Κ. Τασούλας
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει ελάχιστες αρμοδιότητες. Είναι ο «ανώτατος ηγέτης του κράτους» αλλά οι εξουσίες του περιορίζονται σχεδόν όλες από την πλειοψηφία της Βουλής, το υπουργικό συμβούλιο και τον πρωθυπουργό. Ο ρόλος του είναι καθαρά συμβολικός. Με την επιλογή του Κωνσταντίνου Τασούλα για το «ύπατο αξίωμα» ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να στείλει ένα μήνυμα στην κοινωνία: η εποχή των «δημοκρατικών τόξων» και της «συναίνεσης» έχει παρέλθει. Η εποχή όπου ο πρόεδρος (και οι θεσμοί) της δημοκρατίας απολάμβανε, έστω τυπικά, την εμπιστοσύνη της πλειοψηφίας της κοινωνίας ανήκει στο παρελθόν. Από εδώ και πέρα οι συγκλίσεις και οι συναινέσεις θα είναι υπόθεση της «δεξιάς πολυκατοικίας».
Στην πρώτη ψηφοφορία για την εκλογή του Προέδρου ο Τασούλας έλαβε 160 θετικές ψήφους – τις 156 ψήφους της ίδιας της Νέας Δημοκρατίας και τέσσερις ψήφους από τα «ορφανά» της ευρύτερης δεξιάς: του Αντώνη Σαμαρά και του Μάριου Σαλμά που έχουν διαγραφεί από τη Νέα Δημοκρατία, του Παύλου Σαράκη που έχει διαγραφεί από την Ελληνική Λύση (το κόμμα του Βελόπουλου) και του Χαράλαμπου Κατσιβαρδά που έχει αποχωρήσει από τους Σπαρτιάτες (το κόμμα που ελέγχεται από τη δικαιοσύνη για τις σχέσεις του με τον Ηλία Κασσιδιάρη και τα άλλα υπολείμματα της Χρυσής Αυγής).
Ποιος είναι ο Κωνσταντίνος Τασούλας
Καθόλου τυχαία. Ο Τασούλας προέρχεται από οικογένεια πολιτικών. Ο πατέρας του, ο Αναστάσιος είχε διατελέσει διορισμένος Νομάρχης Λασιθίου στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και Ηρακλείου Κρήτης και Καρδίτσας λίγο αργότερα – στην εποχή της Χούντας για να είμαστε ακριβείς. Ο πολιτικός του μέντορας ήταν ο Ευάγγελος Αβέρωφ, ο αρχηγός της ακροδεξιάς πτέρυγας της Νέας Δημοκρατίας της δεκαετίας του 1970 και του 1980 – ένας πολιτικός που προερχόταν από τα βαθιά σπλάχνα της μετεμφυλιακής δεξιάς, τον Ελληνικό Συναγερμό του «στρατάρχη» Παπάγου και την Εθνική Ριζοσπαστική Ένωση (ΕΡΕ) του Κωνσταντίνου Καραμανλή της δεκαετίας του 1950. Ο Αβέρωφ έχε μείνει στην ιστορία σαν ο «γεφυροποιός» για τις πρωτοβουλίες που είχε πάρει (με επιστολές ανάμεσα στα άλλα προς τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και τους άλλους πραξικοπηματίες) για την «ομαλή μετάβαση» από την Χούντα στη Δημοκρατία στις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Το 1980 ο Τασούλας έγινε γραμματέας του Αβέρωφ και παρέμεινε πιστός του συνεργάτης μέχρι τον θάνατό του το 1990. Όπως έγραφε η κόρη του, Τατιάνα Αβέρωφ, «ο Κώστας Τασούλας υπήρξε για τον πατέρα μου ο πολυπόθητος γιος που ποτέ δεν απέκτησε».
Ένα από τα πρώτα πράγματα που κληρονόμησε ο Τασούλας από τον Αβέρωφ ήταν τον βαθύ του αντικομμουνισμό. Τον Αύγουστο του 1982 ο Αβέρωφ, που στο μεταξύ είχε γίνει πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, είχε αποχωρήσει οργισμένος από την βουλή όταν η τότε κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου είχε καταθέσει για ψήφιση το νομοσχέδιο για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης.
