Σ τις 20 Αυγούστου του 1940 ο Λέον Τρότσκι δέχτηκε ένα συντριπτικό χτύπημα στο κρανίο, με ορειβατική αξίνα, από το χέρι του Ραμόν Μερκαντέρ, ενός πράκτορα της σταλινικής NKVD (μυστικής αστυνομίας). Ξεψύχησε την επόμενη μέρα. Λίγους μήνες πριν, στις 24 Μάη, μια άλλη απόπειρα δολοφονίας είχε αποτύχει –όταν μια ομάδα πρακτόρων και συνεργατών της NKVD άνοιξαν πυρ με αυτόματα όπλα στο σπίτι του, σε ένα προάστιο της Πόλης του Μεξικού.
Ο Στάλιν δεν είχε αφήσει τίποτα στην τύχη. Από τον Μάρτη του 1939 είχε αναθέσει στον Π. Σουντοπλάτοφ, υποδιευθυντή της Διεύθυνσης Εξωτερικού της NKVD την οργάνωση της δολοφονίας του Τρότσκι. Τρία διαφορετικά δίκτυα στήθηκαν για να φέρουν σε πέρας την «εκκαθάριση».
Είχε προηγηθεί η ανηλεής δίωξη και εξόντωση των συγγενών και συνεργατών του Τρότσκι, ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Οι γραμματείς του Τρότσκι στα χρόνια της επανάστασης και του εμφυλίου πολέμου επίσης συνελήφθησαν, εκτελέστηκαν ή «αυτοκτόνησαν». Οι δυο του κόρες πέθαναν λόγω των διώξεων. Ο ένας του γιος που δεν είχε σχέση με την πολιτική συνελήφθη και πέθανε στην εξορία. Ο Λέον Σεντόφ, ο πρωτότοκος γιος του, τον είχε ακολουθήσει στο εξωτερικό μετά την απέλασή του το 1929. Διαδραμάτιζε κεντρικό ρόλο στον συντονισμό των επαναστατικών ομάδων και οργανώσεων που αναφέρονταν στις ιδέες του Τρότσκι. Δολοφονήθηκε στο Παρίσι το 1938.
Λίγα χρόνια πριν ο Τρότσκι είχε γράψει ότι «η εκδίκηση της ιστορίας είναι πιο δυνατή από την εκδίκηση του Γενικού Γραμματέα». Είχε δίκιο, αλλά ούτε αυτός μπορούσε να φανταστεί την έκταση και το σκοτάδι της εκδίκησης του δεύτερου.
Χιλιάδες επαναστάτες/τριες που είχαν ενταχθεί κατά καιρούς στην Αριστερή Αντιπολίτευση μέσα στην Ρωσία, εξορίστηκαν και εκτελέστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης στην Σιβηρία. Είχαν παλέψει σκληρά, δεν υπέστειλαν ποτέ τη σημαία.
Κυκλοφορούσαν κρυφά δελτία συζήτησης γραμμένα με μικροσκοπικά γράμματα και γεμάτα ιδέες και αντιπαραθέσεις, έκαναν σκληρές απεργίας πείνας για να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους. «Κατά τη διάρκεια του 1937 και του 1938, ομάδες τροτσκιστών καλούνταν η μία μετά την άλλη από το απομονωτήριο. Τους πήγαιναν για ανάκριση και από εκεί στο θάνατο. Κάθε εβδομάδα νέα ονόματα εξαφανίζονταν από το περιβάλλον μας. Ήταν η συστηματική εξόντωση της Αντιπολίτευσης. Μέχρι το 1939, δεν είχε μείνει ζωντανός ούτε ένας τροτσκιστής της παλιάς φρουράς», αναφέρουν τα απομνημονεύματα ενός πολιτικού εξόριστου,
Ο Στάλιν (με την στήριξη του Μπουχάριν) είχε εξορίσει τον Τρότσκι το 1928 στην Αλμα-Ατα του τότε Τουρκεστάν και τον Φλεβάρη του 1929 το πολιτικό γραφείο του ρωσικού κομμουνιστικού κόμματος αποφάσισε να τον απελάσει στην Τουρκία.
