Ηγετικό ρόλο στην Παλαιστινιακή Αντίσταση έχουν η Χαμάς και σε μικρότερο βαθμό η Ισλαμική Τζιχάντ, δηλαδή οργανώσεις που ανήκουν στο ρεύμα του πολιτικού Ισλάμ.. Αν εξετάσουμε την ιστορία της Μέσης Ανατολής τα τελευταία χρόνια, διαπιστώνουμε την ίδια εικόνα: αυτό το ρεύμα κυριαρχεί ενώ η Αριστερά βρίσκεται σε υποχώρηση.
Το «πολιτικό Ισλάμ» έχει μια περίπλοκη ιστορία που ξεκινάει από τις αρχές του 20ου αιώνα. Όμως, για ένα μεγάλο μέρος εκείνων των δεκαετιών, δυνάμεις της Αριστεράς είχαν μαζική απήχηση και «μετρούσαν» στο πολιτικό σκηνικό των χωρών τους. Αυτό ίσχυε για παράδειγμα με τα Κομμουνιστικά Κόμματα στη Συρία, το Ιράκ και το Ιράν. Στο παλαιστινιακό εθνικό-απελευθερωτικό κίνημα ηγεμόνευε η Φατάχ του Γιασέρ Αραφάτ. Όμως, δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς όπως το Λαϊκό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης και το Δημοκρατικό Μέτωπο για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης είχαν ισχυρότατη παρουσία. Ακόμα και στην Αίγυπτο όπου το κομμουνιστικό κίνημα δεν απέκτησε ποτέ τις διαστάσεις άλλων χωρών, η Αριστερά είχε επιρροή και στο εργατικό και το φοιτητικό κίνημα.
Αυτή η ιστορία είναι μια πρώτη και σημαντική απάντηση στις ισλαμοφοβικές εκστρατείες των αρχουσών τάξεων. Συστηματικά παρουσιάζουν την εργατική τάξη και τους φτωχούς των κοινωνιών όπου η κυρίαρχη θρησκεία είναι το Ισλάμ, ως καθυστερημένες «μάζες» που τις αφιονίζουν θρησκόληπτοι φανατικοί. Για τη σημερινή κατάσταση της Αριστεράς δεν φταίει κάποια μυστηριώδης ιδιότητα της ισλαμικής θρησκείας, κάποια ιδιαιτερότητα αυτών των κοινωνιών που υποτίθεται τις έχει αφήσει εκτός «νεωτερικότητας». Φταίνε οι πολιτικές επιλογές της ίδιας της Αριστεράς.
Η εργατική τάξη και ο φτωχόκοσμος της Μέσης Ανατολής έχει μεγάλη παράδοση αγώνων και εξεγέρσεων. Από την ίδια την Παλαιστίνη και τη Συρία στη δεκαετία του 1930 μέχρι τις εκρήξεις στο Ιράκ και την Αίγυπτο μετά τον Β’΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Έτσι απέκτησε το όνομα ως «Αραβικό πεζοδρόμιο» που καθορίζει τις εξελίξεις.
Το πιο πρόσφατο κύμα επαναστάσεων και εξεγέρσεων, το 2011-13, ήταν αυτό που ονομάστηκε Αραβική Άνοιξη. Πήρε αυτή την ονομασία γιατί πολλοί αναλυτές το συνέκριναν με την Άνοιξη των Λαών που σάρωσαν όλη σχεδόν την Ευρώπη το 1848-49. Πέρα από τις ιστορικές αναλογίες, η Αραβική Άνοιξη ήταν ένας σεισμός που αιφνιδίασε και τρομοκράτησε τους «από πάνω» σε όλον τον κόσμο. Ξεκίνησε στην Τυνησία, ανατρέποντας τη δικτατορία του Μπεν Αλί, του εκλεκτού και της Ε.Ε, πέρασε στην Αίγυπτο όπου γκρέμισε το καθεστώς του Μουμπάρακ, το οποίο πέρα από δικτατορικό ήταν και πιστός σύμμαχος του Ισραήλ. Η Αραβική Άνοιξη πέρασε στη Συρία όπου συνάντησε την άγρια καταστολή από το καθεστώς του Άσαντ και ο αντίκτυπός της έφτασε μέχρι τις μοναρχίες του Κόλπου. Δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες και «ψωμί» -κόντρα στη φτώχεια και τις νεοφιλελεύθερες επιθέσεις- ήταν το κοινό υπόβαθρο.
