Ο ελληνικός καπιταλισμός αναλύεται από όλη την κεντροαριστερά (μέρος του ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ και κόμματα που προήλθαν από τις διασπάσεις του) σαν ένας στρεβλός καπιταλισμός που τον κυβερνάνε μερικές δεκάδες πλούσιες οικογένειες, οι λεγόμενοι ολιγάρχες, που υπηρετεί η Ν.Δ. και που μονάχα απομυζούν τον υπόλοιπο πληθυσμό (του βγάζουν στο σφυρί το σπίτι, τον γδέρνουν με τα καρτέλ τους στο ρεύμα κ.ο.κ) και δεν ενδιαφέρονται να αυξήσουν τον κοινωνικό πλούτο μέσα από παραγωγικές επενδύσεις: η ελληνική οικονομία σέρνεται ή ακόμη δεν παράγει τίποτα, βυθίζεται στην υπανάπτυξη και στην κλεπτοκρατία, με συνέπεια την υπονόμευση και κάθε έννοιας του κράτους δικαίου από την κυρίαρχη «παρεοκρατία», όπως τη χαρακτηρίζει ο Τσίπρας.
Και συμπεραίνουν πως απαιτείται μια κυβέρνηση με κορμό την κεντροαριστερά που θα συγκρουστεί με τους ολιγάρχες (κυρίως της ενέργειας, των τραπεζών, των σουπερ μάρκετ, των κατασκευών) και θα στηρίξει ένα μοντέλο «υγιούς» καπιταλιστικής ανάπτυξης μέσα από τη συνεργασία των εργαζομένων, του κράτους και των υγιών επιχειρηματιών που θέλουν να επενδύσουν, ένα μοντέλο παραγωγικής ανασυγκρότησης με ταυτόχρονα μέτρα αναδιανομής του νέου πλούτου που θα παραχθεί. Κι αυτό θα είναι το απαραίτητο στάδιο (στην ίδια αντίληψη που η παραδοσιακή Αριστερά του ΚΚΕ για δεκαετίες καλλιεργούσε στο κίνημα) για να καλυφθούν βραχυπρόθεσμα οι ζωτικές ανάγκες των εργαζομένων και να μπορεί ρεαλιστικά να μπει μακροπρόθεσμα και το ερώτημα για πιο ριζικές αλλαγές σε σοσιαλιστική κατεύθυνση.
Eίναι όμως μύθος ότι η Ελλάδα δεν παράγει σχεδόν τίποτα στον πρωτογενή τομέα (αγροτικό-κτηνοτροφικό, αλιεία) και στην μεταποίηση (βιομηχανία και κατασκευές) και έχει μόνο υπηρεσίες, κυρίως τουρισμό και μάλιστα με την υποσημείωση ότι μπορεί να αποδειχθεί μη διατηρήσιμος τομέας σε σχέση με άλλους παραδοσιακούς βιομηχανικούς τομείς (αξιολογική κρίση που όμως δεν επιβεβαιώνεται διαχρονικά ούτε καν στην περίοδο των μνημονίων) ενώ οι έλληνες εφοπλιστές έχουν ήδη ή μπορούν να μεταφέρουν όποτε το θελήσουν την έδρα τους στο εξωτερικό.
Καταρχάς 4,5 εκατομμύρια εργαζόμενοι στην Ελλάδα προφανώς δεν απασχολούνται μονάχα στον τουρισμό και κάποιες υπηρεσίες. Το δε χρονιάτικο προϊόν που παράγεται εγχώρια (και περιλαμβάνει όλα τα αγαθά και υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων των επενδύσεων αντικατάστασης του εξοπλισμού καθώς και του επιπρόσθετου εξοπλισμού ),το ΑΕΠ, φτάνει και ξεπερνάει τα 230 δις ευρώ. Αυτό το ισχυρό προϊόν ( με άλλα λόγια το εισόδημα που ισούται με την νομισματική αξία του προϊόντος), πέρα από τον ταξικό χαρακτήρα της διανομής του μεταξύ κερδών και μισθών, προέρχεται από τις περίπου 290.000 ιδιωτικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα με τουλάχιστον ένα μισθωτό (μεταξύ αυτών μεγάλοι όμιλοι επικεφαλής των κλάδων τους που φιγουράρουν στα χρηματιστήρια), από τους αυτοαπασχολούμενους κι από το δημόσιο τομέα και τις παραγωγικές υπηρεσίες του (όπως υγείας, εκπαίδευσης κ.α.) καθώς και δημοτικών και κρατικών επιχειρήσεων.
Το 2023, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, τα χρήματα που συνολικά εισπράχτηκαν από εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών είναι 98,4 δις ευρώ και φτάνουν πλέον το 44% του εγχώριου εισοδήματος (εξαγωγικό θαύμα). Για παράδειγμα το ισοζύγιο στον κλάδο «τρόφιμα-ποτά -καπνός» είναι σχεδόν ισοσκελισμένο: 9,48 δις εισαγωγές και 8,9 δις εξαγωγές, παρά την εσφαλμένη εντύπωση που διαχέεται.
