Στο ναδίρ έχουν φτάσει οι σχέσεις ανάμεσα στον Λευκό Οίκο και την κυβέρνηση του Ισραήλ. Η επικοινωνία ανάμεσα στον Τζο Μπάιντεν, τον πρόεδρο των ΗΠΑ και τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, τον πρωθυπουργό του Ισραήλ αποκαταστάθηκε μόλις την περασμένη Δευτέρα, ύστερα από μια διακοπή που κράτησε πάνω από έναν μήνα. Η λέξη «αποκαταστάθηκε» είναι στην πραγματικότητα παραπλανητική: ο Μπάιντεν κάλεσε τον Νετανιάχου για να τον «προειδοποιήσει» ότι η στρατιωτική επιχείρηση που έχει σχεδιάσει και ανακοινώσει το στρατιωτικό του επιτελείο στη Ράφα «θα ήταν ένα μεγάλο λάθος».
«Στην πρώτη του τηλεφωνική επικοινωνία εδώ και ένα μήνα με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό», γράφει η εφημερίδα Financial Times, «ο Αμερικανός Πρόεδρος εξέφρασε την εντονότατη αντίθεσή του στα σχέδια του Νετανιάχου να διατάξει μια χερσαία εισβολή στη Ράφα, στο τελευταίο πληθυσμιακό κέντρο της νότιας Γάζας που δεν έχει καταληφθεί από τις ισραηλινές δυνάμεις».
Η Ράφα βρίσκεται στα σύνορα ανάμεσα στη Γάζα και την Αίγυπτο και είναι η μοναδική δίοδος της Παλαιστινιακής Λωρίδας προς τον υπόλοιπο κόσμο που δεν ελέγχεται άμεσα από το Ισραήλ. Ο κύριος όγκος της ανθρωπιστικής βοήθειας από την οποία εξαρτάται η επιβίωση του πληθυσμού της Γάζας περνάει από τη Ράφα. Μέχρι την τελευταία επίθεση του Ισραήλ είχε πληθυσμό περίπου 150 χιλιάδων. Σήμερα έχει μετατραπεί σε ένα τεράστιο καταυλισμό στον οποίο έχουν καταφύγει σχεδόν 1,5 εκατομμύρια εσωτερικοί πρόσφυγες –οι οποίοι δεν έχουν καμιά δίοδο διαφυγής στην περίπτωση μιας χερσαίας επίθεσης.
Οι ΗΠΑ είχαν εκφράσει εδώ και πολύ καιρό τους ενδοιασμούς απέναντι στα ισραηλινά σχέδια. Μέχρι τώρα ζητούσαν από το Ισραήλ εγγυήσεις για την προστασία των αμάχων σε περίπτωση χερσαίας επίθεσης. Τώρα ο Μπάιντεν ζήτησε από τον Νετανιάχου να εγκαταλείψει το σχέδιο ολοκληρωτικά. Και το Ισραήλ δεσμεύτηκε να στείλει μια αντιπροσωπεία στις ΗΠΑ για να συζητήσει με την αμερικανική κυβέρνηση εναλλακτικές λύσεις για την εξόντωση της Χαμάς.
Κανένας όμως δεν πρέπει να τρέφει την παραμικρή αυταπάτη ότι ο Μπάιντεν ενδιαφέρεται για την ζωή των αμάχων και τον τερματισμό της γενοκτονίας. Το Ισραήλ δεν είναι απλά και μόνο ο πιο στενός σύμμαχος των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή: είναι ο «εγγυητής» των αμερικανικών συμφερόντων στην περιοχή με τα σημαντικότερα κοιτάσματα πετρελαίου στον κόσμο.
Ο Νετανιάχου βρίσκεται, με διαλείμματα, εδώ και πολλά χρόνια στην εξουσία στο Ισραήλ. Οι σχέσεις του με όλους σχεδόν τους Αμερικανούς προέδρους με τους οποίους έχει συνεργαστεί ήταν άθλιες. «Ποια είναι η γαμημένη υπερδύναμη εδώ» είχε αναφωνήσει εκνευρισμένος ο Μπιλ Κλίντον ύστερα από μια συνάντηση με τον Νετανιάχου το 1996 (FT 18.03.24). Ο μοναδικός Αμερικανός πρόεδρος που είχε τολμήσει να κόψει την στρατιωτική βοήθεια προς το Ισραήλ (έως ότου προσαρμοστεί στις αμερικανικές απαιτήσεις) στην πρόσφατη ιστορία ήταν ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος – πριν από 40 χρόνια.
