Είναι αμυντικές οι διεκδικήσεις του ελληνικού κράτους στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο; Η απάντηση που δίνουν σχεδόν ομόφωνα πέρα από τους υπουργούς της κυβέρνησης, διπλωμάτες, πανεπιστημιακοί, δημοσιογράφοι είναι θετική. Κι αν ασκείται κριτική είναι στο κατά πόσο υποχωρητική είναι η στάση των κυβερνώντων απέναντι στην «τουρκική επιθετικότητα» και πόσο υπερασπίζεται τα «αναφαίρετα κυριαρχικά δικαιώματα».
Η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο εκτυλίσσεται δεκαετίες τώρα ένας σκληρός ανταγωνισμός ανάμεσα στις δυο άρχουσες τάξεις που διεκδικούν να πάρουν το πάνω χέρι. Κι οι δυο προβάλουν ότι είναι «αμυνόμενες» σύμφωνα μάλιστα με τις διεθνείς συνθήκες και το διεθνές δίκαιο. Βέβαια, το διεθνές δίκαιο και οι συνθήκες είναι κι αυτά προϊόν ανταγωνισμών, συγκρούσεων και συμμαχιών ανάμεσα σε άρχουσες τάξεις και αποτυπώνουν την ισχύ και τις επιδιώξεις σε μια δεδομένη περίοδο.
Η περίπτωση της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας που υπογράφτηκε μετά από παζάρια δεκαετιών το 1982 και άρχισε να τίθεται σε ισχύ από το 1994, είναι μια τέτοια περίπτωση. Οι ελληνικές θέσεις για την υφαλοκρηπίδα και τις ΑΟΖ είναι σύμφωνες με το «διεθνές δίκαιο» μας λένε.
Όμως, αυτό που δεν λένε είναι ότι αυτή η Σύμβαση έχει γίνει θερμοκήπιο έντασης και ανταγωνισμών. Το 1983 η Γαλλία έστειλε ένα ωκεανογραφικό συνοδευόμενο από ένα πολεμικό πλοίο στον …Καναδά. Αιτία; Διεκδικούσε ΑΟΖ 200 ναυτικών μιλίων σε ένα σύμπλεγμα μικροσκοπικών νησιών, το Σαν Πιέρ και Μικελόν που βρίσκεται μόλις 16 ναυτικά μίλια από τις ακτές της Νέας Γης του Καναδά αλλά της ανήκουν. Τα νησάκια είναι το τελευταίο υπόλειμμα της γαλλικής αποικιοκρατίας στην Αμερικάνικη Ήπειρο. Το επίδικο ήταν ο μπακαλιάρος (η αλιεία του) και βέβαια οι έρευνες για πετρέλαιο και φυσικό αέριο στο βυθό. Το θέμα «λύθηκε» το 1992 με διεθνή διαιτησία, αλλά η λύση δεν ικανοποίησε κανέναν.
Αλλού, οι διαμάχες για τις ΑΟΖ είναι πολύ πιο επικίνδυνες, στη Νοτιοανατολική Ασία για παράδειγμα. Η Κίνα βρέθηκε ριγμένη από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας του 1982 όταν δεν ήταν ακόμα παγκόσμια οικονομική υπερδύναμη. Τώρα διεκδικεί τα «δίκια» της και βρίσκει αντιμέτωπα κράτη της περιοχής και βέβαια τις ΗΠΑ.
Σύμφωνα με αυτή την σύμβαση, μια χώρα έχει το δικαίωμα να ορίσει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια. Η Ελλάδα έχει υπογράψει την Σύμβαση, η Τουρκία όχι. Οπότε, η επέκταση είναι «αναφαίρετο δικαίωμα» και μάλιστα με τη «βούλα» του διεθνούς δικαίου. Το τουρκικό κράτος δηλώνει επίσημα ότι τυχόν επέκταση είναι casus belli (αιτία πολέμου). «Αν είναι δυνατόν να επικρέμαται εν έτη 2017 ένα casus belli» είχε δηλώσει όλος αθωότητα ο Τσίπρας κατά την επίσκεψη Ερντογάν πέρσι τον Δεκέμβρη.
