Ιστορία
80 χρόνια από την Απελευθέρωση: Σύγκρουση ανάμεσα σε Επανάσταση και αντεπανάσταση

11/10, Εκδήλωση για τα 80 χρόνια από την Απελευθέρωση της Αθήνας. Φωτό: Γιώργος Πίττας

Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα τίμησε την επέτειο των 80 χρόνων από την Απελευθέρωση της Αθληνας με μια πετυχημένη εκδήλωση στο Πνευματικό Κέντρο Αθήνας το απόγευμα της Παρασκευής 11/10 με θέμα: «Οκτώβρης 1944, Η απελευθέρωση της Αθήνας από τους ναζί - Αντίσταση, η Επανάσταση που χάθηκε». 

Τη συζήτηση άνοιξαν ο Προκόπης Παπαστράτης, ομότιμος καθηγητής Παντείου, ο Μιχάλης Λυμπεράτος ιστορικός και ο Λέανδρος Μπόλαρης συγγραφέας ενώ τη συζήτηση συντόνισε η Σοφία Γαρμπή φοιτήτρια στην Φιλοσοφική Αθήνας. Στη συνέχεια ακολούθησε πλούσια συζήτηση με πολλές ερωτήσεις και παρεμβάσεις, όπου το λόγο πήραν ανάμεσα σε άλλους αγωνιστές και αγωνίστριες, ο Νίκος Αμπανάβας, εκπαιδευτικός και συγγραφέας, ο Ανδρέας Ζανιάς, μέλος ΔΣ 

Β’ ΕΛΜΕ Αθήνας,  ο Κώστας Παπαδάκης, δημοτικός σύμβουλος Αθήνας, ο Πάνος Γκαργκάνας από την Εργατική Αλληλεγγύη, ο Λεωνίδας Κοντουδάκης από την ΚΕΕΡΦΑ Νίκαιας και ο Κώστας Πίττας που παρουσίασε την τρίτη ανανεωμένη έκδοση του βιβλίου «Αντίσταση, η Επανάσταση που χάθηκε» του Λέανδρου Μπόλαρη. Το παρών στη συζήτηση έδωσε ο Μοχάμεντ Αμπουάσαμπε από την Παλαιστινιακή Παροικία Ελλάδας.

Στη συνέχεια παρουσιάζουμε βασικά αποσπάσματα από τις εισηγήσεις των τριών ομιλητών. Το βίντεο με όλη τη συζήτηση μπορείτε να το παρακολουθήσετε στη διεύθυνση https://www.youtube.com/watch?v=z5BXxWgzKos&t=8s


Προκόπης Παπαστράτης

Στα 80 χρόνια από την Απελευθέρωση θέλω να κάνω μια σύντομη εκτίμηση του τι έγινε για να φτάσουμε στην Απελευθέρωση. Το πρόβλημα εμφανίζεται πάρα πολύ γρήγορα και αφορά τη μορφή του πολιτεύματος μετά την Απελευθέρωση. 

Η ελληνική κυβέρνηση και ο βασιλιάς είναι εκτός Ελλάδος. Για να συνεχίσουν τον πόλεμο αλλά και για να επιστρέψουν. Θέλουν να επαναφέρουν το ίδιο πολίτευμα που διέσωσαν προσωρινά φεύγοντας στο εξωτερικό, δηλαδή αστική δημοκρατία και βασιλιά (βέβαια ο Γεώργιος είχε επιβάλλει τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου με τον Μεταξά). 

Το ευρύτερο αγγλικό σχέδιο είναι να μαζέψει εξόριστες κυβερνήσεις στο Λονδίνο. Αυτή η αγγλική γενναιοδωρία που σώζει κυβερνήσεις και βασιλιάδες ενέχει το στοιχείο του ελέγχου σε περίπτωση συμμαχικής νίκης. Ότι δηλαδή η δημοκρατία επιστρέφει ευγνωμονούσα τη Γηραιά Αλβιώνα. 

Οσο για τις κυβερνήσεις συνεργασίας με τους κατακτητές στην Ελλάδα, το πρώτο πράγμα που κάνει ο Τσολάκογλου είναι να συγκεντρώσει τους αστούς πολιτικούς για να τους διαβεβαιώσει ότι θα συνεχιστεί το ίδιο κοινωνικό καθεστώς. Και όλοι οι αστοί πολιτικοί ηγέτες, δεν έχει ξεκινήσει καν η Μάχη της Κρήτης, συμφωνούν ότι έπρεπε να αναλάβει την κυβέρνηση για να σώσει τη χώρα από την καταστροφή. Αργότερα, όταν ο Τσολάκογλου θα δικαστεί ως δωσίλογος, οι ίδιοι αυτοί κύριοι θα εμφανιστούνε στη δίκη για να πουν αυτό. 

