Διεθνή
Καταλωνία: “Κουτί της Πανδώρας” για την ΕΕ

“Όταν κάποιος συντάσσεται με την Εθνοφυλακή τότε κηρύσσει εμφύλιο πόλεμο”, έγραψε ο μυθιστοριογράφος Ραμόν Σεντέρ το 1936, τη χρονιά που η χώρα του, η Ισπανία διαχωρίστηκε μέσα στον πόλεμο. Η παραστρατιωτική Εθνοφυλακή ήταν ένα όργανο καταστολής της παρακμάζουσας μοναρχίας των Βουρβόνων του 19ου αιώνα. Με τα τρίκοχα καπέλα τους, έγιναν σύμβολο της δικτατορίας του Φρανσίσκο Φράνκο, που βγήκε νικητής από τον εμφύλιο πόλεμο και κυβέρνησε την Ισπανία μεταξύ 1939 και 1975. 

Είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς ότι ο Ισπανός πρωθυπουργός, Μαριάνο Ραχόι, δεν είχε συνείδηση αυτού του συμβολισμού όταν έστειλε την Eθνοφυλακή να συντρίψει το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Καταλονίας την προηγούμενη Κυριακή. Εξάλλου, το κυβερνών Λαϊκό Κόμμα (PP) ιδρύθηκε από τον Μανουέλ Φράγκα, υπουργό υπό τον Φράνκο.

Φυσικά, οι απολογητές του θα βιαστούν να επιμείνουν ότι το ΡΡ είναι ένα φιλελεύθερο δημοκρατικό κόμμα, που δεν έχει καμία σχέση με τις κακές παλιές ημέρες του Φράνκο. Αυτό ισχύει μόνο μέχρι ένα σημείο. Το ΡΡ υπερασπίζεται την παράδοση του Καστιλιάνικου συγκεντρωτισμού που εδραιώθηκε υπό τη μοναρχία των Βουρβόνων κατά τον 18ο και 19ο αιώνα. Αυτό περιλάμβανε την καταπίεση των δικαιωμάτων των μη Καστιλιάνικων περιφερειών -κυρίως της Καταλωνίας και της Χώρας των Βάσκων.

Αυτή η καταστολή επέστρεψε, για να στοιχειώσει τη Μαδρίτη, στις αρχές του 20ου αιώνα. Η Καταλωνία και η Χώρα των Βάσκων εξελίχθηκαν σε αναπτυγμένες οικονομικά περιοχές που όλο και περισσότερο αξίωναν διεκδικήσεις για αυτονομία ή ανεξαρτησία. Αυτό βοήθησε στο ξέσπασμα της κρίσης του ισπανικού κράτους που οδήγησε στον εμφύλιο πόλεμο. Ο Φράνκο κατέπνιξε άγρια τον βασκικό και τον καταλανικό εθνικισμό ειδικότερα.

Η τελευταία φάση της καταπίεσης δικαιολογείται με μια επίκληση στο Σύνταγμα του 1978, που καθιέρωσε τη σημερινή κοινοβουλευτική δημοκρατία στην Ισπανία. Αλλά αυτό είναι ένα ιδιαίτερα αντιφατικό έγγραφο που δηλώνει τόσο την “άρρηκτη ενότητα του ισπανικού έθνους” όσο και “το δικαίωμα της αυτοδιοίκησης των εθνικοτήτων και των περιοχών από τις οποίες αποτελείται”. Το Σύνταγμα ήταν το προϊόν ενός συγκεκριμένου συνόλου περιστάσεων – των προσπαθειών να επιτευχθεί μια «συμφωνημένη ρήξη» με το φρανκισμό που θα άφηνε άθικτους τους βασικούς θεσμούς του ισπανικού κράτους και του ισπανικού καπιταλισμού.