Η κυβέρνηση Τσίπρα θεωρεί ότι είναι φιλειρηνικό αίτημα το να βάζει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων την άρση του casus belli. Είναι άραγε κατοχύρωση της ειρήνης και φιλίας των λαών το να λυθούν τα χέρια αυτής ή μιας μελλοντικής κυβέρνησης να ανεβάσει τα χωρικά ύδατα στα 12 μίλια από τα 6 που είναι σήμερα;
Αιγαίο
Σύμφωνα με εκτιμήσεις μια τέτοια επέκταση θα σήμαινε ότι τα διεθνή ύδατα στο Αιγαίο θα περιορίζονταν από 49% της επιφάνειας σε 19% με το ελληνικό μερίδιο να ανεβαίνει από το 43% στο 71,5%. Αν γινόταν κάτι τέτοιο, τότε το Αιγαίο θα μετατρεπόταν σε μια κλειστή ελληνική λίμνη. Σήμερα ένα πλοίο μπορεί να διασχίσει το Αιγαίο χωρίς να μπει σε ελληνικά ή τουρκικά χωρικά ύδατα. Αυτό δεν θα είναι δυνατόν αν γίνει η επέκταση. Τα περάσματα του Αιγαίου θα ελέγχονταν από το ελληνικό κράτος, ουσιαστικά ο έλεγχος της ναυσιπλοΐας από και προς τον Εύξεινο Πόντο. Η Τουρκία θα βρισκόταν ουσιαστικά αποκλεισμένη από θάλασσα.
Τα «περάσματα» του Αιγαίου δεν είναι απλά ναυτικά, είναι «αεροναυτικά». Τον Απρίλη φέτος μεγάλη δημοσιότητα πήρε η πτώση του μαχητικού Μιράζ εννιά μίλια από την Σκύρο και ο θάνατος του χειριστή του, σμηναγού Γ. Μπαλταδώρου. «Έπεσε υπέρ πίστεως και πατρίδος» είπε ο Καμμένος, «έπεσε υπερασπιζόμενος την εθνική κυριαρχία» είπαν άλλοι. Μόνο που το Μιράζ έπεσε καθώς επέστρεφε από αποστολή αναχαίτισης τουρκικών μαχητικών που είχαν παραβιάσει το FIR Αθηνών. Το FIR δεν είναι εθνικός εναέριος χώρος, είναι Περιοχή Πληροφόρησης Πτήσεων και αφορά τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας των πολιτικών αεροσκαφών.
Η Ελλάδα ζητάει και τα τουρκικά μαχητικά να υποβάλλουν «σχέδιο πτήσης» όταν εισέρχονται σ’ αυτό. Κι όπως γράφει η ιστοσελίδα του υπουργείου Εξωτερικών: «η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία εξαναγκάζεται να προβαίνει σε διαδικασίες αναγνώρισης των αγνώστων στις αρμόδιες αρχές εναέριας κυκλοφορίας ιχνών αεροσκαφών, που έχουν εισέλθει στο FIR Αθηνών χωρίς να έχουν υποβάλει σχέδιο πτήσεως, καθώς και σε αναχαιτίσεις, όταν αυτά παραβιάζουν τον εθνικό μας εναέριο χώρο».
Το 1931 η Ελλάδα επέκτεινε τον «εθνικό εναέριο χώρο» της στα 10 ναυτικά μίλια. Είναι η μοναδική χώρα παγκοσμίως που έχει εναέριο χώρο μεγαλύτερο από τα χωρικά της ύδατα. Κι η Κύπρος είναι η μοναδική χώρα παγκοσμίως που αναγνωρίζει αυτή την πρωτοτυπία.
