Ο στόχος του δανείου αυτού ήταν να «βοηθήσει» την κυβέρνηση της Ισλανδίας να αποζημιώσει την Βρετανία και την Ολλανδία για τα κεφάλαια που χάθηκαν από την περσινή κατάρρευση της Icesave, μιας ιδιωτικής ισλανδικής ηλεκτρονικής τράπεζας που είχε καταφέρει τα προηγούμενα χρόνια να προσελκύσει χιλιάδες επενδυτές προσφέροντας τους δελεαστικά επιτόκια.
Οι κυβερνήσεις της Βρετανίας και της Ολλανδίας έτρεξαν να αποζημιώσουν τους «καταθέτες» της Icesave. Τώρα ζητάνε από την Ισλανδία να φορτώσει τα βάρη στον δικό της πληθυσμό -σε ανθρώπους που στην συντριπτική τους πλειοψηφία δεν έχουν πάρει ούτε μια δεκάρα από όλα αυτά τα χρήματα.
Η κατάρρευση της Icesave άφησε πίσω της μια μαύρη τρύπα σχεδόν 4 δισεκατομμυρίων Ευρώ. Με απλή αριθμητική αυτό σημαίνει ότι, αν ισχύσει η συμφωνία, ο κάθε κάτοικος της Ισλανδίας -από τα μικρά παιδιά μέχρι τους συνταξιούχους- θα «χρωστάει» πάνω από 12.000 Ευρώ στις δυτικές τράπεζες. Και δεν είναι μόνο αυτό. Η Βρετανία και η Ολλανδία δεν απαιτούν από την Ισλανδία να πληρώσει απλά και μόνο τα χρέη: απαιτούν και να τσουχτερό επιτόκιο -2.75% πάνω από το libor (το επιτόκιο με το οποίο δανείζονται μεταξύ τους οι τράπεζες όταν κάνουν συναλλαγές σε δολάρια).
Λιτότητα
Για να ξεπληρωθούν αυτά τα χρήματα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει την επιβολή ενός ακραίου προγράμματος λιτότητας που θα παραλύσει τον δημόσιο τομέα και θα εξαλείψει κάθε έννοια κοινωνικού κράτους. Και αυτά σε μια χώρα που έχει χτυπηθεί ήδη πολύ άγρια από την κρίση: η Κορώνα, το ισλανδικό νόμισμα έχει ήδη υποτιμηθεί κατά 50% σε σχέση με το Ευρώ, η ανεργία κάνει θραύση και η κατανάλωση, ακόμα και των βασικών αγαθών, έχει πέσει 25% κάτω.
Η συμφωνία ήταν τόσο προκλητική που ανάγκασε ακόμα και τους πιο θερμούς απολογητές της ελεύθερης αγοράς να την καταγγείλουν. «Θα πρέπει να ντρεπόμαστε» έγραφε ο Τζον Κέι, ένας «επιφανής» οικονομικός σχολιαστής και καθηγητής στο London School of Economics. «Οταν κατάρρευσαν δυο τράπεζες στη Σκοτία» έγραφε λίγες μέρες πριν το δημοψήφισμα, «το συνολικό χρέος που άφησαν πίσω τους αντιστοιχούσε σε πάνω από μισό εκατομμύρια λίρες για κάθε άντρα, γυναίκα και παιδί στη Σκοτία. Οι περισσότεροι Σκοτσέζοι δεν έχουν μισό εκατομμύριο λίρες. Στην πραγματικότητα πολλοί δεν πρόκειται να πάρουν τόσα λεφτά δουλεύοντας ολόκληρη τη ζωή τους. Οι υποχρεώσεις των Σκοτσέζικων τραπεζών δεν είναι υποχρεώσεις του Σκοτσέζικου πληθυσμού, ούτε νομικά, ούτε ηθικά. Και δεν θα ήταν ακόμα και αν η Σκοτία είχε μια ανεξάρτητη κυβέρνηση... Η βάση μας για τον εκβιασμό σε βάρος της Ισλανδίας είναι η βάση όλων των εκβιασμών: το κάνουμε επειδή μπορούμε να το κάνουμε. ´Η για την ακρίβεια επειδή νομίζουμε ότι μπορούμε να το κάνουμε...»
Η Ισλανδία είχε μια «ειδική σχέση» με την Ευρωπαϊκή Ενωση που επέτρεπε στις τράπεζές της να κάνουν μπίζνες στη Βρετανία, την Ολλανδία και τις άλλες χώρες-μέλη με τους ίδιους ακριβώς όρους που έκαναν και οι ίδιες οι ευρωπαϊκές τράπεζες. Υπεύθυνη για την επιτήρηση κάθε τράπεζας αλλά και για την εγγύηση των καταθέσεων είναι η μητρική χώρα. Αλλά κανένας δεν είχε μπει στον κόπο να εξασφαλίσει ότι αυτές οι κυβερνήσεις θα μπορούσαν πραγματικά να σηκώσουν το βάρος μια κατάρρευσης των τραπεζών. Η κυβέρνηση της Ισλανδίας σαφώς δεν είχε τα 3.9 δισεκατομμύρια Ευρώ της Icesave. Ούτε η βρετανική κυβέρνηση τα πάνω από 20 δις λίρες που άφησαν πίσω τους οι χρεωκοπίες των τραπεζών της Σκοτίας. Οι εγγυήσεις και στις δυο περιπτώσεις στηρίζονται απλά στον πληθυσμό: οι τραπεζίτες κάνουν μπίζνες με την «εγγύηση» ότι η κυβέρνηση θα καταφέρει, σε περίπτωση ενός κράχ σαν του σημερινού, να φορτώσει τα σπασμένα στον κόσμο.
Για την Ισλανδία, όμως, των 320 χιλιάδων κατοίκων τα 3.9 δις Ευρώ είναι πολύ περισσότερα από ότι τα 20 δις για την Βρετανία: οι Ισλανδοί θα πρέπει να δουλεύουν 6 ολόκληρους μήνες χωρίς να πέρνουν ούτε μια δεκάρα για να ξεπληρώσουν αυτά τα λεφτά. Επιπλεόν είναι τόσα πολλά που η κυβέρνηση αδυνατεί να τα δανειστεί στην «ελεύθερη αγορά». Το ΔΝΤ έγινε για την κυβέρνηση η «μοναδική λύση».
Στις 6 Μάρτη οι Ισλανδοί απάντησαν «οχι». Απλά και καθαρά.