Τα επόμενα χρόνια ο Τρότσκι ήταν ένας άνθρωπος «σε έναν πλανήτη δίχως βίζα» όπως έγραψε ο πρώτος βιογράφος του, ο Ισαάκ Ντόϊτσερ. Δυο χρόνια στην Πρίγκηπο της Προποντίδας και μετά μια περιπλάνηση σε Γαλλία και Νορβηγία. Παντού, οι κυβερνήσεις της «πολιτισμένης», «δημοκρατικής» Δύσης, του έδειχναν την πόρτα. Για τις φασιστικές χώρες δεν υπήρχε βέβαια λόγος.
Ο Τρότσκι είχε βρεθεί στο Μεξικό στις αρχές του 1937. Ο πρόεδρος της χώρας, ο στρατηγός Λάζαρο Καρδένας, ήταν ο μόνος ηγέτης κράτους που δέχτηκε να δώσει βίζα και άδεια παραμονής στο Τρότσκι.
Ανάμεσα στο 1936 και στο 1938 στις περιβόητες «Δίκες της Μόσχας» ο Στάλιν είχε εξοντώσει όλη την «παλιά φρουρά» των μπολσεβίκων, ακόμα και εκείνους που είχαν συμβιβαστεί πολλές φορές με το γραφειοκρατικό καθεστώς στο παρελθόν. Οι Δίκες ήταν στημένες, άλλωστε δεν παρουσιάστηκε ούτε ένα αποδεικτικό στοιχείο ενοχής πέρα των «ομολογιών» των κατηγορουμένων. Μια λεπτομέρεια που έχει τη σημασία της: ο εισαγγελέας που διόρισε ο Στάλιν για να χειριστεί τις Δίκες, ο Αντρέι Βισίνσκι που ούρλιαζε από την έδρα του «να τουφεκιστούν αυτά τα σκυλιά», ήταν εκείνος που ως αντιεισαγγελέας Πετρούπολης τον Ιούλη του 1917 είχε υπογράψει το ένταλμα σύλληψης του Λένιν.
Οι δίκες ήταν παρωδία και είχαν πολιτική σημασία: με αυτές ο Στάλιν επιβεβαίωνε την προσωπική του δικτατορία στην άρχουσα τάξη του κρατικού καπιταλισμού, ξεφορτωνόταν κάθε προσωπικότητα που μπορούσε να έχει αναφορά στον Οκτώβρη του 1917. Από την κεντρική επιτροπή των μπολσεβίκων τον Οκτώβρη του 1917, μόνο ο Λένιν πρόλαβε να πεθάνει από φυσικό θάνατο.
Υποτίθεται ότι στα μέσα της δεκαετίας του '30 ο σοσιαλισμός χτιζόταν με γιγάντια βήματα στην ΕΣΣΔ και οι «μάζες» απολάμβαναν τους καρπούς του. Τον Νοέμβρη του 1935 ο Στάλιν είπε τη φράση που θα έδινε και τίτλο σε ένα τραγούδι: «Η ζωή έχει γίνει καλύτερη σύντροφοι, η ζωή γίνεται πιο χαρούμενη». Τέτοια ήταν η επιτυχία, σύμφωνα με τον Στάλιν, ώστε στο Σύνταγμα του 1936 δηλωνόταν ότι η ΕΣΣΔ ήταν πλέον «παλλαϊκό κράτος» κι όχι «δικτατορία του προλεταριάτου».
Εκκαθαρίσεις
Γιατί, λοιπόν, μέσα στην «καλύτερη ζωή», ο Στάλιν επιλέγει να κάνει την πιο σκληρή εκκαθάριση κάθε εν δυνάμει διαφορετικής φωνής; Στις Δίκες της Μόσχας εξοντώθηκε σχεδόν όλη η «παλιά φρουρά» των μπολσεβίκων και η ηγεσία του Κόκκινου Στρατού. Αλλά όχι μόνο αυτοί. Από τους 1.996 αντιπροσώπους στο 17ο συνέδριο του κόμματος το 1934, το επονομαζόμενο και «συνέδριο των νικητών», οι 1.108 εκτελέστηκαν τα επόμενα πέντε χρόνια όπως και τα 118 από τα 139 τακτικά και αναπληρωματικά μέλη της ΚΕ που είχε εκλέξει αυτό το συνέδριο. Ο αριθμός των ανθρώπων που εξορίζονταν και κρατούνταν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας ή σε «απομονωτήρια» έφτασε από 1.500.000 το 1930, στα 11.500.000 το 1938 στο αποκορύφωμα του Τρόμου.