ΑΟΖ
Ακόμη πιο οξυμένο πεδίο αντιπαράθεσης έχει ανοίξει στην ανατολική Μεσόγειο. Εκεί το επίδικο είναι ο ορισμός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της κάθε χώρας. Δηλαδή της θαλάσσιας περιοχής όπου η κάθε συγκεκριμένη χώρα έχει αποκλειστικό δικαίωμα αξιοποίησης των πόρων είτε πρόκειται για αλιεία είτε για υποθαλάσσια κοιτάσματα φυσικού αερίου και πετρελαίου. Εκμεταλλευόμενη την επιδείνωση των σχέσεων της Τουρκίας με την Αίγυπτο και το Ισραήλ, η ελληνική διπλωματία προσπαθεί να κατοχυρώσει μια τεράστια ΑΟΖ που συνορεύει με της Κύπρου ανατολικά και της Αιγύπτου νότια, περιορίζοντας την Τουρκία σε μια μικρή λωρίδα κοντά στα παράλιά της.
Για χάρη αυτής της εκστρατείας, ο Αλέξης Τσίπρας έχει σφίξει ξανά και ξανά το χέρι του στρατάρχη Σίσι (του δικτάτορα της Αιγύπτου) και σφιχταγκαλιάζεται με το κράτος-δολοφόνο του Ισραήλ.
Η θαλάσσια περιοχή νότια από το Καστελόριζο, εξαιτίας της καίριας γεωγραφικής θέσης που κατέχει για τον ορισμό των ΑΟΖ, έχει γίνει πεδίο αεροναυτικών επιδείξεων δύναμης με τα Γενικά Επιτελεία Ελλάδας και Τουρκίας να «δεσμεύουν» εναλλάξ την περιοχή για «ασκήσεις έρευνας και διάσωσης» και άλλα παρόμοια.
Πόσο φιλειρηνική είναι η διεκδίκηση μιας τέτοιας ΑΟΖ ή για να χρησιμοποιήσουμε τη φρασεολογία και της κυβέρνησης και των «αναλυτών», πόσο μετατρέπει την Ελλάδα σε «άξονα σταθερότητας, ειρήνης και ευημερίας» στην Ανατολική Μεσόγειο;
Ο Καμμένος έχει δηλώσει επανειλημμένα ότι τα σύνορα της ΑΟΖ είναι τα σύνορα της Ελλάδας. Πιο πρόσφατα το έκανε στις αρχές του Ιούνη από τα Ψαρά, στα πλαίσια της άσκησης «Καταιγίς 2018» του Πολεμικού Ναυτικού. «Είμαστε σε μια στιγμή της ιστορίας του έθνους που η πατρίδα μας μεγαλώνει. Πολύ σύντομα θα ‘επεκταθούν’ τα χωρικά μας ύδατα, με την αναγνώριση της ΑΟΖ, την εκμετάλλευση του υποθαλάσσιου πλούτου και η πατρίδα μας θα περάσει σε μια καινούργια εποχή» είπε με το χαρακτηριστικό του ύφος.
Η «πατρίδα μεγαλώνει» δεν το λες και φιλειρηνική διακήρυξη έτσι κι αλλιώς. Όμως, πέρα από το στυλ του κάθε Καμμένου, η πραγματικότητα είναι αυτή. Η ελληνική άρχουσα τάξη θέλει να επεκτείνει την γεωστρατηγική της παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, να γίνει «σημείο σταθερότητας» όχι για την ειρήνη και την ευημερία των λαών, αλλά για τα δικά της συμφέροντα. Είναι πρωταγωνίστρια σε έναν ανταγωνισμό με την τουρκική ποια θα είναι σε θέση να εξυπηρετεί καλύτερα τα ανταγωνιστικά συμφέροντα ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσίας στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο με τα κατάλληλα «ανταλλάγματα».
Αυτό το παιχνίδι μπορεί να ντύνεται με φιλειρηνικές διακηρύξεις. Όμως, σημαίνει κλιμάκωση των εξοπλισμών, στήριξη σε δικτατορίες και αντιδραστικά καθεστώτα, συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, και αύξηση της πολεμικής έντασης στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο.