Οι διαπραγματεύσεις περιελάμβαναν τρία ιδιαίτερα αντιδημοκρατικά θεσμικά όργανα - την εκσυγχρονιστική πτέρυγα του φρανκικού κινήματος, εκπροσωπούμενη από τον πρώην ηγέτη του, τον πρωθυπουργό Αδόλφο Σουάρεζ, τον στρατό και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ισπανίας, το πιο ισχυρό τότε κόμμα της αριστεράς. Τα βασκικά και καταλανικά εθνικιστικά κινήματα είχαν πολεμήσει ενάντια στη δικτατορία και έτσι έπρεπε να δοθούν δικαιώματα αυτοδιοίκησης. Ωστόσο, ο στρατός διατήρησε το καθήκον “να υπερασπίζεται την εδαφική συνοχή της Ισπανίας”.

Ο συμβιβασμός άντεξε, παρά τον μακροχρόνιο ανταρτοπόλεμο στη Χώρα των Βάσκων. Το ισπανικό κράτος έγινε πυλώνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ευρωπαϊκή σύνδεση -που διατυμπανίζεται από τους Ισπανούς και τους πολιτικούς της ΕΕ- μπορεί ωστόσο να οδηγήσει στην ανατροπή του.

Όπως και στις αρχές του 20ού αιώνα, η Καταλωνία εξακολουθεί να είναι οικονομικά η σημαντικότερη περιφέρεια του ισπανικού κράτους, αντιπροσωπεύοντας το ένα πέμπτο του εθνικού εισοδήματος. Σύμφωνα με τους Financial Times, “η οικονομία είναι περισσότερο φιλική προς τις επιχειρήσεις, βιομηχανοποιημένη και διεθνοποιημένη, σε σχέση με την υπόλοιπη Ισπανία”. Αλλά, όπως και το υπόλοιπο κράτος, έχει πληγεί σκληρά από την λιτότητα που εφαρμόζει ο Ραχόι, ο οποίος έχει εφαρμόσει ιδιαίτερα πιστά τις οδηγίες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας από την ανάληψη των καθηκόντων του το 2011.

Αδιάλλακτη

Εν τω μεταξύ, ο Ραχόι και το ΡΡ αγωνίστηκαν επιτυχώς εναντίον μιας συμφωνίας που είχε διαπραγματευτεί η προηγούμενη κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος και θα είχε δώσει περισσότερες εξουσίες στις περιφέρειες. Έτσι, οι Καταλανοί βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια αδιάλλακτη δεξιά κυβέρνηση στη Μαδρίτη, που επέβαλλε ταυτόχρονα λιτότητα και αντιστεκόταν στο δικαίωμά τους στην αυτοδιάθεση.

Η υποστήριξη των Βρυξελλών είναι σημαντική για τον Ραχόι, καθώς προεδρεύει μιας μειοψηφικής κυβέρνησης που κρατιέται στην εξουσία από το Σοσιαλιστικό Κόμμα. Και ο πρώτος αντιπρόεδρος της Κομισσιόν, Φρανς Τίμμερμανς, υπερασπίστηκε αυτό που ονόμασε ως “ανάλογη χρήση βίας” από τις ομάδες καταστολής της Μαδρίτης.

Ο λόγος είναι αρκετά ξεκάθαρος. “Η καταλανική κρίση αποτελεί απειλή για την ευρωπαϊκή τάξη”, γκρίνιαξαν οι Financial Times την περασμένη εβδομάδα. “Όπως ακριβώς το τεράστιο χρέος και οι τραπεζικές κρίσεις της ευρωζώνης έφτασαν κοντά στο να ξηλώσουν δεκαετίες ευρωπαϊκής οικοδόμησης, έτσι οι πιέσεις των καταλανικών εθνικιστών για ανεξαρτησία ... διακινδυνεύουν να ανοίξουν ένα ακόμα κουτί της Πανδώρας γεμάτο προβλήματα”.

Αλλά οι τραμπούκικες τακτικές του Ραχόι έχουν ήδη γυρίσει εναντίον του. Μετά την Ελλάδα και το Brexit, η Καταλονία είναι η τελευταία αντιπαράθεση που εκθέτει τον εύθραυστο και αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της διεφθαρμένης νεοφιλελεύθερης ευρωπαϊκής “τάξης”.