Η «επίσημη» Αριστερά στάθηκε από αμήχανη έως και εχθρική στην Αραβική Άνοιξη. Στην Αίγυπτο, το επίκεντρο της Αραβικής Άνοιξης, έφτασε να χειροκροτεί το πραξικόπημα του στρατηγού Σίσι το 2013, που ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και την έκανε «ασφαλή». Για ποιον; Για τις ΗΠΑ, την Ε.Ε, τα δάνεια του ΔΝΤ και βέβαια για το Ισραήλ.
Το πιο χτυπητό παράδειγμα ήταν στη Συρία. Τα δύο κομμουνιστικά κόμματα όχι απλά κατήγγειλαν την επανάσταση σαν προϊόν συνωμοσίας της Δύσης, αλλά συμμετείχαν επίσημα στην κυβέρνηση του καθεστώτος του Άσαντ. Δηλαδή το καθεστώς που τα είχε βρει σιωπηλά με το σιωνιστικό κράτος (και «πειθαρχούσε» τους Παλαιστίνιους στα στρατόπεδα προσφύγων) και όχι τόσο σιωπηλά με τον δυτικό ιμπεριαλισμό, εφάρμοζε νεοφιλελεύθερες «μεταρρυθμίσεις» που σκορπούσαν τη φτώχεια και την ανισότητα και κατέπνιγε κάθε φωνή διαμαρτυρίας.
Όπως επισημαίνει ο Ν. Λούντος στο βιβλίο “Μέση Ανατολή: Από το διαρκή πόλεμο στη διαρκή επανάσταση”: «Για πολλές δεκαετίες η Αριστερά στη Μέση Ανατολή ήταν και είναι αδύναμη, ακριβώς γιατί η σταλινική αντεπανάσταση οδήγησε τα Κομμουνιστικά Κόμματα της περιοχής σε ιδεολογική χρεοκοπία και σε εγκατάλειψη της επαναστατικής προοπτικής, για χάρη των “προοδευτικών καθεστώτων”. Το Κομμουνιστικό Κόμμα Συρίας δεν είναι απλώς ένα παράδειγμα. Υπήρξε ο πολιορκητικός κριός του σταλινισμού και ηγήθηκε στην μετατροπή της Αριστεράς σε ακίνδυνη δύναμη. Αυτές οι επιλογές, που ξεκίνησαν από τη δεκαετία του 1930, αλλά έφτασαν σε κορύφωση τις δεκαετίες του ‘60 και του ‘70, άνοιξαν το δρόμο τόσο για τους εθνικιστές όσο και για τους ισλαμιστές που κάλυψαν το κενό που άφησε η Αριστερά».
Σημείο καμπής
Η δεκαετία του ’30 ήταν πράγματι σημείο καμπής και για τα κομμουνιστικά κόμματα στη Μ. Ανατολή. Μέχρι τότε, πάλευαν για την επαναστατική ανατροπή που θα την έκαναν οι εργατικές τάξεις επικεφαλής των αγροτών και όλων των καταπιεσμένων για να χτίσουν τη δική τους εξουσία και τον σοσιαλισμό. Από τη δεκαετία του ’30, με την παρέμβαση της σταλινικής Ρωσίας, υιοθέτησαν τη στρατηγική των σταδίων. Οι χώρες είναι «φεουδαρχικές» άρα πρώτα θα πρέπει να χτιστεί ο «κανονικός» καπιταλισμός και η κοινοβουλευτική δημοκρατία σε συνεργασία με την «προοδευτική», «εθνική», «πατριωτική» αστική τάξη και μετά, στο επόμενο «στάδιο», ο σοσιαλισμός.
Το βασικό κριτήριο, βέβαια, για το τι αποτελούσε προοδευτικό, εθνικό ή πατριωτικό κόμμα και καθεστώς ήταν οι επιλογές της σταλινικής Σοβιετικής Ένωσης στη διεθνή σκακιέρα. Τα κομμουνιστικά κόμματα πλήρωσαν ακριβά αυτές τις επιλογές. Το πιο χτυπητό παράδειγμα ήταν το 1948, η χρονιά της Νάκμπα για τους Παλαιστίνιους, όταν η Σοβιετική Ένωση έσπευσε να αναγνωρίσει πρώτη, και να εξοπλίσει, το σιωνιστικό κράτος.
