Η έκδοση έργων του Αντόνιο Γκράμσι ως επιβεβαίωση ότι το τέλος της Ιστορίας δεν ήρθε.
Είναι σφόδρα πιθανό αρκετοί να διερωτηθούν: μα τι έπιασε πάλι το «Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο» και επανεκδίδει έργα του Γκράμσι;
Το ζήτημα εστιάζεται στο αν έχει σημασία η αναφορά στο παρελθόν. Η απάντηση δεν είναι εύκολη. Σε κάθε περίπτωση, όμως αποκτά περιεχόμενο όταν σου παρέχει υλικό που θα σε βοηθήσει να καταλάβεις τι σου συμβαίνει σήμερα και -ενδεχομένως- και κάποια εργαλεία για να οργανώσεις καλύτερα την άμυνά σου.
Υιοθετώντας την άποψη του ίδιου του Γκράμσι ότι «αποδοκιμάζει κανείς το παρελθόν για να μην αντιμετωπίσει το καθήκον του παρόντος», θεωρώ ότι η πρωτοβουλία του «Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου», αποτελεί από μόνη της ένα ιδιαίτερα θετικό γεγονός, για όλους όσους από εμάς εμπνεύστηκαν και εμπνέονται από το επαναστατικό του παράδειγμα.
Αυτό αποτελεί μιαν επιπρόσθετη απάντηση όλων εκείνων, και ο «Στοχαστής» και το «Μαρξιστικό Βιβλιοπωλείο» εντάσσονται σε αυτούς, που δεν προσέγγισαν ποτέ το έργο του ως κάτι που προσφερόταν για μιαν εκ του ασφαλούς ακαδημαϊκή προσέγγιση, αλλά ως ένα εργαλείο γνώσης, κριτικής θωράκισης και οπλισμού των υποτελών τάξεων στον άνισο αγώνα που διεξάγουν κατά των επικυρίαρχων.
Η σημερινή έκδοση των συγκεκριμένων κειμένων του Γκράμσι μπορεί να χαρακτηριστεί ως συνεκτική σε σχέση με τον στόχο της.
Να αναδείξει δηλαδή από τον Γκράμσι τις επαναστατικές εκείνες αρετές που τον έφεραν στις πρώτες γραμμές του αγώνα της ιταλικής εργατικής τάξης, στα χρόνια της «εφόδου της στους ουρανούς», 1919-1921.
Και το επιτυγχάνει σε μεγάλο βαθμό, όχι μόνο μέσω των επιλογών των συγκεκριμένων κειμένων του Γκράμσι, αλλά και μέσω των τεκμηριωμένων, προλόγου-επιλόγου, του Λέανδρου Μπόλαρη και του Κρις Χάρμαν.
Ανεξάρτητα από τις επί μέρους διαφορές που μπορεί να έχει κανείς, τόσο ο Μπόλαρης όσο και ο Χάρμαν, αντιλαμβάνονται ορθά αυτό που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως κύρια πλευρά του Γκράμσι.
Ίσως γιατί έχουν κατανοήσει την ρήση του Μπαλζάκ ότι: «ο συγγραφέας είναι ένας δραματουργός που δεν ξεστρατίζει από τον δρόμο του για να μαζέψει λουλουδάκια».
Και ο Γκράμσι ήταν πράγματι ένας δραματουργός της πάλης για την εθνική και κοινωνική χειραφέτηση των υποτελών τάξεων και όχι ένας «ακαδημαϊκός διανοούμενος», που ασχολείται στην καλύτερη των περιπτώσεων, με τις επισκευές και τα «μερεμέτια» του καπιταλιστικού συστήματος.
Είναι, ασφαλώς, προφανές ότι ο παρόν τόμος αγκαλιάζει μίαν, από τις σημαντικότερες πτυχές, θα έλεγα του γκραμσιανού έργου. Η αλήθεια όμως είναι ότι το έργο αυτό καίτοι ημιτελές και ενίοτε ασαφές, λόγω και των συνθηκών του ότι γράφτηκε υπό καθεστώς λογοκρισίας στις φασιστικές φυλακές, αγκαλιάζει ένα σύνολο θεμάτων ουσιαστικών και μείζονος σημασίας και για τις σημερινές κοινωνίες.
Συγκεκριμένα ζητήματα όπως: οι διανοούμενοι, η οργάνωση της κουλτούρας, η Ηγεμονία, τα εργοστασιακά συμβούλια και το κράτος της εργατικής τάξης, ο σοσιαλισμός και η κουλτούρα, η Φιλοσοφία της Πράξης, η σύνδεση της ηθικής με την πολιτική, δεν αποτελούν λέξεις που απλώς έχουν ριχθεί στο τραπέζι αλλά κομβικά σημεία της πολιτικής, πολιτιστικής και κοινωνικής σύγκρουσης που μαίνεται σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Τελειώνοντας θα ήθελα ιδιαίτερα να επιμείνω στην διαπίστωση ότι ο Γκράμσι μπορεί να χρήζει ή να έχει την δυνατότητα πολλών, ενδεχομένως, αναγνώσεων. Είναι γεγονός ότι γίνονται διάφορες αναγνώσεις του Γκράμσι με κυρίαρχες αυτές που προσπαθούν να τον ουδετεροποιήσουν, εξαστίσουν, αποεπαναστατικοποιήσουν.
Όμως, για κάποιον που θέλει σοβαρά να προσεγγίσει με σεβασμό το έργο του, ο Γκράμσι δεν επιδέχεται πολλές αναγνώσεις σε τρία πράγματα.
Το πρώτο είναι η βαθιά του πεποίθηση για την σύνδεση της ηθικής με την πολιτική. Ο Γκράμσι λόγω και έργω είναι τελείως εχθρικός σε μιαν αμοραλιστική προσέγγιση της πολιτικής.
Το δεύτερο στοιχείο, που επίσης δεν επιδέχεται καμία παρερμηνεία, είναι η σύνδεση της θεωρίας με την πράξη (φιλοσοφία της πράξης αποκαλεί τον μαρξισμό). Στον Γκράμσι δεν υπάρχει αποσύμπλεξη της θεωρίας από την πράξη, παρ’ όλο που υπήρξε και ένας πολύ μεγάλος θεωρητικός.
Τέλος το τρίτο και ανεξαρτήτως των διάφορων ερμηνειών λ.χ. στα ζητήματα του «πολέμου ελιγμών», «πολέμου θέσεων» κλπ., είναι ότι ο Γκράμσι υπήρξε αμετακίνητα, πληρώνοντας και με την ζωή του, στο πλευρό των υποτελών τάξεων, αγωνιζόμενος ως την ύστατη στιγμή για την εθνική και κοινωνική απελευθέρωσή τους.