Ιστορία
Κοπεγχάγη 1910: Οι Σοσιαλίστριες για την απελευθέρωση των Γυναικών

Κλάρα Τσέτκιν (αριστερά) και Αλεξάνδρα Κολοντάι (δεξιά)

Φέτος συμπληρώνονται 110 χρόνια από την καθιέρωση της Παγκόσμιας Ημέρας Γυναικών. Η πρόταση έγινε από την Κλάρα Τσέτκιν στο Δεύτερο Διεθνές Συνέδριο Σοσιαλιστριών, που έλαβε χώρα στις 26 και 27 Αυγούστου του 1910, στο πλαίσιο του όγδοου διεθνούς Συνεδρίου της Σοσιαλιστικής Διεθνούς. Γραμματέας της διεθνούς γραμματείας γυναικών της Σοσιαλιστικής Διεθνούς από το 1907, η Κλάρα Τσέτκιν έδωσε τη μάχη για να δώσει στο γυναικείο κίνημα της εποχής ταξικό προσανατολισμό. Στην εισήγησή της στο συνέδριο της Κοπεγχάγης η Τσέτκιν σημειώνει: “Σε συνεννόηση με τις ταξικές, πολιτικές και συνδικαλιστικές οργανώσεις του προλεταριάτου σε όλες τις χώρες, οι σοσιαλίστριες γυναίκες όλων των χωρών, θα γιορτάζουν κάθε χρόνο την ημέρα των Γυναικών. Ο βασικός σκοπός θα είναι να βοηθήσει τις γυναίκες να αποκτήσουν το δικαίωμα της ψήφου. Αυτό το αίτημα θα πρέπει να συνδυαστεί με όλο το γυναικείο ζήτημα, έτσι όπως το αντιμετωπίζουν οι σοσιαλιστές. Η μέρα των Γυναικών θα πρέπει να έχει διεθνή χαρακτήρα και να προετοιμάζεται με μεγάλη προσοχή.”

Στο συνέδριο συμμετείχαν 100 εκπρόσωποι από 17 χώρες και η πρόταση πέρασε ομόφωνα. Το πρώτο συνέδριο των σοσιαλιστριών που είχε γίνει στη Στουτγάρδη το 1907 με τη συμμετοχή 59 γυναικών από 15 χώρες αποφάσισε την ίδρυση μιας διεθνούς οργάνωσης σοσιαλιστριών, ενώ η απόφαση επισημαίνει: “τα σοσιαλιστικά κόμματα σε όλο τον κόσμο έχουν υποχρέωση να παλέψουν ενεργά για την καθιέρωση της ψήφου των γυναικών και οι σοσιαλίστριες δεν πρέπει να θεωρούν συμμάχους τις αστές φεμινίστριες αλλά να καθοδηγήσουν την πάλη χέρι-χέρι με τους άντρες σοσιαλιστές”. Στην πάλη για το δικαίωμα της ψήφου για τις γυναίκες, που ήταν κεντρικό ζήτημα του γυναικείου κινήματος της εποχής αντικατοπτρίζονταν συνολικότερα ζητήματα στρατηγικής.

Η Κλάρα Τσέτκιν επέμενε ότι για τις αστές ο στόχος των μεταρρυθμίσεων ήταν τα “ίσα δικαιώματα” μέσα στον καπιταλισμό. Για τις εργάτριες όμως η πάλη για μεταρρυθμίσεις είναι απλά ένα μέσο για τον τελικό σκοπό, για την ανατροπή του καπιταλισμού. “Απέναντι στη συγκεκριμένη ταξική πραγματικότητα δεν αρκεί για τις γυναίκες η χειραφέτησή τους από τους άντρες. Μια ματιά στις συνθήκες της ζωής των αντρών συντρόφων τους μπορεί να πείσει τις γυναίκες της εργατικής τάξης ότι η κοινωνική απελευθέρωση δεν έρχεται απλά με την κατάκτηση των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, ότι αυτά τα δικαιώματα είναι απλά μέσα για την κατάκτηση ενός στόχου, όχι ο ίδιος ο στόχος της πάλης τους για χειραφέτηση. Η απελευθέρωση των γυναικών της εργατικής τάξης δεν περιορίζεται μόνο στην κατάκτηση της ισότητας με τους άντρες, μέσα στα όρια της σημερινής κοινωνίας. Αντίθετα, η σημερινή κοινωνική τάξη πρέπει να ανατραπεί στο σύνολό της, γιατί οι οικονομικές σχέσεις και οι σχέσεις ιδιοκτησίας βρίσκονται στη ρίζα και της ταξικής και της σεξιστικής σκλαβιάς”.

