Συνεντεύξεις
Συνέντευξη: Ντενί Γκοντάρ - "Οι επαναστάτες μπορούν να κάνουν τη διαφορά"

14/7/24, Αντιρατσιστική διαδήλωση στο Παρίσι. Φωτό: MdS

 Ντενί Γκοντάρ

 

O Ντενί Γκοντάρ είναι μέλος της οργάνωσης Αutonomie de Classe στην Γαλλία. Βρέθηκε στην Αθήνα για το φεστιβάλ Μαρξισμός 2025 και μίλησε στον Λέανδρο Μπόλαρη και την Εργατική Αλληλεγγύη.

 

Πόσο ισχυρός είναι ο Μακρόν; Υπάρχει ακόμα πολιτική κρίση στη Γαλλία;

Ένα χρόνο μετά τις βουλευτικές εκλογές δεν μπορώ να φανταστώ κυβέρνηση πιο αδύναμη από τη σημερινή. Πρόκειται για τη δεύτερη κυβέρνηση που σχημάτισε ο Μακρόν. Η πρώτη, με πρωθυπουργό τον Μπαρνιέ κατέρρευσε τον Δεκέμβρη. Και εξακολουθεί να μην διαθέτει πλειοψηφία στη βουλή. Κι όπως κι η πρώτη, μπορεί να πέσει ανά πάσα στιγμή αν οι φασίστες του Εθνικού Συναγερμού της Λεπέν ψηφίσουν μια πρόταση μομφής.  

Δείγμα της αστάθειας της κυβέρνησης είναι το σκάνδαλο Betharram που πλήττει τον ίδιο τον Μπαϊρού τον πρωθυπουργό. Πρόκειται για μια σειρά αποκαλύψεων και καταγγελιών για σεξουαλική, συναισθηματική και σωματική κακοποίηση στο καθολικό σχολείο που πήγαιναν τα παιδιά του και δίδασκε η σύζυγός του, ενώ ο ίδιος ήταν υπουργός Παιδείας. Στη Γαλλία δίπλα στα δημόσια σχολεία υπάρχουν και τα σχολεία της Καθολικής Εκκλησίας τα οποία χρηματοδοτεί και υποτίθεται ότι επιβλέπει το κράτος.  Εντωμεταξύ την ίδια ώρα που έκαναν ότι μπορούσαν να θάψουν το σκάνδαλο προσπαθούσαν να απαγορέψουν ένα μουσουλμανικό σχολείο. 

Δεν υπάρχει κοινοβουλευτική πλειοψηφία, καμιά δυνατότητα να σχηματιστεί μια τέτοια πλειοψηφία, ο πρωθυπουργός είναι αντιδημοφιλής, βυθίζεται σε σκάνδαλα διαφθοράς κλπ. Αλλά ο Μακρόν δεν μπορεί να τον αλλάξει γιατί θα καταρρεύσει όλο το ετοιμόρροπο οικοδόμημα. Το μόνο που κατάφερε είναι να περάσει τον προϋπολογισμό και αυτό μόνο κα μόνο γιατί το Σοσιαλιστικό Κόμμα αποφάσισε να μην στηρίξει την πρόταση μομφής. Συνταγματικά ο Μακρόν έχει τη δυνατότητα τον Ιούλη να διαλύσει τη βουλή και να προκηρύξει νέες εκλογές. Όμως, ξέρει ότι αν το κάνει τα αποτελέσματα θα είναι ακόμα χειρότερα γι’ αυτόν από τις περσινές εκλογές. 

Στυλοβάτης των δύο κυβερνήσεων που διαδέχθηκαν η μία την άλλη μετά τις εκλογές είναι ο υπουργός Εσωτερικών, Μπρουνό Ρεταγιό: Είναι τόσο ρατσιστής, και ισλαμοφοβικός που τα στελέχη της Εθνικής Συσπείρωσης όταν τον ακούνε να μιλάει, καμιά φορά νομίζουν ότι είναι ο εκπρόσωπος του κόμματός τους. Η δεύτερη κυβέρνηση, που σχηματίστηκε τον Γενάρη του 2025, είναι ακόμη πιο αντιδραστική από την πρώτη. Ο Ζεράρ Νταρμανέν, ο οποίος θεωρούσε τη Λεπέν «μαλακή» σε θέματα μετανάστευσης και Ισλάμ, επανεντάχθηκε στην κυβέρνηση μαζί με την Ελιζαμπέτ Μπορν, την πρώην πρωθυπουργό που ήταν υπεύθυνη για την επιβολή των περικοπών στις συντάξεις το 2023. 

