Η αρχική απόφαση των ακτιβιστών να βάλουν στόχο το κλείσιμο του λιμανιού πάρθηκε σε αλληλεγγύη με τους λιμενεργάτες του Λόνγκβιου της Ουάσινγκτον που βρίσκονται σε μια μεγάλη απεργιακή μάχη εδώ και μήνες ενάντια σε μια μεγάλη κατασκευαστική εταιρεία. Είναι μια μάχη για την οποία η αστυνομία είχε εκφράσει ανοιχτά το φόβο της ότι μπορεί να εξελιχθεί σαν τη μεγάλη απεργία των λιμενεργατών του 1934, την απεργία που γέννησε το συνδικαλισμό στα αμερικάνικα λιμάνια.
Όμως η πορεία στο λιμάνι του Όκλαντ από κίνηση συμβολική αλληλεγγύης μετατράπηκε στο αποκορύφωμα μιας μεγάλης απεργιακής μέρας.
Οι προσυγκεντρώσεις από το πρωί έκλεισαν τη Γουέλς Φάργκο, την Τσέιζ, τη Σίτιμπανκ και την Μπανκ οφ Αμέρικα, και πολλές άλλες από τις μεγαλύτερες τράπεζες και πολυεθνικές της χώρας. Οι πορείες και οι απεργιακές φρουρές στήνονταν σε πανηγυρικό κλίμα.
Μια προσυγκέντρωση αποτελούσαν εκατοντάδες παιδιά μαζί με τους δασκάλους και τους γονείς τους που είχαν σημείο αφετηρίας την Κεντρική Βιβλιοθήκη της πόλης. Πολλοί εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων είχαν ακυρώσει το μάθημα και προχωρούσαν σε αντιμαθήματα για την κρίση και για το “99%”. Τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια ήταν ο βασικός τόπος προσυγκέντρωσης. Η προσυγκέντρωση ενός Κολεγίου ήταν αυτή που έκλεισε την τράπεζα Γουέλς Φάργκο. Οι δημοτικοί υπάλληλοι, οργανωμένοι στο συνδικάτο SEIU είχαν ενεργή συμμετοχή κατά εκατοντάδες.
Κάποιες επιχειρήσεις είχαν επιλέξει να κλείσουν από μόνες τους για να μην συγκρουστούν με τους διαδηλωτές. Η αστυνομία κρατούσε αποστάσεις για να μην προκαλεί. Ως το απόγευμα οι συγκεντρωμένοι είχαν ξεπεράσει τους 10 χιλιάδες. Στο κέντρο της πόλης ήταν το νέο σημείο αφετηρίας για να ξεκινήσει η πορεία προς το λιμάνι. Βαδίζοντας μέσα από την κεντρική λεωφόρο για να βγουν στο λιμάνι η πορεία έφτασε τους 20 χιλιάδες. Οι διαδηλωτές μπήκαν από την κεντρική πύλη και σταμάτησαν όλες τις εργασίες. Χωρίστηκαν σε ομάδες που πήγαν σε όλα τα τμήματα, μίλησαν και συνεργάστηκαν με τον κόσμο που δούλευε.
Ενθουσιασμός
Κάποιες ώρες αργότερα η διοίκηση του λιμανιού ανακοίνωσε και επίσημα ότι όλοι οι εργαζόμενοι ειδοποιήθηκαν ότι μπορούν να επιστρέψουν σπίτι τους. Το λιμάνι θα παρέμενε κλειστό όλη τη νύχτα. Οι λιμενεργάτες είχαν υποδεχθεί με ενθουσιασμό τους διαδηλωτές. Πολλοί εξάλλου δεν είχαν πάει καθόλου στη δουλειά το πρωί για να ενισχύσουν το κάλεσμα της απεργίας. Ακόμη και φορτηγατζήδες που λόγω της απεργίας καθυστερούσαν οι δουλειές τους δήλωναν την αλληλεγγύη τους.
