Από τις αρχές της δεκαετίας του ´70 ο Ανουάρ Σαντάτ εφάρμοζε την πολιτική της Ινφιτάχ (Ανοιγμα). Στόχος ήταν να εντάξει την αιγυπτιακή οικονομία στην παγκόσμια αγορά, να χαλαρώσει τον έλεγχο του κράτους στην οικονομία, να δυναμώσει τον ιδιωτικό τομέα και να προσελκύσει ξένα κεφάλαια. Μετά από μια πρώτη πενταετία εφαρμογής μιας πολιτικής που δεχόταν τα χειροκροτήματα ολόκληρου του διεθνούς καπιταλισμού, είχαν οδηγηθεί σε μια τεράστια αποτυχία. Ούτε το ξένο, ούτε το ντόπιο κεφάλαιο ανταποκρίθηκαν για να κάνουν επενδύσεις. Η μόνη ορατή αλλαγή στην Αίγυπτο είναι ότι έχει εμφανιστεί ένα στρώμα νεόπλουτων με ακριβά εισαγόμενα αυτοκίνητα και βίλες. Το γεγονός ότι αυτή η στροφή της Αιγύπτου γίνεται ακριβώς τη στιγμή που ξεσπάει η παγκόσμια καπιταλιστική κρίση θεωρείται από τους διεθνείς αναλυτές της εποχής απλώς μία σύμπτωση. Οι αιτίες της αποτυχίας αναζητούνται αλλού, το πρόβλημα είναι αμιγώς αιγυπτιακό. Φταίει περισσότερο ο Νάσερ, ο προκάτοχος του Σαντάτ, και η «σοσιαλιστική» πολιτική του. Φταίει και ο κόσμος στην Αίγυπτο που δεν μπορεί να αλλάξει συνήθειες.
Στην πραγματικότητα η διεθνής κρίση ήταν αυτή που έπνιξε την αιγυπτιακή οικονομία, ακριβώς την περίοδο που έκανε τη στροφή από το ανατολικό Μπλοκ προς τη Δύση και από την κρατική οικονομία στην αγορά. Παρά την οικονομική βοήθεια από το εξωτερικό, η καθαρή εκροή κεφαλαίων το 1973 ήταν 7 εκ. δολάρια προς τη Δύση. Το 1974 η εκροή προς Δύση και Ανατολή είχε εκτιναχθεί στα 132 εκατομμύρια. Τα περισσότερα πήγαιναν στους τραπεζίτες. Τα αιγυπτιακά χρέη προς τις τράπεζες μέσα στο 1974 υπερδιπλασιάστηκαν από το 1,13 δις δολάρια σε 2,77. Δύο δισεκατομμύρια έπρεπε να αποπληρωθούν εντός του 1975, ένα ποσό που ξεπερνούσε το σύνολο των εσόδων από εξαγωγές. Και το 1975 σύμφωνα με τον υπουργό οικονομικών της Αιγύπτου αποδείχθηκε «η χειρότερη χρονιά στην οικονομική ιστορία της χώρας». Ετσι η Αίγυπτος προχωράει σε καινούργια δάνεια από την Παγκόσμια Τράπεζα που συνδυάζονται με πρόγραμμα δομικής προσαρμογής του ΔΝΤ. Την Ανοιξη του 1976 δύο μέλη του ΔΝΤ εγκαθίστανται στην Αίγυπτο για να προτείνουν «λύσεις». Σε αυτό που καταλήγουν είναι ότι φταίνει οι επιδοτήσεις που δίνει το αιγυπτιακό κράτος για τα εισαγόμενα προϊόντα, και πρέπει να καταργηθούν. Ομως από τα 270 εκατομμύρια λίρες επιδοτήσεων, τα 205 αφορούν βασικά είδη πρώτης ανάγκης: αλεύρι, ρύζι, μαγειρικό λάδι. Με λίγα λόγια, για να γίνουν επενδύσεις και έργα υποδομών, έπρεπε να σταματήσουν να τρέφονται οι άνθρωποι. Ο Σαντάτ αρχικά θα καθυστερήσει να εφαρμόσει τις προτάσεις του ΔΝΤ και θα τις ανακοινώσει τελικά το βράδυ της 17ης του Γενάρη, το 1977.