Τον Μάρτιο του 2017, με αφορμή την παρουσία του (πρωθυπουργού τότε) Αλέξη Τσίπρα στα εγκαίνια μιας μόνιμης έκθεσης στην Αμαλιάδα για τον Νίκο Μπελογιάννη (που εκτελέστηκε με στημένες κατηγορίες από την κυβέρνηση του Παπάγου το 1952) ο Τασούλας επιτέθηκε από το βήμα της Βουλής στην αριστερά με ένα ακροδεξιό παραλήρημα βγαλμένο κατευθείαν από την ψυχροπολεμική δεκαετία του 1950:
«Έχει ακουστεί εδώ ότι ο Μπελογιάννης αγωνίστηκε για τη δημοκρατία. Διαφωνώ. Ο θάνατος του Μπελογιάννη ήταν σκληρότατος. Η θανατική ποινή είναι μια σκληρότατη πράξη. Αλλά δεν μπορεί εν ονόματι μιας σκληρότατης πράξης που μπορεί κανείς να την κρίνει, αν ήταν άδικη ή δίκαιη, να θεωρούμε ότι η επιδίωξη επιβολής κομμουνιστικής δικτατορίας συνιστά πράξη υπέρ της δημοκρατίας. Εάν είχε επικρατήσει η άλλη παράταξη στη χώρα μας δεν θα επιτρεπόταν, όχι απλώς να πω αυτά αλλά δεν θα επιτρεπόταν ούτε να τα σκεφτώ αυτά».
Το παραλήρημα αυτό προκάλεσε, δικαιολογημένα την οργή των βουλευτών – εκτός φυσικά από τους αντιπροσώπους της Χρυσής Αυγής (που δεν βρίσκονταν τότε, όπως σήμερα, στις φυλακές) που είχαν «υποσχεθεί» λίγο νωρίτερα να γκρεμίσουν την έκθεση της Αμαλιάδας. Περιττό να το πει κανείς, ο Τασούλας δεν έκανε καμιά αναφορά στους πάνω από 100 χιλιάδες που εκτοπίστηκαν και βασανίστηκαν στην Μακρόνησο όταν επικράτησε «αυτή η παράταξη». Η «εθνική αναμόρφωση» είναι κατά τη γνώμη του η ύψιστη έκφραση του δικαιώματος «όχι απλά να λέει αλλά και να σκέφτεται» κανείς ό,τι πιστεύει. Αρκεί να πιστεύει, φυσικά, το σωστό.
Αυταρχισμός
Ο Τασούλας, όμως, δεν χρωστάει την επιλογή του για το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας μόνο στις ακροδεξιές του ιδέες και την επιρροή που έχουν αυτές στη δεξιά πολυκατοικία. Τη χρωστάει και σε αυτά που έκανε ως πρόεδρος της Βουλής: στον βρώμικο ρόλο που έπαιξε για την συγκάλυψη του σκανδάλου των υποκλοπών και της «τραγωδίας» των Τεμπών. «Έμεινα άναυδη», έγραψε η Μαρία Καρυστινού, η πρόεδρος του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων Τεμπών, μόλις ανακοινώθηκε επίσημα η υποψηφιότητα του Τασούλα:
«Διότι ο κ. Τασούλας ήταν αυτός που ως πρόεδρος της Βουλής κρατούσε στο γραφείο του τη δικογραφία της Ευρωπαίας Εισαγγελέως για τη σύμβαση 717 και τη δικογραφία για τα Τέμπη και δεν την έδωσε άμεσα, ως όφειλε, στα μέλη της Εξεταστικής Επιτροπής. Διότι ο κ. Τασούλας είναι αυτός που ως πρόεδρος της Βουλής κρατάει στο γραφείο του τις μηνύσεις που αφορούν τις ευθύνες του υπουργείου Μεταφορών και δύο δικογραφίες κατά μελών της κυβέρνησης και δεν τα προωθεί άμεσα στη Βουλή όπως ορίζει το Σύνταγμα και επιβάλλει η θέση του. Διότι ο κ. Τασούλας είναι αυτός που ως πρόεδρος της Βουλής αγνοεί τα εξώδικα των συγγενών των θυμάτων των Τεμπών και συμπράττει στη συγκάλυψη που πανηγυρικά επεδίωξε και πέτυχε η Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής. Διότι ο κ. Τασούλας είναι αυτός που υποθάλπει βάζοντας εμπόδια στην αποκάλυψη της αλήθειας για το έγκλημα των Τεμπών».
