Αντιπολεμικό κίνημα
Σε Τουρκία και Ελλάδα: Οι πολεμικές κραυγές ανησυχούν τον κόσμο αλλά δεν τον πείθουν

Φωτό: marksist.org

Μπορεί οι κυβερνήσεις Ερντογάν και Μητσοτάκη σε παράλληλη πτώση, να γαυγίζουν απειλές η μια στην άλλη αλλά τελείως διαφορετική είναι η κατάσταση που περιγράφουν οι δημοσκοπήσεις και στις δύο χώρες - παρά το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ΜΜΕ που τις παραγγέλνουν είναι απόλυτα ευθυγραμμισμένες με τα «εθνικά δίκαια».  

Στην Τουρκία, σύμφωνα με την έρευνα που διενεργήθηκε από την εταιρεία Metropoll, η μεγάλη πλειοψηφία των Τούρκων δεν θεωρεί ότι οι Έλληνες είναι «εχθροί». Στην ερώτηση «Είναι ο ελληνικός λαός εχθρός;» το 64% των ερωτηθέντων απάντησαν «Όχι», το 31,3% «Ναι», ενώ 4,7% δεν απάντησε. Η εικόνα αυτή αντικατoπτρίζεται και στους ψηφοφόρους του κάθε κόμματος. Το όχι είναι 60,3% στο κυβερνών AKP,  73,8% στο Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα (CHP),  65,1 % στο Καλό Κόμμα, 68,6% στο αριστερό-κουρδικό HDP ενώ πλειοψηφεί με 57,8% ακόμη και στο φασιστικό Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP). Στην ίδια έρευνα η πλειοψηφία των Τούρκων πιστεύει ότι η ένταση με την Ελλάδα είναι προεκλογική τακτική της κυβέρνησης και συγκεκριμένα το 51,5% των ερωτηθέντων θεωρεί πως η ένταση της Τουρκίας με την Ελλάδα αποτελεί προεκλογική κίνηση της κυβέρνησης Ερντογάν. 

Στα ίδια συμπεράσματα οδηγούν οι απαντήσεις που δίνονται σε μια σειρά από δημοσκοπήσεις και στην Ελλάδα το τελευταίο δεκαπενθήμερο. Παρότι οι στοχεύσεις τους («η ΝΔ κρατάει την διαφορά με τον ΣΥΡΙΖΑ», «οι υποκλοπές δεν ανησυχούν τον κόσμο») έρχονται να καλύψουν τις πολιτικές σκοπιμότητες της κυβέρνησης, καταλήγουν να αναδεικνύουν ότι η «τουρκική απειλή» είναι πολυ πιο πίσω δημοσκοπικά από εκεί που θα την ήθελαν τα κυβερνητικά επιτελεία.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα δημοσκόπησης που διενήργησε η Marc για το Πρώτο Θέμα, «το ενδιαφέρον των πολιτών εστιάζεται στα προβλήματα της καθημερινότητας με το 84,2% να ανησυχεί για το κύμα ακρίβειας και τον δύσκολο χειμώνα που έρχεται όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. Τα εθνικά θέματα και οι τουρκικές προκλήσεις ανησυχούν το 36,4% των πολιτών, ενώ η εγκληματικότητα και τα φαινόμενα βίας είναι το βασικό θέμα ανησυχίας για το 30,2% των ερωτηθέντων». 

Σε έρευνα της Gpo, «οι περισσότεροι συμμετέχοντες σημειώνουν ότι το σημαντικότερο ζήτημα στη χώρα αυτή τη στιγμή είναι η ενεργειακή κρίση (36,7%), ενώ με ελάχιστη διαφορά έπεται το ζήτημα της γενικότερης ακρίβειας και του πληθωρισμού (36,3%). Το ζήτημα των παρακολουθήσεων βρίσκεται στην 3η θέση καθώς το 9,7% των πολιτών το θεωρεί το σημαντικότερο θέμα στη χώρα αυτή τη στιγμή».

Σε άλλη έρευνα της Opinion poll «τα προβλήματα που απασχολούν κυρίαρχα τους πολίτες είναι: Ακρίβεια/ανατιμήσεις 57,6%, Ενεργειακή κρίση/Τιμολόγια 34,2%, τα εθνικά θέματα/τουρκική προκλητικότητα 25,1%, το Μεταναστευτικό 3,5%...». Στην ίδια έρευνα αναφέρεται ότι «το 59.3% δηλώνει πολύ και αρκετά ανήσυχο από την πιθανότητα μιας επιθετικής ενέργειας της Τουρκίας, κάποιου θερμού επεισοδίου. Τον Ιούλιο το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 47.8%». Οι ερωτηθέντες δηλαδή ανησυχούν για το αν θα γίνει πόλεμος με την Τουρκία σε ποσοστό 59,3%, υπερδιπλάσιο από το 25,1% που ανησυχεί για «εθνικά θέματα».

