Οικονομία και Πολιτική
H πτώση του Δολάριου: Ένα οικονομικό Βατερλό για τον Μπους

Θα ήταν ο “νέος αμερικανικός αιώνας”. Ο παλιός διπολικός κόσμος του Ψυχρού Πολέμου θα έδινε την θέση του τώρα σε ένα κόσμο μονοπολικό, κάτω από την κυριαρχία μιας και μοναδικής πανίσχυρης υπερδύναμης. Ο “πόλεμος κατά της τρομοκρατίας” θα σάρωνε τα καθεστώτα του “άξονα του κακού” και η δημοκρατία-αλά-ΗΠΑ θα ανέτειλε σε κάθε γωνιά του πλανήτη. 

Οι νέοι επίδοξοι, μικροί ή μεγάλοι, ανταγωνιστές -η Ευρώπη, η Κίνα, η Ρωσία, η Βραζιλία, η Νότια Αφρική- θα αναγκάζονταν, αργά ή γρόγορα, να συμβιβαστούν σε δεύτερους και τρίτους ρόλους. Και οι πολυεθνικές της “αυτοκρατορίας” θα αλώνιζαν ανενόχλητες αρπάζοντας ό,τι τους άρεσε -τα πετρέλαια του Ιράκ, τις αγορές της Νοτιοανατολικής Ασίας, τα φτηνά μεροκάματα της Λατινικής Αμερικής, τις κερδοσκοπικές ευκαιρίες της Ανατολικής Ευρώπης. 

Σήμερα, έξι μόνο χρόνια μετά την αλλαγή του αιώνα, οι προοπτικές μοιάζουν πολύ διαφορετικές για την “αυτοκρατορία” από ότι τις είχαν φανταστεί ο Ράμσφελντ και οι φίλοι του. Το κύριο μέλημα που έχει να αντιμετωπίσει τώρα η αμερικανική ηγεσία δεν είναι πως θα κυριαρχήσει στον αιώνα που διανύουμε αλλά, αντίθετα, “πως θα διαχειριστεί την ίδια της την παρακμή” -όπως έγραφε χαρακτηριστικά πριν από μερικές μέρες ο Martin Jacques στην βρετανική εφημερίδα Guardian. 

Το πιο εμφανές σημάδι αυτής της παρακμής είναι η τροπή που έχει πάρει ο πόλεμος στο Ιράκ. Την περασμένη βδομάδα ο πρόεδρος Μπους υποσχέθηκε, για μια ακόμα φορά, στον “πρωθυπουργό” του Ιράκ, τον Νουρί-αλ-Μαλίκι ότι τα αμερικανικά στρατεύματα θα παραμείνουν στο Ιράκ “όσο χρειαστεί” -αδιαφορώντας για την γνώμη της συντριπτικής πλειοψηφίας των Αμερικανών που μαύρισαν, πριν από μερικές βδομάδες, τους Ρεπουμπλικάνους στις εκλογές για το Κογκρέσο. “Η ελευθερία πρέπει να κυριαρχήσει στη Μέση Ανατολή”, δήλωσε, “για αυτό όλες αυτές οι φιλολογίες για μια γρήγορη έξοδο στερούνται κάθε ρεαλισμού”. Αλλά ο ίδιος ο τόπος της συνάντησης έλεγε πολύ περισσότερα από όλες τις δηλώσεις: ο Μπους και ο Μαλίκι συναντήθηκαν στο Αμμάν, την πρωτεύουσα της Ιορδανίας. Ο αμερικανικός στρατός δεν είναι σε θέση να εγγυηθεί την ασφάλεια του προέδρου ούτε στο κέντρο της Βαγδάτης... 