“Το Όκλαντ είναι η οικονομική ατμομηχανή ολόκληρου του Κόλπου της Καλιφόρνιας”, δήλωσε ο Τζακ Χέιμαν, παλιός συνδικαλιστής στους λιμενεργάτες. “Μια πορεία χιλιάδων που βαδίζουν προς το λιμάνι και καταφέρνουν να το κλείσουν, ένα λιμάνι που ελέγχεται από το 1%, από τους μεγάλους καπιταλιστές, δείχνει όχι μόνο στο Όκλαντ αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο ποια είναι η δύναμη της εργατικής τάξης. Μπράβο στους νέους ανθρώπους που αρνήθηκαν να πάνε στη δουλειά σήμερα το πρωί. Αυτή η δύναμη είναι ο λόγος που οι πλοιοκτήτες δεν μπορούν να υποτάξουν τα συνεργεία των λιμενεργατών.”
Το πανηγύρι συνεχίστηκε και μέσα στο κατειλημμένο λιμάνι αλλά και πίσω στο κέντρο της πόλης όπου το Εργατικό Κέντρο και πολλοί άλλοι συνδικαλιστές από τοπικά σωματεία είχαν αναλάβει να οργανώσουν μπάρμπεκιου για χιλιάδες κόσμο. Το τοπικό σωματείο των Τίμστερς (εργαζόμενοι στις μεταφορές αλλά και από άλλους χώρους) είχε φέρει ένα τριαξονικό φορτηγό στολισμένο με τις σημαίες του συνδικάτου για να συμβολίζει το κέντρο της κινητοποίησης. Οι ομιλίες και η μουσική συνεχίστηκε μέχρι αργά. Ο ηθοποιός Ντάνι Γκλόβερ και η αγωνίστρια του μαύρου κινήματος, Άντζελα Ντέιβις, ήταν ανάμεσα σε αυτούς που έκαναν ενθουσιώδεις χαιρετισμούς, χαιρετίζοντας την πρωτοβουλία της Γενικής Απεργίας.
Η αστυνομία έκανε την εμφάνισή της αργά το βράδυ, με πρόφαση τις συνθήκες “ασφάλειας” σε ένα κατειλημμένο κτίριο. Την επόμενη μέρα ισχυρίστηκαν ότι είχαν πληροφορίες ότι κάποιοι θα προκαλούσαν πυρκαγιά με κέντρο αυτό το κτίριο.
“Αυτό που έγινε σήμερα έπρεπε να έχει γίνει από καιρό”, είπε ο Τζέιμς Κέρτις, από τη διοίκηση του τοπικού σωματείου των λιμενεργατών. “Μ' αυτό που έγινε ξύπνησε η κοιμισμένη τίγρη”.
Το ξύπνημα της τίγρης στο Όκλαντ έγινε το βράδυ της 25ης του Οκτώβρη, όταν η αστυνομία επιτέθηκε στην κατάληψη που είχαν οργανώσει ακτιβιστές της πόλης στο πρότυπο της Γουόλ Στριτ. Έγιναν περισσότερες από 100 συλλήψεις, ενώ οι διαδηλωτές χτυπήθηκαν με δακρυγόνα, χειροβομβίδες κρότου λάμψης και πλαστικές σφαίρες. Ένα από τα θύματα εκείνης της επίθεσης ήταν ο Σκοτ Όλσεν, βετεράνος του πολέμου στο Ιράκ και ακτιβιστής του αντιπολεμικού κινήματος που χτυπήθηκε στο κεφάλι από δακρυγόνο. Παραμένει στο νοσοκομείο με κρανιοεγκεφαλική κάκωση.
Όμως αυτή ήταν μόνο η αφορμή. Το κίνημα των καταλήψεων που συνεχίζεται σε όλες τις πολιτείες έχει ήδη αποκαλύψει κάτι πολύ βαθύτερο. Ότι υπάρχει ένα μεγάλο τμήμα της νεολαίας και της εργατικής τάξης μέσα στην καρδιά του παγκόσμιου καπιταλισμού που δεν συγκινείται από την ισχύ της αμερικάνικης υπερδύναμης αλλά από τον κόσμο που παλεύει στο Κάιρο, τη Βαρκελώνη και την Αθήνα. Οι εμπειρίες των τελευταίων βδομάδων έχουν βάλει παρακαταθήκη ότι οι άνθρωποι που δηλώνουν ότι είναι το 99% και αγωνίζονται ενάντια στην κυριαρχία του 1% προσανατολίζονται να χρησιμοποιήσουν το πιο ισχυρό εργαλείο σε αυτό τον αγώνα, την οργάνωση στους εργατικούς χώρους και την γενική απεργία.