Συνεντεύξεις
Η μάχη της Ν. Υόρκης τώρα ανοίγει

Διαδήλωση αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη βαδίζει στη γέφυρα του Μπρούκλιν. Φωτό: Victor J. Blue/ NYC

Συνέντευξη με τον σ. Έρικ Φρετς από την οργάνωση Marx21 στη Ν. Υόρκη.

 

Πόσο σημαντική είναι η νίκη του Ζόραν Μαμντάνι για τον αγώνα ενάντια στον Τραμπ και την πολιτική του;

Η είδηση της νίκης του έγινε δεκτή με ενθουσιασμό στη Νέα Υόρκη, αλλά και ως μια απρόσμενα ευχάριστη είδηση για πολύ κόσμο σε ολόκληρη τη χώρα. Το τι σημαίνει αυτό για τον αγώνα ενάντια στον Τραμπ είναι ένα πιο σύνθετο ζήτημα.

Είναι σίγουρα θετικό ότι ένας πολιτικός που τοποθετείται αριστερότερα από το επίσημο Δημοκρατικό Κόμμα,—ένας μουσουλμάνος μετανάστης και «δημοκρατικός σοσιαλιστής», που έχει μιλήσει ανοιχτά ενάντια στην ισραηλινή κατοχή της Παλαιστίνης—κατάφερε να κερδίσει την πλειοψηφία σε μια αναμέτρηση με τρεις υποψηφίους, παρά τις επιθέσεις που δέχτηκε από ρατσιστές, δισεκατομμυριούχους και φιλελεύθερα ΜΜΕ.

Μετά τις επιθέσεις της κυβέρνησης Τραμπ, η νίκη του Ζόραν έδωσε σε πολλούς μια αναγκαία αίσθηση ελπίδας και δυνατότητας αλλαγής. Πρέπει να αξιοποιήσουμε αυτή την ελπίδα και τον ενθουσιασμό για να δυναμώσουμε τους αγώνες μας, για τη Γάζα και ενάντια στις επιδρομές της ICE (της ομοσπονδιακής υπηρεσίας που απάγει μετανάστες από τους δρόμους και τρομοκρατεί τις κοινότητές μας).

Είναι κρίσιμο για τους ακτιβιστές στη Νέα Υόρκη να έχουμε έναν δήμαρχο που δεν θα συνεργάζεται με τον Τραμπ και την ICE, όπως έκανε ο προηγούμενος διεφθαρμένος Δημοκρατικός δήμαρχος, Έρικ Άνταμς, και που θα αντισταθεί στην αποστολή της Εθνοφρουράς στην πόλη.

Ο δήμαρχος της Νέας Υόρκης δεν ελέγχει πλήρως πού κατευθύνονται οι φόροι ή ποιο είναι το κατώτατο ωρομίσθιο. Για να τηρηθούν οι προεκλογικές υποσχέσεις, θα χρειαστεί να κινητοποιηθούμε ώστε η Πολιτεία της Νέας Υόρκης και άλλοι θεσμοί να υλοποιήσουν τις δεσμεύσεις του. Σημαντικό θα είναι αν οι 100.000 εθελοντές της εκστρατείας του συνεχίσουν να παλεύουν για να γίνουν πράξη οι υποσχέσεις αυτές.

Αν όμως η ελπίδα σημαίνει απλώς «ας τα κάνει όλα ο δήμαρχος» και οι υπόλοιποι γυρίσουμε σπίτι, τότε πολλοί θα απογοητευτούν. Για να αντιμετωπιστεί συνολικά η πολιτική του Τραμπ, χρειάζεται να οικοδομηθεί ένα πολιτικό κέντρο ανεξάρτητο τόσο από τους Ρεπουμπλικάνους, όσο και από τους Δημοκρατικούς.

Ποιο ήταν το «μυστικό» της νίκης του; Μίλησέ μας για την καμπάνια και τις δυνάμεις που κινητοποιήθηκαν.

Ο Μαμντάνι δεν ακολούθησε τη συνηθισμένη τακτική του Δημοκρατικού Κόμματος, να καλοπιάνει τις επιχειρήσεις και να στοχεύει στο «κέντρο», κάτι που τελικά σπρώχνει τα πράγματα πιο δεξιά και ακολουθεί τη ρητορική του Τραμπ.

Η Νέα Υόρκη έχει διαμορφωθεί, όπως έλεγε ο πρώην δισεκατομμυριούχος δήμαρχος Μπλούμπεργκ, ως ένα «προϊόν πολυτελείας». Είναι η έδρα της Γουόλ Στριτ, αλλά γίνεται όλο και πιο δύσκολο για τους απλούς ανθρώπους να ζουν εκεί. Κεντρικό στοιχείο της καμπάνιας του Μαμντάνι ήταν η προσιτή διαβίωση, ένα μήνυμα που άγγιξε τόσο την πολυεθνική εργατική τάξη όσο και τη μεσαία τάξη που ασφυκτιά.

