Στις 23 Ιούλη του 1975, ακριβώς ένα χρόνο μετά την πτώση της Χούντας, στο προεδρικό μέγαρο στην οδό Ηρώδου Αττικού επικρατούσε αναβρασμός. Ο «εθνάρχης» Κωνσταντίνος Καραμανλής ετοίμαζε για την επόμενη μέρα μια δεξίωση-φιέστα «εθνικής ομοψυχίας για τον ένα χρόνο από την αποκατάσταση στης δημοκρατίας» με καλεσμένο όλο τον τότε πολιτικό κόσμο. Του βγήκε ξινό. Στις 23 Ιούλη οι οικοδόμοι δεν γιόρτασαν την πρώτη επέτειο με σαμπάνιες και καπνιστούς σολομούς αλλά με μαζική απεργία, διαδήλωση και άγριες συγκρούσεις με την αστυνομία όπου όλο το κέντρο της Αθήνας έγινε πεδίο μάχης από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ.
Η οικονομική κρίση που ξέσπασε μετά το 1973 είχε σαν συνέπεια την κατακόρυφη αύξηση της ανεργίας στην οικοδομή. Με αιτήματα τη λήψη μέτρων για την ανεργία, αυξήσεις και εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος οργανώθηκε η 24ωρη απεργία στις 23 Ιούλη από την Συντονιστική Επιτροπή οικοδομικών σωματείων στην οποία τον έλεγχο είχαν συνδικαλιστές του ΚΚΕ και του ΚΚΕ εσωτερικού, αλλά συμμετείχαν και οικοδόμοι από το ΠΑΣΟΚ και την επαναστατική αριστερά (την ΟΜΛΕ, την ΟΣΕ, την ΟΚΔΕ, την ΕΔΕ, τον Μαχητή και άλλες οργανώσεις). Οι δεξιές διορισμένες ηγεσίες της Ομοσπονδίας Οικοδόμων και της ΓΣΕΕ αποδοκίμασαν το απεργιακό κάλεσμα.
Η απεργιακή συγκέντρωση προγραμματίστηκε στο θέατρο «Περοκέ», στην πλατεία Μεταξουργείου (Καραϊσκάκη) και ήταν πολύ μαζική, το θέατρο δεν χώρεσε τους χιλιάδες απεργούς που πλημμύρισαν την πλατεία. Όπως περιέγραφε σε παλιότερη συνέντευξή του το 2015 στην Εργατική Αλληλεγγύη ο οικοδόμος Νίκος Γεωργίου που συμμετείχε στα γεγονότα: «Η Συντονιστική Επιτροπή προσπάθησε να περιορίσει την απεργιακή συγκέντρωση στην πλατεία. Όμως, ο κόσμος απαιτούσε να κάνει πορεία στο υπουργείο Εργασίας που τότε ήταν στην οδό Πειραιώς. Η πορεία ξεκίνησε. Η αστυνομία έκλεισε το δρόμο, ε και εκεί άρχισε το έλα να δεις».
Οι αστυνομικές δυνάμεις αρχικά παρατάχθηκαν στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου για να σταματήσουν τη διαδήλωση. Ήταν μία από τις πρώτες εμφανίσεις των ΜΑΤ που μόλις είχε ιδρύσει η κυβέρνηση Καραμανλή. Πίσω από τα ΜΑΤ στάθμευσαν οι καινούργιες «αύρες», θωρακισμένα οχήματα που στόχο είχαν να καταδιώκουν διαδηλωτές και να εκτοξεύουν δακρυγόνα. Η Συντονιστική Επιτροπή αποφάσισε, μετά από απαίτηση της αστυνομίας, η πορεία να μην συνεχίσει προς την Ομόνοια , αλλά να πορευθεί μέσα από τα στενά προς το υπουργείο Εργασίας. Παρόλα αυτά, τα ΜΑΤ και οι «αύρες» επιτέθηκαν για να διαλύσουν τους απεργούς.
Όμως, μετά από μια πρώτη υποχώρηση οι οικοδόμοι και οι συμπαραστάτες τους, πολύ γρήγορα άρχισαν να συγκροτούνται σε πολυπληθείς ομάδες που έγιναν ακόμα μεγαλύτερες και πέρασαν στην αντεπίθεση όταν έφτασαν τα νέα ότι ο υπουργός Εργασίας της Νέας Δημοκρατίας, ο Λάσκαρης, είχε αρνηθεί να συναντήσει τη μικρή αντιπροσωπεία συνδικαλιστών που κατάφερε να φτάσει στο υπουργείο. Σε όλη την περιοχή μεταξύ Μεταξουργείου, πλατείας Κουμουνδούρου, πλατείας Δημαρχείου στην Αθηνάς, Πολυτεχνείου, Εξαρχείων και λεωφόρου Αλεξάνδρας, υπήρχαν συγκρούσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας, στήνονταν οδοφράγματα και ανάβονταν φωτιές για την εξουδετέρωση των δακρυγόνων που έπεφταν βροχή από τις «αύρες».