“Για τις αστές γυναίκες, τα πολιτικά δικαιώματα είναι απλά ένα μέσο για να κινούνται με μεγαλύτερη άνεση και ασφάλεια μέσα σε έναν κόσμο που έχει τα θεμέλιά του στην εκμετάλλευση των εργατών και εργατριών”, συμπληρώνει η Αλεξάνδρα Κολοντάι σε άρθρο της στην Πράβδα το 1913, μια εβδομάδα πριν τον πρώτο εορτασμό της 8 Μάρτη στη Ρωσία. Οι πιο συντηρητικές φωνές μέσα στο κίνημα της περιόδου μιλούσαν για ψήφο στις γυναίκες με τους ίδιους όρους με τους άντρες. Όμως, την περίοδο εκείνη, για να ψηφίσει ένας άντρας έπρεπε να έχει περιουσία ή να πληρώνει 10 λίρες σε νοίκι, να είναι απόφοιτος πανεπιστημίου και να ζει στο ίδιο μέρος για δώδεκα μήνες. Με άλλα λόγια, το 40% περίπου των αντρών, της εργατικής τάξης προφανώς, εξαιρούνταν επίσης από το δικαίωμα της ψήφου. Με αυτούς τους όρους, μόνο ένα 5% των γυναικών θα μπορούσε να κερδίσει τη ψήφο κι αυτό αποκλειστικά από τις ανώτερες τάξεις. Οι γυναίκες της εργατικής τάξης θα έμεναν εκτός.

Αντιπαράθεση

Η αντιπαράθεση πάνω στο αίτημα συνδυαζόταν με τις διαφωνίες πάνω στις μεθόδους πάλης. Ο αγώνας για την ψήφο είχε ριζοσπαστικοποιήσει μεγάλα στρώματα από γυναίκες της μικροαστικής και αστικής τάξης που έφταναν στις πιο ακραίες ενέργειες, όμως για τις εργάτριες το δικαίωμα στην ψήφο ήταν συνδεδεμένο με την πάλη ενάντια στα αφεντικά, με τον αγώνα για καλύτερες συνθήκες δουλειάς. Οι γυναίκες της εργατικής τάξης ζητούσαν ειδική προστατευτική νομοθεσία, λιγότερες ώρες εργασίας, κανονισμούς υγιεινής και ασφάλειας, διάλειμμα για ξεκούραση. Η διάσταση της επιλογής ανάμεσα στις βίαιες αλλά απομονωμένες ενέργειες και τη μαζική δράση, ενισχύθηκε από την είσοδο του εργατικού κινήματος στο προσκήνιο.

Μεταξύ του 1900 και του 1912, οι μισθοί έπεσαν 10%. Αλλά το ίδιο διάστημα τα μέλη των συνδικάτων τριπλασιάστηκαν. Μια σειρά μαζικών και συχνά ανεπίσημων απεργιών ξέσπασαν από το 1911 έως το 1914, περίοδο που έμεινε γνωστή ως η Μεγάλη Αναταραχή. Δέκα εκατομμύρια εργάσιμες μέρες χάθηκαν μόνο το 1911, ενώ μεγάλοι εργατικοί χώροι βγήκαν σε απεργίες για αυξήσεις και καλύτερες συνθήκες εργασίας τα επόμενα χρόνια.