Με αυτό τον τρόπο ο Στάλιν εξάλειψε κάθε πιθανό σημείο συσπείρωσης για την κοινωνική δυσαρέσκεια που γεννούσε η πολιτική της γραφειοκρατίας. Κι η “δυσαρέσκεια” δεν ήταν αποτέλεσμα της «αντισοβιετικής προπαγάνδας» ή της υπονομευτικής δράσης των «παλιών εκμεταλλευτριών τάξεων». Ήταν προϊόν του μονόπλευρου εμφύλιου που είχε εξαπολύσει η γραφειοκρατία ενάντια στους αγρότες και στην εργατική τάξη.
Στον πρώτο τόμο του Κεφάλαιου ο Μαρξ επισημαίνει ότι το κεφάλαιο «ήρθε στον κόσμο βουτηγμένο από την κορυφή μέχρι τα νύχια, σε κάθε πόρο, βουτηγμένο στο αίμα και τη βρωμιά». Αυτή η περιγραφή ταιριάζει απόλυτα για τις μεθόδους που χρησιμοποίησε ο Στάλιν και η νέα άρχουσα τάξη των γραφειοκρατών για να κάνει την ΕΣΣΔ μια υπερδύναμη ικανή να ανταγωνιστεί στρατιωτικά τους ανταγωνιστές της στη Δύση. Έπρεπε να πετύχουν μέσα σε λίγα χρόνια ότι πέτυχε ο βρετανικός καπιταλισμός σε δυο αιώνες, τον 18ο και τον 19ο.
Είναι εντυπωσιακή η ομοιότητα των μεθόδων που εισήγαγε η γραφειοκρατία με τα Πεντάχρονα Πλάνα, τόσο με τις μεθόδους των αρχών της Βιομηχανικής Επανάστασης στην Αγγλία όσο και με τις σημερινές επιθέσεις στην εργατική τάξη. Σύμφωνα με ένα νόμο του 1929 κάθε άνεργος/η που αρνιόταν τη θέση εργασίας που του όριζε η αρμόδια υπηρεσία, έχανε το επίδομα ανεργίας. Δηλαδή ένα μέτρο που φιγουράρει σε κάμποσες νεοφιλελεύθερες «μεταρρυθμίσεις» σήμερα. Το 1932 με νόμο ένας εργάτης που απουσίαζε έστω και μια μέρα «αδικαιολόγητα» από τη δουλειά, όχι μόνο μπορούσε να απολυθεί αλλά και να του γίνει έξωση από το διαμέρισμα που έμενε. Οι συλλογικές συμβάσεις «πάγωσαν» το 1934 για να καταργηθούν αργότερα.
Για τα εκατομμύρια των αγροτών, η «χαρούμενη ζωή», σήμαινε απαλλοτρίωση των χωραφιών τους στα μεγάλα «συνεταιριστικά» αγροκτήματα (κολχόζ). Ο στόχος ήταν να ελεγχθεί η παραγωγή τροφίμων για τις ανάγκες της εκβιομηχάνισης και να διοχετευθούν εκατομμύρια άνθρωποι ως φτηνό εργατικό δυναμικό στα νέα μεγάλα εργοστάσια. Λιμός, εκστρατείες τιμωρίας στην ύπαιθρο, συνόδευσαν αυτή την πολιτική.
Δεν μπορούμε να μιλάμε για εργατικό κράτος χωρίς και ενάντια στην εργατική τάξη. Δεν είναι η κρατική ιδιοκτησία το χαρακτηριστικό που κάνει ένα κράτος εργατικό και μια κοινωνία σοσιαλιστική. Ο Καγκανόβιτς, ένα από τα «αφεντικά» της βαριάς βιομηχανίας στη δεκαετία του '30 είχε πει τη φράση «η γη πρέπει να τρέμει όταν ο διευθυντής μπαίνει στο εργοστάσιο». Μαζί με τη «γη» έπρεπε να τρέμουν κι οι εργάτες. Μια τάξη που «τρέμει» δεν μπορεί να είναι πολιτικά κυρίαρχη, ακόμα και αν το κράτος διαλαλεί ότι κυβερνά στο όνομά της.
