Συνέντευξη με τον Προκόπη Παπαστράτη - Να διδαχθούμε από την ιστορία του Μεσοπολέμου

Η άνοδος της Χρυσής Αυγής έχει στρέψει ξανά το ενδιαφέρον στην ιστορία της δεκαετίας του ’30;

Με την άνοδο της Χρυσής Αυγής για την οποία λέμε -στην οποία πρέπει να της βάλουμε και ένα ερωτηματικό, δηλαδή πόσο μεγάλη είναι, τι διάρκεια θα έχει, ποιοι την ψηφίζουν και γιατί την ψηφίζουν- έχει ξαναγίνει επίκαιρη η μελέτη της περιόδου που ανεβαίνουν αυτά τα κινήματα στην εξουσία.

Αυτή είναι η περίοδος του Μεσοπολέμου, δεν είναι μόνο η δεκαετία του ’30. Γιατί στην δεκαετία του ’30, το φασιστικό και το ναζιστικό κίνημα, είναι ήδη στην εξουσία.

Το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και η επανάσταση των Μπολσεβίκων βάζουν σε κίνηση κοινωνικές διεργασίες που εκείνη την εποχή προκαλούν κυριολεκτικά σεισμό. Να θυμηθούμε το βιβλίο του Τζον Ριντ «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο», πραγματικά εκείνη την εποχή ο κόσμος συγκλονίστηκε.

Τελειώνει ο Πόλεμος και η Ευρώπη και ο κόσμος όλος περνάει σε αυτή την μεταπολεμική περίοδο αντιμετωπίζοντας εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς σε κάθε χώρα, εκατομμύρια συνολικά στην Ευρώπη, καταστροφή των υποδομών, καταστροφή της οικογένειας γιατί χάνονται όλοι αυτοί οι άνθρωποι, καταστροφή της οικονομίας.

Εκεί αρχίζουν αυτοί οι επικίνδυνοι δημαγωγοί, πρώτα ο Μουσολίνι στην Ιταλία και μετά ο Χίτλερ στη Γερμανία, να εκμεταλλεύονται αυτές ακριβώς τις ανησυχίες και τους φόβους του κόσμου και να προσελκύουν όσους είναι απογοητευμένοι και θέλουν μια άμεση λύση.

Ταυτόχρονα, το γεγονός ότι επικρατούν οι Μπολσεβίκοι στη Σοβιετική Ένωση και εξάγεται η επανάσταση με την Κομιντέρν στην υπόλοιπη Ευρώπη και τον κόσμο προκαλεί την ανησυχία της αστικής τάξης. Οι εξεγέρσεις που γίνονται σε μεγάλα αστικά κέντρα της Ευρώπης στη Γερμανία, στην Ιταλία, στη Βιέννη, στην Ουγγαρία με τον Μπέλα Κουν να επικρατεί στη Βουδαπέστη, όλη η Ευρώπη φρικιά με το ότι οι Μπολσεβίκοι ανεβαίνουν στην εξουσία, αυτά λειτουργούν συσπειρωτικά για την αστική τάξη ότι «έχουμε αυτό τον κίνδυνο μπροστά μας και πρέπει να τον αντιμετωπίσουμε».

Είναι ενδεικτικό ότι στη Γερμανία οι Σοσιαλδημοκράτες είναι αυτοί οι οποίοι επιτρέπουν με την πολιτική τους και με συνεργασίες με παραστρατιωτικά σώματα να συντρίψουν αυτές τις εξεγέρσεις, να τις τσακίσουν. Μέσα από αυτή τη διαδικασία θα συγκροτηθούν αυτά τα παραστρατιωτικά σώματα που θα είναι η φωλιά από όπου θα τραβήξει ο Χίτλερ τους ανθρώπους του. Θα γίνουν μετά τα SA και τα SS.

Η δικαιολογία του κομμουνιστικού κινδύνου, δημιουργεί το ευνοϊκό κλίμα για να περάσουν αυτές οι ιδέες ιδιαίτερα σε ανθρώπους που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να σκεφτούν λίγο περισσότερο. Το ίδιο πράγμα με τη Γερμανία γίνεται στην Ιταλία, είναι εκεί ο Μουσολίνι που είναι δημαγωγός και εκμεταλλεύεται την απογοήτευση των Ιταλών. Η Ιταλία έχει νικήσει στον Πόλεμο, αλλά δεν έχει αποκτήσει αυτά που διεκδικούσε, δηλαδή εδαφική επέκταση. Αυτή την εθνική απογοήτευση ο Μουσολίνι την εκμεταλλεύεται και ταυτόχρονα το φόβο της αστικής τάξης και των βιομηχάνων του Βορρά απέναντι στις εξεγέρσεις.