Ο πόλεμος στο Ιράκ, όμως, είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Στην άλλη άκρη του πλανήτη, στην νοτιοανατολική Ασία, οι ΗΠΑ έχουν αναγκαστεί να αποδεχτούν ανοιχτά τον “δεύτερο ρόλο” για τον εαυτό τους. “Αυτό φάνηκε καθαρά”, έγραφε ο Martin Jacques, “με την αποτυχία των ΗΠΑ να εμποδίσουν την πρόσφατη πυρηνική δοκιμή και την επακόλουθη εξάρτησή τους από την Κίνα για την εξεύρεση κάποιων μέσων διαλόγου με την Βόρεια Κορέα. Στην ουσία η Κίνα ανάγκασε τις ΗΠΑ να αποδεχτούν την ανάγκη για κάτι το οποίο μέχρι τώρα απέρριπταν: να αρχίσουν άμεσο διάλογο με την Βόρεια Κορέα, με την Κίνα να παίζει τον ρόλο του τίμιου μεσολαβητή. Σε πείσμα των νεοσυντηρητικών παλικαρισμών οι ΗΠΑ είναι, απλά, πολύ αδύναμες στην ανατολική Ασία -και η Κίνα πολύ ισχυρή- για να αναλάβει οποιονδήποτε άλλο ρόλο από τον δεύτερο...”. 

Οι συνέπειες αυτής της αποτυχίας των ΗΠΑ να επιβάλλουν την κυριαρχία τους στον πλανήτη δεν πρόκειται να περιοριστεί απλά στο ναυάγιο των σχεδίων για “τον νέο αμερικανικό αιώνα”, ούτε στην χρεοκοπία των εμπνευστών της -του Ράμσφελντ και των νεοσυντηρητικών του φίλων. Η κρίση που ξέσπασε την περασμένη βδομάδα στις χρηματαγορές και τα χρηματιστήρια δείχνει ανάγλυφα τους κινδύνους που έχει να αντιμετωπίσει η “αυτοκρατορία στην παρακμή”. 

Την περασμένη βδομάδα το δολάριο, το αμερικανικό νόμισμα, έκανε μια βαθιά και απότομη βουτιά προς τα κάτω υποχωρώντας όχι μόνο απέναντι στο Ευρώ αλλά και απέναντι στο Γουάν -το νόμισμα της Κίνας. Η πτώση προκάλεσε πανικό στις χρηματαγορές που απλώθηκε αστραπιαία σε όλα τα μεγάλα χρηματιστήρια. 

Αδυναμίες

Η κρίση του αμερικανικού νομίσματος δεν ήταν τυχαία. Αντανακλά τις χρόνιες αδυναμίες της ίδιας της αμερικανικής οικονομίας -του τεράστιου δημόσιου χρέους, του εξωφρενικού εμπορικού ελλείμματος, της “φούσκας” των ακινήτων. “Η πραγματική πκπληξη”, έγραφε την περασμένη βδομάδα, την ίδια ώρα που το δολάριο κατρακυλούσε στις διεθνείς αγορές, το περιοδικό The Economist, “είναι ότι δεν είχε γλιστρίσει νωρίτερα...” 

Τα νομίσματα ανεβαίνουν και κατεβαίνουν στις χρηματαγορές. Το δολάριο βρίσκεται σε καθοδική πορεία -αυτό το αναγνωρίζουν σχεδόν όλοι. Το πραγματικό ερώτημα είναι πόσο απότομη θα είναι αυτή η κάθοδος: ομαλή, ελεγχόμενη προσγείωση; Η μήπως πτώση, συντριβή; 

Χρόνια τώρα οι απολογητές του νεοφιλελευθερισμού μιλάνε με στόμφο για την ανωτερότητα του “αμερικανικού μοντέλου” που επιτρέπει, υποτίθεται, στην οικονομία των ΗΠΑ να πετυχαίνει συνεχώς υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και χαμηλά επίπεδα ανεργίας. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτή η “επιτυχία” οφείλεται σε δυο παράγοντες: ο πρώτος είναι η απύθμενη εκμετάλλευση της αμερικανικής εργατικής τάξης. Ο δεύτερος είναι το δολάριο. Οι ΗΠΑ εισάγουν χιλιάδες τόνους αγαθών -σίδερο για τις μηχανές και τα αυτοκίνητα, πλαστικό για τις συσκευασίες της βιομηχανίας τροφίμων, ρούχα, έπιπλα και οικιακές συσκευές για τους εργάτες κλπ- από την Κίνα και τις άλλες χώρες της Ασίας (και όχι μόνο). Σε αντάλλαγμα για όλον αυτόν τον πλούτο δίνουν δολάρια -με άλλα λόγια χαρτί και μελάνι από το “εθνικό τυπογραφείο”. 

