100 χρόνια από την επανάσταση στο Μεξικό. Βίβα Ζαπάτα!

Το Μεξικό το 1910 είχε περάσει μια δικτατορία 33 χρόνων κάτω από τον Πορφίριο Ντίας που είχε φέρει τεράστιες αλλαγές σε όλη την χώρα. Κατά τη διάρκεια του «πορφιριάτου», όπως είναι γνωστή εκείνη η περίοδος, η οικονομία της χώρας είχε ραγδαία άνοδο και εμφανίστηκαν νέοι τομείς που δεν υπήρχαν πριν. Υπήρχε ανάπτυξη από τον τηλέγραφο, τα δίκτυα ηλεκτροφωτισμού και νερού, τους δρόμους, τα ταχυδρομεία μέχρι τον σιδηρόδρομο, την υφαντουργία, τη σιδηρουργία, την ηλεκτρική βιομηχανία. 

Παρόλα αυτά, τα λατιφούντια συνέχιζαν να παίζουν βασικό ρόλο στην οικονομία της χώρας. Έλεγχαν το 81% της γης και εκμεταλλευόντουσαν εκατομμύρια αγρότες αφού ο αγροτικός πληθυσμός του Μεξικού έφτανε ένα αντίστοιχο ποσοστό (περίπου 80% σύμφωνα με απογραφή του 1910). Ακόμα και αυτά, όμως, δεν ήταν απλά φεουδαρχικές μορφές ιδιοκτησίας της γης. Ήταν σαν τεράστιες επιχειρήσεις που παρήγαν προϊόντα από την εκμετάλευση της εργατικής δύναμης άκληρων αγροτών ή πεόν (κολίγων), την εκμετάλλευση ολόκληρων χωριών και κοινοτήτων, την εκμετάλλευση της εργασίας ινδιάνικων λαών και τα έβγαζαν στην αγορά.

Η πίεση των λατιφουντίων πάνω στα χωριά οδηγούσε χιλιάδες κατεστραμμένους αγρότες να μετακινηθούν προς τις πόλεις και έτσι η αστικοποίηση της χώρας προχώρησε με ραγδαίο ρυθμό ανάμεσα στο 1895 και το 1910. Οι πόλεις με πάνω από 20.000 κατοίκους έφτασαν σχεδόν τις 30 εκείνη τη χρονιά. Αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθούν και νέα μεσοστρώματα, όπως βιοτέχνες, έμποροι, γιατροί και δικηγόροι. Ταυτόχρονα, έκανε την εμφάνισή του το προλεταριάτο, προερχόμενο από μια ανεξάντλητη αγροτική πηγή.

Η παγκόσμια οικονομική κρίση του 1907 χτύπησε, όμως, και το Μεξικό. Ξέσπασαν απεργίες παρά την απαγόρευση των συνδικάτων από τον δικτάτορα Ντίας και οι αγρότες από το Βορρά ως το Νότο προσπαθούσαν να αντισταθούν στην ολοένα και μεγαλύτερη πίεση από τους από πάνω. 

Το 1910 θα γίνονταν «εκλογές» για να επικυρωθεί μια ακόμα θητεία του Πορφίριο Ντίας, αλλά στο προσκήνιο εμφανίστηκε ο Φραντσίσκο Μαδέρο, δημοκράτης αστός που καταγόταν από πλούσια οικογένεια που κατείχε βιομηχανίες και γη. Ο Μαδέρο ύψωσε τη σημαία της «μη επανεκλογής» του Ντίας και προσπάθησε να εκφράσει κομμάτια των νέων κοινωνικών δυνάμεων απέναντι στον δικτάτορα. Το κίνημα που τον στήριζε ήταν ετερογενές, αλλά και πλατύ. Μικροεπιχειρηματίες, εργάτες που περίμεναν περισσότερα δικαιώματα, αγρότες που ήθελαν να μπει τέλος στην ασυδοσία των λατιφουντίων.

Στις «εκλογές» ο Μαδέρο φυσιολογικά ηττήθηκε αφού υπήρξε νοθεία, αλλά δεν εγκατέλειψε την προσπάθεια. Διέφυγε στις ΗΠΑ και από εκεί κήρυξε τον αγώνα κατά του Ντίας με υποσχέσεις για δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις που αφορούσαν τα μεσοστρώματα, αλλά και τους φτωχούς αγρότες. Όταν μαθεύτηκαν τα νέα της στημένης επανεκλογής, η οργή ξέσπασε σε όλη τη χώρα. Άρχισαν να συγκροτούνται αντάρτικες ομάδες που είχαν μικρές εμπειρίες από παλιότερες τοπικές μάχες, εμφανίστηκαν νέοι ηγέτες και οι αγρότες βρήκαν ένα συνθετικό στοιχείο απέναντι στην κεντρική εξουσία: την ένοπλη εξέγερση. Εκατοντάδες χρόνια καταπίεσης και εκμετάλλευσης είχαν δημιουργήσει οργή και το αίτημα ήταν απλό. Αναδασμός της γης με απαλλοτρίωση από τα λατιφούντια που με βία είχαν οδηγήσει στη φτώχια και την πείνα εκατομμύρια.