Το παλαιστινιακό απελευθερωτικό κίνημα επηρεάστηκε από αυτές τις στροφές της Αριστεράς. Η αριστερή του πτέρυγα γεννήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 μέσα από μια διαδικασία κριτικής του αραβικού εθνικισμού που έβλεπε την απελευθέρωση από τα δεσμά του ιμπεριαλισμού να είναι έργο κάποιων σωτήρων από τα πάνω, όπως του Νάσερ της Αιγύπτου.
Όμως, η ρήξη ποτέ δεν έφτασε μέχρι το τέλος, μέχρι την υιοθέτηση μιας στρατηγικής που βλέπει σαν υποκείμενο της ανατροπής την αραβική εργατική τάξη. Το σύνθημα που είχε πρωτοδιατυπωθεί στα μέσα της δεκαετίας του ’60: «Ο δρόμος για την Ιερουσαλήμ περνάει από το Αμάν, από το Κάιρο, από τη Βηρυτό, από το Ριάντ» μπορούσε να ερμηνευτεί με δυο τρόπους. Περνάει από τα καθεστώτα αυτών των χωρών, την διπλωματική και στρατιωτική υποστήριξή τους ή περνάει από την ανατροπή τους από την εργατική τάξη.
Για την ηγεσία του παλαιστινιακού κινήματος, της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), ρεαλιστικός ήταν ο πρώτος δρόμος. Κι αυτό σήμαινε μια σειρά συμβιβασμών με αποκορύφωμα τις Συμφωνίες του Όσλο το 1993. Κι η παλαιστινιακή Αριστερά παρά τον ηρωισμό και τις κριτικές της, ακολουθούσε κάθε φορά στο όνομα της «εθνικής ενότητας». Έτσι άνοιξε ο δρόμος για τη Χαμάς και άλλες οργανώσεις να ηγεμονεύσουν στην αντίσταση ενάντια στην ισραηλινή κατοχή από την εποχή της Δεύτερης Ιντιφάντα (εξέγερση) που ξεκίνησε το έτος 2000 και διήρκεσε πέντε χρόνια.
Τέτοιες οργανώσεις και κινήματα δεν είναι «ισλαμοφασισμός» και «σκοταδισμός». Τέτοιες αναλύσεις στην Αριστερά σημαίνουν απλά συνθηκολόγηση με τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στη Μ. Ανατολή, με τις άρχουσες τάξεις που στηρίξανε το γενοκτονικό σιωνιστικό κράτος και τις ισλαμοφοβικές επιθέσεις τους σε πρόσφυγες και μετανάστες, δηλαδή ένα μεγάλο τμήμα της εργατικής τάξης στις «πολιτισμένες» χώρες. Και για την Αριστερά στις αραβικές χώρες σημαίνουν συνθηκολόγηση με δικτατορικά και διεφθαρμένα καθεστώτα.
Το σημερινό διεθνές κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη μπόρεσε να αποκτήσει τις συγκλονιστικές διαστάσεις γιατί στην καρδιά του σε πολλές χώρες βρέθηκαν δυνάμεις της ριζοσπαστικής και επαναστατικής Αριστεράς που δεν ακολούθησαν αυτή τη λάθος επιλογή. Συγκρουστήκαμε με τις πιέσεις που μας καλούσαν να καταγγείλουμε την Παλαιστινιακή Αντίσταση, και την επιχείρηση της 7 Οκτώβρη συγκεκριμένα, σαν αποτρόπαια πράξη «ισλαμικής τρομοκρατίας».
Δυναμώνοντας το κίνημα που παλεύει για λεύτερη Παλαιστίνη από τον Ιορδάνη ως τη Μεσόγειο, δυναμώνουμε και την επαναστατική Αριστερά στις χώρες μας και δίνουμε χώρο και δύναμη να αναγεννηθεί η επαναστατική Αριστερά στη Μ. Ανατολή.