Ιστορία
Σοσιαλισμός κόντρα στους εργάτες δεν χτίζεται

Εργατική συγκέντρωση στα κατειλημμένα ναυπηγεία του Γκντανσκ το καλοκαίρι του 1980.

Το 1989 τα «σοσιαλιστικά» καθεστώτα της Ανατολικής Ευρώπης άρχισαν το ένα μετά το άλλο να καταρρέουν. Η οικονομική κρίση, οι διασπάσεις μέσα στην γραφειοκρατία, ο πόλεμος στο Αφγανιστάν, οι πολιτικές ανακατατάξεις και μεταρρυθμίσεις στην ίδια τη Ρωσία -όλα αυτά- έπαιξαν σίγουρα σημαντικό ρόλο. Αλλά ο κρίσιμος παράγοντας ήταν οι μαζικές κινητοποιήσεις -οι διαδηλώσεις, οι ταραχές, οι συγκρούσεις με την αστυνομία, οι απεργίες. Τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» δεν τον γκρέμισε ο καπιταλισμός της Δύσης: τον γκρέμισαν οι επαναστάσεις των ίδιων των εργατών που υποτίθεται ότι είχαν την εξουσία στην Ανατολή.

Τα καθεστώτα των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης -της Ουγγαρίας, της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας, της «Λαοκρατικής» Ανατολικής Γερμανίας, της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας- δεν ήταν σοσιαλιστικά. Ο «σοσιαλισμός» επιβλήθηκε σε αυτές τις χώρες από τα ρωσικά τανκς. Η μοίρα τους καθορίστηκε από τις συμφωνίες της Γιάλτας, τις συμφωνίες μοιρασιάς της λείας ανάμεσα στους νικητές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. 

Η Ρωσία επέβαλε στη συνέχεια στις νέες τις «κτήσεις» καθεστώτα κατ’ εικόνα και ομοίωση του εαυτού της -καθεστώτα κρατικού καπιταλισμού, εκμεταλλευτικά καθεστώτα που διέφεραν από τους καπιταλισμούς της Δύσης μόνο στο γεγονός ότι στην κορυφή της της εξουσίας δεν βρισκόταν μια ιδιωτική αστική τάξη τραπεζιτών, βιομηχάνων, εφοπλιστών, εμπόρων και κερδοσκόπων αλλά μια κρατική γραφειοκρατία. 

Εξεγέρσεις

Οι εργάτες και οι λαοί της Ανατολικής Ευρώπης ξεσηκώθηκαν πολλές φορές ενάντια σε αυτή τη νέα εξουσία. Το 1953 ξεσηκώθηκε η Ανατολική Γερμανία. Το 1956 η Ουγγαρία και η Πολωνία. Το 1968 η Τσεχοσλοβακία. Όλες αυτές οι εξεγέρσεις και οι επαναστάσεις πνίγηκαν στο αίμα από τα ρωσικά τανκς. Κατά κανόνα οι ηγέτες και οι πρωτεργάτες των κινημάτων αυτών κατέληγαν στις φυλακές και το απόσπασμα. Αλλά οι άρχουσες τάξεις ζούσαν συνεχώς κάτω από τον φόβο της εξέγερσης. Η παρακολούθηση των «πολιτών» και οι τρομαχτικές μυστικές αστυνομίες -σαν την διαβόητη Στάζι της Ανατολικής Γερμανίας- έγιναν παντού ο κανόνας. Παρά την άγρια καταστολή, όμως, οι ανταρσίες και οι εξεγέρσεις δεν σταμάτησαν ουσιαστικά ποτέ. 

