερα για την παγκόσμια οικονομία ή τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς βρίσκεται η Κίνα. Μια πραγματική υπερδύναμη, η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Η Κίνα είναι, όμως, και η χώρα με τη μεγαλύτερη εργατική τάξη σε ολόκληρο τον πλανήτη. Μια εργατική τάξη με πλούσια παράδοση αγώνων, που κορυφαία τους στιγμή ήταν η Κινέζικη Επανάσταση του 1925-27 που ξεκίνησε πριν από ακριβώς 100 χρόνια. Τον Μάη και τον Ιούνη του 1925 η καρδιά αυτής της επανάστασης χτύπησε στα μεγάλα εμπορικά και βιομηχανικά λιμάνια στα νότια παράλια της χώρας, τη Σαγκάη και την Καντόνα. Στο κέντρο της ήταν ένα εργατικό κίνημα που μέσα σε λίγους μήνες διήνυσε μια πορεία που τα κινήματα στις κοιτίδες του ευρωπαϊκού καπιταλισμού χρειάστηκαν δεκαετίες.

Να πώς περιγράφει ο Χάρολντ Άιζακς το επαναστατικό ξέσπασμα στο βιβλίο του «Η Τραγωδία της Κινέζικης Επανάστασης»:

«Η Σαγκάη, το μεγάλο ιμπεριαλιστικό προπύργιο με τις ξένες τράπεζες και τα εργοστάσια, παρέλυσε από μια γενική απεργία κατά την οποία ακόμα και οι κινέζοι υπηρέτες εγκατέλειψαν τα σπίτια των ξένων. Σαν ένας γίγαντας που είχε ξυπνήσει, η φαινομενικά αδρανής μάζα των Κινέζων εκμεταλλευόμενων ύψωσε το ανάστημά της με ένα βρυχηθμό που γέμισε φόβο τις καρδιές των εργοδοτών, Κινέζων και ξένων, και ταξίδεψε πέρα από τις θάλασσες για να τραντάξει τις πόρτες των ιμπεριαλιστικών κυβερνήσεων. Οι αλαζόνες ξένοι που για τόσα χρόνια θεωρούσαν τους Κινέζους εργαζόμενους τίποτα παραπάνω από πολυάριθμα, ρυπαρά αλλά υπάκουα υποζύγια, ζεματίστηκαν όταν αυτή η αγνώριστη πλέον μάζα σηκώθηκε και κούνησε την πανίσχυρη γροθιά της μπροστά στα μούτρα τους».

Την άνοιξη του 1925 οι εργατογειτονιές της Σαγκάης μύριζαν μπαρούτι. Η πόλη, όπως κι όλη η Κίνα, ήταν στην ουσία μισο-αποικία των ιμπεριαλιστικών μεγάλων δυνάμεων, της Βρετανίας, της Γαλλίας, της Ιαπωνίας. Η διοίκηση γινόταν από το αποικιακό διαμέρισμα (τον «Διεθνή Συνοικισμό»), μια ολόκληρη περιοχή όπου δεν επιτρεπόταν η είσοδος Κινέζων. Στις 15 του Μάη ένας Γιαπωνέζος επιστάτης σκότωσε έναν Κινέζο εργάτη σε μια βαμβακουργία. Η δολοφονία έγινε αρχή φοιτητικών και εργατικών διαδηλώσεων και το κίνημα έγινε τελικά γνωστό ως «30η Μάη» από τη δολοφονία δέκα διαδηλωτών εκείνη τη μέρα από την αστυνομία. Την 1η του Ιούνη, 200 χιλιάδες εργάτες βγήκαν σε απεργία, μετά από κάλεσμα της Γενικής Εργατικής Ένωσης που έκανε τα πρώτα της βήματα, με μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος στην ηγεσία της. Αυτή η πρώτη απεργία μετατράπηκε σε ένα κύμα μαζικής δημιουργίας και ένταξης στα συνδικάτα. Η Σαγκάη, τουλάχιστον ως το Σεπτέμβρη, βρίσκεται σε κατάσταση μόνιμης απεργίας.