Από την άλλη είχαμε τις συγκλονιστικές αντιρατσιστικές αντιφασιστικές διαδηλώσεις στις 22 Μάρτη  Πάνω από 100.000 διαδήλωσαν στο Παρίσι, με ένα τεράστιο μπλοκ για αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη, παρά τις λυσσασμένες επιθέσεις από τα ΜΜΕ ότι πρόκειται για μια «αντισημιτική» διαδήλωση. Και μαζικές διαδηλώσεις έγιναν σε 200 πόλεις, με τη συμμετοχή των συνδικάτων, κινήσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όλων των κομμάτων της Αριστεράς. Πραγματικά, κάτι τέτοιο δεν έχει ξαναγίνει. Όποτε δίνεται η ευκαιρία στον κόσμο να βγει στον δρόμο, βγαίνει, για να εκφράσει το μίσος του για την κυβέρνηση, για τους φασίστες. 

Οπότε, η πολιτική κρίση είναι εδώ, και μπορεί να εξελιχθεί είτε προς τη μια είτε προς την άλλη κατεύθυνση. 

Τι ισχύει για το κόμμα της Λεπέν;

Η Εθνική Συσπείρωση, δηλαδή οι φασίστες της Λεπέν είναι ισχυρότερη ένα χρόνο μετά τις εκλογές. Πχ οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι αν γίνονταν τώρα προεδρικές εκλογές ο υποψήφιος των φασιστών -είτε ο Μπαρντελά είτε η ίδια Λεπέν αν περάσει το εμπόδιο που έβαλε η καταδίκη της-  θα ρχόταν πρώτος με διαφορά, με 36%-38%. Ναζιστικές ομάδες, τυπικά εκτός κόμματος της Λεπέν, παίρνουν θάρρος για να εμφανίζονται στο δρόμο, να κάνουν επιθέσεις. 

Όμως, η Εθνική Συσπείρωση δεν έχει καταφέρει να μετατρέψει την εκλογική της επιρροή σε μια οργανωμένη βάση που θα βάζει στο στόχαστρο την Αριστερά και το κίνημα. Δηλώνει για παράδειγμα ότι έχει μόνο 80.000 μέλη παρόλα τα ποσοστά της. Προσπαθούν να το αλλάξουν αυτό. Μετά τις περσινές εκλογές ο Μπαρντελά οργάνωσε μια μεγάλη περιοδεία με πολλές ομιλίες με πρόσχημα ένα βιβλίο του που κυκλοφόρησε. 

Ήταν μια απόπειρα να συγκροτήσουν παρουσία σε γειτονιές, πόλεις. Κι ήταν ανησυχητικό να βλέπεις πολλούς νέους ανθρώπους να πηγαίνουν εκεί. Αυτό προσπάθησαν να κάνουν με αφορμή την καταδίκη της Λεπέν για το σκάνδαλο της διαφθοράς στο ευρωκοινοβούλιο. Για πρώτη φορά έκαναν μια συντονισμένη προσπάθεια για μια μεγάλη συγκέντρωση στο Παρίσι στις 6 Απρίλη. Και πράγματι, λίγες χιλιάδες φασίστες μαζεύτηκαν για να ακούσουν την καταδικασμένη αρχηγό τους. 

Απέναντί τους, όμως, βρήκαν πολλές περισσότερες χιλιάδες αντιφασίστες και αντιφασίστριες, που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα από εμάς, την κίνηση Marche des Solidarites, το συνδικάτο Solidaires, από φοιτητικές ενώσεις, την Ανυπότακτη Γαλλία, και από τους Πράσινους. Οι φασίστες πήραν το μήνυμα ότι οι δρόμοι είναι δικοί μας, όχι δικοί τους. 

Το ίδιο συμβαίνει όπου εμφανίζονται φασιστικές συμμορίες. Στις 8 Μάρτη για παράδειγμα κάνανε προσπάθεια να εμφανιστούν στις κινητοποιήσεις με τη χυδαία προπαγάνδα τους ότι για τις γυναικοκτονίες και τους βιασμούς φταίνε οι μετανάστες και οι μουσουλμάνοι. Ο κόσμος τους πέταξε έξω από τη συγκέντρωση. Μπροστά σε αυτή τη μάχη ήταν συντρόφισσές μας που πρωτοστατούν στο κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. 