Ο Π. Καμμένος έτοιμος για «αναχαίτιση»
Ποια στάση οφείλει να κρατήσει η Αριστερά;
Οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στη Μέση Ανατολή, στην Ανατολική Μεσόγειο και βέβαια στα Βαλκάνια, τροφοδοτούν την απειλή του πολέμου. Σωστά όλη η Αριστερά βάζει στο στόχαστρο αυτούς τους ανταγωνισμούς και τη συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης στις επεμβάσεις τους. Σωστά, τονίζει ότι ο κοινός αγώνας των λαών είναι η μόνη απάντηση στην πολεμική απειλή και γενικά και σε ότι αφορά τον ελληνοτουρκικό ανταγωνισμό. Πώς υπηρετούμε όμως αυτό τον στόχο;
Στις 14 Ιούνη η ΚΕ του ΚΚΕ οργάνωσε εκδήλωση με θέμα «Οι διεθνείς εξελίξεις, η κατάσταση στην περιοχή και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας». Εκεί ο Δ. Κουτσούμπας παρουσίασε αναλυτικά τις θέσεις του κόμματος για όλα αυτά τα ζητήματα.
Ξεκαθάρισε ότι αν υπάρχει κίνδυνος πολέμου αυτός οφείλεται στην «τουρκική επιθετικότητα». Είπε: «Από τις αρχές του 2018 επικρατεί ένταση της τουρκικής επιθετικότητας, τόσο στο Αιγαίο, στην ΑΟΖ της Κύπρου, όσο και στον Έβρο, με τάση κλιμάκωσης και με κινδύνους για τη δημιουργία θερμού επεισοδίου, ακόμα και πολεμικής εμπλοκής, στο έδαφος των πάγιων τουρκικών διεκδικήσεων σε βάρος της Ελλάδας και της Κύπρου».
Για την ηγεσία του ΚΚΕ, η Ελλάδα έχει δίκιο σε όλες τις διεκδικήσεις της. Σύμφωνα με τον γραμματέα του κόμματος: «Η επέκταση των χωρικών υδάτων της χώρας μέχρι τα 12 μίλια είναι δικαίωμά της, που απορρέει από το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας».
Επίσης το ελληνικό κράτος έχει δίκιο να στρατιωτικοποιεί τα νησιά, έστω κι αν η Συνθήκη της Λοζάνης πρόβλεπε την αποστρατικοποίησή τους:
«Όσον αφορά σε Μυτιλήνη, Χίο, Σάμο και Ικαρία το καθεστώς αποστρατικοποίησης έχει αρθεί εκ των πραγμάτων, ως αποτέλεσμα του δικαιώματος άμυνας, μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο και επιπρόσθετα εξαιτίας της ανάπτυξης από το 1974 της 4ης τουρκικής στρατιάς του Αιγαίου στα μικρασιατικά παράλια».
Η αλήθεια είναι ότι το ελληνικό κράτος ξεκίνησε την στρατικοποίηση αυτών των νησιών από τη δεκαετία του ’60 στην πρώτη κορύφωση του ελληνοτουρκικού ανταγωνισμού για τον έλεγχο της Κύπρου και πολύ πριν την συγκρότηση της 4ης Στρατιάς και του casus belli. Στην πραγματικότητα, ο Δ. Κουτσούμπας δεν κάνει τίποτα άλλο από το να επαναλαμβάνει την επιχειρηματολογία του Ανδρέα Παπανδρέου και των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του ’80.
Ακόμα πιο εντυπωσιακή είναι η συναίνεση στη διεκδίκηση των ΑΟΖ. «Στην υφαλοκρηπίδα και την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ)…Το ΚΚΕ τάσσεται ενάντια στην πολιτική της εγκατάλειψης και εκχώρησης κυριαρχικών δικαιωμάτων, όπως καθορίζονται από τη Διεθνή Σύμβαση για το Δίκαιο στη Θάλασσα του 1982. Τα όρια των ζωνών μεταξύ αντικείμενων ή παρακείμενων χωρών προσδιορίζονται με μεταξύ τους συμφωνία».