“Γιατί ειδικές 'Ημέρες Γυναικών', ειδικές προκηρύξεις για τις εργαζόμενες, ξεχωριστές συναντήσεις και συνέδρια για τις εργάτριες; Μήπως σε τελική ανάλυση είναι μια υποχώρηση στις φεμινίστριες και τις αστές σουφραζέτες;”, γράφει η Αλεξάνδρα Κολοντάι στο ίδιο άρθρο του 1913. “Μόνο από άγνοια των ριζικών διαφορών μεταξύ του σοσιαλιστικού γυναικείου κινήματος και των αστών σουφραζετών μπορεί κανείς να το σκεφτεί αυτό. Σκοπός των αστών φεμινιστριών είναι να αποκτήσουν τα ίδια προνόμια με τους συζύγους, τους αδελφούς και τους πατεράδες τους ενώ σκοπός των εργατριών είναι να καταργηθεί κάθε προνόμιο που πηγάζει από την καταγωγή και τον πλούτο”, τονίζει στο ίδιο άρθρο. Και καταλήγει: “Κάθε διακριτή μορφή πολιτικής δουλειάς στις γυναίκες της εργατικής τάξης είναι ένας τρόπος αφύπνισης της συνείδησης της εργάτριας και προσέλκυσής της στις γραμμές όσων παλεύουν για ένα καλύτερο μέλλον. Η 'Ημέρα των Γυναικών' και η αργή, υπομονετική πολιτική δουλειά για την αφύπνιση της συνείδησης της εργάτριας υπηρετούν τον σκοπό, όχι της διάσπασης, αλλά τις ενότητας της εργατικής τάξης”.

Η ιδέα για την επιλογή της ημέρας πάρθηκε από το γυναικείο εργατικό κίνημα της Νέας Υόρκης. Οι ηρωικές ράφτρες και υφάντριες της Ν. Υόρκης κατέβηκαν στην πρώτη απεργία γυναικών και στην πρώτη γυναικεία διαδήλωση στην ιστορία στις 8 Μάρτη του 1857. 51 χρόνια αργότερα, στις 8 Μάρτη του 1908 χιλιάδες εργάτριες, πολλές από αυτές μετανάστριες, διαδηλώνουν για “ψωμί και τριαντάφυλλα”. Οι σοσιαλίστριες της Νέας Υόρκης κηρύσσουν “Εθνική Ημέρα Γυναικών” την τελευταία Κυριακή του Φλεβάρη, και τη γιορτάζουν για πρώτη φορά σε εθνικό επίπεδο το 1909. 

Μετά την απόφαση του Διεθνούς Συνεδρίου Σοσιαλιστριών, η Διεθνής Ημέρα Γυναικών γιορτάστηκε για πρώτη φορά στις 19 Μάρτη του 1911 με πάνω από ένα εκατομμύριο γυναίκες και άντρες να διαδηλώνουν σε Γερμανία, Αυστρία, Δανία και Ελβετία, ενώ παράλληλα στις ΗΠΑ γιορτάστηκε η Εθνική Ημέρα Γυναικών το Φλεβάρη. Το γυναικείο κίνημα αποκτούσε μια ημέρα σύμβολο αγώνων, δράσης και προβολής των αιτημάτων των εργαζόμενων γυναικών. Κάθε χρόνο μέχρι το 1914 εκατοντάδες διαδηλώσεις γίνονταν σε μια σειρά χώρες, μέχρι που ο εορτασμός της Ημέρας των Γυναικών σταμάτησε λόγω του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου. Το νήμα ξαναπιάστηκε με τον πιο εμβληματικό τρόπο: στις 8 Μάρτη του 1917, εργάτριες στην υφαντουργία της Πετρούπολης απεργούν και διαδηλώνουν ενάντια στις ελλείψεις τροφίμων, τραβώντας μαζί τους όλη την εργατική τάξη και ξεκινώντας τη Ρώσικη Επανάσταση.


Διαβάστε επίσης