Στα μέσα του Σεπτέμβρη του 1941, πριν συγκροτηθεί το ΕΑΜ, ο Στ. Γονατάς, αρχηγός του κόμματος των Συντηρητικών Φιλελευθέρων, συναντά και προειδοποιεί στελέχη του ΚΚΕ ότι η ίδρυση εθνικοαπελευθερωτικής οργάνωσης με στόχο την ένοπλη πάλη είναι καθαρή τρέλλα κι ότι αν χρειαστεί θα πνίξουν την «ανταρσία» στο αίμα. Τον Ιούλιο του 1941 ο Τσουδερός στέλνει υπόμνημα στον Γεώργιο Β’, ενώ αυτός αρμένιζε με ένα πολυτελές υπερωκεάνιο στην Αγγλία, με θέμα πως θα επιστρέψουν με την Α.Μ (δηλαδή τον Γεώργιο) επικεφαλής. Την ίδια περίοδο το Φόρειν Οφις ομολογεί ότι ο βασιλιάς δεν είναι δημοφιλής, διατήρησε επι μακρόν ένα μη-δημοφιλές καθεστώς αλλά πρέπει να επιστρέψει. 

Υπάρχουν δυο τομές. Η πρώτη είναι η ανάπτυξη του ΕΑΜ και στη συνέχεια του ΕΛΑΣ. Η δεύτερη έρχεται τον Αύγουστο του ’43, όταν «τα βουνά κατεβαίνουν στο Κάιρο» και στη συνέχεια ο Τσόρτσιλ στη διάσκεψη του Κεμπέκ προτείνει συμμαχική απόβαση στην Ελλάδα. Όταν αυτό απορρίπτεται από Αμερικανούς και Ρώσους επιλέγεται η αναζήτηση μιας πολιτικής λύσης. Δηλαδή πως θα βάλουν το ΕΑΜ σε μια κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». 

Την Αντίσταση τη χρειάζονται οι Άγγλοι γιατί γίνεται πόλεμος. Και η μεγαλύτερη ένοπλη δύναμη είναι ο ΕΛΑΣ. Και τον χρειάζονται για τις επιχειρήσεις που στήριζαν την απόβαση στη Σικελία. Όταν πετυχαίνει αυτή η απόβαση, ο ΕΛΑΣ γίνεται από στρατιωτικά απαραίτητος, πολιτικά επικίνδυνος. Έτσι τίθεται το θέμα πως διαχειρίζονται την Αντίσταση πολιτικά. 

Στο θέμα αυτό τους διευκολύνει και ο Στάλιν. Η στάση της Σοβιετικής Ένωσης είναι χαρακτηριστική. Στα τέλη του Οκτώβρη 1943, στη διάσκεψη των υπουργών Εξωτερικών, ο Στάλιν δηλώνει στον Ηντεν ότι δεν έχει καμιά επαφή με το ΕΑΜ και δεν τον ενδιαφέρει η κατάσταση στην Ελλάδα. Αυτή η σοβιετική συνέπεια εκδηλώνεται πάλι στις παραμονές της Απελευθέρωσης. 

Σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής ο αγγλικός παράγοντας έκανε ότι μπορούσε για να ελέγξει και να περιορίσει την Αντίσταση επειδή φοβότανε την κοινωνική αλλαγή που μπορούσε να φέρει. Κι όταν λέμε Αντίσταση, εννοούμε το μεγάλο κομμάτι της που εκπροσωπούσε το ΕΑΜ και ο ΕΛΑΣ. Η ΕΚΚΑ ιδρύθηκε από τους Αγγλους στον Παρνασσό για να ελέγχει τις προσβάσεις στην Αττική σε περίπτωση που θα κατέβαιναν οι μονάδες του ΕΛΑΣ. Και ο ΕΔΕΣ του Ζέρβα στο ηπειρώτικο αυταρχικό του βασίλειο, δεν έπαιζε κανέναν στρατηγικό στρατιωτικό ρόλο. 