Eίναι προφανές ότι και στις δυο πλευρές του Αιγαίου, πλειοψηφεί η αντίθεση στην πολεμική κλιμάκωση όπως επίσης είναι προφανές ότι οι ανεβασμένοι τόνοι δεν παίζουν μόνο το παιχνίδι αποπροσανατολισμού του Ερντογάν αλλά και του Μητσοτάκη. Όπως ομολογείται στο «mono news» που παρήγγειλε την έρευνα της Opinion poll, «η ένταση σ’΄αυτές τις συνθήκες αυξάνει τη συσπείρωση γύρω από την ηγεσία. Πολύ περισσότερο όταν ο Κ. Μητσοτάκης θεωρείται από το 53.3% ότι μπορεί να χειριστεί καλύτερα τα θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας».

Το εντυπωσιακό είναι ότι οι πλειοψηφικές απαντήσεις έρχονται από τον κόσμο με τα μη-κυβερνητικά κόμματα και στις δύο πλευρές του Αιγαίου να ασκούν μια πολιτική «πατριωτικής αντιπολίτευσης» που επιχειρεί να υπερκεράσει σε σκληρούς τόνους τον Μητσοτάκη και τον Ερντογάν. Ενδεικτική είναι η δήλωση του Κιλιτσντάρογλου, προέδρου του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος, ο οποίος συμβούλευσε τον Ερντογάν να ακολουθήσει το παράδειγμα του Ετσεβίτ και της εισβολής στην Κύπρο και να σταματήσει τις αναφορές «θα έρθω ένα βράδυ». 

Στην Ελλάδα, η αντιπολίτευση που ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ, έχει πλέον μονίμως στο κέντρο της τα λεγόμενα «εθνικά θέματα». Μέσα στο καλοκαίρι και ενώ αυξανόταν η πολεμική ένταση, ο Τσίπρας αντί να ασκεί αντιπολίτευση στον Μητσοτάκη έστελνε τουίτ στον Ερντογάν (γράφοντάς του «η απάντηση στην οικονομική κρίση, που αντιμετωπίζουμε όλοι μαζί, δεν είναι ο εθνικισμός»). Ενώ έχει μέσα στην ίδια του τη χώρα τον Μητσοτάκη της αντιπολίτευσης των εθνικιστικών συλλαλητηρίων του 2018 και την πιο πολεμοκάπηλη κυβέρνηση των τελευταίων δεκαετιών. 

Ενδεικτικά είναι και τα όσα συνέβησαν την περασμένη εβδομάδα με τον ΣΥΡΙΖΑ να αδειάζει τον βουλευτή του Ζεϊμπέκ στην Ξάνθη. Έτρεξαν οι κυβερνητικοί και τα τσιράκια τους στα ΜΜΕ να επιτεθούν εναντίον του Ζεϊμπέκ, όχι γιατί μίλησε σε τουρκικά μέσα για τις απειλές που δέχεται κατά της ζωής του (απειλές εναντίον βουλευτή του ελληνικού κοινοβουλίου που τα ίδια ΜΜΕ έθαψαν για ακόμη μια φορά!) αλλά γιατί αναφέρθηκε σε «τουρκική μειονότητα». Και τι απάντησε ο Κατρούγκαλος εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ; 

«Έχει πραγματοποιηθεί πολύ ξεκάθαρη σοβαρή παρατήρηση για το θέμα της μειονότητας στον κ. Ζεϊμπέκ, αλλά και για το γεγονός ότι απευθύνθηκε σε τουρκικό κανάλι για αυτό το θέμα. Η θέση μας απέναντι στην εμπλοκή της Τουρκίας στα εσωτερικά της Ελλάδας είναι σαφής... Προφανώς σε αυτήν (σ.σ. τη μειονότητα) ανήκουν άνθρωποι τουρκικής, Πομακικής και Ρομά καταγωγής και έχουν δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού σύμφωνα με το εθνικό και ευρωπαϊκό δίκαιο».

Δεξιά μονταζιέρα

Η μειονότητα όπως και ο καθένας-μια έχει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού λέει ο Κατρούγκαλος αλλά στην πράξη, το πρόβλημά του είναι τι λέει η δεξιά μονταζιέρα για τον Ζεϊμπέκ και όχι οι ενορχηστρωμένες από την κυβέρνηση και τις μυστικές της υπηρεσίες κλιμακούμενες επιθέσεις εναντίον της μειονότητας: για τα ζητήματα της εκλογής των μουφτήδων, για την εκπαίδευση στα σχολεία και άλλα που έχουν ανοίξει ξανά την όρεξη στους φασίστες να απειλούν στην Θράκη – ενώ το καλοκαίρι είχαμε και ρατσιστική επίθεση εναντίον ενός εφήβου της μειονότητας, που «φυσικά» πέρασε στα ψιλά.  

