Απεργίες στην Κίνα

Ο αγώνας αυτός δεν είναι μόνο για τα συμφέροντα των 1800 εργατών-συναδέλφων μας. Μας ενδιαφέρουν τα δικαιώματα και τα συμφέροντα όλων των κινέζων εργατών.» Η προκήρυξη αυτή γράφτηκε από την 20χρονη εργάτρια Λι Σιάο-Τσουάν στο εργοστάσιο της Χόντα που κατασκευάζει σανζμάν στην πόλη Φοσάν της νότιας Κίνας. Σίγουρα υπάρχουν πολλές άλλες εργάτριες σαν την Λι που τα τελευταία χρόνια έχουν δώσει μεγάλες απεργιακές μάχες στα εργοστάσια της Κίνας. Ομως πλέον οι αγώνες της εργατικής τάξης της Κίνας έχουν γίνει κεντρικό θέμα στα διεθνή ΜΜΕ. 

Ο λόγος είναι ότι τον τελευταίο μήνα αφενός υπάρχει μια κλιμάκωση των κινητοποιήσεων που παίρνουν επιθετικό χαρακτήρα απέναντι στα αφεντικά, αφετέρου οι απεργίες γίνονται σε εργοστάσια πολυεθνικών εταιρειών που εδρεύουν στην Κίνα και έτσι είναι πολύ δύσκολο να τις εξαφανίσει το κινέζικο κράτος. Η απεργία στη γιαπωνέζικη Χόντα είναι η σημαντικότερη μάχη, όμως απεργίες έγιναν και στην επίσης γιαπωνέζικη Μπράδερ και στις ταϊβανέζικες Φοξκόν και Σμαρτμπόλ.

Η πρώτη απεργία στη Χόντα ξεκίνησε στις 17 Μάη και έπαιξε ρόλο καταλύτη. Μπόρεσε να γίνει θέμα διότι χωρίς τα σανζμάν από το εργοστάσιο της Φοσάν, η παραγωγή της Χόντα μπλοκάρισε στα εργοστάσια της Καντόνας και της Γουχάν, της μεγαλύτερης πόλης της κεντρικής Κίνας. Οι εργάτες ζητούσαν 40% αύξηση για να εξισωθούν με τους εργάτες της Χόντα σε άλλα εργοστάσια. Η εργοδοσία κατάφερε να ξαναβάλει την παραγωγή σε κίνηση αφού παραχώρησε 24-33% αυξήσεις. 

Την καταστολή αρχικά ανέλαβε το επίσημο κρατικό συνδικάτο, η Παγκινέζικη Ομοσπονδία Συνδικάτων (ΠΟΣ). Ομως το αποτέλεσμα ήταν αντίθετο από το αναμενόμενο. Οπως γράφουν οι Φαϊνάνσιαλ Τάιμς: «Στις 31 Μάη, εκπρόσωποι της ΠΟΣ, με τα χαρακτηριστικά κίτρινα καπελάκια τους συγκρούστηκαν με τους εργάτες που φορούσαν τις φόρμες τους. Οι εικόνες των ψωμωμένων απεργοσπαστών να σπρώχνουν τους γιους και τις κόρες κινέζων χωρικών ήταν σοκαριστική». Ετσι η δημοσιότητα που πήρε αυτή η μάχη έγινε αφορμή για να ξεκινήσουν άλλες δύο απεργίες σε άλλα εργοστάσια της Χόντα στην ίδια περιφέρεια.

Την Τέταρτη, 9 Ιούνη, ξεκίνησαν την απεργία τους οι εργάτες στο εργοστάσιο Honda Lock στην πόλη Τζονγκσάν. Οι 1700 εργάτες αυτού του εργοστασίου κατασκευάζουν κυρίως κλειδαριές και καθρέφτες. Η αφορμή φαίνεται να ήρθε το πρωί εκείνης της Τετάρτης, ο φύλακας χτύπησε μια εργάτρια και δεν την άφησε να μπει για δουλειά, επειδή δεν είχε σωστά καρφιτσωμένο το όνομά της στο πουκάμισό της. Η απεργία όμως ξεκίνησε βάζοντας όλων των ειδών τα αιτήματα: για τα δικαιώματα των εργατών, για τους μισθούς και για την αναγνώριση ενός ανεξάρτητου σωματείου που δεν θα ελέγχεται από το κράτος. Το ένα αίτημα είχε να κάνει με την αύξηση του βασικού μισθού από 182 σε 242 ευρώ. 

