Η “Πρωτοβουλία των 1000” έκανε την πρώτη της δημόσια εμφάνιση την Πέμπτη 29 Νοέμβρη στο ξενοδοχείο Τιτάνια. Στην εκδήλωση της πρωτοβουλίας, της οποίας η διακήρυξή καλεί σε ένα πλατύ μέτωπο “με κέντρο τις δυνάμεις της Αριστεράς και στην ενίσχυση της προοπτικής της αριστερής κυβέρνησης στη βάση ενός μεταβατικού πολιτικού προγράμματος διεξόδου της ελληνικής κοινωνίας από την κρίση”, ομιλητές ήταν ο Χοακίν Αριόλα, καθηγητής από τη Χώρα των Βάσκων, ο Πολ Μέρφι, Ευρωβουλευτής του Σοσιαλιστικού Κόμματος Ιρλανδίας, ο οικονομολόγος Κώστας Λαπαβίτσας, ενώ συντονιστής ήταν ο Σεραφείμ Σεφεριάδης.
Οι δύο διεθνείς ομιλητές ανέδειξαν τη σημασία που έχει το κίνημα αντίστασης στην Ελλάδα και πώς λειτούργησε και συνεχίζει να λειτουργεί ως προπομπός για το κίνημα στις υπόλοιπες χώρες που χτυπιούνται από την λιτότητα και από τα μνημόνια. Αναδείχθηκε επίσης ο ρόλος της πρόσφατης συντονισμένης απεργίας στις 14 Νοέμβρη. Πολιτικά, τόνισαν το αδιέξοδο της λιτότητας και την ανάγκη σύγκρουσης κατά μέτωπο με τις επιλογές της Τρόικας και της Ευρωζώνης.
Στους συγκεκριμένους όμως στόχους της Πρωτοβουλίας όσον αφορά στην Ελλάδα, η εκδήλωση άφησε ένα μεγάλο κενό, το οποίο είναι συνέπεια του αφηρημένου χαρακτήρα με τον οποίο καλεί σε ενότητα της Αριστεράς. Ο Σεραφείμ Σεφεριάδης στο άνοιγμά του τόνισε σωστά την αντίφαση ανάμεσα στην εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία εκφράζει μια μαζική ριζοσπαστικοποίηση και θέληση για πολιτική αλλαγή εδώ και τώρα, και στις πολιτικές επιλογές της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Υπογράμμισε χαρακτηριστικά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θέτει το ζήτημα της παύσης πληρωμής του χρέους, της κρατικοποίησης των τραπεζών με εργατικό και κοινωνικό έλεγχο, ενώ φοβάται την πιθανότητα ρήξης με την ευρωζώνη.
Αυτά τα ζητήματα όμως είναι ακριβώς αυτά που τονίζει στο πρόγραμμά της η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, οπότε το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί χρειάζεται μια διαφορετική πρωτοβουλία.
Μια απάντηση ίσως προσπάθησε να δώσει ο Κώστας Λαπαβίτσας, ο οποίος υπονόησε και ο ίδιος όλες τις κριτικές προς το ΣΥΡΙΖΑ (τις έχει διατυπώσει ανοιχτά εξάλλου και στο παρελθόν), όμως ξεκίνησε την πολιτική τοποθέτησή του λεγοντας πως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και το ΚΚΕ έχασαν την ευκαιρία γιατί έδρασαν σεκταριστικά. Εδώ το πρόβλημα της “Πρωτοβουλίας των 1000” γίνεται ακόμη πιο κατανοητό. Όπως καταγράφεται και στη Διακήρυξή της, αλλά και στην τοποθέτηση του Κ. Λαπαβίτσα, δείχνει να μην απασχολείται καθόλου με το πώς δρουν οι δυνάμεις της Αριστεράς μέσα στο πραγματικό κίνημα, στους εργατικούς χώρους και αλλού. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ ήταν και είναι η δύναμη που παίρνει πρωτοβουλίες για κλιμάκωση των αγώνων, σε κόντρα με τους δισταγμούς και του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ. Οι απεργιακοί αγώνες που έβαλαν τους όρους για την εκλογική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ έχουν στην καρδιά τους τις ενωτικές πρωτοβουλίες που πήραν αγωνιστές της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Οι σύντροφοι της Πρωτοβουλίας φαίνονται μπερδεμένοι ανάμεσα στις υπερβολικές προσδοκίες που έχουν για μια αριστερή κυβέρνηση και στον ειλικρινή φόβο ότι η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα ανταποκριθεί σε αυτές τις προσδοκίες. Έχουν μείνει στα μισά του δρόμου, ελπίζοντας ότι ένα αφηρημένο κάλεσμα για ενότητα μπορεί να λύσει το πρόβλημα. Η απάντησή όμως βρίσκεται στη δράση και την ενεργητική παρέμβαση, και για κάτι τέτοιο χρειάζεται να διαλέξουν στρατόπεδο.