Το βρετανικό περιοδικό Economist, στις 25 Ιούνη του 1925, διαπίστωνε με λύπη και απορία: «Όταν στα τέλη του προηγούμενου μήνα μετά από μια απεργία Κινέζων εργατών σε ένα ιαπωνικό εργοστάσιο ξέσπασαν ταραχές στην Σαγκάη, υπήρχε η ελπίδα ότι το πρόβλημα θα παρέμενε περιορισμένο τοπικά και θα εξαλειφόταν. Δυστυχώς αυτή η ελπίδα διαψεύστηκε». 

Πράγματι, αντί να περιοριστεί το κίνημα στη Σαγκάη, απλώθηκε στο άλλο μεγάλο βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο της Κίνας, στην Καντόνα (σημερινή Γκουανγκτζού) και στη βρετανική αποικία του Χονγκ-Κονγκ. Στο Χονγκ-Κονγκ το συνδικάτο των ναυτών ξεκίνησε απεργία στις 17 Ιούνη. Όταν ένα πλοίο έπιανε λιμάνι το κινέζικο πλήρωμα το εγκατέλειπε και πήγαινε σιγά-σιγά στην Καντόνα. Στις 18 Ιούνη οι οδηγοί των τραμ κατέβηκαν κι αυτοί σε απεργία. Στις 19 ήρθε η σειρά των «κούληδων» (των βαστάζων) και των λιμενεργατών. Η απεργία παρέλυσε τα πάντα.  

 Στις 23 Ιούνη, οι απεργοί του Χονγκ-Κονγκ βρισκόταν στη κεφαλή μιας διαδήλωσης 100.000 στην Καντόνα. Όταν η διαδήλωση πέρασε από τη γέφυρα Σαμίν, δίπλα στο «Διεθνή Συνοικισμό» της Καντόνας, οι Βρετανοί αστυνομικοί άνοιξαν πυρ. Ήταν μια σφαγή: 52 νεκροί και 117 σοβαρά τραυματισμένοι (τέσσερις αστυνομικοί σκοτώθηκαν επίσης). Όμως, αντί να το τρομοκρατήσει, έδωσε μεγαλύτερη αποφασιστικότητα στο κίνημα. Έτσι ξεκίνησε η μεγάλη απεργία, που κράτησε σχεδόν 18 μήνες, εξελίχθηκε σε μια πραγματική επαναστατική έκρηξη.

Πουθενά δεν φαίνεται αυτό καλύτερα από ότι στον τρόπο που οργάνωσαν τον αγώνα τους οι κινέζοι εργάτες κι εργάτριες –ένα υπόδειγμα της συλλογικής δύναμης και δημιουργικότητας της εργατικής τάξης. Τις καθημερινές αποφάσεις έπαιρνε μια επιτροπή 13 απεργών που ήταν υπόλογη σε ένα σώμα 800 αντιπροσώπων (ένας για κάθε πεντακόσιους απεργούς). 

Χιλιάδες απεργοί 

Δεκάδες χιλιάδες απεργοί είχαν μετακινηθεί από το Χονγκ Κόνγκ στην Καντόνα και η επιτροπή εξασφάλισε τη διατροφή και την στέγασή τους, κατάσχοντας ακόμα και τεκέδες οπίου. Οργάνωσε σχολεία για την εκπαίδευση των απεργών και των παιδιών τους, έβγαλε εφημερίδα και συγκρότησε μια πολιτοφυλακή με χιλιάδες εργάτες. Το απεργιακό ταμείο ενισχυόταν όχι μόνο από τις δωρεές αλλά και από τα πρόστιμα που έβαζε η επιτροπή σε όσους έσπαγαν το μποϋκοτάζ. Μέχρι και δώδεκα μικρές κανονιοφόρους επιστράτευσε για να ελέγχουν το λαθρεμπόριο στο ποτάμι.