Καταιγισμός
Οι απεργοί είχαν την αμέριστη συμπαράσταση του κόσμου. Ο υπογράφων αυτό το κείμενο, δευτεροετής φοιτητής τότε και μέλος της ΟΣΕ, θυμάται πως όταν η αστυνομία προσπάθησε αργά το απόγευμα να διαλύσει ένα οδόφραγμα με καμιά 50αριά οικοδόμους και αρκετούς φοιτητές στη διασταύρωση Ζωοδόχου Πηγής και Αραχώβης, δέχθηκε ένα καταιγισμό από βάζα κι άλλα αντικείμενα από γυναίκες που είχαν βγει στα μπαλκόνια και γιουχάρανε τα ΜΑΤ. Η απάντηση των ΜΑΤ ήταν να ρίξουν δακρυγόνα μέσα στα σπίτια.
Ο Νίκος Γεωργίου δίνει ξανά την εικόνα: «Οι συγκρούσεις κράτησαν από τις 11.30 το πρωί μέχρι το βράδυ. Συμμετείχαν χιλιάδες οικοδόμοι, πάρα πολλή νεολαία, αλλά και άλλοι εργαζόμενοι που μόλις έμαθαν τα νέα κατέβηκαν αυθόρμητα σε συμπαράσταση. Το τονίζω αυτό το τελευταίο, γιατί ένα από τα χαρακτηριστικά της εποχής ήταν ότι όταν απεργούσε ένας κλάδος, ο καθένας σε άλλους κλάδους ένιωθε δικιά του την απεργία. Η νίκη του ενός θα ήταν και νίκη των άλλων. Ο Καραμανλής έβγαλε για πρώτη φορά τις “αύρες”, αλλά δεν μπόρεσε να τσακίσει τους απεργούς και τους συμπαραστάτες μέχρι αργά το βράδυ».
Και συνεχίζει: «Η απεργιακή εξέγερση εκείνης της μέρας στραπατσάρισε τη φιέστα “εθνικής ομοψυχίας” που σχεδίαζε ο Καραμανλής. Οι ηγεσίες των κομμάτων της αριστεράς και του ΠΑΣΟΚ δήλωσαν ότι δεν θα παραστούν στη δεξίωση. Όμως, την επόμενη μέρα πέσαμε από τα σύννεφα όταν διαβάσαμε στις εφημερίδες της αριστεράς ότι όλοι εμείς που συγκρουόμαστε ώρες με την αστυνομία ήμασταν …προβοκάτορες. Κι εγώ, νέος τότε οικοδόμος γύρω από το ΚΚΕ, διάβασα έκπληκτος στο Ριζοσπάστη ότι τα επεισόδια τα προκάλεσαν χουντικοί! Έτσι, λοιπόν, στις συσκέψεις στα σωματεία που γινόντουσαν κάθε απόγευμα, άρχισαν από την επόμενη μέρα οι αντιπαραθέσεις, καθώς απλά μέλη του ΚΚΕ, του ΚΚΕ εσωτερικού και του ΠΑΣΟΚ φώναζαν πως οι ίδιοι συμμετείχαν στις συγκρούσεις και ότι αν είναι κάποιος που πρέπει να καταγγελθεί είναι η αστυνομία και ο Καραμανλής κι όχι οι οικοδόμοι που αντιστάθηκαν μαχητικά».
Η εξέγερση των απεργών οικοδόμων δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία. Η εργατική καταιγίδα της Μεταπολίτευσης είχε ξεσπάσει πολλούς μήνες νωρίτερα. Η πρώτη απεργία της μεταπολίτευσης έγινε στις 4 Οκτώβρη του 1974, στην κονσερβοποιία Νάσιοναλ Καν. Η Διονυσία Πυλαρινού (μέλος σήμερα του ΣΕΚ, εργάτρια τότε στην εταιρία που απολύθηκε μαζί με ένα συνάδελφό της γιατί έφτιαξαν μια εργοστασιακή επιτροπή βάσης που προσπαθούσε να στήσει σωματείο) θυμάται:
Εργοστάσια
«Με πρόταση της επιτροπής αποφασίσαμε να κατεβούμε σε απεργία με αίτημα την επαναπρόσληψη των απολυμένων και αυξήσεις στα μεροκάματα. Η συμμετοχή ήταν 100%. Στο εργοστάσιο δουλεύανε και 50 Πακιστανοί εργάτες. Συμμετείχαν όλοι τους στην απεργία και μάλιστα με πανό που έγραφαν στις δύο γλώσσες ‘Ελληνες-Πακιστανοί εργάτες ενωμένοι’. Εργάτες από τα γύρω εργοστάσια έρχονταν στη Νάσιοναλ Καν να συμπαρασταθούν καθημερινά πριν πάνε στις δουλειές τους. Μαζί τους κόσμος από τις γειτονιές της Ελευσίνας και φοιτητές».