Εργοστασιακή επιτροπή

Η εργοδοσία αντιπρότεινε αύξηση 13 ευρώ η οποία δεν έγινε δεκτή. Οι εργάτες και οι εργάτριες προχώρησαν σε διαδήλωση στους δρόμους έξω από το εργοστάσιο. Η οργάνωση των εργατών έγινε με τον πιο άμεσο και μαχητικό τρόπο. Σε κάθε τμήμα του εργοστασίου εκλέχθηκε ο πιο δυναμικός εργάτης ή εργάτρια, κι έτσι φτιάχτηκε μια εργοστασιακή επιτροπή με 20 αντιπροσώπους από τα τμήματα. Ενας εργάτης εξηγεί ότι το νέο διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας δεν προχωράει καν σε διαπραγμάτευση γιατί «φοβούνται ακόμη και να βρεθούν στον ίδιο χώρο εκπρόσωποι των εργατών και μάνατζερ». 

Οι γυναίκες είναι περισσότερες από τους άντρες στο εργοστάσιο και οι πιο πολλές είναι 20 με 25 χρονών. Καταγγέλλουν ότι δουλεύουν με οχτάωρη ορθοστασία και στις έγκυες γυναίκες επιτρέπεται να κάθονται μόνο στο τελευταίο τρίμηνο της εγκυμοσύνης. Απαγορεύεται να μιλάς την ώρα της εργασίας και για την τουαλέτα χρειάζεται ειδική άδεια. Οι επιστάτες κάνουν επίπληξη ακόμη και για το πόση ώρα σου παίρνει να πιεις νερό. Πρόκειται για την πιο προχωρημένη πολιτικά απεργία, καθώς στο επίκεντρο έχει την αναγνώριση του σωματείου. Η κυβέρνηση δεν παρεμβαίνει λέγοντας πως είναι θέμα της ιδιωτικής εταιρείας, ενώ η Χόντα λέει πως η αναγνώριση σωματείου απαγορεύεται από το νόμο.

Τα φώτα είχαν πέσει πάνω στην εργατική τάξη της Κίνας λίγο πριν από την απεργία στη Χόντα, λόγω μιας σειράς αυτοκτονιών στην ταϊβανέζικη εταιρεία Φοξκόν. Η Φοξκόν απασχολεί περίπου 300 χιλιάδες εργάτες που βρίσκονται συγκεντρωμένοι σε μια από τις παλιότερες «ειδικές οικονομικές ζώνες» στην πόλη Σεντσέν, πολύ κοντά στο Χονγκ Κονγκ. Οι εργάτες αυτοί κατασκευάζουν τα βασικά ηλεκτρονικά εξαρτήματα για μηχανήματα όπως το Πλεϊστέισον, οι εκτυπωτές της Hewlett-Packard, κινητά της Νόκια και τα I-pad της Apple. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα όμως, καταγράφηκαν πάνω από δέκα αυτοκτονίες στην Σεντσέν, ενώ έγιναν και δεκάδες άλλες απόπειρες. Η εταιρεία σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στη Χόντα αναγκάστηκε να παραχωρήσει 30% αυξήσεις, ενώ ο περιφερειάρχης της Σεντσέν ανακοίνωσε ότι από 1ης του Ιούλη θα ανέβει ο ελάχιστος μισθός υποχρεωτικά σε όλη την πόλη.

