3 ΣΕΠΤΕΜΒΡΗ: ΣΥΝΔΙΑΣΚΕΨΗ, ΦΙΕΣΤΑ ΚΑΙ ΓΙΟΥΧΑ

Στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, ιδιαίτερα στο ΠΑΣΟΚ, τα συνέδρια και οι συνδιασκέψεις ήταν πάντα ένα μέρος που μπορούσαν «να ανθίσουν εκατό λουλούδια» χωρίς να δεσμεύουν στο παραμικρό την ηγεσία του κόμματος. Στην εποχή του ΓΑΠ τα πράγματα πήγαν ένα βήμα παραπέρα: έγιναν συσκέψεις με σκοπό την εξασφάλιση τηλεοπτικού χρόνου για τον αρχηγό και τους δελφίνους του. Οι όποιες φωνές διαφωνίας περνάνε στα «ψιλά» αφού έτσι κι αλλιώς είναι περιθωριοποιημένες. Η Εθνική Συνδιάσκεψη του ΠΑΣΟΚ που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 3 Σεπτέμβρη –την επέτειο της ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ το 1974- ήταν μια ακόμα επιβεβαίωση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι χωρίς σημασία. Τόσο για το τι λέει η ηγεσία όσο και εκείνοι που φιλοδοξούν να εκφράσουν την αγανάκτηση της βάσης.

Η ομιλία του Παπανδρέου θα μπορούσε να προσφέρει υλικό για ανέκδοτα αν η κατάσταση που βιώνει η εργατική τάξη κι η νεολαία δεν ήταν τόσο σοβαρή. Οι «πολίτες θα μας κρίνουν το 2013» είπε, μάλλον δεν ρώτησε τους υπουργούς του που τους έκριναν τα γιαούρτια ακόμα και στα πανηγύρια του Δεκαπενταύγουστου και, πολύ πιο ουσιαστικά, οι απεργίες, οι διαδηλώσεις και οι «πλατείες» του χρόνου που πέρασε. Ισχυρίστηκε ότι «η 21η Ιουλίου δείχνει την ορθότητα της στρατηγικής μας» όταν πλέον είναι σαφές ότι σε λίγο αυτή η συμφωνία δεν θα αξίζει ούτε το χαρτί που γράφτηκε. «Η στήριξη στο τραπεζικό σύστημα δεν σημαίνει λευκή επιταγή στους τραπεζίτες» είπε ο επικεφαλής μιας κυβέρνησης που έχει δώσει τα πάντα στους τραπεζίτες. Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι ομιλίες των άλλων «μεγαλοκλασσάτων».

Όμως, στην Εθνική Συνδιάσκεψη, και στις περιφερειακές που προηγήθηκαν ακούστηκαν κι άλλες φωνές. Κάποιες έφτασαν στα ΜΜΕ. Η ατάκα ενός αντιπροσώπου, προς τους παρόντες υπουργούς και πιο συγκεκριμένα στον Χρυσοχοϊδη, στην συνδιάσκεψη της Θεσσαλονίκης: «το κάνατε μπουρδέλο» εκφράζει αρκετά πιστά αυτό που σκέπτεται και λέει η βάση. (Με τέτοιο κλίμα δεν είναι παράξενο που οι σκέψεις να πραγματοποιηθεί η Εθνική Συνδιάσκεψη στη Θεσσαλονίκη εγκαταλείφθηκαν πολύ γρήγορα). Στην ίδια την Συνδιάσκεψη του Σαββάτου, ένας αντιπρόσωπος δήλωσε ότι «περίμενα να ακούσω κάποια συγγνώμη», αλλά δεν τα άκουσε, ένας άλλος στηλίτευσε την συναίνεση στο νόμο για τα ΑΕΙ «της Κυβέρνησης που εξελέγη με τον τίτλο του ΠΑΣΟΚ, της Αβερωφικής Δεξιάς και της Ακροδεξιάς».