Η Γερμανία έχει τη «δικαιολογία» ότι έχει υποστεί την ταπείνωση της ήττας και τις συνέπειες της σκληρής ειρήνης που της έχουν επιβάλει οι σύμμαχοι. Η αστική τάξη αναγκάζεται και αυτή να δεχτεί τους σκληρούς όρους της ειρήνης οπότε αυτόματα η αστική τάξη είναι η τάξη που προδίδει τα γερμανικά εθνικά ιδεώδη της μητέρας πατρίδας και παρόλο που το Σύνταγμα της Βαϊμάρης ήταν το πιο προοδευτικό και το πιο δημοκρατικό για μια μεγάλη μερίδα του γερμανικού λαού είναι ένα Σύνταγμα που έχει επιβληθεί.

Αυτή την αντιπαράθεση την εκμεταλλεύεται ο Χίτλερ, ενώ παράλληλα οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις ακολουθούν σκληρή γραμμή απέναντι στο εργατικό κίνημα και στο Κομμουνιστικό Κόμμα, η πολιτική τους είναι σκληρή απέναντι σε αυτούς που διεκδικούν κάτι το διαφορετικό.

Τι χρειάζεται να προσέξουμε όταν μιλάμε για την άνοδο του φασισμού και του ναζισμού;

Στη δεκαετία του ’20 ξεκινούν αυτά τα φασιστικά κινήματα. Το ιταλικό φασιστικό κίνημα καλείται να κυβερνήσει, δεν καταλαμβάνει την εξουσία.

Καλείται να κυβερνήσει από μια αστική τάξη που φοβάται να συγκρουστεί με το κίνημα του Μουσολίνι. Ο Μουσολίνι και οι ομάδες του οργανώνουν μια εντυπωσιακή πορεία προς τη Ρώμη και το Παλάτι που είναι ο διαχειριστής της κρίσης αντί να χτυπήσει τους φασίστες, καλεί το Μουσολίνι πριν φτάσει η πορεία στη Ρώμη και του αναθέτει την διακυβέρνηση της χώρας.

Ο Μουσολίνι ήταν ήδη μέσα στη Βουλή σαν ένα μικρό κόμμα και συνεργάζεται με τους συντηρητικούς φιλελεύθερους. Εκμεταλλεύεται την αδυναμία των άλλων κομμάτων να συσπειρωθούν απέναντί του.

Οι Κομμουνιστές μιλούν για διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις που δεν μπορούν να οργανώσουν και οι Σοσιαλιστές απέναντι στον κίνδυνο που προβάλλει με αυτές τις οργανώσεις αδρανούν και δεν μπορούν να τον αντιμετωπίσουν. Το ίδιο θα γίνει και το 1935-’36 και στην Ελλάδα. Στην Ιταλία είναι η πρώτη περίοδος που βλέπουμε πως (σ.σ οι αστοί) συμβιβάζονται με το φασισμό διότι πιστεύουν ότι είναι κάτι πιο διαχειρίσιμο. Είναι ενδεικτικό ότι επειδή ο Μουσολίνι έλεγε ότι χτυπάει τον κομμουνισμό, διάφοροι συντηρητικοί κύκλοι στην υπόλοιπη Ευρώπη δεν διαμαρτύρονται, δεν ξεσηκώνονται όταν ο Μουσολίνι ανεβαίνει στην εξουσία και αρχίζει να φασιστικοποιεί το ιταλικό κράτος.

Όταν ο Μουσολίνι επεμβαίνει στην Κέρκυρα για να δείξει την πυγμή του στη Μεσόγειο, πάλι το Συντηρητικό Κόμμα, ο Τσώρτσιλ συγκεκριμένα και άλλοι δεν παίρνουν θέση απέναντι σε αυτή την επέμβαση, επειδή είναι ένα νέο καθεστώς που έχει στόχο να καταπολεμήσει τον κομμουνισμό. Μπροστά σε αυτό το θέμα κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν τον κίνδυνο.

Η δεκαετία του ’30 με ’40 είναι και οι δύο στην εξουσία. Στη Γερμανία ο ναζισμός είναι πολύ πιο σκληρός και πιο αποτελεσματικός απέναντι στα θύματα του και πλέον οι αστικές δημοκρατίες συγκρούονται μαζί του όταν είναι πολύ αργά.

