Το έγκλημα στον σιδηροδρομικό σταθμό του Νόβι Σαντ, τα "Τέμπη της Σερβίας", συνεχίζει να πυροδοτεί, ανά κύματα, τη μεγαλύτερη λαϊκή εξέγερση στη Σερβία τα τελευταία 25 χρόνια.
Ο πρόεδρος Βούτσιτς έχει προσπαθήσει να εκτονώσει την οργή του κόσμου με διάφορους τρόπους. Αλλά ούτε με τη τακτική του καρότου (παραίτηση τον Ιανουάριο του πρωθυπουργού Βούτσεβιτς και ικανοποίηση κάποιων φοιτητικών αιτημάτων) ούτε με του μαστιγίου (αναβίωση του μεγαλοσέρβικου εθνικισμού με καταγγελίες για συνωμοσία των διαδηλωτών με ξένες δυνάμεις με σκοπό την αποσταθεροποίηση της χώρας, κρατική και παρακρατική καταστολή) τα έχει καταφέρει. Το αντίθετο. Όταν μετά τη διαδήλωση στο Βίντοβνταν, στις 28 Ιουνίου, αποφάσισε να κλιμακώσει την αστυνομική και παρακρατική βία, βρέθηκε μπροστά σε ένα νέο μαζικό και οργισμένο γύρο διαδηλώσεων με αποκορύφωμα τις συντονισμένες διαδηλώσεις σε όλη την Σερβία στις 13 και 15 Αυγούστου.
Σε κάθε πόλη, στόχος των διαδηλωτών ήταν τα κατά τόπους κεντρικά γραφεία του κυβερνώντος κόμματος SNS και των συμμάχων του στη κυβέρνηση, δημαρχεία και κυβερνητικά κτήρια. Στο Βελιγράδι, στόχος γίνανε και τα γραφεία του Σερβικού Ριζοσπαστικού Κόμματος, με επικεφαλής τον εγκληματία πολέμου Σέσελι -του κόμματος στο οποίο ανήκαν κάποτε ο Βούτσιτς και άλλα ηγετικά στελέχη του SNS.
Το βράδυ στις 15 Αυγούστου, ο Βούτσιτς δήλωσε ότι το κράτος ήταν ισχυρότερο από οποιαδήποτε διαμαρτυρία και επαίνεσε την αστυνομία για τη συμπεριφορά της κατά τη διάρκεια των τελευταίων διαδηλώσεων. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι η εξέγερση έχει βάλει τον Βούτσιτς σε αδιέξοδο και η πολιτική κρίση είναι στο κόκκινο.
Κατ' αρχάς, υπάρχουν ανοικτές διαιρέσεις εντός του SNS και όλοι φοβούνται ποιος θα αποκηρύξει ποιον πρώτος.
Η Εισαγγελία (η δικαστική εξουσία ανεξαρτητοποιήθηκε από την κοινοβουλευτική με το δημοψήφισμα του 2022) ζήτησε (και πέτυχε) την σύλληψη (έστω και με 9 μήνες καθυστέρηση) του Τόμισλαβ Μομίροβιτς, πρώην υπουργό Εμπορίου, και άλλους 10 πρώην υπουργούς και αξιωματούχους ως ύποπτους για διαφθορά: Η κινέζικη κοινοπραξία CRIC – CCCC «προκάλεσε ζημία στον προϋπολογισμό της Δημοκρατίας της Σερβίας ύψους 115.558.520,43 δολαρίων ΗΠΑ σε σχέση με την αναβάθμιση της σερβικής σιδηροδρομικής υποδομής. Μέρος αυτής της αναβάθμισης περιελάμβανε την ανακαίνιση του σιδηροδρομικού σταθμού του Νόβι Σαντ, του οποίου το εξωτερικό στέγαστρο κατέρρευσε την 1η Νοεμβρίου 2024, σκοτώνοντας 16 άτομα.
Κρίση
Η «φιλοευρωπαϊκή πτέρυγα» του SNS πιέζει τον Βούτσιτς να προκηρύξει εκλογές και στηρίζει την Εισαγγελία. Πιστεύει ότι έτσι θα εκτονωθεί η κρίση και το SNS θα ξανασχηματίσει κυβέρνηση. Αλλά, ο Βούτσιτς όχι μόνο είναι ενάντια στις πρόωρες εκλογές αλλά τάχθηκε και ενάντια στις διώξεις και έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία κατά του εισαγγελέα. Όχι μόνο θέλει να αποποιηθεί κάθε σχέση του SNS με το έγκλημα αλλά και φοβάται ότι η εισαγγελική έρευνα θα μπορούσε να οδηγήσει και αυτόν και τους συνεργάτες του στη φυλακή. Την ίδια στιγμή η άρχουσα τάξη ανησυχεί γιατί η εξέγερση επιβραδύνει την οικονομία και οι ξένες επενδύσεις καθυστερούν.
Ο Βούτσιτς έχει μία "πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική" και έχει καταφέρει να «τα έχει καλά» και με τις ΗΠΑ και με την ΕΕ και με ΝΑΤΟ και με την Ρωσία και με την Κίνα. Κάνει οικονομικές μπίζνες και στρατιωτικές ασκήσεις και συμμαχίες με όλους αυτούς και κανένας από αυτούς δεν θα ήθελε να αλλάξει η παρούσα κατάσταση στη Σερβία.
Η προκήρυξη πρόωρων εκλογών, αν και θα είναι μία μεγάλη νίκη του κινήματος, δεν θα αλλάξει, στα σοβαρά, την κατάσταση. Αυτό που θα την αλλάξει είναι η συνέχιση της εξέγερσης να περάσει και μέσα στους εργατικούς χώρους με περισσότερες, πιο οργανωμένες και πανεθνικές απεργίες. Αυτό δεν θα ρίξει μόνο τον Βούτσιτς αλλά θα διαμορφώσει και την ατζέντα των αιτημάτων ενός δυνατού εργατικού κινήματος απέναντι σε όλα τα κυβερνητικά σενάρια της σέρβικης άρχουσας τάξης και των συμμάχων της.