Ηγέτες

Το Φεβρουάριο του 1911 το καθεστώς έπεσε και ο Μαδέρο πήρε την εξουσία με κανονικές εκλογές τον Νοέμβριο. Για τις αστικές δυνάμεις η επανάσταση είχε τελειώσει. Όχι όμως για τους απλούς ανθρώπους, για τους αγρότες που περίμεναν να λυθεί το αγροτικό ζήτημα.

Τους λίγους αυτούς μήνες αναδείχθηκαν ως αδιαμφισβήτητοι ηγέτες της επανάστασης στο Βορρά και στο Νότο αντίστοιχα οι Βίγια και Ζαπάτα. Το κοινό τους στοιχείο και ταυτόχρονα ένας από τους βασικούς λόγους που βρέθηκαν να ηγούνται των επαναστατημένων αγροτών ήταν η αποφασιστικότητά τους και η αγροτική καταγωγή τους. Στα πρόσωπά τους οι υπόλοιποι έβλεπαν τα καλύτερα στοιχεία του εαυτού τους. 

Ο Ζαπάτα ήταν ήδη διάσημος στην επαρχία Μορέλος αφού είχε εκλεγεί πρόεδρος του χωριού του, Ανενεκουίλκο επειδή είχε παλέψει με την ομάδα του κόντρα στους ντόπιους τσιφλικάδες. Σύντομα αυτή η ομάδα θα εξελισσόταν στον Απελευθερωτικό Στρατό του Νότου.

Όταν ο Μαδέρο είχε πλέον την εξουσία φάνηκε ότι δεν είχε καμιά διάθεση να γίνει η διανομή γης. Όμως, το ποτάμι ήταν πολύ ορμητικό για να σταματήσει. Σε πολλές περιοχές οι αγρότες προχωρούσαν μόνοι τους σε καταλήψεις γης, έλυναν το πρόβλημα από τα κάτω και πάντα με τα όπλα στο χέρι, όπως τόνιζε ο Ζαπάτα, για να περιφρουρούν ότι είχαν κατακτήσει. Ταυτόχρονα, τρεις μήνες μετά την εκλογή του Μαδέρο συντάχθηκε το «Σχέδιο της Αγιάλα», ένα μανιφέστο που ζητούσε την απαλλοτρίωση των τσιφλικιών όλων των εχθρών της επανάστασης, ενώ συνεχιζόταν η ραγδαία αύξηση των δυνάμεων του Ζαπάτα. 

Το Φεβρουάριο του 1913 ο στρατηγός Ουέρτα με τη βοήθεια της πρεσβείας των ΗΠΑ έκανε πραξικόπημα, ανέτρεψε τον Μαδέρο με στόχο να σταματήσει την επανάσταση. Στην πραγματικότητα, αυτή η εξέλιξη έδωσε ακόμα περισσότερη ώθηση στο άπλωμά της. Ταυτόχρονα, όμως, φτιάχτηκαν και πτέρυγες που στη συνέχεια θα κοντραρίζονταν για το μέχρι που θα έφτανε η επανάσταση.

Από τη μία ήταν οι Καράνσα και Ομπρεγόν που ηγούνταν του Συνταγματικού Στρατού και από την άλλη μεριά ο Απελευθερωτικός Στρατός του Νότου του Ζαπάτα και η Μεραρχία του Βορρά του Πάντσο Βίγια.

Η Μεραρχία του Βορρά συμμετείχε αρχικά στον Συνταγματικό Στρατό και σημείωσε τις πιο σημαντικές νίκες απέναντι στον στρατό του καθεστώτος. Όμως, ο Βίγια σύντομα κατάλαβε ότι ο Καράνσα και ο Ομπρεγόν είχαν διαφορετική τακτική, αλλά κοινό στόχο. Την κατάληψη της εξουσίας για το προοδευτικό κομμάτι της αστικής τάξης, αλλά σε καμία περίπτωση τη δικαίωση του αγώνα των αγροτών. Έτσι, ανεξαρτητοποιήθηκε βασισμένος πάνω στην αήττητη του Μεραρχία κα την πίστη που είχε κερδίσει από τους αγροτικούς πληθυσμούς του Βορρά. Παράλληλα, επειδή δεν είχε κάποιο δικό του πρόγραμμα, το ζαπατίστικο σχέδιο τον προσέλκυε.