Οι ΗΠΑ (και η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι άλλοι δυτικοί τους σύμμαχοι που στηρίζουν το Ισραήλ) δεν ανησυχούν πραγματικά για τις εκατόμβες των νεκρών. Ούτε για τα παιδιά που λιμοκτονούν στη Γάζα. Ούτε για τις φονικές επιθέσεις του ισραηλινού στρατού στα νοσοκομεία. Αυτό που τους ανησυχεί είναι η έκταση της υποστήριξης της κοινής γνώμης από τη Νέα Υόρκη και την Ουάσιγκτον ως το Λονδίνο και το Βερολίνο στους Παλαιστίνιους. Αυτό που τους τρομάζει είναι οι μαζικές διαδηλώσεις με τις Παλαιστινιακές σημαίες στις πρωτεύουσές τους. Αυτό που τους κατατρέχει δεν είναι ο φόβος απέναντι σε μια ανθρωπιστική καταστροφή χωρίς προηγούμενο στον 21ο αιώνα αλλά ο φόβος ενός νέου Βιετνάμ, ο φόβος της εξέγερσης της νεολαίας και της εργατικής τάξης απέναντι όχι μόνο στο ίδιο το Ισραήλ αλλά και τις δυτικές κυβερνήσεις που το στηρίζουν. Οι εκατοντάδες χιλιάδες διαδηλωτές που πλημύρισαν για πολλοστή φορά το Λονδίνο την περασμένη εβδομάδα με συνθήματα «από τον ποταμό μέχρι τη θάλασσα ελεύθερη Παλαιστίνη» ήταν μια «υπενθύμιση» που δύσκολα μπορούν να παραβλέψουν.
Ειρήνη
Αυτός ο φόβος κρύβεται πίσω από την «εμπρηστική» ομιλία του Τσακ Σούμερ στην αμερικανική γερουσία. Ο Σούμερ, ο πιο διάσημος και σημαντικός πολιτικός εβραϊκής καταγωγής στις ΗΠΑ, ζήτησε την «αντικατάσταση» της κυβέρνησης του Νετανιάχου -τον οποίο και κατηγόρησε όχι μόνο ότι υπονομεύει την ειρήνη αλλά και καταστρέφει το «ηθικό και πολιτικό υπόβαθρο» του Ισραήλ.
«Ο κυβερνητικός συνασπισμός του Νετανιάχου», είπε μιλώντας στη Γερουσία, «δεν συνάδει με τις ανάγκες του Ισραήλ μετά την 7η Οκτώβρη. Ο κόσμος έχει αλλάξει -ριζικά- και ο Ισραηλινός λαός καθοδηγείται από ένα κυβερνητικό όραμα που είναι προσκολλημένο στο παρελθόν». Αν συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση, είπε ο Σούμερ, «οι ΗΠΑ δεν θα έχουν άλλη επιλογή από το να αναλάβουν έναν πιο ενεργό ρόλο στην διαμόρφωση της πολιτικής του Ισραήλ χρησιμοποιώντας τους μοχλούς μας για να αλλάξουμε την παρούσα πορεία».
Ο Μπάιντεν υποστήριξε τον Σούμερ –«ήταν μια πολύ καλή ομιλία είπε»– παρά τις οργισμένες αντιδράσεις της κυβέρνησης του Ισραήλ. Στην πραγματικότητα, όμως, το μόνο που ενδιαφέρει τις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή είναι να πάρουν, φραστικά έστω, αποστάσεις από τα Ισραηλινά εγκλήματα στη Γάζα. Αυτόν τον στόχο εξυπηρετούν οι «διαρροές». Η αμερικανική εφημερίδα Washington Post έγραψε πριν από λίγες ημέρες ότι η κυβέρνηση του Μπάιντεν εξετάζει το ενδεχόμενο ακόμα και να αναγνωρίσει ένα ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος μέσα στις επόμενες εβδομάδες. Τον ίδιο στόχο εξυπηρετούν οι καυγάδες με τον Νετανιάχου, οι ρίψεις τροφίμων με τα αλεξίπτωτα και ο «θαλάσσιος διάδρομος» της ανθρωπιστικής βοήθειας. Αλλά είναι γελασμένοι αν νομίζουν ότι το υποκριτικό τους ενδιαφέρον για τον Παλαιστινιακό λαό θα φρενάρει το κίνημα της αλληλεγγύης που φουντώνει από τη μια μέχρι την άλλη άκρη του κόσμου.