Ο Τασούλας αρνήθηκε να καλέσει τον τότε πρόεδρο της ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου των Συνομιλιών (ΑΔΑΕ) Χρήστο Ράμμο να καταθέσει στη Βουλή για το σκάνδαλο των υποκλοπών, παρόλο που το είχε ζητήσει ο ίδιος. Ακόμα χειρότερα, τον Σεπτέμβρη του 2023, μια ημέρα πριν συζητηθεί από την ολομέλεια της ΑΔΑΕ η πρόταση επιβολής προστίμου στην ΕΥΠ, η Βουλή άλλαξε, με μια έκτακτη συνεδρίαση την οποία κάλεσε ο ίδιος, αιφνιδιαστικά τη σύνθεση της ολομέλειας της ανεξάρτητης αρχής. Η πρόταση πέρασε με τις ψήφους της Νέας Δημοκρατίας και της Ελληνικής Λύσης – και ένα αριθμητικό πραξικόπημα από τη μεριά του Τασούλα που φούσκωσε (χάρη στρογγυλοποίησης υποτίθεται) το ποσοστό των θετικών ψήφων έτσι ώστε να καλυφθεί το ποσοστό των 2/3 που απαιτεί το Σύνταγμα.
Ο Άκης Σκέρτσος, ο υπουργός Επικρατείας της κυβέρνησης του Μητσοτάκη δικαιολόγησε την επιλογή του Τασούλα με τα παρακάτω λόγια: «Ο πρωθυπουργός έχει υποχρέωση να εγγυάται την πολιτική σταθερότητα. Δεν υπάρχουν κυβερνήσεις στη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αυστρία. Υπάρχουν τεκτονικές αλλαγές στο γεωπολιτικό περιβάλλον διεθνώς… Ο πρωθυπουργός κοιτάζει μόνο μπροστά, ούτε δεξιά, ούτε αριστερά». Αυτό, όμως, που εννοεί όταν μιλάει για «μπροστά» είναι η προσαρμογή στην ακροδεξιά, αυταρχική «επανάσταση» που προσπαθεί να επιβάλλει τώρα ο Ντόναλντ Τραμπ στις ΗΠΑ, με την κατάληψη όλων των δημόσιων θέσεων από ημετέρους και την κατάργηση (στην ουσία) της ανεξαρτησίας, όχι μόνο αρχών σαν την ΑΔΑΕ αλλά και θεσμών σαν το Ανώτατο Δικαστήριο ή και την Κεντρική Τράπεζα.
Ο Μητσοτάκης έχει πολλές φορές εκφράσει την «ευχή» να τελειώσουμε με την Μεταπολίτευση. Ο Τασούλας ονειρεύεται σίγουρα να γυρίσουμε ακόμα πιο πίσω – στη δεκαετία του 1950, του Παπάγου και του Καραμανλή. Αλλά κάποιος θα πρέπει να τους θυμίσει πώς τέλειωσαν αυτές οι περίοδοι «πολιτικής σταθερότητας»: το φοιτητικό και το απεργιακό κίνημα, την επιτυχία της ΕΔΑ στις εκλογές του 1958, την οργή για τη δολοφονία του Λαμπράκη, τα Ιουλιανά.
Είναι βαθιά γελασμένος ο Μητοστάκης αν πιστεύει ότι μπορεί να αντιμετωπίσει την πολιτική κρίση και την απομόνωση της Νέας Δημοκρατίας με παραχωρήσεις προς την ακροδεξιά. Δεν χρειάζεται να κοιτάξει και πολύ μακριά: οι φωτογραφίες και μόνο από τη συγκέντρωση στο Σύνταγμα της περασμένης Κυριακή για το έγκλημα στα Τέμπη αρκούν. Η κυβέρνηση δεν είναι απλά αδύναμη: είναι ετοιμόρροπη, και κανένας Τασούλας δεν μπορεί να την σώσει.