Το ίδιο το βράδυ της ανακοίνωσης των μέτρων άρχισαν να οργανώνονται οι πρώτες συγκεντρώσεις κυρίως στις εργατικές γειτονιές της Αλεξάνδρειας, του Καΐρου και ειδικά στη βιομηχανική περιοχή του Χελουάν.
Το επόμενο πρωί, τα νέα είναι γνωστά παντού. Η είδηση για κατάργηση των επιδοτήσεων σημαίνει άμεση αύξηση στο πετρέλαιο, τη βενζίνη, το λάδι, τα τσιγάρα, το ψωμί, το ρύζι, τα ζυμαρικά και τα κόμιστρα των ταξί.
Πριν από τις 9 το πρωί, οι εργάτες στις υφαντουργίες του Χελουάν αποφασίζουν απεργία και βγαίνουν στο δρόμο. Ξεσηκώνουν τους εργάτες των πολεμικών βιομηχανιών και οργανώνουν κοινή διαδήλωση. Τα συνθήματα από την αρχή ως το τέλος των κινητοποιήσεων είναι ενάντια στο καθεστώς, ενάντια στον Σαντάτ και την οικογένειά του. Η ένταση είναι μεγάλη από το ξεκίνημα. Οι εργάτες του Χελουάν πετροβολούν ακριβά αυτοκίνητα και μετά βάζουν τους οδηγούς των φορτηγών να τους μεταφέρουν στο κέντρο του Καΐρου. Την ίδια ώρα, οι εργάτες στα βόρεια του Καΐρου απεργούν και καταλαμβάνουν τα εργοστάσιά τους.
Διαδηλώσεις
Στο κέντρο της πόλης, οι φοιτητές των Πολυτεχνικών σχολών στο πανεπιστήμιο Αΐν Σαμς έχουν ήδη οργανώσει την πρώτη συνέλευση ενάντια στα μέτρα και, μαζί με φοιτητές άλλων σχολών, κάνουν πορεία προς το κοινοβούλιο. Καθώς βαδίζουν στους δρόμους του Καΐρου, γυναίκες από τις εργατογειτονιές που έχουν μαζευτεί στις αυλές μπαίνουν στη διαδήλωση.
Στην πλατεία Ταχρίρ, δημόσιοι υπάλληλοι και φοιτητές από άλλα Πανεπιστήμια γίνονται κομμάτι της κινητοποίησης. Μια αντιπροσωπεία φοιτητών γίνεται δεκτή για να παραδώσει ψήφισμα στο κοινοβούλιο. Επειδή καθυστερούν πολύ, οι γυναίκες που ανησυχούν ότι οι φοιτητές έχουν συλληφθεί ζητάνε το λόγο από την αστυνομία. Οι μπάτσοι βρίσκουν την ευκαιρία και επιτίθενται στη διαδήλωση, διασπώντας την σε πολλές ξεχωριστές συγκεντρώσεις ανά εργατογειτονιά.
Την ίδια ώρα, παράλληλα πράγματα συνέβαιναν στην Αλεξάδρεια, με κέντρο του εργάτες στο ναύσταθμο που έχουν ενωθεί με τους φοιτητές. Σε λίγες ώρες είναι πλέον κατανοητό ότι δεν υπάρχει αστικό κέντρο της χώρας, από το Σουέζ και το Ασουάν ως τη Μανσούρα που να μην υπάρχουν ανάλογα γεγονότα.
Τα πράγματα αγριεύουν ακόμη περισσότερο την επόμενη μέρα. Η οργή του κόσμου εκδηλώνεται με βία κατά κάθε στόχου. Ολες οι σιδηροδρομικές γραμμές της χώρας είναι μπλοκαρισμένες με καμένα λάστιχα ή βγαλμένες ράγες. Καίγονται σιδηροδρομικοί σταθμοί, τα ακριβά ξενοδοχεία στις μεγάλες πόλεις, γίνονται επιθέσεις στα τρένα που μεταφέρουν τη σοδειά. Εμπρησμοί γίνονται σε καζίνο, σε μπαρ και σε κλαμπ. Επίθεση δέχονται τα γραφεία του κυβερνώντος κόμματος σε πολλές πόλεις, ενώ οι διαδηλωτές καταφέρνουν και χτυπάνε ακόμη και το Υπουργείο Εσωτερικών.
