Η σταλινική αντεπανάσταση

Οι εξελίξεις στην Κύπρο έχουν ανοίξει τη συζήτηση για το ποια μπορεί να είναι η εναλλακτική λύση απέναντι στον καπιταλισμό. Όλο και περισσότερος κόσμος μιλά για λύσεις έξω από την ΕΕ, για διαγραφή του χρέους, για ριζική ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος. Γι' αυτό η συζήτηση για το τι μπορεί να αντικαταστήσει τον καπιταλισμό, πώς μπορεί να μοιάζει μια κοινωνία εργατικού ελέγχου συναντά πολλά ανοιχτά αυτιά, ασυνήθιστα περισσότερα από ότι συναντούσε τα προηγούμενα χρόνια η αριστερά.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η συζήτηση για το τι απέγινε η Ρώσικη επανάσταση, το πιο μεγάλο σοσιαλιστικό πείραμα της ιστορίας, είναι ξανά επίκαιρη. Είναι η στιγμή να ανατρέξουμε στη συμβολή του Τόνι Κλιφ.

Αυτό το μήνα συμπληρώνονται 13 χρόνια από το θάνατο του. Ο Τόνι Κλιφ ήταν ο επαναστάτης σοσιαλιστής που κράτησε ζωντανή την ελπίδα της επαναστατικής ανατροπής του καπιταλισμού. Μπορεί σήμερα όλο και περισσότερος κόσμος να συνειδητοποιεί ότι αυτό το σύστημα δεν λειτουργεί, αλλά μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ το 1989-91 η κυρίαρχη άποψη ήταν ότι ο καπιταλισμός είναι παντοδύναμος αφού το “αντίπαλο δέος” είχε καταρρεύσει.

Ο Κλιφ έγραψε το 1948 το βιβλίο “Κρατικός Καπιταλισμός στη Ρωσία”, που σήμερα στην Ελλάδα κυκλοφορεί η τρίτη έκδοση του από το Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο. Έδωσε το θεωρητικό υπόβαθρο για τις αναζητήσεις των αριστερών αγωνιστών πάνω στο ζήτημα τι είδους καθεστώτα ήταν τα κράτη του “υπαρκτού σοσιαλισμού”, εξηγώντας μέσα από μια ολοκληρωμένη μαρξιστική ανάλυση ότι τα σταλινικά καθεστώτα δεν ήταν η συνέχεια αλλά η ανατροπή της Ρώσικης Επανάστασης.

Τρότσκι

Ο Κλιφ προσπαθεί να συγκρίνει κατ’ αρχάς τι άλλαξε στη Ρωσία ανάμεσα στην περίοδο του Λένιν και του Στάλιν. Ήταν ένα εντυπωσιακό εγχείρημα εκείνη την περίοδο γιατί η νίκη της ΕΣΣΔ απέναντι στη Γερμανία του Χίτλερ, οδήγησε στην ιδεολογική υπεράσπισή των καθεστώτων τόσο από τα επίσημα ΚΚ όσο και από χιλιάδες αγωνιστές σε όλο τον πλανήτη που πάλεψαν ενάντια στην φασιστική και καπιταλιστική βαρβαρότητα. Ακόμα και οι διάφορες μικρές τροτσκιστικές οργανώσεις εκείνης της περιόδου θεωρούσαν ότι η Ρωσία εξακολουθεί να είναι εργατικό κράτος, αλλά με μια «εκφυλισμένη μορφή».

Όμως ο Κλιφ χρησιμοποίησε τη θεωρία του Τρότσκι (που είχε διαμορφώσει από τη δεκαετία του ’30 ιδιαίτερα στο βιβλίο του «Προδομένη Επανάσταση») και προχώρησε στο συμπέρασμα ότι η εργατική τάξη είχε χάσει την εξουσία στη Ρωσία του Στάλιν. Έκανε τη σύγκριση ανάμεσα στις πρώτες αποφάσεις του εργατικού κράτους μετά τη νίκη της Ρώσικης Επανάστασης και τη μορφή του καθεστώτος από τη δεκαετία του 1930 και μετά.