Στη συνδιάσκεψη κατατέθηκαν και κείμενα-«πλατφόρμες» που ασκούν κριτική στην κυβερνητική πολιτική. Έχει σημασία να δούμε ποιοι είναι αυτοί που διεκδικούν τον τίτλο της αντιπολίτευσης και τι προτείνουν συγκεκριμένα.

Ενενήντα εννιά «στελέχη της ΠΑΣΚΕ Ιδιωτικού Τομέα» κατέθεσαν ένα «αντιμνημονιακό» κείμενο. Το κείμενο υπογράφουν τα μέλη της διοίκησης της ΓΣΕΕ με επικεφαλής τον Παναγόπουλο, οι πρόεδροι των μεγαλύτερων ομοσπονδιών και εργατικών κέντρων. Δηλώνουν ότι η αντίθεσή τους στις «άδικες πολιτικές» που ρίχνουν τα βάρη στους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους ενώ αφήνουν ανέγγιχτους τους περίφημους «έχοντες και κατέχοντες», δεν είναι «ρητορική». Δηλώνουν ότι «πρωτοστατήσαμε σε μεγάλες κλαδικές και γενικές απεργιακές κινητοποιήσεις και συλλαλητήρια των εργαζομένων που πλαισιώθηκαν από ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις».

Μάλλον κι αυτοί νομίζουν ότι έχουμε πολύ μικρή μνήμη. Η αλήθεια είναι ότι οι συνδικαλιστικές ηγεσίες στήριξαν από την αρχή τον ΓΑΠ (όπως πριν είχαν στηρίξει τον Σημίτη) και σύρθηκαν να κηρύξουν «κλαδικές και γενικές απεργιακές κινητοποιήσεις» κάτω από τη πίεση του ξεσηκωμού της βάσης των συνδικάτων και για να μην χάσουν τον έλεγχο. Αν περάσουν τα σχέδια της τρόικα και της κυβέρνησης για κατάργηση των ΣΣΕ και ιδιωτικοποιήσεις, αυτές οι συνδικαλιστικές ηγεσίες πολύ πιθανό να βρεθούν χωρίς καμιά δύναμη. Κάνουν την ανάγκη φιλοτιμία λοιπόν. Αλλά ακόμα κι όταν σέρνονται στην κήρυξη κινητοποιήσεων κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να τις κλείσουν, να τις «πνίξουν».

Τι προτείνουν οι «99»;

Όσο για το τι προτείνουν, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα. «Πολιτική διακυβέρνηση της ΕΕ», μεταρρύθμιση της ΕΚΤ και «ευρωομόλογο» είναι τα βασικά σημεία. Μα αυτά δεν λέει ότι διεκδικεί κι ο… Παπανδρέου; Αυτά δεν λέει ότι θα διεκδικήσει «δυνατά κι ελληνικά» ο Σαμαράς; Ευρωομόλογο δεν προτείνει ο υπουργός Οικονομικών του Μπερλουσκόνι; «Ευρωομόλογο», ακόμα και στην «προοδευτική», «αντινεοφιλελεύθερη» εκδοχή του σημαίνει πολύ απλά ότι οι τραπεζίτες, οι «αγορές» θα συνεχίζουν να παίρνουν δισεκατομμύρια σε τόκους και χρεολύσια που θα τα πληρώνουμε εμείς με περικοπές, λιτότητα και ανεργία. Αλλά για τους υπογράφοντες το κείμενο, η «στάση πληρωμών» στους τραπεζίτες –η «κήρυξη χρεοστασίου»- είναι σεχταριστικό και δογματικό αίτημα.