Ο κόσμος περιμένει την Απελευθέρωση από το καλοκαίρι του 1944. Και αυτό που συμβαίνει μετά, είναι μια μεγάλη απογοήτευση. Και το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Στην Ελλάδα είναι χαρακτηριστικό το πώς εμποδίστηκε μια κοινωνική ανατροπή από έναν συνδυασμό πολιτικών δυνάμεων που θέλαν από την αρχή να  ξαναγυρίσουν πίσω. Οι Αγγλοι ανασύρανε από τη ναφθαλίνη τους παλιούς αστούς πολιτικούς για να αποτρέψουν αυτή την κοινωνική αλλαγή. 

 

Μιχάλης Λυμπεράτος

Η φάση της Απελευθέρωσης είναι μια εξαιρετικά σημαντική περίοδος η οποία στην πραγματικότητα επικαθόρισε κι όλες τις μετέπειτα εξελίξεις. Επιστέγασε μια ολόκληρη διαδικασία μέσα της οποίας οικοδομούνταν το αντικομμουνιστικό, μετεμφυλιακό, αστικό κράτος. 

Δεν ανασυστήνεται απλά ο αστικός πολιτικός κόσμος. Οι ίδιοι οι Γερμανοί χρησιμοποιούν τους αστούς πολιτικούς ως ενδιάμεσους προκειμένου, υποτίθεται, να μην συμβούν καταστροφές στην Αθήνα κατά τη διάρκεια της Απελευθέρωσης. Τότε επίσης οικοδομείται αυτό που έμεινε γνωστό ως και τη Μεταπολίτευση ως παρακράτος, φτιάχνονται και εξοπλίζονται οι εθνικιστικές οργανώσεις, σχεδιάζουν πραξικοπήματα. 

Καταρχήν το θέλουν οι Γερμανοί. Φεύγουν πανικόβλητοι και φοβούνται τι θα τους αντιτάξει ο ΕΛΑΣ. Απειλούν ότι θα εξοντώσουν τον πληθυσμό. Υπονομεύουν κτήρια κυρίως του κέντρου της Αθήνας και το βασικότερο, η υπονόμευση του φράγματος του Μαραθώνα. 

Αφετέρου οι Γερμανοί αξιοποιήσανε τους συμμάχους τους. Όλος αυτός ο παρακρατικός εσμός που ανασυγκροτείται και με όπλα των Γερμανών. Μέχρι και τανκ πήρε η Χωροφυλακή το οποίο εμφανίστηκε στα Δεκεμβριανά έξω από το στρατόπεδο Μακρυγιάννη. Εξόπλισαν ξανά τα Τάγματα Ασφαλείας που συγκεντρώνονταν στην Αθήνα και τα οποία βεβαίως δεν θέλανε να τα διαλύσουν και οι Βρετανοί. 

Αυτοί οι «έλληνες εθνικιστές», όπως η Χ του Γρίβα και άλλες ομάδες, κάνουνε τα πρώτα Δεκεμβριανά. Είχαν οχυρωθεί σε κεντρικά ξενοδοχεία της Πανεπιστημίου και στις 14 Οκτωβρίου βγάζουν τα πολυβόλα και χτυπάνε τη μεγάλη διαδήλωση του ΕΑΜ για την Απελευθέρωση. Οι καταγεγραμμένοι νεκροί ήταν 9, πιθανότατα να ξεπέρασαν τους 18. 

Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας δεν κάνει επίθεση στους Γερμανούς κατά την αποχώρησή τους στις 11 Οκτωβρίου γιατί δεν είχε τα μέσα, τα βαριά όπλα. Με βάση τις συμφωνίες που είχαν επιβάλει οι Βρετανοί -του Λιβάνου και κυρίως της Καζέρτας- ο ΕΛΑΣ του βουνού με τον βαρύ οπλισμό του απαγορεύτηκε να μπει στην Αθήνα. 

Αυτό που έγινε στα Δεκεμβριανά οι Βρετανοί σκόπευαν να το κάνουν κατά τη διάρκεια της Απελευθέρωσης. Όλα καθορίστηκαν από την πρόθεση των Βρετανών να κάνουν απόβαση στην Ελλάδα. Δεν μπόρεσαν να το κάνουν στην Απελευθέρωση γιατί δεν είχαν διαθέσιμες δυνάμεις. 