Αμέσως μετά την επανάσταση του 1917 η διαχείριση των εργοστασίων ανατέθηκε στα συνδικάτα και γινόταν πρακτικά από μια επιτροπή που αποτελούνταν από τους εκπροσώπους των Μπολσεβίκων, τις εργοστασιακές επιτροπές και τον τεχνικό διευθυντή. Από το 1937 και μετά το κάθε εργοστάσιο διοικούνταν από έναν διευθυντή που ήταν εξουσιοδοτημένος να παίρνει μόνος του τις αποφάσεις και μάλιστα με νοοτροπία «όταν μπαίνει στο εργοστάσιο, η γη πρέπει να τρέμει».

Στους χώρους εργασίας καταργήθηκε κάθε δημοκρατικό δικαίωμα. Οι μισθοί των εργατών μειώθηκαν, ενώ το 1934 έπαψε να υπάρχει ο θεσμός των συλλογικών συμβάσεων οι οποίες υπαγορεύονταν με διατάγματα. Το 1932 το 68% των εργατών πληρώνονταν με το κομμάτι. Εφαρμόστηκε ένα σύστημα εντατικοποίησης της εργασίας με την καθιέρωση της νόρμας, που ήταν ο μέσος όρος παραγωγής των εργατών. Όποιος εργάτης κατάφερνε να ξεπεράσει τη νόρμα κατά 50% τότε ο μισθός του έφτανε μέχρι και 200% πιο πάνω. Το κράτος ανεβάζοντας συνέχεια τη νόρμα παραγωγής είχε τη δυνατότητα να συμπιέζει με αυτό τον τρόπο το βιοτικό επίπεδο των εργατών. Το καθεστώς της Ρωσίας χρησιμοποίησε ακόμα και το μέτρο της καταναγκαστικής εργασίας. Υπολογίζεται ότι το 1942 έφτασαν από 8 εώς 15 εκατομμύρια οι άνθρωποι που βρίσκονταν στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας.

Άλλο παράδειγμα ήταν η θέση των γυναικών. Ο Εργατικός Κώδικάς του 1922 απαγόρευε την απασχόληση των γυναικών “σε ιδιαίτερα βαριά και ανθυγιεινή παραγωγή και σε υπόγειες εργασίες”. Το 1932 το Επιστημονικό Συμβούλιο του υπουργείου Εργασίας αποφάνθηκε ότι η εργασία σε υπόγειες στοές, όπως πχ τα ορυχεία του Καυκάσου, “δεν περικλείει κινδύνους για τις έγκυες γυναίκες”.

Εγκαταλείποντας την ιδέα της εξάπλωσης της επανάστασης η σταλινική γραφειοκρατία έβαλε σαν στόχο την εγκαθίδρυση του «σοσιαλισμού σε μια μόνο χώρα». Η γραφειοκρατία έβαλε την οικονομία να κινηθεί με στόχο την επικράτηση της στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Έτσι ο ανταγωνισμός με τους καπιταλισμούς της Δύσης και ιδιαίτερα ο στρατιωτικός ανταγωνισμός τής επέβαλε καπιταλιστικά χαρακτηριστικά. Έδινε προτεραιότητα στη συσσώρευση στη βαριά και μάλιστα στην πολεμική βιομηχανία και κρατούσε τη λαϊκή κατανάλωση στα όρια της αναπαραγωγής της εργατικής τάξης. Αυτό το στόχο είχαν τα πεντάχρονα πλάνα.

"Ανάμεσα στο 1928 -1936, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας τριπλασιάστηκε, οι μισθοί μειώθηκαν ουσιαστικά περισσότερο από 50%" αναφέρει ο Κλιφ. Αυτό βέβαια δεν ίσχυε για τους διευθυντές των εργοστασίων, για τους κυβερνητικούς αξιωματούχους που απολάμβαναν τελείως διαφορετικά προνόμια. "Ένα χαρακτηριστικό σημάδι των τρομερών εισοδηματικών διαφορών στη Ρωσία είναι η φορολογική κλίμακα. Στη φορολογική κατάσταση της 4ης Απρίλη του 1940 η ψαλίδα των εισοδημάτων που αναφέρονταν άρχιζε από το 1.800 ρούβλια το χρόνο και έφτανε μέχρι πάνω από 300.000".