Υποσχέθηκε πάγωμα ενοικίων για 2,5 εκατομμύρια ενοικιαστές σε κατοικίες με ελεγχόμενο ενοίκιο (όπου οι αυξήσεις καθορίζονται από την Πολιτεία της Νέας Υόρκης) και ανέγερση νέων κατοικιών προσιτών στο λαό. Δεσμεύτηκε για δωρεάν λεωφορεία και δωρεάν παιδική φροντίδα από τις έξι εβδομάδες ηλικίας. 

Και, το πιο σημαντικό, υποσχέθηκε ότι όλα αυτά θα χρηματοδοτηθούν με φορολόγηση των πλουσίων, μια αύξηση μόλις 2% για όσους έχουν εισόδημα πάνω από ένα εκατομμύριο δολάρια το χρόνο και εξίσωση του εταιρικού φόρου με αυτόν του γειτονικού Νιου Τζέρσεϊ. Πρότεινε επίσης νόμο για την αύξηση του κατώτατου μισθού. Πρόκειται για ρεαλιστικά, αλλά ουσιαστικά αιτήματα, σε μια πόλη με οικονομία αξίας τρισεκατομμυρίων. Σε μια συγκέντρωση δήλωσε: «Δεν πιστεύω ότι πρέπει να υπάρχουν δισεκατομμυριούχοι, είναι αδιανόητο να υπάρχει τόσος πλούτος σε μια εποχή τέτοιας ανισότητας».

Επωφελήθηκε από το αντι-Τραμπ κλίμα και τη δυσαρέσκεια προς τους «αδρανείς» Δημοκρατικούς. Ο απερχόμενος δήμαρχος, Δημοκρατικός κι αυτός, εμπλέκεται σε σκάνδαλα διαφθοράς και κατηγορείται ότι έκανε συμφωνίες με τον Τραμπ. Ο άλλος αντίπαλός του, πρώην κυβερνήτης της Πολιτείας, που είχε παραιτηθεί λόγω καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση, κατέβηκε ως ανεξάρτητος χρησιμοποιώντας ισλαμοφοβικές ύβρεις, που καταδικάστηκαν ευρέως.

Η καμπάνια του Μαμντάνι δεν περιορίστηκε σε «οικονομικά» ζητήματα. Έδωσε ώθηση στις μεταναστευτικές κοινότητες που είδαν κάποιον να υπερασπίζεται τα δικαιώματά τους. Ενέπνευσε μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς, δηλώνοντας Δημοκρατικός Σοσιαλιστής και μαχητικός υποστηρικτής της Παλαιστίνης και αντίπαλος της ισραηλινής κατοχής και του απαρτχάιντ. Συμμετείχε σε συγκέντρωση υπέρ των τρανς δικαιωμάτων νωρίς στην καμπάνια του. 

Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί ορισμένοι που δηλώνουν «αριστεροί» υποστηρίζουν ότι οι Δημοκρατικοί πρέπει να αποφεύγουν «αμφιλεγόμενα ζητήματα» όπως τα δικαιώματα των τρανς, των μεταναστών ή την κριτική στην αστυνομία, ώστε να προσεγγίσουν τη λευκή εργατική τάξη που ψήφισε Τραμπ. Ο Μαμντάνι απέδειξε όχι τέλεια, αλλά πειστικά— ότι αυτά τα ζητήματα συνδέονται: για να σταθείς στο πλευρό της εργατικής τάξης, πρέπει να σταθείς ενάντια σε κάθε μορφή καταπίεσης.

Η εκστρατεία του στηρίχθηκε σε υπάρχοντα κινήματα:—το παλαιστινιακό, τις κινητοποιήσεις ενάντια στην ICE, αλλά και τα κινήματα Occupy και Black Lives Matter. Αυτά τα κινήματα μπορεί να μην έχουν κερδίσει, αλλά άλλαξαν συνειδήσεις και χρειάζονταν πολιτική έκφραση.

Ο πυρήνας της καμπάνιας ξεκίνησε από μια μικρή ομάδα αποφασισμένων υποστηρικτών, πολλοί από τους οποίους είναι μέλη των Δημοκρατικών Σοσιαλιστών Αμερικής (DSA), όπου ανήκει και ο ίδιος. Στην αρχή είχε τη στήριξη της νεαρής, μορφωμένης Αριστεράς, αλλά η καμπάνια μεγάλωσε πολύ πέρα από αυτό το κοινό: 100.000 εθελοντές μοίραζαν φυλλάδια, τηλεφωνούσαν και χτυπούσαν πόρτες.

Υπήρξαν, ωστόσο, και ορισμένες υποχωρήσεις. Δημόσια ζήτησε συγγνώμη για παλαιότερες δηλώσεις του ενάντια στην αστυνομία την περίοδο των εξεγέρσεων του Black Lives Matter. Στην αρχή υπερασπιζόταν το σύνθημα «Globalize the Intifada», εξηγώντας ότι σημαίνει «παγκόσμια αντίσταση» και δεν είναι αντισημιτικό· αργότερα όμως είπε ότι δεν θα το ξαναχρησιμοποιήσει και προέτρεψε άλλους να κάνουν το ίδιο.