Η κορύφωση της επανάστασης ήρθε μετά την πτώση του καθεστώτος του Ουέρτα στα τέλη του καλοκαιριού. Οι Συνταγματικοί είχαν μπει πρώτοι στην Πόλη του Μεξικού, αλλά ο Βίγια και ο Ζαπάτα την κατέλαβαν χωρίς να πέσει τουφεκιά τέλη Νοέμβρη και αρχές Δεκέμβρη του 1914 και σχημάτισαν την κυβέρνηση της Συντακτικής Συνέλευσης που είχε συγκληθεί τον Αύγουστο.

Η κορύφωση της Μεξικάνικης Επανάστασης ήταν και το πολιτικό όριο της. Στην πραγματικότητα, αυτή η κυβέρνηση ήταν ανίκανη πολιτικά να αποφασίσει για την απαλλοτρίωση, να λύσει το αγροτικό ζήτημα, μα πάνω από όλα να συνδεθεί με την εργατική τάξη όπως θα συμβεί 3 χρόνια μόλις αργότερα στη Ρώσικη Επανάσταση. Στις 6 Δεκέμβρη οι δύο ηγέτες των αγροτών κάθονται εναλλάξ στην προεδρική καρέκλα του Μεγάρου της πόλης, φωτογραφίζονται και αναρωτιούνται «τί νιώθει κανείς εδώ πάνω». Δεν είχαν συγκεκριμένες απαντήσεις για τη συνέχεια, μόνο γενικόλογες τοποθετήσεις ότι θα συνεχίσουν τον αγώνα για τη γη στις επαρχίες τους. Αντίθετα, ο Καράνσα και ο Ομπρεγόν ήξεραν ότι όποιος έχει την κεντρική πολιτική εξουσία, μπορεί να ελέγχει και τη γη. Τον Γενάρη ο Καράνσα ανακηρύχθηκε πρόεδρος, συνέχισε να μιλάει στο όνομα της επανάστασης και υποσχέθηκε μια σειρά από μεταρρυθμίσεις. Για αναδασμό γης, για εργατικά δικαιώματα, για συνδικαλισμό και οχτάωρο. Πολλά από αυτά περιλαμβάνονταν στο Σύνταγμα του 1917 που ψηφίστηκε και ήταν ένα πρωτοπόρο κείμενο, αλλά τα περισσότερα έμειναν στα χαρτιά αφού δεν υπήρχε η τάξη για να τα επιβάλλει στην πράξη.

Απομονώθηκε

Αυτό δεν σήμαινε ότι ξεμπέρδεψαν εύκολα ούτε με το Στρατό του Ζαπάτα, ούτε με την Μεραρχία του Βίγια. Τα χρόνια που ακολούθησαν δόθηκαν μάχες τόσο στη Μορέλος, όσο και στο Βορρά. Ειδικά, στο Νότο φτιάχτηκε η «Κομμούνα της Μορέλος» με τους αγρότες να καλλιεργούν συλλογικά τα χωράφια, τα εργοστάσια ζάχαρης δεν είχαν ανάγκη από αφεντικά για να λειτουργούν, υπήρχαν πολιτοφυλακές. 

Όμως, απομονώθηκε και ο Ζαπάτα δολοφονήθηκε το 1919. Ο Βίγια σκοτώθηκε το 1923 μετά από χρόνια ανταρτοπόλεμου ενάντια στον κυβερνητικό στρατό.

Το σπουδαιότερο συμπέρασμα από την Μεξικάνικη Επανάσταση αναφέρεται με απλό, αλλά πολύ ουσιαστικό τρόπο στο βιβλίο του Αδόλφο Τζίλι μετά την κατάληψη της πρωτεύουσας από τους επαναστατικούς στρατούς των Βίγια και Ζαπάτα: «Στην πραγματικότητα η εξουσία είναι κενή. Διότι δεν αρκεί να τη χάσει η ολιγαρχία και η αστική τάξη να μην έχει δυνάμεις να τη διατηρήσει. Κάποιος πρέπει να την πάρει. Η άσκηση της εξουσίας απαιτεί ένα πρόγραμμα. Η εφαρμογή ενός προγράμματος απαιτεί μια πολιτική. Η άσκηση της πολιτικής απαιτεί ένα κόμμα. Τίποτα απ´ αυτά δεν είχαν οι αγρότες, ούτε μπορούσαν να έχουν». 

Παρόλο που η επανάσταση διακόπηκε, δεν έφτασε στο τέλος της. Τα οράματα και οι πράξεις των επαναστατών στο Μεξικό βοήθησαν και έδωσαν έμπνευση σε μια σειρά από επαναστάσεις και κινήματα (όπως οι Ζαπατίστας) που ξέσπασαν κατά τη διάρκεια του αιώνα που πέρασε και συνεχίζουν να τρομοκρατούν τους από πάνω με τη γνωστή μορφή του Εμιλιάνο Ζαπάτα με το μάουζερ στο χέρι...