Η «πατριωτική» αντιπολίτευση ούτε κάνει πιο «πλατιά» την επιρροή της Αριστεράς ούτε χτίζει γέφυρες ειρήνης με την άλλη πλευρά του Αιγαίου, αντίθετα ενισχύει τα κόμματα της κυρίαρχης τάξης. Η διεθνιστική αντιπολίτευση κόντρα στις δικές μας κυβερνήσεις είναι η μόνη απάντηση και στην Ελλάδα και στην Τουρκία - από την οποία μας ήρθε αυτήν την εβδομάδα ένα λαμπρό παράδειγμα. Η εφημερίδα (του αδελφού κόμματος του ΣΕΚ, DSiP) «Σοσιαλιστής Εργάτης» κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδο ενάντια στην πολεμοκάπηλη πολιτική του Ερντογάν:  

«Ο λαός της Ελλάδας είναι αδέλφια μας! Όχι στον πόλεμο στο Αιγαίο! Όχι στον εθνικισμό! Εάν πρόκειται να υπάρξει κάποια γνήσια αριστερή εναλλακτική στις επερχόμενες εκλογές, βασική της λειτουργία της θα πρέπει να είναι η επιχειρηματολογία για πολιτική λύση στην Κύπρο και μόνιμη ειρήνη στο Αιγαίο-Μεσόγειο. Δεν πρόκειται για «ανθρωπιστική» ευχή. Το τιμολόγιο της προληπτικής εξωτερικής πολιτικής που ονομάζεται «Γαλάζια Πατρίδα» εκδίδεται για εμάς μαζί με την οικονομική κρίση. Ο τουρκικός καπιταλισμός που έρχεται σε αντίθεση με όλους τους γείτονές του βρίσκεται σε μια βαθύτερη κρίση χρέους και το κόστος του μετακυλίεται στην ευρύτερη κοινωνία. Δίπλα σε πολλούς άλλους λόγους, το κυβερνητικό μπλοκ πρέπει επίσης να ηττηθεί και για την “εξωτερική πολιτική” που ασκεί».


Προεκλογικές μανούβρες

Είναι γεγονός ότι το εθνικιστικό χαρτί αποτελεί μια διέξοδο για τις κυβερνήσεις σε Ελλάδα και Τουρκία που βλέπουν το έδαφος να φεύγει κάτω από μτα ποδια τους όσο πλησιάζουν οι εκλογές.  Το ομολόγησε ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών Δένδιας που σε πρόσφατη δήλωσή του είπε:«ας θεωρηθεί όχι καλό (για την σχέση των δύοι χωρών) ότι συμπίπτουν οι εκλογές σε Ελλάδα και Τουρκία». 

Είναι επίσης σαφές ότι παρά τους εκατέρωθεν των συνόρων λεονταρισμούς πολιτικών και στρατιωτικών («θα έρθουμε  μέρα, θα έρθουμε νύχτα» κλπ) το καλοκαίρι κύλησε σε σχετικά «ήρεμα νερά», μετά τις παρεμβάσεις των ΗΠΑ που δεν θα ήθελαν αποσταθεροποίηση και στο νότιο τμήμα της Ανατολικής Ευρώπης ανάμεσα μάλιστα στους δύο βασικούς της συμμάχους ενώ μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία.

Αλλά αυτοί οι δύο παράγοντες δεν σημαίνουν το τέλος της ανησυχίας. Ιστορικά η κοινή συμμετοχή των δύο χωρών στο ΝΑΤΟ οξύνει περισσότερους τον ανταγωνισμό για το ποιος είναι το βασικό μαντρόσκυλο των ΗΠΑ στην περιοχή. Ο Μητσοτάκης μπορεί να πηγαίνει την επομενη εβδομάδα στη συνέλευση του ΟΗΕ λέγοντας ότι «δεν πρόκειται να ακολουθήσουμε την Τουρκία και τον κ. Ερντογάν στο μπαράζ προκλητικών δηλώσεων» αλλά στην πράξη το κάνει αυτό συνέχεια και ο ίδιος και οι υπουργοί του. Και τα λόγια είναι το λιγότερο.

Τα διακευβεύματα του ανταγωνισμού ανάμεσα στον ελληνικό και τον τουρκικό καπιταλισμό μπορεί ελάχιστα να αφορούν τους λαούς αλλά είναι υπαρκτά. Η όξυνση της οικονομικής και ενεργειακής κρίσης κλιμακώνουν ξανά την ένταση για τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο οξύνοντας ακόμη περιοσσότερο τους ανταγωνισμούς. Ό,τι και να λέγεται στα διεθνή φόρα, στην πράξη η προετοιμασία για τον πόλεμο κλιμακώνεται:

«Το δόγμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, το οποίο παρέμενε στόχος και της αμυντικής εξωτερικής πολιτικής, ήταν η αναλογία (ενίσχυσης κάθε χώρας με αμερικανικά όπλα) «επτά προς δέκα» υπέρ της Τουρκίας. Πλέον, αυτό έχει όχι απλώς ανατραπεί υπέρ της Ελλάδας, αλλά έχει γίνει δέκα – μηδέν» είπε (καθόλου προκλητικά) την περασμένη Πέμπτη ο Δένδιας. Ένα τεράστιο οικονομικό κόστος που επωμίζεται ο λαός, σήμερα, μέσα σε συνθήκες που χειροτερεύουν και μπορούν να χειροτερέψουν ακόμη περισσότερο αν οι πολεμικές απειλές γίνουν πράξεις. Και τότε δεν θα μιλάμε για «ατύχημα», θα μιλάμε για προμελετημένο έγκλημα.