Ο Τρότσκι ήταν ο «μεγάλος απών» από τα εδώλια των κατηγορουμένων στις Δίκες της Μόσχας. Όμως, ήταν ο βασικός κατηγορούμενος. Ο Στάλιν πρέπει να είχε μετανιώσει την απέλασή του. Τον κυνήγησε μέχρι θανάτου. Αυτή η απόφαση δεν ήταν απλά μια προσωπική εμμονή του Στάλιν (όχι ότι δεν διακρινόταν και γι’ αυτές). Είναι συνηθισμένο σήμερα από διάφορους κύκλους να υποβιβάζεται αυτή η εμμονή σαν το προϊόν της προσωπικής σύγκρουσης δυο «τυράννων» που δεν τους χώριζε κάτι ουσιαστικό. Κι όμως, τους χώριζε. Η απόφαση για την εξόντωση του Τρότσκι ήταν ψυχρή πολιτική απόφαση.
Την περίοδο που η σταλινική Ρωσία έμπαινε στη φάση του «μεγάλου τρόμου» των σταλινικών εκκαθαρίσεων, ο Τρότσκι έδινε την τιτάνια μάχη να υπερασπίσει την κληρονομιά της ρωσικής επανάστασης και να αποδείξει ότι «ποτάμια αίματος χωρίζουν τον σταλινισμό και τον μπολσεβικισμό». Το βιβλίο η Προδομένη Επανάσταση ήταν προϊόν αυτής της προσπάθειας και η πρώτη σοβαρή μαρξιστική ανάλυση της σταλινικής γραφειοκρατίας, των υλικών βάσεων που αναδείχτηκε και επικράτησε στις συνθήκες της απομόνωσης της σοβιετικής Ρωσίας. Έγραφε:
«Ο Λένιν, ακολουθώντας τον Μαρξ και τον Ένγκελς, έβλεπε το πρώτο διακριτικό γνώρισμα της προλεταριακής επανάστασης στο γεγονός ότι, απαλλοτριώνοντας τους εκμεταλλευτές, θα καταργούσε την αναγκαιότητα ενός γραφειοκρατικού μηχανισμού, υψωμένου πάνω από την κοινωνία –και πάνω απ’ όλα, της αστυνομίας και του μόνιμου στρατού…
Όπως και να ερμηνεύετε τη φύση του σημερινού σοβιετικού κράτους, ένα πράγμα είναι αδιαμφισβήτητο: στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας της ύπαρξής του, όχι μόνο δεν έχει σβήσει, αλλά ούτε καν έχει αρχίσει να ‘σβήνει’. Ακόμα χειρότερα, έχει μεγαλώσει κι έχει γίνει ένας ανήκουστος μέχρι τώρα μηχανισμός καταπίεσης.
Ανεξέλεγκτη δύναμη
Η γραφειοκρατία όχι μόνο δεν έχει εξαφανιστεί, δίνοντας τη θέση της στις μάζες, αλλά και έχει μετατραπεί σε μια ανεξέλεγκτη δύναμη που κυριαρχεί πάνω στις μάζες. Ο στρατός όχι μόνο δεν έχει αντικατασταθεί από τον ένοπλο λαό, αλλά και έχει γεννήσει μια προνομιούχα κάστα αξιωματικών, με επικεφαλής στρατάρχες, ενώ στο λαό, ‘στον ένοπλο φορέα της δικτατορίας’, απαγορεύεται στη Σοβιετική Ένωση να φέρει ακόμα και ένα μη πυροβόλο όπλο. Ακόμα και η πιο αχαλίνωτη φαντασία, θα δυσκολευόταν να συλλάβει ένα κοντράστ πιο χτυπητό από αυτό που υπάρχει ανάμεσα στο σχήμα του εργατικού κράτους που έχει δοθεί από τον Μαρξ, τον Ένγκελς και τον Λένιν, και το πραγματικό κράτος στο οποίο ηγείται σήμερα ο Στάλιν».