Εκμετάλλευση

Ο Κλιφ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο χαρακτήρας των σταλινικών καθεστώτων ήταν ταξικός. Το ρόλο της άρχουσας τάξης έπαιζε η κρατική γραφειοκρατία που είχε στην κατοχή της τα μέσα παραγωγής και κέρδιζε μέσα από την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης με τον ίδιο τρόπο όπως και στη Δύση η άρχουσα τάξη εκμεταλλευόταν την εργατική τάξη. Στη θέση της εργατικής δημοκρατίας που έβαζαν σαν στόχο οι Μπολσεβίκοι του Λένιν, μπήκε η υποταγή των εργατών στους στόχους για οικονομική ανάπτυξη της Ρωσίας και ο ανταγωνισμός με τις καπιταλιστικές οικονομίες της Δύσης. Ήταν η ίδια διαδικασία που ο Μαρξ την ονόμασε "πρωταρχική συσσώρευση". Η διαφορά, λέει ο Κλιφ, είναι ότι αυτή η περίοδος κράτησε στην Αγγλία 200 χρόνια και στην Ρωσία συμπιέστηκε μέσα σε μια 20ετία.

Ο Κλιφ φτάνει στο συμπέρασμα ότι όπως και στη Δύση έτσι και τα καθεστώτα του κρατικού καπιταλισμού γεννούν τον ίδιο τον νεκροθάφτη τους. Όταν κατέρρευσε το Τείχος του Βερολίνου και τα επίσημα κομμουνιστικά κόμματα αδυνατούσαν να κατανοήσουν τις εξελίξεις και έπεφταν σε μια βαθιά απογοήτευση, ενώ οι απολογητές του καπιταλισμού μιλούσαν για το «θάνατο του Μαρξισμού» ή για το “τέλος της Ιστορίας”, ο Κλιφ με την πολύτιμη ανάλυσή του έστελνε το μήνυμα ότι η εργατική τάξη ήταν και παραμένει ο πρωταγωνιστής της ιστορίας.


Τόνι Κλιφ 1917 - 2000

Ο Τόνι Κλιφ γεννήθηκε το Μάη του 1917 στη Παλαιστίνη, από γονείς εβραίους με καταγωγή από την παλιά Ρώσικη Αυτοκρατορία. Σε νεαρή ηλικία, στη δεκαετία του 1930, ήρθε σε επαφή με το ΚΚ της Παλαιστίνης, αλλά σύντομα τον κέρδισαν οι ιδέες του Τρότσκι. Ρίχτηκε στη μάχη για να οικοδομήσει μια επαναστατική, διεθνιστική οργάνωση στη Παλαιστίνη, καλώντας τους εβραίους εργάτες να ενωθούν με τους Άραβες εργάτες στην πάλη ενάντια στην αποικιοκρατία. Τη δράση του θα την «πλήρωνε» κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου με ένα χρόνο φυλάκισης στα μπουντρούμια των Βρετανών αποικιοκρατών.

Το 1946 ο Κλιφ πήγε στην Βρετανία, όπου και θα έμενε για το υπόλοιπο της ζωής του. Αμέσως, καθ’ υπόδειξη της Κρατικής Ασφάλειας απελάθηκε στην Νότια Ιρλανδία, ως «επικίνδυνος ανατρεπτικός», όπου και έμεινε για πέντε χρόνια. Εκείνη την περίοδο ο Κλιφ άρχισε να επεξεργάζεται τις αναλύσεις της κατάστασης που είχε διαμορφωθεί μετά το Β’΄Παγκόσμιο Πόλεμο. Έγραψε τον “Κρατικό Καπιταλισμό” σε ηλικία 30 ετών και ρίχτηκε στη μάχη της συγκρότησης της επαναστατικής οργάνωσης Διεθνείς Σοσιαλιστές από την οποία προέρχεται το SWP στη Βρετανία.