Κύρια εξαγωγικά προϊόντα της ελληνικής οικονομίας είναι τα προϊόντα πετρελαίου των δύο μεγάλων διυλιστηρίων, τα φάρμακα, τα χημικά, τα μέταλλα όπως προϊόντα αλουμινίου, χαλκού, σίδερου, τα τσιμέντα, διάφορα βιομηχανικά προϊόντα και μηχανήματα, τα αγροτικά προϊόντα όπως λάδι, ψάρια, φρούτα, προϊόντα υψηλής τεχνολογίας που φτάνουν το 14% των συνολικών εξαγωγών (παραγωγή software, τηλ/κός εξοπλισμός κ.α.).
Iσοζύγιο
Για εισαγωγές δαπανήσαμε 109 δις ευρώ, γύρω στα 10 δις ευρώ είναι το έλλειμμα στις συναλλαγές αγαθών και υπηρεσιών: στα βιομηχανικά προϊόντα διαχρονικά έχουμε περισσότερες εισαγωγές από εξαγωγές κι εκεί έρχονται οι λεγόμενες υπηρεσίες (τουρισμός, μεταφορές -εφοπλισμός και logistics) όπου είμαστε πλεονασματικοί και αντισταθμίζεται, όχι πλήρως, το συνολικό ισοζύγιο.
Η απόκλιση κατά τον Στουρνάρα δεν είναι ανησυχητική, αποτελεί προβληματάκι όπως χαρακτηριστικά δήλωσε γιατί δείχνει ότι η ελληνική οικονομία χρηματοδοτείται εύκολα από το εξωτερικό και την καλύπτει: ακριβώς γιατί οι δανειστές θεωρούν ότι θα πάρουν πίσω τα λεφτά τους με τόκο μέσα από την μελλοντική απόδοση, την αύξηση του ΑΕΠ. Επίσης αυτός ο δανεισμός δεν προέρχεται από το δημόσιο αλλά από τον ιδιωτικό τομέα.
Ο Μητσοτάκης δεν συμφωνεί απόλυτα και στοχεύει σε διορθωτικές κινήσεις με αύξηση κυρίως των ξένων επενδύσεων και με έμφαση στην ανάπτυξη των ΑΠΕ για να πάψει η Ελλάδα να εισάγει φυσικό αέριο από το εξωτερικό, αντίθετα να εξάγει ρεύμα, κλείνοντας πιθανά εντελώς και το έλλειμμα στο ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών (το βασικό μέρος του λεγόμενου ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που συμπεριλαμβάνει και το ισοζύγιο των ξένων επενδύσεων και το ισοζύγιο εμβασμάτων).
O ελληνικός καπιταλισμός είναι ένας αναπτυγμένος καπιταλισμός, με ώριμες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής μέσα στις επιχειρήσεις, μέρος του διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος, ενσωματωμένος σε διακρατικούς φορείς όπως η Ε.Ε. και η ευρωζώνη με στόχο να αντλεί πλεονεκτήματα από τη θέση της ( όπως η μεταφορά κεφαλαίων μέσω ΕΣΠΑ ,αγροτικές επιδοτήσεις, ταμείο ανάπτυξης τελευταία) με μια αστική τάξη στην κορφή της οποίας είναι οι εφοπλιστές που κινούν το 25% των παγκόσμιων μεταφορών και επενδύουν όταν τους βολεύει και σε άλλους κλάδους (από τα πετρέλαια ως τα ακίνητα) και ακολουθούν οι βιομήχανοι, οι μεγάλοι κατασκευαστές, με ένα ισχυρό τουριστικό τομέα κι ένα αναπτυγμένο εμπορικό τομέα καθώς και τραπεζικό τομέα, ακόμη με επεκτατικές βλέψεις στις θαλάσσιες ζώνες του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου , με ορμητήριο την ένταξή της στο ΝΑΤΟ.
Οι επενδύσεις στην Ελλάδα είναι χαμηλές για τους ίδιους λόγους που είναι χαμηλές σε όλη την Ε.Ε. και παγκοσμίως. Οι καπιτα-ληστές (που σε σ’ αυτό το σύστημα διοικούν γιατί αυτοί αποφασίζουν το αν θα επενδυθούν ή όχι τα κέρδη των επιχειρήσεων σε εξοπλισμό νέων εγκαταστάσεων, κτιριακών, μηχανολογικών , πληροφορικής και δικτύων, μεταφορικών μέσων) σε περιόδους πτώσης της κερδοφορίας περνάνε σε μείωση των επενδύσεων και αυτό οδηγεί σε στασιμότητα ή και ύφεση.