Στην Καντόνα επικρατούσε μια κατάσταση «δυαδικής εξουσίας», όπως αποκαλούσε ο Λένιν την κατάσταση στη Ρωσία ανάμεσα στον Φλεβάρη και τον Οκτώβρη του 1917. Η απεργιακή επιτροπή ήταν στην πραγματικότητα μια «κυβέρνηση νο 2» δίπλα στην επίσημη κυβέρνηση του Κουομιτάνγκ (ΚΜΤ). Το ΚΜΤ ήταν το παλιό εθνικιστικό κόμμα που στις αρχές της δεκαετίας του 1920 άρχισε να στρέφεται προς την σοβιετική Ρωσία για βοήθεια και υποστήριξη –που έτσι κι αλλιώς ήταν η μοναδική χώρα που αναγνώριζε την κυβέρνηση της Καντόνας. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) είχε ενταχθεί στο ΚΜΤ μετά από απόφαση της Κομιντέρν, της Κομμουνιστικής Διεθνούς (αν και υπήρχαν έντονες διαφωνίες στο εσωτερικό του). Η Κομιντέρν στήριζε όλα τα κινήματα ενάντια στην αποικιοκρατία και θεωρούσε το ΚΜΤ εκφραστή της αστικής τάξης που ήθελε το δικό της, ανεξάρτητο κράτος.

Όμως, η Ρωσία του 1925 δεν ήταν ίδια με αυτή των πρώτων μετεπαναστατικών χρόνων. Όπως γράφει ο Πάνος Γκαργκάνας στο βιβλίο του «Κίνα – από μισοαποικία σε υπερδύναμη»:

«Ο Στάλιν είχε αναλάβει προσωπικά την πολιτική στήριξη, φτάνοντας να λέει ότι το καθήκον της προλεταριακής επανάστασης, που στη Ρωσία έπεσε στους ώμους των Μπολσεβίκων, στην Κίνα έπεφτε στους ώμους του ΚΜΤ. Στην Κίνα, σύμφωνα με τη λογική του Στάλιν, αλλά και της δεξιάς πτέρυγας της Κομιντέρν γύρω από τον Μπουχάριν, τα καθήκοντα των επαναστατών ήταν μόνο εθνικοαπελευθερωτικά. Το ΚΜΤ εξέφραζε υποτίθεται την συμμαχία των τεσσάρων επαναστατικών τάξεων (των χωρικών, των μικροαστών της πόλης, των εργατών και της “πατριωτικής” αστικής τάξης). Οι κομμουνιστές έπρεπε να είναι μέρος αυτής της συμμαχίας και να την καθοδηγούν “προς τα αριστερά”.

Αλλά όχι και “πολύ αριστερά” τόνιζε η σταλινική ηγεσία. Τον Δεκέμβρη του 1926, η Κεντρική Επιτροπή του ρωσικού κόμματος υπογράμμιζε ως βασικό κίνδυνο του κινήματος στην Κίνα… τον αριστερισμό: “Αν συνεχίσουν αυτές οι ακραίες τάσεις να αναπτύσσονται στο μέλλον… το Κόκκινο ενιαίο μέτωπο θα καταρρεύσει και ολόκληρο το εθνικό κίνημα θα μπει σε κίνδυνο”. 

Η πρόταση της Μόσχας για να μην καταρρεύσει το “κόκκινο μέτωπο” ήταν να μπει φρένο στα “παράλογα” αιτήματα των εξεγερμένων: “Πρέπει να αποφύγουμε τις αυταπάτες (τα υπερβολικά αιτήματα των τεχνιτών και των εργατών, τη συμμετοχή των εργατικών πολιτοφυλακών στη διοίκηση, την κατάληψη της γης από τους χωρικούς κλπ), ώστε να ξεριζωθεί η παιδική ασθένεια του Αριστερισμού”».