Τη Νάσιοναλ Καν ακολούθησαν οι τεχνικοί Τύπου, η ΗΒΗ, η Ολυμπιακή, η ΙΤΤ, η Πεσινέ, οι μεταλλωρύχοι του Μποδοσάκη, τα Ναυπηγεία της Ελευσίνας, οι έκτακτοι του ΟΠΑΠ, οι γιατροί του ΚΑΤ. Το 1975, στη μάχη μπήκαν πλέον όλα τα μεγάλα εργοστάσια που γίνονται κάστρα του απεργιακού αγώνα: Βιαμάξ, Βιοχάλκο, όλα τα Ναυπηγεία, όλα τα Ορυχεία, Πίτσος, Εσκιμό, Ιζόλα, Τριαντέξ, Τρικοπί, Φούλγκορ, Βιοχρώμ, ΕΤΜΑ, Λαδόπουλος –ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό. Οι απεργοί οργανώνονταν στις εργοστασιακές επιτροπές, έστηναν απεργιακές φρουρές και πολλές φορές έρχονταν αντιμέτωποι όχι μόνο με τους απεργοσπάστες, αλλά και τα ΜΑΤ.
Το κίνημα περνούσε από το ένα εργοστάσιο στο άλλο αγκαλιάζοντας ολόκληρους τους κλάδους αιχμής: Κλωστοϋφαντουργία, ηλεκτρικές συσκευές, ναυπηγεία, αμαξώματα, οικοδομές. Οι μαίες και οι νοσοκόμες που δούλευαν στις κλινικές (ΕΣΥ βέβαια δεν υπήρχε) κατέβηκαν στους δρόμους, οι τηλεφωνήτριες του ΟΤΕ ξεκίνησαν απεργίες. Ο αέρας του ξεσηκωμού έφτασε παντού. Σε λιμάνι της Βραζιλίας, ναυτικοί κατέλαβαν το ελληνικής σημαίας πλοίο «Αιόλιαν Γουίντ» και κρέμασαν στη γέφυρα το πανό «νόμος είναι το δίκιο του εργάτη».
Το κύριο όπλο ήταν η αλληλεγγύη και ο συντονισμός. Όταν κυβέρνηση και εργοδοσία χτύπησαν την απεργία στον Πίτσο, ξέσπασαν απεργίες συμπαράστασης στην Ιζόλα, την Εσκιμό, τους εργάτες δήμου και τους οικοδόμους του Πειραιά. Όταν ο Καραμανλής έστειλε τη χωροφυλακή να σπάσει την απεργία των μεταλλωρύχων του Μποδοσάκη στο Μάδεμ Λάκο στην Χαλκιδική, ολόκληρα τα μαντεμοχώρια συγκεντρώθηκαν στις πύλες των στοών.
Το ίδιο ίσχυε και για τους αγώνες της νεολαίας. Την παραμονή της εξέγερσης των οικοδόμων, στις 22 Ιούλη 1975, χιλιάδες φοιτητές και φοιτήτριες είχαν διαδηλώσει στο κέντρο της Αθήνας ενάντια σε ένα νομοσχέδιο της Νέας Δημοκρατίας που επιχειρούσε να καταστήσει αδύνατη την πραγματοποίηση συνελεύσεων και αρχαιρεσιών επιβάλλοντας υποχρεωτική συμμετοχή όλων των φοιτητών προκειμένου να υπάρχει απαρτία! Η μαζική πορεία έκανε ολιγόλεπτη στάση στο σημείο όπου είχε δολοφονηθεί πριν από μια δεκαετία στα Ιουλιανά ο Σωτήρης Πέτρουλας. Εκατοντάδες από τους διαδηλωτές την επόμενη μέρα ήταν στο πλευρό των απεργών οικοδόμων.
Κορυφαία στιγμή όλων αυτών των αγώνων θα αποτελέσει, στις 24-25 Μάη του 1976, η 48ωρη Γενική Απεργία ενάντια στον αντεργατικό νόμο 330 που έφτιαξε η κυβέρνηση Καραμανλή για να περιορίσει τις απεργίες. Τα ΜΑΤ θα ξαναχτυπήσουν το πανεργατικό συλλαλητήριο, και οι εικόνες των συγκρούσεων της 23ης Ιούλη θα επαναληφθούν σε όλο το κέντρο της Αθήνας.
Σήμερα, πενήντα χρόνια μετά, οι μάχες μας ενάντια στον Μητσοτάκη, την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και το σύστημα που υπηρετούν, μπορούν και οφείλουν να αντλούν έμπνευση από τις μεγάλες στιγμές των αγώνων της τάξης μας –μια τέτοια στιγμή ήταν η απεργιακή εξέγερση των οικοδόμων στις 23 Ιούλη του 1975.