Την περίοδο του νεοφιλελευθερισμού έδωσαν οι αστικές κυβερνήσεις τη μάχη για να αυξηθεί η μειωμένη κερδοφορία που έφερε ο προηγούμενος κύκλος μακράς συσσώρευσης ώστε να ωθήσουν τις επενδύσεις: με μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, ιδιωτικοποιήσεις και περικοπές κρατικών δαπανών για να δώσουν φιλέτα στους ιδιώτες-επενδυτές και να τους μειώσουν τους φόρους , παγκοσμιοποίηση με μετεγκατάσταση επιχειρήσεων σε Ασία, Μεξικό, Κεντρική Ευρώπη και ταυτόχρονα παγκόσμια χρηματοπιστωτική επέκταση για να υποστηριχτεί η διεθνοποίηση του κεφαλαίου. Οι εμπορικές τράπεζες έγιναν επενδυτές σε ριψοκίνδυνα πρότζεκτ που διεθνώς υπόσχονταν γρήγορα κέρδη. Οι κεντρικές τράπεζες, για να μην καταρρεύσει η ζήτηση, επέτρεψαν μια κατάσταση που φούσκωνε επικίνδυνα ελλείψει ισχυρής ανάκαμψης της κερδοφορίας των παραγωγικών επενδύσεων που οδηγούσε σε αποφυγή τους. Ακολούθησε η χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-9, ένα σοκ για το νεοφιλελευθερισμό, που δεν εξελίχθηκε σε μεγάλη παγκόσμια ύφεση μέσα από τον κρατικό παρεμβατισμό και με εργαλείο τις πολιτικές της ποσοτικής χαλάρωσης που καθοδήγησαν οι κεντρικές τράπεζες. Το σύστημα δεν κατέρρευσε (η εικόνα της Ελλάδας δεν ήταν η γενική εικόνα) αλλά δεν έλυσε τα προβλήματά του, τα μπάλωσε προσωρινά για να ακολουθήσει η ύφεση λόγω covid, αλλά κι οι νέοι πόλεμοι, με την κλιματική καταστροφή να κλιμακώνεται και τους εμπορικούς πολέμους να μεταβάλλουν αντιδραστικά την νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.
Ενσωματωμένη
Η ελληνική οικονομία δέχτηκε όλες τις πιέσεις της κρίσης του ανεπτυγμένου μέρους του παγκόσμιου καπιταλισμού ακριβώς γιατί είναι ενσωματωμένη σε αυτό, όχι γιατί είναι μπανανία: καρπώθηκε τα πλεονεκτήματα της εισόδου στην ευρωζώνη και του ισχυρού ευρώ αντλώντας κεφάλαια από τον πλούσιο Βορρά που όμως μετατράπηκαν σε καρκινώματα όταν η παγκόσμια ροή κεφαλαίων στέρεψε, η ύφεση εμφανίστηκε απειλητική και τα χρέη δεν μπορούσαν να αναχρηματοδοτηθούν, η συνταγή της σκληρής λιτότητας εφαρμόστηκε.
Η λύση και στην Ελλάδα είναι να περάσουν οι αποφάσεις των επενδύσεων από τα χέρια των ιδιωτών στα χέρια των εργαζομένων των επιχειρήσεων, η λύση είναι η εργατική δημοκρατία, δεν υπάρχει κάποιο ενδιάμεσο στάδιο προς όφελος της εργατικής τάξης από το σημείο που βρίσκονται σήμερα οι παραγωγικές σχέσεις και οι παραγωγικές δυνάμεις. Οι καπιταλιστικές χώρες κινούνται συνδυασμένα και με διαφορετική παραγωγική και στρατιωτική ισχύ, σε μια αλυσίδα, με δυνατούς κι αδύναμους κρίκους.
Η Αριστερά στην Ελλάδα πρέπει να βάλει μπροστά ένα μεταβατικό αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα για να συνδεθεί με τους άμεσους αγώνες ενώνοντας τον κόσμο και διεκδικώντας τα εργατικά αιτήματα και πολιτικές όπως οι κρατικοποιήσεις εκεί που ο ιδιωτικός τομέας αποτυγχάνει κραυγαλέα (ρεύμα κι ενέργεια, τράπεζες, μεγάλα σούπερ μάρκετ, κερδοσκοπία των μεγαλέμπορων, κρατικά προγράμματα στέγης, δημόσιο σύστημα υγείας) και να ανοίξει την προοπτική για το σοσιαλισμό κι όχι για τη στρατηγική της ταξικής συνεργασίας μέσα από τους μύθους της παραγωγικής ανασυγκρότησης μέσα σ' αυτό το σύστημα.
Και είναι κρατούμενο ότι ο σοσιαλιστικός μετασχηματισμός έχει τρομερές δυνατότητες μέσα από το κίνητρο του οφέλους της μεγάλης πλειοψηφίας και τη δημοκρατική συνεργασία ώστε να εξαλείψει τις σπατάλες και τις καταστροφές του ανταγωνιστικού καπιταλιστικού συστήματος όπου κυριαρχεί η υπονόμευση των επιχειρήσεων κι η αναρχία των αντιμαχόμενων κρατών και να ανοίξει νέους ορίζοντες ανάπτυξης ενώνοντας γνώσεις και δράσεις υπέρ της εργαζόμενης πλειοψηφίας.