Οι Βρετανοί θέλανε τη συνεργασία των σοβιετικών για να μην ωθήσουν τον ΕΛΑΣ να αντιταχθεί στο σχέδιο επέμβασής τους. Το καταφέρνουν αυτό με τη «συμφωνία των ποσοστών» για τις σφαίρες επιρροής. Έγινε στις 9 Οκτωβρίου 1944 στη Μόσχα αλλά είχε υπογραφεί άτυπα ήδη από τις αρχές Ιουνίου. Η συμφωνία δεν δημοσιοποιήθηκε γιατί και οι Βρετανοί και οι Ρώσοι ήξεραν ότι θα τους ρεζίλευε ο Ρούζβελτ. Διαπιστώνουμε έναν απίστευτο κυνισμό. 

Τι κάνει το ΕΑΜ σε σχέση με αυτά; Αρχικά αρνείται να υπογράψει τελεσίδικα τον Λίβανο μέχρι και τον Αύγουστο. Αλλά τελικά υπογράφουν έξαφνα, όταν και κεντροδεξιοί πολιτικοί όπως ο Ρέντης παραιτούνται από την κυβέρνηση διαμαρτυρόμενοι για τις μεθοδεύσεις του Παπανδρέου και των Βρετανών. 

Όταν ο Αμερικάνος πρέσβης Μακβή ρώτησε τον Σβώλο γιατί το ΕΑΜ υπέγραψε αυτές τις συμφωνίες πήρε την απάντηση ότι το ΕΑΜ υπέγραψε για να αποφύγει το ενδεχόμενο ενός εμφυλίου πολέμου. Δηλαδή, αποδέχτηκε τη δικαιολογία που πρόβαλαν οι Βρετανοί για να έρθουν στην Ελλάδα. 

Υπάρχει ένα ελαφρυντικό για την ηγεσία, νοιάζονταν για το τι θα έκαναν οι Γερμανοί στην Αθήνα αν τους χτυπούσε ο ΕΛΑΣ. Και το δεύτερο στοιχείο ήταν ότι αν ταυτίζεσαι σε τέτοιο βαθμό με τη Σοβιετική Ένωση, ότι αν ένα τέτοιο κόμμα καθορίζεται σε τόσο μεγάλο βαθμό από κει, θα υπακούσει στις επιδιώξεις της. 

Οι Βρετανοί αφήσανε τους Γερμανούς να φύγουν από τη χώρα χωρίς η αεροπορία τους να ρίξει μια βόμβα (μπας και χτυπήσουν τον Τίτο στη Γιουγκοσλαβία) ενώ εξόπλιζαν τους συνεργάτες τους, τα Τάγματα Ασφαλείας και όλους τους παρακρατικούς. 

 

Λέανδρος Μπόλαρης 

Ο τίτλος της εκδήλωσης είναι μια αναφορά στο κλασσικό πλέον βιβλίο του Θ. Χατζή, του πρώτου γραμματέα του ΕΑΜ, για τη Νικηφόρα Επανάσταση που Χάθηκε. Το πρώτο σημείο που θέλουμε να επιμείνουμε είναι ακριβώς αυτό: Αυτό που συνέβη στην Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης ήταν πράγματι μια επανάσταση έστω κι αν η ηγεσία του κινήματος επέμενε ότι ο αγώνας ήταν «όλων των Ελλήνων», εθνικός και όχι ταξικός.

Ήταν ρεαλιστική η προοπτική μιας νικηφόρας επανάστασης στην Ελλάδα; Η μήπως ήταν ουτοπική; Χρειάζεται να γυρίσουμε στη «Στιγμή της Απελευθέρωσης» στην Ευρώπη, που δεν ήταν «στιγμή», κράτησε ένα χρόνο. Παντού βλέπουμε την ίδια δυναμική με την ελληνική. Από το Παρίσι και τη Μασσαλία του καλοκαιριού του ‘44 μέχρι το Μιλάνο τη Γένοβα και το Τορίνο του Απρίλη του 1945 η απελευθέρωση ήταν έργο της Αντίστασης. 

Και αυτό άνοιγε την αμφισβήτηση. Ποιος ασκεί έλεγχο από το εργοστάσιο μέχρι συνολικά την κοινωνία. Για να το πούμε με τα λόγια του ιστορικού Γκερντ Ράινερ Χορν «Η στιγμή της απελευθέρωσης θα μπορούσε εύλογα να χαρακτηριστεί ως το ναδίρ· το απόλυτο κατώτατο σημείο της λαϊκής αποδοχής του καπιταλισμού, ως επιθυμητού κοινωνικού συστήματος στον 20ο αιώνα». Ή του ιστορικού Τζεφ Ίλι: «Αυτά τα όργανα [της Αντίστασης] ήταν οι μοριακές μορφές μιας διαφορετικής πορείας, ανάλογης με τα εργατικά συμβούλια που ξεφύτρωσαν σαν μανιτάρια σε όλη την Ευρώπη το 1917-21».