Την ίδια εποχή ο Τρότσκι, που αν και τυπικά ήταν ακόμα μέλος της ρώσικης ηγεσίας είχε αποκλειστεί από την άσκηση πολιτικής επιρροής, ασκούσε σκληρή κριτική σε αυτή τη γραμμή: 

«Ο επαναστατικός αγώνας στην Κίνα έχει μπει από το 1925 σε μια νέα φάση που χαρακτηρίζεται πάνω απ’ όλα από την ενεργητική παρέμβαση των πλατιών στρωμάτων του προλεταριάτου… Το άμεσο πολιτικό καθήκον [του ΚΚΚ] είναι τώρα να παλέψει για άμεση, ανεξάρτητη ηγεσία της αφυπνισμένης εργατικής τάξης, όχι φυσικά για να απομακρύνει την εργατική τάξη από τον εθνικό-επαναστατικό αγώνα, αλλά για να σιγουρέψει το ρόλο της όχι μόνο σαν του πιο αποφασιστικού μαχητή, αλλά επίσης και σαν του πολιτικού ηγέτη που κατακτά την ηγεμονία στον αγώνα των κινέζικων μαζών… Αλλά αυτό είναι δυνατό μόνο στη βάση ενός ανεξάρτητου ταξικού κόμματος και μιας ταξικής πολιτικής… Το να πιστεύουμε ότι η μικροαστική τάξη μπορεί να κερδηθεί από έξυπνους χειρισμούς ή καλές συμβουλές μέσα στο Κουομιτάνγκ είναι απελπιστικά ουτοπικό». 

Μια τέτοια προοπτική ήταν τελείως απαράδεκτη για τον Στάλιν και τους συνεργάτες του. Η πολιτική τους ήταν να αγκιστρώσουν το Κομμουνιστικό Κόμμα στο ΚΜΤ και να το αναγκάσουν να υποτάξει τον εαυτό του, αδιαφορώντας για τις συνέπειες.

Η κατάληξη ήταν ο Τσαγκ Κάι Σεκ, ο στρατιωτικός αρχηγός του ΚΜΤ, να εξαπολύσει το πρώτο του πραξικόπημα ενάντια στην αριστερά στην Καντόνα, τον Μάρτιο του 1926, συλλαμβάνοντας στελέχη του ΚΚΚ και κλείνοντας συνδικάτα. Η μισή ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος ήταν υπέρ της ρήξης με το ΚΜΤ. Όμως, ο Στάλιν (και ο Μπουχάριν) είχαν άλλη γνώμη. Τελικά το κόμμα υποχώρησε. Μέχρι και το κατάλογο των μελών του έδωσε στο ΚΜΤ.

Η κορύφωση του δράματος θα ερχόταν ένα χρόνο μετά, στη Σαγκάη. Μια εργατική εξέγερση είχε απελευθερώσει τη μεγαλύτερη πόλη της Κίνας. Στις 26 Μάρτη 1927, ο Τσιανγκ Κάι Σεκ μπήκε στην πόλη. Την επόμενη μέρα κήρυξε στρατιωτικό νόμο. Το Κομμουνιστικό Κόμμα έδωσε «γραμμή» να μην υπάρξει αντίσταση.  Λίγες μέρες μετά ο στρατός του ΚΜΤ κατέσφαξε χιλιάδες εργάτες σε συνεργασία με την κινέζικη «μαφία» και τη βρετανική και γαλλική αστυνομία. Λίγους μήνες μετά ακολούθησε μια δεύτερη σφαγή στην Καντόνα, μεγαλύτερη κι απ’ αυτή της Σαγκάης. Η Κινέζικη Επανάσταση οδηγήθηκε στην ήττα.

Όπως γράφει ο Ντάνκαν Χάλας στο βιβλίο του «Ο Μαρξισμός του Τρότσκι»: «Η θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης είχε επιβεβαιωθεί ξανά εντυπωσιακά –με μια αρνητική έννοια».