Οι εξεγέρσεις  του 1989 δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Το καλοκαίρι του 1980 είχαν ξεσηκωθεί οι εργάτες στην Πολωνία. Η αφορμή ήταν η απόλυση, στις 14 Αυγούστου, με την συνήθη κατηγορία του σαμποτάζ, μιας εργάτριας, της Άννα Βαλεντίνοβιτς, από το ναυπηγείο Λένιν του Γκτανσκ. Οι απολύσεις με την κατηγορία του σαμποτάζ -δηλαδή της απόπειρας οργάνωσης των εργατών- ήταν συνηθισμένη πρακτική. Αλλά αυτή τη φορά η καταστολή γύρισε μπούμερανγκ: την ίδια μέρα χειρόγραφες προκηρύξεις που καλούσαν τους εργάτες να συγκεντρωθούν το μεσημέρι στο προαύλιο άρχισαν να κυκλοφορούν σε όλο το ναυπηγείο. Η συγκέντρωση αυτή -που ζητούσε αρχικά συνάντηση με τη διοίκηση και επαναπρόσληψη της Βαλεντίνοβιτς- αποφάσισε την κατάληψη του εργοστασίου.

Από το Γκντανσκ η σπίθα της εξέγερσης απλώθηκε σαν αστραπή σε ολόκληρη την Πολωνία. Οι εργάτες άρχισαν να φτιάχνουν «Συντονιστικές Απεργιακές Επιτροπές» με αντιπροσώπους από όλους τους εργασιακούς χώρους της περιοχής και να θέτουν ολοένα και πιο πολλές απαιτήσεις. 

Τα διάσημα «21 αιτήματα» της απεργιακής επιτροπής του Γκτανσκ ζητούσαν ανάμεσα στα άλλα την κατάργηση της λογοκρισίας, την απελευθέρωση των πολιτικών κρατουμένων και το δικαίωμα των εργατών να φτιάχνουν ανεξάρτητα συνδικάτα. Στις 31 Αυγούστου του 1980 έντρομη η κυβέρνηση από το ανεξέλεγκτο κύμα των απεργιών έτρεξε όχι μόνο να ανοίξει διάλογο με τις απεργιακές επιτροπές αλλά και να δηλώσει ότι αποδέχεται τα 21 αιτήματα. Το καθεστώς που είχε αντιμετωπίσει μέχρι εκείνη τη στιγμή δια πυρός και σιδήρου κάθε φωνή διαμαρτυρίας αναγκαζόταν τώρα να οπισθοχωρήσει. 

Οι εργάτες «γιόρτασαν» τη νίκη τους αυτή με την δημιουργία της Solidarnosc, (Αλληλεγγύη), του πρώτου ανεξάρτητου εργατικού συνδικάτου στην ιστορία της «σοσιαλιστικής» Πολωνίας. Η Αλληλεγγύη κατάφερε μέσα στους επόμενους μήνες να κερδίσει τις καρδιές της πλειοψηφίας των εργατών της Πολωνίας και να αναπτερώσει τις ελπίδες όλων των λαών της Ανατολικής Ευρώπης. Στο απόγειο της δύναμής της είχε 10 εκατομμύρια μέλη. 

Αλλά δεν κατάφερε το 1980/81 να νικήσει. Στις 12 Δεκεμβρίου του 1981 ένα πραξικόπημα οργανωμένο από τον στρατηγό Γιαρουζέλσκι πήρε την εξουσία, έθεσε εκτός νόμου την Αλληλεγγύη και επέβαλλε τον στρατιωτικό νόμο στη χώρα. Η καταστολή κέρδισε τη «μάχη» – αλλά στο τέλος η γραφειοκρατία θα έχανε τον πόλεμο.

Σπίθα

Το 1989 η σπίθα που έμελλε να γκρεμίσει τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» άναψε στην Ανατολική Γερμανία. Από τα μέσα του 1988 ολόκληρο το Ανατολικό Μπλοκ βρισκόταν σε αναταραχή. Σποραδικές απεργίες και διαδηλώσεις σάρωναν εδώ και μήνες όλες σχεδόν τις χώρες του «Συμφώνου της Βαρσοβίας» (όπως ονομαζόταν το ρωσικό αντίστοιχο του ΝΑΤΟ την εποχή εκείνη). Τον Οκτώβρη του 1988 ένας σύμβουλος του Γκορμπατσόφ προειδοποιούσε:

«Τώρα πρέπει να σκεφτούμε πως θα δράσουμε αν μια ή περισσότερες χώρες χρεοκοπήσουν ταυτόχρονα. Αυτή είναι μια ρεαλιστική προοπτική… Τι θα κάνουμε αν η κοινωνική αστάθεια που παίρνει τώρα εκρηκτικό χαρακτήρα στην Ουγγαρία συμπέσει με έναν νέο γύρο αναταραχής στην Πολωνία ή νέες διαδηλώσεις στην Τσεχοσλοβακία; Έχουμε κάποιο σχέδιο;»

Στην πραγματικότητα η γραφειοκρατία δεν είχε κανένα σχέδιο. Ούτε μπορούσε να έχει. Η Ρωσία δεν ήταν πλέον σε θέση να στείλει τα τανκς να προστατεύσουν τα καθεστώτα από την οργή των εργατών, όπως είχε κάνει το 1953, το 1956 και το 1968. Το 1981 κιόλας, στο ζενίθ της «κρίσης της Αλληλεγγύης» ο Γιούρι Αντρόποφ, ο τότε αρχηγός της KGB, της διαβόητης μυστικής υπηρεσίας της Ρωσίας και μετέπειτα γενικός γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος, είχε ξεκάθαρα δηλώσει ότι «θα ήταν αδύνατο για εμάς να στείλουμε τώρα στρατό στην Πολωνία». Και οι συνθήκες είχαν γίνει ακόμα πιο δύσκολες μέσα στα 8 χρόνια που είχαν μεσολαβήσει από τότε. Στο Βερολίνο, τη Βουδαπέστη και τη Βαρσοβία, οι γραφειοκράτες, στερημένοι από τις «πλάτες» του ρωσικού στρατού έψαχναν παντού τρόπους να περιορίσουν τις ανταρσίες με ένα μείγμα καταστολής και παραχωρήσεων. Το αποτέλεσμα ήταν ακριβώς το αντίθετο από αυτό που περίμεναν.

Στην Πολωνία η κυβέρνηση του Γιαρουζέλσκι κάθισε στο «στρογγυλό τραπέζι» των διαπραγματεύσεων με την μέχρι πριν από λίγο φυλακισμένη ηγεσία της Αλληλεγγύης. Η Ουγγαρία γκρέμισε, στα πλαίσια της βελτίωσης των σχέσεων με τη Δύση, τα οχυρωματικά έργα στα σύνορα με την Αυστρία. Το αποτέλεσμα ήταν μια μαζική έξοδος χιλιάδων εργατών προς τη Δυτική Ευρώπη – που προσπαθούσαν να περάσουν τα σύνορα και να φύγουν με κάθε τρόπο. Τον Οκτώβρη του 1989 η κυβέρνηση της Ανατολικής Γερμανίας, για να σταματήσει το κύμα της φυγής, έκλεισε τα σύνορά της με την Τσεχοσλοβακία. Το αποτέλεσμα ήταν μια εξέγερση χωρίς προηγούμενο. Στις 9 Οκτωβρίου η κυβέρνηση διέταξε τον στρατό να εμποδίσει την συγκέντρωση που είχε οργανωθεί για εκείνη την ημέρα. Αλλά η μαζικότητα ήταν τόσο μεγάλη που ανάγκασε τον στρατό να κάνει πίσω: «Εριχ δεν μπορούμε να χτυπήσουμε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους» διαμήνυσε εκείνη την ημέρα ο αρχηγός της Στάζι στον Έριχ Χόνεκερ, τον ηγέτη της Ανατολικής Γερμανίας. Στις 17 Οκτωβρίου ο Χόνεκερ ξηλώθηκε από την εξουσία. Ο διάδοχός του, ο Εγκον Κρεντς, δεν είχε καλύτερη τύχη. Στις 9 Νοεμβρίου η κυβέρνηση άνοιξε τα σύνορα -όχι απλά προς την Τσεχοσλοβακία αλλά προς την Δυτική Γερμανία. Το μισητό Τείχος του Βερολίνου έπεσε. Και μαζί του έπεσε όλο το οικοδόμημα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην Ανατολική Ευρώπη.