Το αίτημα για σύγκληση «δημοκρατικού», «προγραμματικού συνεδρίου» προβάλλεται από άλλες πλευρές στο ΠΑΣΟΚ σαν διέξοδος. Αυτό προτείνει το κείμενο που κατέθεσε ο Παναγιωτακόπουλος της «Αριστερής Πρωτοβουλίας». Πάλι, υπάρχει καταρχήν ένα ζήτημα του «ποιος μιλάει». Ο Παναγιωτακόπουλος στήριξε με όλες του τις δυνάμεις τον ΓΑΠ όταν ο Σημίτης του έδινε το παροιμιώδες «δαχτυλίδι» και μετά, στην κόντρα με τον Βενιζέλο το 2007. Έπρεπε να φτάσει ο Σεπτέμβρης του 2011 για να σηκώσει το μπαϊράκι. Μέχρι τώρα πάντως καταθέτει νομιμοφρόνως τις διαφωνίες του στο Πολιτικό Συμβούλιο με την αποτελεσματικότητα που γνωρίζουμε όλοι. Αλλά πέρα από τα πρόσωπα, το αίτημα για σύγκληση συνεδρίου δεν έχει καμιά αξία. Όχι μόνο γιατί είναι «κουβέντα να γίνεται» τη στιγμή που οι εργάτες κι η νεολαία βρίσκονται μπροστά σε μεγάλες, άμεσες μάχες ενάντια στην κυβέρνηση. Αλλά και γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν αλλάζει.

Αν κάτι έχει δείξει ο τελευταίος χρόνος με τον πιο σκληρό τρόπο στο κόσμο της βάσης του ΠΑΣΟΚ είναι το πόσο σαθρή είναι η πεποίθηση ότι υπάρχει ένα «παλιό καλό ΠΑΣΟΚ», ή το «βαθύ ΠΑΣΟΚ» που διαφέρει ριζικά, το χωρίζει χάσμα αγεφύρωτο απ’ το «ΠΑΣΟΚ του Σημίτη» ή το «ΠΑΣΟΚ του Γιώργου». Υποτίθεται ότι το 2007 αυτό το ΠΑΣΟΚ εκπροσωπούσε ο Παπανδρέου απέναντι στον Βενιζέλο, τον «εκλεκτό του συγκροτήματος». Σήμερα, αγκαλιά εφαρμόζουν την ίδια πολιτική. Στις εφεδρείες του «παλιού ΠΑΣΟΚ» έχει καταφύγει επανειλημμένα ο ΓΑΠ για να δώσει τεχνητή αναπνοή στην κυβέρνησή του. Τελευταίο παράδειγμα ο ανασχηματισμός που ακολούθησε την γενική απεργία της 15 Ιούνη και την παρ’ ολίγο παραίτηση της κυβέρνησης. Ο μέχρι τότε αντιμνημονιακός Παντελής Οικονόμου βρέθηκε για παράδειγμα στη θέση του υφυπουργού δίπλα στον Βενιζέλο.

Το πρόβλημα πάει πολύ βαθύτερα από το ηθικό ανάστημα, το πολιτικό σθένος ή τις φιλοδοξίες του κάθε μεγαλοστελέχους που έχει τσαλαπατήσει βάναυσα τις ελπίδες του κόσμου που στήριξε το ΠΑΣΟΚ. Ο πυρήνας του προβλήματος είναι η ίδια η φύση αυτού του κόμματος και των ομοίων του. Στηρίζονταν στη δύναμη της οργανωμένης εργατικής τάξης, στις ελπίδες της για μια καλύτερη κοινωνία, για να ανέβουν στην κυβέρνηση και να διαχειριστούν τον καπιταλισμό. Γι’ αυτό το λόγο πάντοτε υπήρχε μια τεράστια απόσταση ανάμεσα στα λόγια και τα έργα.

Το «στις 18 Σοσιαλισμό» ήταν για τις προεκλογικές συγκεντρώσεις και οι συμβιβασμοί με το κεφάλαιο ήταν η πράξη. Έτσι φτάσαμε από το ΠΑΣΟΚ του 1974 στο ΠΑΣΟΚ του 1985 και του «σταθεροποιητικού προγράμματος», από το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα που μιλούσε για κοινωνικοποιήσεις στο ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα που δήλωνε «είτε θα αφανίσουμε το χρέος είτε θα μας αφανίσει» (κάθε ομοιότητα με σημερινές δηλώσεις δεν είναι τυχαία).  Μέχρι που ο «Σοσιαλισμός» ξεχάστηκε ακόμα και σαν μακρινό όνειρο και τη θέση του πήραν οι ανοιχτοί τεμενάδες στην ελεύθερη αγορά, στα λαμόγια της και τις καταστροφές της. Ο καπιταλισμός στην κρίση του βάζει τις πιο σκληρές πιέσεις. Κι οι ηγεσίες που πάντα επέλεγαν τα συμφέροντα των καπιταλιστών στο όνομα της «εθνικής οικονομίας», του «κοινού συμφέροντος», τώρα ξεβρακώνονται με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο.