Τι ακολουθεί; Πώς μπορεί η Αριστερά να αξιοποιήσει αυτή τη νίκη;

Η Αριστερά πρέπει να αξιοποιήσει τον ενθουσιασμό για να δημιουργήσει πραγματικές, ανεξάρτητες καμπάνιες που θα συνεχίσουν να πιέζουν για εργατικά αιτήματα.

Ως δήμαρχος, ο Μαμντάνι θα δεχτεί τεράστιες πιέσεις από το κατεστημένο. Οι δισεκατομμυριούχοι που χρηματοδότησαν την εκστρατεία εναντίον του τώρα ζητούν να «διαβουλευθούν» μαζί του. Η Γουόλ Στριτ και οι αγορές ομολόγων θα απειλήσουν την πόλη, όπως η ΕΕ πίεσε τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα δεχτεί πιέσεις και από το ίδιο το Δημοκρατικό Κόμμα, που δεν θέλει να συνδέεται με τον σοσιαλισμό. Η μεταβατική του ομάδα δεν περιλαμβάνει μέλη της DSA, αλλά στελέχη παλιών Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανικών κυβερνήσεων. Κάποιοι στην Αριστερά ήδη λένε πως «στήριξη στον Μαμντάνι» σημαίνει αποχή από κάθε κριτική στις αναγκαστικές του υποχωρήσεις.

Ο Τραμπ τον χαρακτήρισε «κομμουνιστή τρελό» και απείλησε να κόψει τη χρηματοδότηση της Νέας Υόρκης λόγω της εκλογής του. Πολλοί περιμένουν να στείλει την Εθνοφρουρά, όπως έκανε στο Λος Άντζελες και το Σικάγο.

Χρειάζεται να οικοδομηθούν μαζικά, ενωτικά μέτωπα ενάντια στον Τραμπ. Αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν όσο το δυνατόν περισσότερους από την καμπάνια του Μαμντάνι, αλλά να βασίζονται στη δράση των ίδιων των μαζών, όχι στην αναμονή για δικαστικές αποφάσεις ή κινήσεις της δημοτικής αρχής. Εκτός από τα υπάρχοντα τοπικά δίκτυα ενάντια στις επιδρομές της ICE, δημιουργούνται νέες συμμαχίες όπως η «Hands Off NYC», με τη συμμετοχή μεγάλων συνδικάτων, για να αντισταθούν στην πιθανή αποστολή στρατευμάτων.

Ταυτόχρονα, η Αριστερά δεν πρέπει να εμφανίζεται απλώς ως υπερασπιστής του υπάρχοντος συστήματος απέναντι στον Τραμπ, αφήνοντας τους Δημοκρατικούς ως μοναδική εναλλακτική στους ολοένα πιο δεξιούς Ρεπουμπλικάνους. Υπάρχουν πραγματικοί λόγοι για τη δυσαρέσκεια του κόσμου με την κατάσταση. Ο Τραμπ αξιοποίησε αυτό το συναίσθημα, παρουσιάστηκε ως «αντισυστημικός» και διοχέτευσε την οργή προς τους μετανάστες, τις μειονότητες και τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα. Οι Δημοκρατικοί και οι εταιρικοί τους χορηγοί εμφανίζονταν ως υπερασπιστές του κατεστημένου, γι’ αυτό και η Κάμαλα Χάρις έχασε τις εκλογές.

Προς το παρόν, ο Μαμντάνι θεωρείται εναλλακτική λύση από τα αριστερά, καταδεικνύοντας ως υπαίτιους τους πλούσιους και τις ανισότητες. Ωστόσο, ταυτόχρονα εντάσσει ανθρώπους που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο μέσα στο Δημοκρατικό Κόμμα, το οποίο ιστορικά υπήρξε «νεκροταφείο» των κοινωνικών κινημάτων στις ΗΠΑ. Η νίκη του πρέπει να αποτελέσει έμπνευση για την ανάδειξη αριστερών, εργατικών υποψηφίων έξω από τα δύο κατεστημένα κόμματα.

Η πραγματική αλλαγή θα έρθει μόνο μέσα από πολιτική ανεξαρτησία, μαζικά και μαχητικά κινήματα στους δρόμους και στους χώρους δουλειάς. Κάθε μελλοντικό εργατικό εκλογικό εγχείρημα πρέπει να είναι κομμάτι αυτών των αγώνων. Το παράδειγμα της νίκης του Μαμντάνι μπορεί να εμπνεύσει τέτοιες προσπάθειες, αρκεί η πλευρά μας να είναι οργανωμένη και ανεξάρτητη από τα κόμματα του κεφαλαίου.

Ο Ε. Φρετς μίλησε στον Λέανδρο Μπόλαρη