Η κατάσταση είναι τόσο ανεξέλεγκτη, ώστε πολύ γρήγορα εμφανίζονται στελέχη του ίδιου του καθεστώτος που εκφράζουν την αντίθεσή τους στα μέτρα. Η ελεγχόμενη από το κράτος «εργατική» συνομοσπονδία κάλεσε την κυβέρνηση να τα αποσύρει. Ο ίδιος ο Σαντάτ που έκανε εκείνες τις μέρες διακοπές στο Ασουάν είδε με τα μάτια του, μια τοπική διαδήλωση να κατευθύνεται στη χειμερινή του βίλα. Κυκλοφόρησαν φήμες ότι ο Πρόεδρος εγκατέλειψε τη χώρα και ζήτησε άσυλο στο Σουδάν. Η κεντρική διοίκηση της αστυνομίας στο Κάιρο έστειλε μήνυμα σε όλες τις επαρχίες ότι δεν μπορεί να στείλει ενισχύσεις, ούτε αστυνομικούς, ούτε καν ασθενοφόρα. Ολα αυτά έδειχναν πως το καθεστώς βρισκόταν σε σύγχυση. Μόνος δρόμος ήταν να βγει ο στρατός για να καταστείλει. Ομως αυτό το στοίχημα θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο. Τι θα γινόταν αν ο εξεγερμένος κόσμος κατάφερνε να συναδελφωθεί με τους φαντάρους; Η λύση που βρέθηκε ήταν η απόσυρση των μέτρων με ταυτόχρονη χρήση του στρατού. Οι επιδοτήσεις συνεχίστηκαν, οι αυξήσεις στις τιμές καταργήθηκαν, και οι μισθοί των δημόσιων υπάλληλων δεν θα περικόπτονταν όπως είχε απειληθεί. Παράλληλα, ο στρατός βγήκε στους δρόμους για να καταστείλει όποιες εστίες αντίστασης θα παρέμεναν ενεργές.
Συνήθως τα γεγονότα του Γενάρη του ´77 στην Αίγυπτο παρουσιάζονται ως ανοργάνωτες ταραχές. Και όντως ένα μεγάλο κομμάτι των επεισοδίων είχαν τέτοιο χαρακτήρα, με τυφλές επιθέσεις, σαμποτάζ, πλιάτσικο ή και απλώς κλοπές. Χιλιάδες ανήλικα παιδιά που παρέμεναν «αόρατα» στο Κάιρο πήραν μέρος στα επεισόδια και συγκρούστηκαν με τις δυνάμεις καταστολής. Ακόμη και όταν ο στρατός βγήκε στους δρόμους, μικρά παιδιά έριχναν μολότοφ πάνω στα τανκς. Χαρακτηριστικό είναι ότι 15% των συλληφθέντων ήταν κάτω των 15 ετών και 20% συνολικά οι ανήλικοι. Από αυτούς, πολύ μικρό ποσοστό ήταν μαθητές και φοιτητές.
Ομως, οι αιτίες δεν είχαν να κάνουν με μια υποτιθέμενη αδυναμία της εργατικής τάξης στην Αίγυπτο. Το αντίθετο. Τα γεγονότα του 1977 είχαν πίσω τους μια δεκαετία αγώνων και εμπειριών της εργατικής τάξης αλλά και των φοιτητών. Από το 1967 ως τις αρχές της δεκαετίας του ´70 οι φοιτητές είχαν ξαναριζοσπαστικοποιηθεί στα Πανεπιστήμια, κυρίως με αφορμή την ήττα στον πόλεμο του ´67 αλλά και τη στροφή του καθεστώτος στη βία και την καταστολή. Οι εργάτες στη συνέχεια άρχισαν μεγάλους αγώνες ενάντια στη λιτότητα του Σαντάτ. Συγκρούσεις με την αστυνομία είχαν γίνει και ξαναγίνει στις βιομηχανικές περιοχές της χώρας για απλήρωτα μεροκάματα. Το 1976 μοιάζει με πρόβα τζενεράλε των γεγονότων του ´77. Από το Μάρτη είχαν ξεκινήσει απεργίες και καταλήψεις στις πολεμικές βιομηχανίες και στις αυτοκινητοβιομηχανίες. Οι απεργίες απλώθηκαν στα περισσότερα βιομηχανικά κέντρα της χώρας και έπαιρναν πολιτικό χαρακτήρα, ενάντια στη λιτότητα και στα βασανιστήρια από αστυνομικούς. Αποκορύφωμα της δύναμης και της πολιτικής δυναμικής του εργατικού κινήματος ήταν η απεργία στις δημόσιες συγκοινωνίες του Καΐρου που μπλόκαρε την πρωτεύουσα για δύο 24ωρα στα τέλη του 1976, μόλις μία μέρα αφού ο Σαντάτ είχε επανεκλεγεί με 99% σε «δημοψήφισμα».
