Το ΚΚΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αντικαπιταλιστική Αριστερά

Ο δημόσιος διάλογος για το 19ο Συνέδριο του ΚΚΕ έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις το τελευταίο διάστημα. Η έκφραση διαφωνιών από επώνυμα στελέχη όπως ο Ν. Μπογιόπουλος και ο Π. Γεωργιάδης και η σκληρή απάντηση από ηγετικά στελέχη όπως ο Μαΐλης, ο Μεντρέκας και η ίδια η Παπαρήγα, έχει τραβήξει την προσοχή των ΜΜΕ που κάτω από άλλες συνθήκες θα αδιαφορούσαν για αυτή τη διαδικασία.

Η εξέλιξη αυτή είναι θετική, γιατί ανοίγει τη δυνατότητα για έναν διάλογο που τον έχει ανάγκη η Αριστερά. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει ο κίνδυνος να χαθεί η ουσία μέσα από παιχνίδια εντυπώσεων και τα κλισέ που χρησιμοποιούν οι αστοί «αναλυτές»: ξαφνικά ακούμε και διαβάζουμε ότι η ηγεσία του ΚΚΕ έγινε «νεοτροτσκιστική» και άλλα τέτοια ευτράπελα.

Ας προσπαθήσουμε να σταθούμε στα ζητήματα που ανοίγουν.

Ένα από τα πιο σημαντικά θέματα είναι η παραδοχή της ηγεσίας ότι υποτίμησε την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ. Είπε σχετικά η Αλέκα Παπαρήγα στη Συνδιάσκεψη της Κ.Ο. Κ. Μακεδονίας στη Θεσσαλονίκη

«Να ξεκινήσω από την ΚΕ. Είχαμε αδυναμίες, κάναμε λάθη σε θέματα τακτικής; Ενα που μπορούμε να πούμε και που το αναγνωρίσαμε και πριν τη δημοσίευση των Θέσεων του Συνεδρίου και στις Θέσεις του Συνεδρίου, είναι το λάθος στη διάρκεια της προετοιμασίας και της καθαρά προεκλογικής περιόδου, πριν την πρώτη εκλογική μάχη. Εκεί κάναμε λάθος τακτικής. Δεν εκτιμήσαμε ότι θα υπήρχε μεγάλη πτώση και των δύο κομμάτων και ιδιαίτερα η αποδιάρθρωση του ΠΑΣΟΚ. Δεν μπορέσαμε να το εκτιμήσουμε, κι έτσι η προεκλογική μας τακτική - η στρατηγική ήταν απολύτως σωστή - η τακτική ήταν κατά κάποιο τρόπο λίγο μπαγιάτικη».

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η συρρίκνωση της εκλογικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ και η μαζική στροφή των ψηφοφόρων του προς τα αριστερά ήρθε σαν έκπληξη για το ΚΚΕ. Γιατί όμως συνέβηκε αυτό; Τι εμπόδισε την ηγεσία του να δει ότι π.χ. πίσω από τη Σοφία Σακοράφα θα ακολουθούσαν χιλιάδες γυναίκες και άνδρες που παλιότερα είχαν αυταπάτες ότι το ΠΑΣΟΚ είναι σοσιαλιστικό κόμμα;

Μια πρώτη και αρκετά δημοφιλής απάντηση είναι ο σεχταρισμός, δηλαδή η συστηματική ταχτική της ηγεσίας του ΚΚΕ να κρατάει τον κόσμο του χωριστά σε κάθε ευκαιρία, από τις Πανεργατικές μέχρι τις γεμάτες Πλατείες. Όμως, έστω κι αν αυτό είναι σωστό σαν περιγραφή, δεν αρκεί για να ερμηνεύσει την επιμονή σε αυτή τη λαθεμένη ταχτική.

Μια πιο ουσιαστική κριτική είναι ότι το ΚΚΕ έχασε τη δυνατότητα να αναλύει και να αντιμετωπίζει το φαινόμενο του ρεφορμισμού μέσα στο εργατικό κίνημα και αυτό φαίνεται με πολλούς τρόπους.

