Η απεργία της 15 Οκτώβρη ενάντια στον γενοκτονικό πόλεμο του Ισραήλ στην Παλαιστίνη ήταν μια μεγάλη επιτυχία και έδωσε αυτοπεποίθηση τόσο στα συνδικάτα όσο και στο κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Η απεργία έδωσε τη δυνατότητα οι δρόμοι όλων των πόλεων από άκρη σε άκρη του ισπανικού κράτους να είναι γεμάτοι με διαδηλωτές και με παλαιστινιακές σημαίες από το πρωί ως το βράδυ.
Η Δεξιά λύσσαξε ενάντια στις κινητοποιήσεις και ενάντια στην απεργία. Η εργατική νομοθεσία στην Ισπανία συνεχίζει να κουβαλάει απαγορεύσεις από την εποχή της φρανκιστικής δικτατορίας: δεν μπορείς να απεργήσεις για πολιτικούς λόγους, δεν μπορείς να απεργήσεις για αλληλεγγύη σε κάποιον άλλο. Κι όμως, τα δυο μεγάλα συνδικάτα της χώρας, η UGT που συνδέεται με το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα και οι CC.OO που παραδοσιακά συνδέονται με την κοινοβουλευτική Αριστερά κάλεσαν δίωρη στάση εργασίας. Αναγκάστηκαν να προχωρήσουν σε αυτό το βήμα γιατί το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη στην Ισπανία είναι τεράστιο, εξελίσσεται όλη την τελευταία διετία με μεγάλες κινητοποιήσεις και υπήρχε διαρκώς η πίεση ότι τα συνδικάτα δεν κάνουν τίποτα.
Τα έφεραν έτσι οι εξελίξεις που η απεργία θα γινόταν αφού συμφωνήθηκε η κατάπαυση του πυρός στη Λωρίδα της Γάζας. Η πίεση της Δεξιάς να ανακληθεί η απεργία, μιας και “πλέον δεν υπήρχε λόγος” θα μπορούσε να είχε λειτουργήσει. Όμως τα μικρότερα αλλά πιο ριζοσπαστικά συνδικάτα, όπως η CGT ή οι LAB στη χώρα των Βάσκων είχαν ήδη κηρύξει 24ωρη απεργία. Το ίδιο είχε κάνει και το συνδικάτο των φοιτητών και μαθητών, καλώντας σε αποχή και σε συμμετοχή στις διαδηλώσεις. Τα γυμνάσια, τα λύκεια και τα Πανεπιστήμια στην πράξη δεν λειτούργησαν, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία μαθητών και φοιτητών συμμετείχε στην αποχή.
Τα μεγάλα συνδικάτα δεν μπορούσαν να κάνουν πίσω. Δεν κινητοποίησαν ιδιαίτερα για τις διαδηλώσεις (μιας και το κάλεσμα ήταν μόνο για δύο ώρες σε κάθε βάρδια), αλλά σε μεγάλους χώρους, η απεργία οργανώθηκε πραγματικά ή έγινε αφορμή ώστε μαχητικές πρωτοβουλίες συνδικαλιστών και αλληλέγγυων να οργανώσουν απεργιακές φρουρές. Η Χώρα των Βάσκων είχε τη μεγαλύτερη συμμετοχή τόσο στην απεργία όσο και στις διαδηλώσεις, αλλά σε όλη τη χώρα οι κινητοποιήσεις ήταν μαζικές.
Στη Χώρα των Βάσκων είχε δοθεί πρόσφατα και το μεγάλο παράδειγμα της διακοπής του Ποδηλατικού Γύρου ενάντια στη συμμετοχή ισραηλινής ομάδας. Αυτό το παράδειγμα είχε δώσει δύναμη στο κίνημα σε ολόκληρη τη χώρα ενάντια στις πιέσεις για “σεβασμό στη νομιμότητα”. Η απεργία στην Ιταλία και οι εικόνες από τα μπλοκαρίσματα των καραβιών που μεταφέρουν εξοπλισμό προς το Ισραήλ από τους λιμενεργάτες πρόσφερε ένα ακόμη παράδειγμα προς μίμηση προς το κίνημα στην Ισπανία. Παντού η προσπάθεια ήταν “να δράσουμε όπως στην Ιταλία”. Το επιπλέον στοιχείο ήταν ο αντίκτυπος που είχε η ισραηλινή βαρβαρότητα απέναντι στον στολίσκο αλληλεγγύης στον οποίο υπήρχε σημαντική ισπανική συμμετοχή.