Με πυροδότη αυτές τις μεγάλες μάχες ήρθαν στο φως και άλλες απεργίες που εξελίχθηκαν τις προηγούμενες βδομάδες, όπως η πολυήμερη απεργία των 900 εργατών που κατασκευάζουν υφαντικές μηχανές στην πόλη Σιαν της κεντρικής Κίνας, η απεργία των εργατών της γιαπωνέζικης Μπράδερ που φτιάχνουν εκτυπωτές και των εργατών στο εργοστάσιο αθλητικών ειδών της πόλης Τσιουτσιάνγκ που συγκρούστηκαν με τους σεκιουριτάδες για να διαδηλώσουν. 

Την προηγούμενη Δευτέρα, οι εργάτες σε εργοστάσιο ελαστικών στο Δελτα του ποταμού Γιανγκτσε, κοντά στη Σανγκάη, συγκρούστηκαν με την αστυνομία. Αφορμή ήταν ότι δεν υλοποιήθηκε η υπόσχεση ότι θα μπορούν να μεταφέρουν τα συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα, όταν αλλάζουν επαρχία. Ενα από τα αφεντικά της εταιρείας όταν ρωτήθηκε από τους Φαϊνάνσιαλ Τάιμς σχετικά με την απεργία στη Χόντα δήλωσε: «Είμαστε πολύ ανήσυχοι για το τι μπορεί να συμβεί στην περιοχή μας».

Εξέγερση

Η ανάκαμψη των εργατικών αγώνων στην Κίνα είναι γεγονός τεράστιας σημασίας. Πριν από 20 χρόνια το καθεστώς κλονίστηκε από την εξέγερση της πλατείας Τιεν-αν-μεν. Στη συνέχεια μπόρεσε και σταθεροποιήθηκε, όχι μόνο λόγω της καταστολής, αλλά και της τεράστιας ανάπτυξης της κινέζικης οικονομίας. Πολλά εκατομμύρια νέοι και νέες από τις αγροτικές επαρχίες της Κίνας μετακινήθηκαν αυτά τα χρόνια προς τα κέντρα της ανάπτυξης στα νότια παράλια, ανάμεσα στη Σανγκάη και το Χονγκ-Κονγκ. 

Οι εργάτες αυτοί ήταν μαχητικοί και διεκδίκησαν πολλές φορές δικαιώματα με αγώνες, όμως ο βασικός στόχος τους ήταν να επιστρέψουν πίσω στο χωριό με κάποια λεφτά για να στήσουν τη ζωή τους. Οι περισσότεροι επέστρεφαν στις επαρχίες μετά από λίγους μήνες δουλειάς στην πόλη. Η μεγάλη προσφορά εργατικών χεριών έκανε εύκολο για τα αφεντικά να κρατάνε τους μισθούς στο όριο της επιβίωσης. 

Το 2006 για πρώτη φορά εμφανίστηκε έλλειψη εργατικών χεριών στις πόλεις, γιατί πολλοί εσωτερικοί μετανάστες αποφάσισαν να μείνουν στα χωριά τους. Η εργοδοσία και η κυβέρνηση αναγκάστηκαν να αυξήσουν τους μισθούς για να κερδίσουν περισσότερους εργάτες, όμως κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Μέχρι το 2008, η κατάσταση αυτή έδωσε ευκαιρίες για κατακτήσεις στους εργάτες που δεν μπορούσαν εύκολα να απολυθούν. Η διεθνής οικονομική κρίση προκάλεσε ένα μεγάλο πισωγύρισμα με εκατομμύρια εργάτες να ψάχνουν για δουλειά ή να επιστρέφουν στα χωριά τους. Τον τελευταίο χρόνο η παραγωγή έχει ξαναπιάσει τεράστιους ρυθμούς χάρη στη μαζική κρατική χρηματοδότηση και έτσι οι δυνατότητες για διεκδικήσεις έχουν επιστρέψει. Υπάρχει μια φουρνιά εργατών που έχει αποκτήσει εμπειρίες μαχών, μαχών που συνήθως εξελίχθηκαν μέσα σε λίγες μέρες και κέρδιζαν ένα μέρος από τα αιτήματα. Τώρα, η εμπειρία της Χόντα μπορεί να βοηθήσει στη γενίκευση μιας πιο σημαντικής εμπειρίας, της σημασίας που έχει η οργάνωση και η συλλογικότητα.