Σε ένα κεφάλαιο που ασχολείται με την οικογένεια, ο Τρότσκι κατακεραυνώνει, με σαρκασμό γεμάτο οργή, την επερχόμενη, όταν έγραφε, απαγόρευση των εκτρώσεων. Το απόσπασμα μας θυμίζει τις σημερινές επιθέσεις στο δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση:
«Αλλά εδώ ο ανώτατος σοβιετικός δικαστής μας πληροφορεί ότι σε μια χώρα όπου ‘η ζωή είναι ευτυχισμένη’, η έκτρωση θα έπρεπε να τιμωρείται με φυλάκιση ακριβώς όπως στις καπιταλιστικές χώρες όπου η ζωή είναι θλιβερή. Είναι καθαρό από τα πριν, ότι στη Σοβιετική Ένωση όπως και στη Δύση, εκείνες που θα πέσουν στα νύχια του δεσμοφύλακα θα είναι κυρίως οι εργάτριες, οι υπηρέτριες, οι αγρότισσες, που τους είναι δύσκολο να καλύψουν τα βάσανά τους. Όσον αφορά τις ‘γυναίκες μας’, που μας βομβαρδίζουν με απαιτήσεις για λεπτά αρώματα και άλλα ευχάριστα πράγματα, αυτές, όπως και πριν, θα κάνουν αυτό που θεωρούν ότι είναι αναγκαίο, κάτω από την ίδια τη μύτη ενός καλόβολου δικαστή. ‘Έχουμε ανάγκη από ανθρώπους’, καταλήγει ο Σολτζ, κλείνοντας τα μάτια του μπροστά στα άστεγα παιδιά. ‘Τότε, έχετε την καλοσύνη να τα γεννήσετε εσείς’, θα ήταν ίσως η απάντηση στον ανώτατο δικαστή εκατομμυρίων εργαζόμενων γυναικών, αν η γραφειοκρατία δεν τους είχε σφραγίσει τα χείλη με τη σφραγίδα της σιωπής».
Μέχρι το τέλος της ζωής του ο Τρότσκι ωστόσο υποστήριζε ότι η Ρωσία του Στάλιν εξακολουθούσε να είναι ένα εργατικό κράτος, έστω εκφυλισμένο. Πίστευε ότι η γραφειοκρατία ήταν ένα «καρκίνωμα» που δεν θα άντεχε στους κλονισμούς του επερχόμενου πολέμου. Είχε λάθος σε αυτή την ανάλυση, όπως αποδείχτηκε. Η γραφειοκρατία με τον Στάλιν έχτιζαν ένα κρατικό καπιταλισμό που στη δεκαετία του ’40 και του ’50 θα γινόταν «υπερδύναμη».
Όμως, αυτό δεν μπορεί να σβήσει την τεράστια συμβολή της ανάλυσης του Τρότσκι. Διέσωσε για τις επόμενες γενιές των αγωνιστών/
τριών την ουσία της έννοιας σοσιαλισμός: μια κοινωνία που θα κυβερνάνε οι εργάτες και οι εργάτριες, το κριτήριο της παραγωγής θα είναι οι κοινωνικές ανάγκες και όχι το ανταγωνιστικό κυνήγι του κέρδους και που στην ανεπτυγμένη της μορφή μαζί με την εκμετάλλευση και την καταπίεση το ίδιο το κράτος θα έχει μπει στο «μουσείο της ιστορίας». Αυτή η κληρονομιά του «σοσιαλισμού από τα κάτω», δίνει νικηφόρα προοπτική στους αγώνες του σήμερα. Κι ο Τρότσκι είναι αναντικατάστατο κομμάτι της.
Όχι μόνο για τις ιδέες του αλλά και για την επιμονή του να μην αποσυρθεί στο ρόλο ενός σχολιαστή, αλλά να παλέψει με νύχια και με δόντια να χτίσει επαναστατικές οργανώσεις σε όλον τον κόσμο που θα εμπλακούν στην πάλη της εργατικής τάξης. Τα βιβλία και τα άρθρα μπορούσε να τα θάψει και να τα συκοφαντήσει ο Στάλιν και οι αυλικοί του. Αυτή την προσπάθεια, όμως, δεν μπορούσε και γι’ αυτόν τον λόγο αποφάσισε να «κόψει το κεφάλι της».