Εργάτες
Ακόμη και στις μέρες της εξέγερσης οι εργάτες ήταν αυτοί που παρέμειναν στο κέντρο των κινητοποιήσεων. Σχεδόν όλα τα γεγονότα έγιναν στις βιομηχανικές περιοχές. Οι εργατικές συνελεύσεις αποφάσιζαν να οργανώσουν τις πορείες, ομως οι εργατικές διαδηλώσεις έδιναν αφορμή και σε κόσμο φτωχό, άνεργο, ανοργάνωτο να ξηλώσει πεζοδρόμια και να κάνει επιθέσεις στην αστυνομία και σε ό,τι συμβολίζει τον πλούτο και την αδικία.
Το πρόβλημα ήταν ότι αυτή η τεράστια μαχητικότητα της εργατικής τάξης δεν είχε το αναγκαίο συμπλήρωμα μιας δυνατής αριστεράς. Ο σταλινισμός είχε καταδικάσει την Αριστερά να υποστηρίζει το καθεστώς όποτε αυτό έκανε ανοίγματα προς το Ανατολικό Μπλοκ, και στη συνέχεια οι κομμουνιστές να είναι εύκολο θύμα για να σταλούν στις φυλακές ή στο θάνατο, όταν το καθεστώς θέλησε να κάνει διαφορετικές στροφές. Τους αγώνες της εργατικής τάξης η Αριστερά που προσπαθούσε να ανασυγκροτήσει τα κομμάτια της, τους αντιμετώπισε ως «οικονομίστικους». Για την σταλινική αριστερά είχαν περισσότερο ενδιαφέρον οι διαμάχες στο εσωτερικό του καθεστώτος ανάμεσα στους «κρατικιστές» και τους δυτικόφιλους, παρά οι αγώνες των εργατών για τους μισθούς τους. Ετσι, ακόμη και αν στην εξέγερση φάνηκε ότι η εργατική τάξη ήταν ικανή να συγκροτήσει γύρω της ένα μπλοκ με το φτωχό κόσμο της πόλης και τους αγρότες, κανένα κομμάτι της Αριστεράς δεν θέλησε ή δεν μπόρεσε να ανοίξει την προοπτική της ανατροπής του καθεστώτος μέσα από μια συνέχιση των απεργιών και των καταλήψεων. Το ανοργάνωτο κομμάτι της εξέγερσης ποτέ δεν τέθηκε κάτω από την ηγεσία του οργανωμένου.
Παρόλα αυτά, η Αριστερά ξαναβρήκε την ευκαιρία να συνδεθεί με το εργατικό κίνημα και αυτό τρόμαξε το καθεστώς. Ο Σαντάτ άρχισε ακόμη περισσότερα ανοίγματα προς τους ισλαμιστές, ως αντίβαρο στην Αριστερά. Το 1981 το πλήρωσε με την ίδια του τη ζωή. Δολοφονήθηκε από τους ισλαμιστές που δεν έμειναν απλά υποχείρια της πολιτικής του. Το καθεστώς του Μουμπάρακ που διαδέχτηκε τον Σαντάτ στηρίχτηκε σε ακόμη πιο άγρια καταστολή, και ενάντια στην Αριστερά και στους ισλαμιστές. Οι ιμπεριαλιστές συνειδητοποίησαν ότι αν δεν ήθελαν να χάσουν την Αίγυπτο θα έπρεπε να στηρίξουν οικονομικά και στρατιωτικά το καθεστώς ξεχνώντας για δεκαετίες τα πειράματα του ΔΝΤ που προκαλούν εξεγέρσεις.