Η σοσιαλδημοκρατία είναι ένα ιστορικό ρεύμα ρεφορμισμού μέσα στην οργανωμένη εργατική τάξη. Η πιο σημαντική επαναστατική αριστερά της ιστορίας, τα κόμματα της Τρίτης Διεθνούς, συγκροτήθηκαν σε αντιπαράθεση με εκείνο το ρεύμα χάρη στις μάχες της Ρόζας Λούξεμπουργκ (με το θρυλικό «Μεταρρύθμιση ή Επανάσταση») και βέβαια του Λένιν που είχε χαρακτηρίσει τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα σαν «αστικά-εργατικά».

Το σημαντικό εδώ είναι η δυνατότητα των επαναστατικών κομμάτων να επηρεάζουν την εργατική βάση της σοσιαλδημοκρατίας παρά και ενάντια στην κατάντια της αστικής πολιτικής ηγεσίας της. Αλλά για να το κάνουν αυτό χρειάζεται κατ’ αρχή να βλέπουν ότι αυτή η βάση υπάρχει και όχι να θεωρούν τους εργάτες που ακολουθούσαν τέτοιες ηγεσίες σαν «εκμαυλισμένους».

Λάθος ανάλυση

Παλιότερα το ΚΚΕ είχε την εκτίμηση ότι το ΠΑΣΟΚ είναι κόμμα του «μικροαστικού σοσιαλισμού» και προσπαθούσε «να τραβήξει τα μικροαστικά στρώματα που επηρεάζονταν από τον Ανδρέα Παπανδρέου προς το κόμμα της εργατικής τάξης», δηλαδή το ΚΚΕ. Ούτε τότε ήταν σωστή η ανάλυση για το ΠΑΣΟΚ, γιατί η σοσιαλδημοκρατία είναι πολύ πιο ανθεκτική από τα μικροαστικά κόμματα. Ένα ρεφορμιστικό κόμμα που πατάει σε μια συμμαχία αστών με οργανωμένα κομμάτια της εργατικής τάξης στηρίζεται στις δυο ισχυρότερες τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας. Για να σπάσει, χρειάζεται αυτή η κοινωνία να βρίσκεται σε κρίση. Και βέβαια το ποιος θα επωφεληθεί δεν είναι καθόλου αυτονόητο.

Οι αποτυχίες της δεκαετίας του 1980, που κορυφώθηκαν με τις συγκυβερνήσεις Τζανετάκη και Ζολώτα και τις διασπάσεις που ακολούθησαν προς τα δεξιά και αριστερά, έφεραν την ηγεσία του ΚΚΕ να μετατάξει το ΠΑΣΟΚ από το μικροαστισμό στον αστισμό και να βλέπει τη ρεφορμιστική επιρροή μέσα στην εργατική τάξη περιορισμένη στα τότε πενιχρά επίπεδα του Συνασπισμού. Μια μαύρη εικόνα για την εργατική τάξη που τροφοδότησε χρόνια ηττοπάθειας.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η ηγεσία του ΚΚΕ έγινε «αριστερίστικη». Κάθε άλλο. Ένας τρόπος για να το δούμε αυτό είναι η σχέση με το ΑΚΕΛ. Σήμερα, η Αλέκα Παπαρήγα εμφανίζεται επικριτική για το ΑΚΕΛ. Είπε στη Θεσσαλονίκη:

«Μπορούμε να μελετήσουμε πάρα πολύ το θέμα της εμπειρίας της Κύπρου. Συμμετοχή του ΑΚΕΛ, σε κυβέρνηση, πρόεδρος κομμουνιστής. Ξέρετε τι γινότανε τα προηγούμενα χρόνια. Καλλιεργούνταν η άποψη ότι ξέρετε τι είναι μέσα στην ΕΕ, οι κομισάριοι και οι πρόεδροι των κυβερνήσεων να δέχονται έναν κομμουνιστή; Ε, δεν είδα να έπαθαν και τίποτα. Ούτε λέμε ότι το κόμμα είναι προδοτικό. Αυταπάτες είχε. Αλλά αυτός είναι ο στόχος; Τα υπέγραφε ή δεν τα υπέγραφε όλα; Τα υπέγραφε. Εμείς ζημιωθήκαμε από αυτή τη στάση του ΑΚΕΛ; Ζημιωθήκαμε, γιατί εδώ που τα λέμε δεν είναι μόνο από δικές μας αδυναμίες στις εκλογές. Οταν τα ΚΚ πάνε μέσα σε αυτά τα σχήματα, πάνε στις κυβερνήσεις, κ.λπ., η δική μας θέση «δεν συμμετέχουμε στην κυβέρνηση» δεν φάνηκε αρνητικά αιρετική και όχι επαναστατική; Δεν φορτωνόμαστε και τις ζημιές των άλλων κομμάτων; Ας το πάρουμε υπόψη».