Τα αφεντικά στην Κίνα και τις άλλες εξαγωγικές χώρες δίνουν ένα πιάτο ρύζι στους εργάτες που τα φτιάχνουν. Και τα δολάρια -εκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο- συσσωρεύονται στα υπόγεια της Κεντρικής Τράπεζας, που μη έχοντας τι άλλο να τα κάνει τα “επενδύει” στα ομόλογα του αμερικανικού δημοσίου: μια σίγουρη επένδυση, “εγγυημένη” από την δύναμη της παγκόσμιας υπερδύναμης. Τα δάνεια αυτά από την Κίνα και τις άλλες εξαγωγικές χώρες είναι που δίνουν στον Μπους την δυνατότητα να χρηματοδοτεί τα ελλείμματα -και να αγοράζει όλα αυτά τα φοβερά όπλα που χρειάζεται για να εξασφαλίζει την παγκόσμια κυριαρχία. Ενας τέλειος κύκλος που έμοιαζε ότι θα μπορούσε να συνεχίζεται επ’ άπειρο. Το μόνο που θα χρειαζόταν θα ήταν να παραμένουν οι ΗΠΑ η παγκόσμια υπερδύναμη -για αυτό μιλούσαν ο Ράμσφελντ και οι φίλοι του για “νέο αμερικανικό αιώνα”. 

Τώρα η “αυτοκρατορία” έχει μπει στην τροχιά της παρακμής και οι οικονομολόγοι κρατάνε με τρόμο την ανάσα τους. Η Κίνα, μόνο, έχει στα θυσαυροφυλάκιά της 1 τρισεκατομμύριο δολάρια (σε ομόλογα, μετοχές, μετρητά κλπ). Αν χάσει την εμπιστοσύνη της στο αμερικανικό νόμισμα και αρχίσει να πουλάει, οι χρηματαγορές θα “πήξουν” στα δολάρια και η τιμή του θα πάρει τον κατήφορο. 

Η Federal Reserve, η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ, έχει μόνο ένα όπλο για να αντιμετωπίσει αυτή την κατάσταση: να ανεβάσει τα επιτόκια -να υποσχεθεί δηλαδή, σαν αντάλλαγμα απέναντι στον κίνδυνο της υποτίμησης μεγαλύτερες αποδόσεις για αυτούς που έχουν χρεόγραφα σε δολάρια. Η αύξηση των επιτοκίων, όμως, κινδυνεύει να παγώσει την εσωτερική αγορά των ΗΠΑ και να βυθίσει την αμερικανική οικονομία σε μια ακόμα μεγαλύτερη ύφεση -ίσως και σε μια βαθειά κρίση με δεδομένες τις ανισοροπίες της αμερικανικής οικονομίας. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, με άλλα λόγια. 

Ο Μπεν Μπερνάνκε, ο νέος πρόεδρος της Federal Reserve που πήρε την θέση του Alan Greenspan, μοίρασε την περασμένη βδομάδα “διαβεβαιώσεις” για την ευρωστία της αμερικανικής οικονομίας και την σταθερότητα του δολάριου. Και ο Μπους, άλλωστε, συνεχίζει να μοιράζει διαβεβαιώσεις “ότι η ελευθερία θα επικρατήσει στο Ιράκ”. Οι δηλώσεις του Μπερνάνκε, πάντως, έριξαν το δολάριο αμέσως μερικές μονάδες πιο κάτω στις χρηματαγορές...