Η διαδήλωση στις 19 Γενάρη ήταν σεισμός. Είχατε στηρίξει το κάλεσμα των ανθρώπων των Γραμμάτων και των Τεχνών από την πρώτη στιγμή.

Είναι σημαντικό ο κόσμος των Γραμμάτων και των Τεχνών –αν πρέπει να τον ξεχωρίσουμε από τον υπόλοιπο κόσμο– να κινητοποιείται και να δίνει άλλο ένα έναυσμα απέναντι σε αυτό τον κίνδυνο.

Δεν είναι ένα φαινόμενο που το βλέπουμε μόνο τώρα. Αν πάμε στο Μεσοπόλεμο ο κόσμος των Γραμμάτων και των Τεχνών και τότε είχε κινητοποιηθεί. Στην περίπτωση της Ισπανίας, οι διανοούμενοι σε όλη την Ευρώπη είχαν υπογράψει μια πολύ γνωστή Διακήρυξη απέναντι στο αυταρχικό καθεστώς του Φράνκο και μάλιστα ένας από αυτούς που την είχε συντάξει ήταν ο Στρατής Τσίρκας. Υπήρχε και τότε πολύ μεγάλη κινητοποίηση.

Οι άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών που έχουν τη δυνατότητα ή την τύχη να μπορεί να ακουστεί η φωνή τους μέσα στο σύστημα προβολής πιο πολύ από ό,τι ενός ψιλικατζή ή ενός μπακάλη της γειτονιάς που το ίδιο ανησυχεί αλλά δεν έχει τη δυνατότητα να προβληθεί, πρέπει να είναι ένα κομμάτι της όλο και διερυνόμενης ανησυχίας.

Ενδεικτικό του ενδιαφέροντος που έχει προκαλέσει η κατάσταση με τη δραστηριοποίηση της Χρυσής Αυγής είναι μια συζήτηση που θα γίνει στα πλαίσια πανεπιστημιακών ανταλλαγών μεταξύ του δικού μου πανεπιστημίου με το αντίστοιχο τμήμα στο Πανεπιστήμιο της Βαλένθια. Αυτό που μου ζήτησαν οι συνάδελφοι είναι να συζητήσουμε την κατάσταση στην Ελλάδα και το πώς είναι δυνατό σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα που έχει τόση μεγάλη παρουσία στην Αντίσταση απέναντι στο φασισμό στη διάρκεια της δεκαετίας του ’40 να αναπτύσσεται αυτή η οργάνωση.

Πώς εκτιμάτε τη συνέχεια;

Εγώ πιστεύω ότι αυτή η ανάπτυξη της Χρυσής Αυγής δεν στηρίζεται σε γερές βάσεις και λειτουργεί το θυμικό περισσότερο. Ο κόσμος είναι αγανακτισμένος από την κατάσταση, η εύκολη λύση είναι ότι «θα τους κανονίσει η Χρυσή Αυγή». Θα κανονίσει τι; Αποθέτουν τις ελπίδες τους για αντίδραση σε κάποιους που ουσιαστικά δεν ξέρουν τι ακριβώς εκπροσωπούν και οι οποίοι παρουσιάζουν μια εικόνα ότι προστατεύουν τους αδύνατους. Από την άλλη μεριά ξεχνιέται η εικόνα της βίας που εκπορεύεται από αυτή την οργάνωση. Μπορεί να δει κανείς τα διάφορα ηλεκτρονικά σάιτ που έχουν, τους φασιστικούς χαιρετισμούς, τα πόστερ και τον τρόπο που εμφανίζονται. Πραγματικά πιστεύω αν γίνει κατανοητή αυτή η πλευρά που επιμελώς την κρύβουν από τον πολύ κόσμο, δεν θα έχει αυτή την άνοδο.

Το ότι εμφανίζεται άνοδος στις διάφορες δημοσκοπήσεις, δεν ξέρω πόσο αντιπροσωπευτικό της πραγματικής κατάστασης είναι. Είναι ενδεικτικό αυτό που έχουμε δει όλο αυτόν τον καιρό ότι μαζικά, σε μεγάλους αριθμούς, δεν μπορούν να εμφανιστούν πουθενά.

 O Προκόπης Παπαστράτης μίλησε στο Νεκτάριο Δαργάκη