Αποδείχθηκε, λοιπόν, ότι το ΑΚΕΛ είναι ένα κόμμα με αυταπάτες για το τι μπορεί να πετύχει με την εκλογή Κομμουνιστή Προέδρου. Αυτό στην επαναστατική παράδοση έχει όνομα: κόμμα ρεφορμιστικό. Αλλά ούτε αυτόν τον ρεφορμισμό δεν κατάφερε να αναλύσει έγκαιρα το ΚΚΕ. Για χρόνια καμάρωνε για το αδελφό κόμμα στην Κύπρο και μόλις τώρα προσπαθεί να αποστασιοποιηθεί.

Ουσιαστικά η ηγεσία του ΚΚΕ υποτίμησε το ρεφορμισμό του ΠΑΣΟΚ και νόμισε ότι μπορεί να τον αντιμετωπίσει απλά με καταγγελίες. Υποτίμησε το ρεφορμισμό του ΑΚΕΛ και νόμισε ότι μπορεί να τον υπεκφύγει μέχρι που η καταστροφική θητεία Χριστόφια έφερε τον κόμπο στο χτένι. Δεν πρόκειται για ηγεσία «νεοτροτσκιστική», πρόκειται για ηγεσία που όπως έλεγε ο Τρότσκι τραγουδούσε χαρούμενα στις κηδείες και λυπητερά στις χαρές.

Αντιμετώπιση

Έχουν σημασία σήμερα όλα αυτά; Ασφαλώς και έχουν. Γιατί το ΠΑΣΟΚ μπορεί να κατέρρευσε αλλά το ζήτημα του ρεφορμισμού και της αντιμετώπισής του παραμένει. Τι είδους κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ;

Η ηγεσία του ΚΚΕ δεν χάνει ευκαιρία για να καταγγείλει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι «οπορτουνιστικό ρεύμα» και μάλιστα έτοιμο να αντικαταστήσει το ΠΑΣΟΚ. Αυτό περιέχει μισή αλήθεια, αλλά και ολόκληρο τον κίνδυνο να επαναληφθεί το ίδιο λάθος όπως με το ΠΑΣΟΚ.

Τα ρεφορμιστικά χαρακτηριστικά του ΣΥΡΙΖΑ είναι ιδιαίτερα έντονα και ήδη προβληματίζουν πλήθος αγωνιστές της Αριστεράς που έλπισαν και ελπίζουν ότι η άνοδος της επιρροής της Αριστεράς θα δώσει διέξοδο από την ατέλειωτη κρίση του ελληνικού καπιταλισμού. Μέσα στους λίγους μήνες που έχουν περάσει από τις διπλές εκλογές του περασμένου χρόνου, ο Αλέξης Τσίπρας και η υπόλοιπη ηγετική ομάδα έχουν φροντίσει να ρίξουν μπόλικο νερό στο ριζοσπαστισμό που επαγγέλλεται το κόμμα τους (και στο όνομά του). Και μόνο το πρόσφατο άνοιγμα στο κόμμα του Καμμένου (βλέπε σχετικά σε άλλη σελίδα) είναι αρκετό για να προκαλέσει τέτοιες ανησυχίες.

Είναι επομένως απαραίτητο για την Αριστερά να διαμορφώσει στρατηγική και ταχτική σε ρήξη με τις ρεφορμιστικές αυταπάτες. Δεν είναι ανάγκη να περιμένουμε να δούμε τον Τσίπρα σε ρόλο Χριστόφια για να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε αυτά τα ζητήματα.