Άρα, οι φασίστες έχουν ενισχυθεί, αλλά η κατάσταση δεν είναι απελπιστική, κάθε άλλο. Οι εκατοντάδες χιλιάδες που βγήκαν στους δρόμους πέρσι το καλοκαίρι πριν τις εκλογές ενάντια στη Λεπέν και την ακροδεξιά, δεν έχουν εξαφανιστεί, δεν νιώθουν ηττημένοι. Είναι εδώ και θέλουν να παλέψουν. 

Τι κάνει η Αριστερά σε αυτές τις συνθήκες;

Μετά την απόφαση του Σοσιαλιστικού Κόμματος να μην στηρίξει τη νέα πρόταση δυσπιστίας που είχε καταθέσει η Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν τον Φλεβάρη, το Νέο Λαϊκό Μέτωπο είχε πάψει να υφίσταται. Αλλά το ζήτημα πάει βαθύτερα, στη στρατηγική. 

Η ρεφορμιστική Αριστερά είχε ρίξει όλο το βάρος της στα αποτελέσματα της κάλπης. Ψηφίστε μας και έτσι θα σταματήσουμε την ακροδεξιά. Δεν έκανε καμιά προσπάθεια να οργανώσει αυτόν τον κόσμο που είχε βγει μαζικά στους δρόμους πριν τον πρώτο γύρο των εκλογών. Αυτή η στρατηγική δεν ανέκοψε ουσιαστικά την ενίσχυση της Εθνικής Συσπείρωσης. 

Και μετά τις εκλογές, πέρασαν μήνες όπου το μόνο πράγμα που έλεγαν αυτά τα κόμματα ήταν ότι ο Μακρόν πρέπει να διορίσει πρωθυπουργό που θα προέρχεται από την Αριστερά. Ήταν φανερό ότι αυτή η τακτική δεν είχε κανένα νόημα. Από την άλλη, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες που είχαν καλέσει σε ψήφο για το Νέο Λαϊκό Μέτωπο, προσπάθησαν να βάλουν φρένο σε απεργίες που άρχισαν να ξεσπάνε σε μεταφορές, σιδηρόδρομους, λιμάνια. 

Την ίδια στιγμή ωστόσο, ο κόσμος της βάσης θέλει να παλέψει και την κυβέρνηση και τους φασίστες. Αυτό βάζει πίεση στις ηγεσίες. Έτσι για παράδειγμα η CGT επικοινώνησε με μας τη Marche des Solidarites τον Δεκέμβρη για να οργανώσουμε ένα «γύρο αγώνων» για τα δικαιώματα των μεταναστών εργατών. Από εκεί προέκυψε το κάλεσμα για τη διαδήλωση της 22 Μάρτη. Και παρόλο που η ηγεσία της έκανε προσπάθειες να «παγώσει» την κινητοποίηση, είχε πάρει πλέον τόσο μεγάλες διαστάσεις που δεν μπορούσε να κάνει πίσω. 

Τι ρόλο έχει να παίξει η επαναστατική οργάνωση;

Παίρνουμε πρωτοβουλίες σε όλα τα μέτωπα που ανοίγονται. Κι αυτό που βλέπουμε είναι αποτελέσματα πολύ μα πολύ μεγαλύτερα από εκείνα που θα περιμέναμε από το μικρό μας αριθμητικό μέγεθος. Ο λόγος γι’ αυτό είναι η πολιτική μας, όχι η εξυπνάδα μας ή κάποιο κόλπο. 

Οι επαναστάτες μπορούν να κάνουν τη διαφορά τώρα. Δεν αρκεί να είμαστε καλοί ακτιβιστές. Δεν φτάνει να δείχνουμε με τις πρωτοβουλίες μας ότι η πολιτική που προτείνουμε μπορεί να «δουλέψει». Θέλουμε να νικήσουμε. Δεν μας αρκεί για παράδειγμα να «δείχνουμε» ότι μπορεί να γίνει μια αντιφασιστική συγκέντρωση όπως του Απρίλη. Θέλουμε την επόμενη φορά να μαζευτούν δεκάδες, εκατοντάδες χιλιάδες και να μην αφήσουν τη Λεπέν να εμφανιστεί καν. 

Και για να γίνει αυτό χρειάζεται να κερδίσουμε στις επαναστατικές ιδέες μας πολύ περισσότερους αγωνιστές και αγωνίστριες. Ιδιαίτερα μέσα στους εργατικούς χώρους. Κινούμαστε σε αυτή την κατεύθυνση και είμαστε αισιόδοξοι/ες!.