Τσαουσέσκου

Την πιο δραματική τροπή πήραν οι εξελίξεις στην Ρουμανία. Το καθεστώς του Νικολάι Τσαουσέσκου ήταν ένα από τα πιο σκληρά της Ανατολικής Ευρώπης. Με τη βοήθεια της Σεκουριτάτε, της μυστικής αστυνομίας, είχε επιβάλλει ένα καθεστώς απόλυτου τρόμου. Αλλά δεν κατάφερε να τον σώσει: στις 22 Δεκεμβρίου του 1989 ένα τεράστιο πλήθος που είχε συγκεντρωθεί έξω από τα γραφεία του Κομμουνιστικού Κόμματος εισέβαλλε στο κτήριο. Ο Τσαουσέσκου έφυγε από την ταράτσα με ελικόπτερο για να γλυτώσει την ζωή του. Για να κατευνάσουν την οργή του κόσμου οι ίδιοι οι μέχρι πριν από λίγο επιτελείς του που πήραν στη συνέχεια «στο όνομα της δημοκρατίας» την εξουσία αναγκάστηκαν να τον περάσουν από έκτακτο στρατοδικείο και να ύστερα από τρεις μόνο μέρες να τον εκτελέσουν.

Η πτώση του κρατικού καπιταλισμού δεν έφερε την ευημερία που περίμενε ο κόσμος στην Ανατολική Ευρώπη. Οι επαναστάσεις έμειναν στη μέση – γκρέμισαν την κρατική γραφειοκρατία αλλά δεν ξήλωσαν τον καπιταλισμό. Γι’ αυτό, ούτε την πραγματική ελευθερία έφεραν. Η εργατική τάξη έδειξε την δύναμη της , αλλά δεν είχε ηγεσίες αντάξιες των εξεγέρσεων. Η Αριστερά στη Δύση ήταν γεμάτη αυταπάτες για τον Γκορμπατσώφ και τους άλλους «μεταρρυθμιστές» της Ανατολής. Κανένας απ’ αυτούς δεν ήθελε τους εργάτες στην εξουσία και έτσι άφησαν τοδρόμο ανοιχτό για τους «ολιγάρχες» που επέβαλαν παντού μια ελεγχόμενη απ’ αυτούς μεταπολίτευση στις χώρες του πρώην σοβιετικού μπλοκ.


Το 1981, την εποχή που οι απεργίες σάρωναν την Πολωνία κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αλληλεγγύη». 

Ο τίτλος ήταν δανεισμένος από την Solidarnosc. Ο στόχος του περιοδικού ήταν να αναδείξει τους αγώνες των εργατών ενάντια στον υποτιθέμενο «υπαρκτό Σοσιαλισμό» -από την Πολωνία μέχρι την ίδια τη Ρωσία- και να απαντήσει στις συκοφαντίες του σταλινισμού που βάφτιζε τα 10 εκατομμύρια εργάτες μέλη της Αλληλεγγύης στην Πολωνία «πράκτορες του ιμπεριαλισμού».

Το πραξικόπημα στην Πολωνία «πρόλαβε» το πρώτο τεύχος λίγο πριν φτάσει στο τυπογραφείο. Το εξώφυλλο του δείχνει ένα διάσημο σκίτσο της εποχής, με τα τανκς του Γιαρουζέλσκι να ισοπεδώνουν το εργατικό κίνημα στην Πολωνία. Το τεύχος έγινε ανάρπαστο, παρά την άμεση δεύτερη έκδοσή του.

Η Αλληλεγγύη κυκλοφόρησε δυο ακόμα τεύχη μέσα στους επόμενους μήνες.