Αυτή η αναζήτηση έχει δυο σκέλη. Ενιαιομετωπική ταχτική και αντικαπιταλιστική στρατηγική. Το ένα σκέλος προβάλλεται ήδη από πολύ κόσμο του ΚΚΕ. Είναι η κριτική στο σεχταρισμό που με τις περιχαρακώσεις του παραιτείται από την προσπάθεια να βοηθήσει όλο τον κόσμο της εργατικής τάξης και της αριστεράς να προχωρήσει. Γράφει π.χ. ο Μπογιόπουλος «θέτοντας ως προαπαιτούμενο κάθε λαϊκής συσπείρωσης τη συμφωνία με τη θέση μας για λαϊκή εξουσία, αφήσαμε αναξιοποίητους σειρά πολιτικούς «κρίκους». Π.χ. Το «δεν πληρώνω». Εμείς είπαμε: Δεν πληρώνω, αλλά πρώτα λαϊκή εξουσία. Χρέος. Εμείς είπαμε: Οχι στο χρέος, αλλά στη λαϊκή εξουσία. Ευρώ - ΕΕ. Εμείς είπαμε: Δεν αρκεί το όχι στην ΕΕ, χωρίς το «ναι» στη λαϊκή εξουσία. Μνημόνιο. Εμείς είπαμε: Δεν φταίει το μνημόνιο, αλλά ο καπιταλισμός, η κρίση και ότι δεν έχουμε λαϊκή εξουσία... Από τις διαδηλώσεις για το μνημόνιο μέχρι τα διόδια - όταν έρχονταν άλλοι εμείς φεύγαμε».

Ωστόσο, αυτό το ξεκαθάρισμα μένει λειψό (για να μην πούμε πισωγυρίζει), όταν στο δεύτερο σκέλος οι απαντήσεις αναζητούνται πίσω στα «αντιμονοπωλιακά-αντιμπεριαλιστικά μέτωπα» των παλιότερων συνέδριων του ΚΚΕ, όπως γράφει στο ίδιο κείμενό του ο Μπογιόπουλος: «ΠΡΟΤΑΣΗ: Επαναφορά - επικαιροποίηση του Προγράμματος του 15ου Συνεδρίου, συγκρότηση Αντιιμπεριαλιστικού - Αντιμονοπωλιακού - Δημοκρατικού Μετώπου, με κατεύθυνση την ανατροπή του καπιταλισμού».

Αυτός ο προσανατολισμός δοκιμάστηκε επί δεκαετίες, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά διεθνώς και παντού κατάληξε σε αποτυχίες. Είναι επιστροφή στη λογική των σταδίων, όσο κι αν πολλοί αγωνιστές την ξορκίζουν. Αν η ανατροπή του καπιταλισμού είναι απλά «κατεύθυνση» στην οποία θα πάμε αργότερα γιατί τώρα προηγούνται «άλλα», οι αναβολές του πότε θα φτάσουμε εκεί δεν έχουν τέλος. Ούτε ισχύει κανένας αυτοματισμός ότι τάχα τα άμεσα καθημερινά αιτήματα και κινήματα της επιβίωσης της εργατικής τάξης είναι «αντικειμενικά μεταβατικά στην κατεύθυνση της ανατροπής του καπιταλισμού». Χωρίς μια Αριστερά ανοιχτά αντικαπιταλιστική, το πέρασμα στην ανατροπή του καπιταλισμού μπορεί διαρκώς να αναβάλλεται. Τα αιτήματα της ρώσικης επανάστασης για Γη, Ειρήνη και 8ωρο έγιναν μεταβατικά όταν συμπληρώθηκαν με το «Όλη η εξουσία στα σοβιέτ».

Γι’ αυτό έχει ξεχωριστή σημασία η προσπάθεια που κάνει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το μέτωπο των δυνάμεων της Αριστεράς που επιμένουν αντικαπιταλιστικά. Για να χαράξουμε πορεία που θα μας βγάλει από τις συμπληγάδες της δεξιάς προσαρμογής από τη μια και του αδιέξοδου σεχταρισμού από την άλλη και να βοηθήσουμε το εργατικό κίνημα να ξεδιπλώσει ολόκληρη την ανατρεπτική δυναμική του.


Διαβάστε επίσης

Τι έχει να προσφέρει μια συνεργασία Τσίπρα - Καμμένου;