Η ταινία Στρέλλα προβάλλεται στις αίθουσες από τις 17 Δεκέμβρη και έχει συγκινήσει όλους τους θεατές. Όχι για το «τολμηρό» της θέμα, ούτε γιατί έχει προβληθεί και διακριθεί στο εξωτερικό έχοντας απορριφθεί δυο φορές από το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου. Ούτε καν διότι το μεγάλο βάρος των ρόλων φέρουν ερασιτέχνες ηθοποιοί, που με τόσο κόπο ο σκηνοθέτης έψαξε και βρήκε για να υποδυθούν, να παρουσιάσουν ουσιαστικά τους εαυτούς τους. Η Στρέλλα καταφέρνει μέσα από μια απλή, στη δομή της, ιστορία να αγγίξει ζητήματα που απασχολούν όλο τον κόσμο, ταμπού όπως η σεξουαλική συμπεριφορά και ταυτότητα, οι ρόλοι που καλούνται οι άνθρωποι να παίξουν και κυρίως η ίδια η οικογένεια, το πιο γερό θεμέλιο της ελληνικής κοινωνίας.
Θέση
Ο τίτλος της είναι συνδυασμός της κλασσικής μελοδραματικής ταινίας «Στέλλα» και της λέξης τρέλα. Όπως αυτοσυστύνεται σε μια από τις πρώτες σκηνές: «Με λένε Στέλλα, οι φίλοι με φωνάζουν Στρέλλα γιατί είμαι λίγο τζαζ». Ενώ όμως η Στέλλα του Μιχάλη Κακογιάννη ήταν μια χειραφετημένη εταίρα που συγκρούστηκε με τα κατεστημένα ήθη της εποχής της και οδηγήθηκε σε αδιέξοδο, η Στρέλλα διεκδικεί και πιστεύουμε κερδίζει τη θέση της μέσα και όχι στο περιθώριο της ελληνικής κοινωνίας, κι αυτό είναι ένα δείγμα του ότι οι καιροί έχουν αλλάξει.
Η Στρέλλα του Πάνου Χ. Κούτρα στέκεται μακρυά από τις άθλιες καρικατούρες των γκέι που κατακλύζουν τα ελληνικά μίντια αλλά και από τις γκροτέσκ φιγούρες των ταινιών του Αλμοδόβαρ. Είναι ένα γνήσιο λαϊκό παιδί που αλλάζει την ταυτότητά του σε γυναίκα. Την ίδια στιγμή μαστορεύει στα ηλεκτρολογικά, μιμείται τη Μαρία Κάλλας την οποία και λατρεύει, όπως επίσης και τα λαϊκά σουξέ, ενίοτε εκδίδεται για να τα βγάλει πέρα, συμπαραστέκεται με κάθε τρόπο στις φίλες της, συνηθίζει να ερωτεύεται αρκετά μεγαλύτερούς της άντρες. Δεν κάνει πράγματα πολύ διαφορετικά από ό,τι οι περισσότεροι άνθρωποι, αλλά τα κάνει με τον δικό της διαφορετικό τρόπο, με φυσικότητα, χιούμορ και (αυτο)σαρκασμό.
Ο Γιώργος αποφυλακίζεται μετά από 15 χρόνια για ένα έγκλημα «τιμής» που διέπραξε στο μικρό χωριό όπου ζούσε. Θέλει να ξεκοπεί οριστικά από εκείνη την αποπνικτική κοινωνία και να ζήσει μια διαφορετική ζωή στην Αθήνα, αναζητά το γιο του που είχε να δει από πριν το συμβάν και τη φυλάκιση. Στο τριτοκλασάτο ξενοδοχείο της Ομόνοιας όπου διαμένει, θα γνωρίσει τη Στρέλλα και θα την ερωτευτεί. Δεν πρόκειται όμως για τη γκέι εκδοχή του «αγόρι συναντά κορίτσι». Ο Γιώργος υπήρξε χοντρά ομοφοβικός στο παρελθόν, η «θητεία» του στη φυλακή είναι φανερό ότι τον έχει αλλάξει, οι προκαταλήψεις όμως εξακολουθούν να υπάρχουν και να τον καταδιώκουν, μαζί και η αναζήτηση της δικής του ταυτότητας, κι αυτό οδηγεί σε αντιφάσεις και συγκρούσεις που δεν μπορεί να τις αντέξει. «Είναι ταμπού αυτό χρυσό μου, δεν γίνεται», συμβουλεύει τη Στρέλλα η πολυπράγμων μεγαλύτερη μέντοράς της.
Η «Στρέλλα» είναι μια βαθιά κοινωνική ταινία με ψυχαναλυτικές προεκτάσεις και στοιχεία αρχαίας τραγωδίας που δεν θα κορυφωθεί τραγικά, αλλά με ένα αισιόδοξο αντισυμβατικό «χάπι εντ», αντάξιο των πρωταγωνιστών της. Χωρίς μελοδραματισμό και αφορισμούς διαλύει τους μύθους για την «κανονική» σεξουαλικότητα, την «κανονική» συμπεριφορά, την «κανονική» ζωή και κυρίως για το θεμελιώδες κύτταρό της, την πυρηνική οικογένεια. Η οικογένεια εδώ απέχει πολύ από το καταφύγιο, τη ζεστή αγκαλιά, το στήριγμα που ευαγγελίζεται ότι αποτελεί μέσα στον άκαρδο κόσμο. Η οικογένεια του Γιώργου δεν αντέχει, διαλύεται, και μαζί διαλύει τα μέλη της και όλες τις συμβάσεις που τα κρατούσαν μέχρι τότε μαζί για να μη στιγματιστούν σε μια κοινωνία που βασιλεύουν τα καθωσπρέπει ήθη.
Αντί για τους δεσμούς αίματος, η Στρέλλα έρχεται να προβάλει στο τέλος μια άλλη προοπτική, μια οικογένεια χωρίς πατέρα, μητέρα , παιδιά, γιαγιά κλπ. αλλά με ανθρώπους που συνειδητά επιλέγουν να ζουν μαζί με αλληλεγγύη και συντροφικότητα, χωρίς διακριτούς ή κρυφούς ρόλους. Μοιάζει ουτοπικό; Κι όμως είναι πολύ πιο αληθινό και ειλικρινές από τις συμβάσεις στις οποίες καταφεύγει τόσος κόσμος. Και κυρίως δεν διεκδικεί ότι αποτελεί πρότυπο, αλλά μια αισιόδοξη πρόταση ότι οι άνθρωποι μπορούν να αρνηθούν τους ρόλους και τα καλούπια και να καθορίσουν οι ίδιοι τη ζωή τους, όχι μέσα σε μια γυάλα, αλλά μέσα σ´αυτή την κοινωνία που γεννά τη χειρότερη καταπίεση. Αυτό είναι το μήνυμα από την ελληνική ταινία της χρονιάς, που δεν πρέπει για κανένα λόγο να χάσετε!