Παρόλο που το βάρος της οργάνωσης της απεργίας έπεσε στα συνδικάτα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, κι έτσι σε πολλούς χώρους απεργία δεν έγινε, το συνολικό αποτέλεσμα προχώρησε τη συζήτηση και έβαλε τη βάση για επόμενες κινητοποιήσεις και απεργίες. Αυτό το προχώρημα έγινε με τέσσερις τουλάχιστον τρόπους.
Πρώτον μέσα στους χώρους προκλήθηκε συζήτηση για την κατάπαυση πυρός, για το αν τελείωσε η σφαγή στην Παλαιστίνη και άρα για το αν η απεργία είχε νόημα. Οι εξελίξεις των επόμενων ημερών με την επιστροφή των ισραηλινών βομβαρδισμών δικαίωσαν γρήγορα όσους έδωσαν τη μάχη για την απεργία εξηγώντας πως η ισραηλινή θηριωδία εξελίσσεται εδώ και 75 χρόνια και δεν σταματάει με μερικές υπογραφές.
Δεύτερον, η επιτυχία των διαδηλώσεων και το γεγονός ότι κινήθηκαν έστω και με στάση εργασίας οι μεγάλες συνομοσπονδίες, επικύρωσε τη δύναμη του κινήματος. Απέναντι σε προσπάθειες όπως της δεξιάς κυβέρνησης της Μαδρίτης να απαγορεύσει από τους εκπαιδευτικούς να οργανώνουν εκδηλώσεις και δραστηριότητες για την Παλαιστίνη στα σχολεία, η απάντηση ήταν ότι η Παλαιστίνη αφορά τους πάντες.
Η τρίτη εξέλιξη είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Η Δεξιά και η ακροδεξιά εξαπέλυσαν επίθεση στα συνδικάτα (ιδιαίτερα τα μεγάλα) ότι καλούν απεργίες για την Παλαιστίνη επειδή είναι υποτακτικοί του πρωθυπουργού Σάντσεθ και απλώς παίζουν το παιχνίδι της εξωτερικής του πολιτικής. Η επίθεσή τους πέρα από βασισμένη σε ψέματα κατέληξε μπούμερανγκ. Αυτό που έχει ανοίξει σαν συζήτηση πλέον στα συνδικάτα είναι πότε θα καλέσουν και άλλη απεργία, μεγαλύτερη και πιο οργανωμένη, όχι μόνο για την Παλαιστίνη, αλλά για όλα τα ανοιχτά θέματα, από το στεγαστικό ως τους μισθούς.
Η τέταρτη εξέλιξη ήταν ότι στο πραγματικό κίνημα (όχι αυτό που υπάρχει στην προπαγάνδα της Δεξιάς) τα συνθήματα και τα αιτήματα στρέφονται ενάντια στη συνεργασία του ισπανικού κράτους με το Ισραήλ, άρα ενάντια στους συμβιβασμούς και τα μισόλογα του Σάντσεθ (και των αριστερών υπουργών του από το Σουμάρ). Ο κόσμος απαιτεί να διακοπούν όλες οι σχέσεις με το Ισραήλ, να διακοπούν όλα τα συμβόλαια συνεργασίας, όχι μόνο υποσχέσεις για το μέλλον. Η κυβέρνηση του Σάντσεθ που κατά τ’άλλα δηλώνει τον “συντονισμό της” με το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη ήταν αυτή που για ακόμη μια φορά έστειλε την αστυνομία να συγκρουστεί με τους διαδηλωτές σε διάφορα σημεία της χώρας, κύρια στην Καταλωνία.
Η Δεξιά και η ακροδεξιά έχουν κάνει πλέον σημαία τους την αντιπάθεια προς το κίνημα αλληλεγγύης στην Παλαιστίνη. Οργανώνονται για να επιστρέψουν στην κυβέρνηση, ελπίζοντας ότι η κυβέρνηση του Σάντσεθ θα βυθιστεί μέσα στα προβλήματά της και σε σκάνδαλα. Παίζουν το χαρτί του ρατσισμού και του φασισμού απέναντι στους μετανάστες, τις γυναίκες, τους τρανς, απειλούν με απαγορεύσεις στις εκτρώσεις. Επειδή ξέρουν πως απέναντί τους θα έχουν ένα μαζικό κίνημα στους δρόμους, επιχειρούν να επιτεθούν στην πιο προχωρημένη έκφανση, αυτή που ενώνει τους πάντες, πάνω από εθνοτικές, γλωσσικές και γεωγραφικές διαφορές, και αυτή είναι η αλληλεγγύη στην Παλαιστίνη. Η απεργία της 15 Οκτώβρη κατέγραψε ποιος έχει το πάνω χέρι σε αυτή τη μάχη μέχρι στιγμής.