Το εργατικό κίνημα είχε τη δύναμη να γείρει την πλάστιγγα στη δική του μεριά. Ήταν παρούσα η δυναμική το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου να σημάνει ένα κύμα επαναστάσεων όπως έγινε στον Α’ΠΠ. Και χρειάστηκαν χρόνια αντεπαναστατικών  προσπαθειών για να επιστρέψει η «κανονικότητα». 

Το ζήτημα δεν ήταν γενικώς οι «συσχετισμοί που ήταν αρνητικοί». Τους έκανε αρνητικούς η στρατηγική που κυριάρχησε στο κίνημα και την Αριστερά. και αν μιλάμε για τα ΚΚ –που γιγαντώθηκαν- αυτή η στρατηγική επιβλήθηκε από τη δεκαετία του ’30. Δηλαδή ότι η Αριστερά πρέπει να συμμαχήσει με τμήματα της αστικής τάξης. Ένα στάδιο η προστασία της δημοκρατίας και κάποιες μεταρρυθμίσεις και κάπου στο αόριστο μέλλον το δεύτερο στάδιο η πάλη για τον σοσιαλισμό. 

Με άλλα λόγια στη μεγαλύτερη κρίση του συστήματος, αυτό που έλεγε η Αριστερά ήταν ότι η εργατική τάξη δεν μπορεί να μπει επικεφαλής όλων των καταπιεσμένων και να πάρει την εξουσία, την κοινωνία στα χέρια της. Επέβαλαν για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του Παντελή Πουλιόπουλου από το βιβλίο του Δημοκρατική ή Σοσιαλιστική Επανάσταση στην Ελλάδα, έναν «ασκητικό αυτοπεριορισμό στο προλεταριάτο». 

Αυτή η στρατηγική επιβλήθηκε κυριολεκτικά από το σταλινικό καθεστώς στη Ρωσία και ταίριαζε στις επιδιώξεις της διπλωματίας του για μια συμμαχία με τη Βρετανία και τη Γαλλία. Και στη διάρκεια του πολέμου πήρε την πιο ακραία μορφή της.

Υπήρχαν τεράστιες αντιδράσεις μέσα στο κίνημα και τα ίδια τα ΚΚ γι’ αυτούς τους συμβιβασμούς. Ο κόσμος που έφτιαχνε τη λαϊκή αυτοδιοίκηση, τη λαϊκή δικαιοσύνη στα βουνά και τις πόλεις τα αντιμετώπιζε σαν φύτρα της νέας εξουσίας. Ακόμα και στελέχη σαν τον Χατζή διαφώνησαν με τον Λίβανο. Και βέβαια υπάρχει το παράδειγμα του Βελουχιώτη. 

Ο Πουλιόπουλος εκτελέστηκε από τους Ιταλούς φασίστες το 1943. Το 1941, τον Απρίλη, έγραφε ότι το «πρώτο επαναστατικό ξέφωτο στα Βαλκάνια και την Ευρώπη μπορεί να εμφανιστεί στην Ελλάδα» και έβαζε ένα ολόκληρο πρόγραμμα τέτοιων αιτημάτων και μορφών οργάνωσης. Όμως, η επαναστατική Αριστερά ήταν πολύ μικρή για να παίξει αυτό το ρόλο. 

Τον Οκτώβρη του 1944 η ηγεσία πάταγε φρένο όταν το κίνημα πάταγε γκάζι. Το αποτέλεσμα ήταν η παράλυση. Σήμερα χρειαζόμαστε μια Αριστερά εξοπλισμένη με την στρατηγική και τις ταξικές απαντήσεις που θα πατάνε γκάζι. Μια Αριστερά που θα ενώνει όλους τους αγώνες ενάντια στη φτώχεια, τον ρατσισμό, την περιβαλλοντική καταστροφή και τον πόλεμο θα τους γενικεύει και θα τους κλιμακώνει για να φτάσουμε μέχρι τη νίκη, την ανατροπή αυτού του συστήματος.