Χωρίς αυταπάτες

Οι ανταρσίες του κόσμου της βάσης του ΠΑΣΟΚ φουντώνουν. Το βλέπουμε στα συνδικάτα, στις γειτονιές, στις σχολές. Το πρώτο που έχουν να κάνουν αυτές οι ανταρσίες είναι να ξεκαθαρίσουν ένα πρώτο και βασικό πράγμα: το ΠΑΣΟΚ δεν είναι το κόμμα τους, η κυβέρνηση δεν είναι η κυβέρνησή τους με αυτή ή με άλλη σύνθεση. Το δεύτερο είναι να κλιμακώσει και να δυναμώσει τους αγώνες του. Να πρωτοστατήσει στις απεργίες διαρκείας, στις καταλήψεις, στις διαδηλώσεις. Να συμβάλει στην οργάνωση αυτών των μαχών από τα κάτω, στηριγμένος στη δική του δύναμη, κόντρα σε ηγεσίες που ρητορεύουν ότι «θα ματώσουν» ενώ τρέχουν να τα διπλώσουν.

Είναι, τέλος, ο καιρός για μεγάλες πολιτικές αποφάσεις και επιλογές. Χρειαζόμαστε πολιτικά όπλα για να δώσουμε νικηφόρα τη μάχη ενάντια στην κυβέρνηση, την τρόικα και τις επιθέσεις τους. Ο καπιταλισμός στην κρίση του είναι ένα λαβωμένο θηρίο. Και τα λαβωμένα θηρία δεν αντιμετωπίζονται με ασπιρίνες. Έχει έρθει η ώρα του αντικαπιταλισμού, της μετωπικής σύγκρουσης με το σύστημα του κέρδους και της εκμετάλλευσης.

Αυτά δεν είναι γενικόλογες ιδεολογικές διακηρύξεις. Αντί να πληρώνουμε τους τραπεζίτες, να παλέψουμε για παύση πληρωμών, διαγραφή του χρέους ακόμα κι αν αυτό σημαίνει έξοδο από το ευρώ και την ΕΕ. Για κρατικοποίηση των τραπεζών με εργατικό έλεγχο. Όχι μόνο να παλέψουμε για να μην γίνουν οι δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμοί, τα πανεπιστήμια και τα σχολεία λεία των αρπακτικών της αγοράς, αλλά να απλώσουμε τον εργατικό έλεγχο σε όλη την κοινωνία. Αντί να περιμένουμε πότε μια κυβέρνηση θα εφαρμόσει «προοδευτικές πολιτικές για την απασχόληση» να παλέψουμε για απαγόρευση των απολύσεων και να την επιβάλουμε με τις απεργίες και τις καταλήψεις μας. Απέναντι στην κυβέρνηση που στηρίζεται ξεδιάντροπα στα ρατσιστικά δεκανίκια των φασιστών του ΛΑΟΣ να παλέψουμε μαζί με τους μετανάστες αδέλφια μας για νομιμοποίηση και δικαιώματα.

Αυτό το πρόγραμμα παλεύει η αντικαπιταλιστική αριστερά, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Η αριστερά της επανάστασης που δεν κουβαλάει στις πλάτες της τους συμβιβασμούς της αριστεράς που έχει απογοητεύσει επανειλημμένα τον κόσμο που την εμπιστεύτηκε. Είναι η αριστερά της ελπίδας και σ’ αυτή έχει θέση κάθε αγανακτισμένος εργάτης και νέος που μουντζώνει τις μέχρι χθες ηγεσίες του και βγαίνει στο δρόμο του αγώνα.