Τι προτείνει εδώ ο Δ. Κουτσούμπας; Να ανακηρύξει το ελληνικό κράτος μονομερώς την ΑΟΖ απέναντι από την Τουρκία; Να προχωρήσει στην οριοθέτηση με την Αίγυπτο και κατ’ επέκταση με το Ισραήλ;
Αντιδραστικός άξονας
Το ΚΚΕ σωστά καταγγέλλει τον αντιδραστικό άξονα της Ελλάδας με το κράτος δολοφόνο του Ισραήλ και τη δικτατορία της Αιγύπτου. Ωστόσο, η αντίθεση αυτοϋπονομεύεται όταν αγνοεί την «ταμπακιέρα», τις στρατηγικές επιδιώξεις των αρχουσών τάξεων που είναι το βάθρο αυτής της συμμαχίας και που συμπυκνώνονται στα παζάρια για τις ΑΟΖ.
Ποιος θα κερδίσει από την υλοποίηση των «κυριαρχικών δικαιωμάτων» στις ΑΟΖ; Η εργατική τάξη ή οι Βαρδινογιάννηδες, οι Λάτσηδες και οι εφοπλιστές;
Το πρόβλημα με την στάση του ΚΚΕ σε αυτά τα ζητήματα είναι ότι μια πολιτική δύναμη που διεκδικεί το ρόλο της ασυμβίβαστης αριστερής αντιπολίτευσης στη δεξιά κατρακύλα της κυβέρνησης, επιλέγει να κάνει αντιπολίτευση από τα δεξιά.
Η άρχουσα τάξη «μας» δεν είναι εθελόδουλος κομπάρσος στην επέκταση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια, στις επεμβάσεις των ΗΠΑ και των άλλων ιμπεριαλιστών στη Μ. Ανατολή. Είναι πρωταγωνιστής, με σκοπό να δυναμώσει και την οικονομική και την «γεωπολιτική» της θέση. Στην εποχή του ιμπεριαλισμού αυτά τα δυο εξακολουθούν να είναι αξεχώριστα.
Η απειλή του πολέμου δεν αντιμετωπίζεται με την στήριξη των «εθνικών διεκδικήσεων» της άρχουσας τάξης. Μια πολιτική που ουσιαστικά εγκαλεί την κυβέρνηση για «υποχωρητικότητα» στα «εθνικά ζητήματα» δεν εξοπλίζει το εργατικό κίνημα να αντισταθεί αποτελεσματικά στις θυσίες που συνεπάγονται οι φιλοδοξίες και οι επιδιώξεις της άρχουσας τάξης. Και στο επίπεδο των αγώνων, των απεργιών και των κινητοποιήσεων ενάντια στις επιθέσεις σε συντάξεις και δικαιώματα, αλλά και στο επίπεδο της πολιτικής και των ιδεών. Η ΝΔ δίνει ρεσιτάλ εθνικισμού απέναντι στους «προδότες που ξεπουλάνε τη πατρίδα μας».
Την απάντηση σε αυτές τις κραυγές δεν μπορεί σίγουρα να τη δώσει ο Τσίπρας και ο Κοτζιάς που πανηγυρίζουν για τις διπλωματικές επιτυχίες επειδή «στριμώχνουν την Τουρκία». Ουσιαστικά, η ηγεσία του ΚΚΕ παραιτείται από αυτό το καθήκον. Μπορεί να το σηκώσει στις πλάτες της η αντικαπιταλιστική αριστερά.
Όχι κριτική από τα δεξιά στη Συμφωνία των Πρεσπών
Η ΝΔ συνεχίζει να βαράει τα τύμπανα του εθνικισμού με αφορμή την συμφωνία των Πρεσπών. Αναγνωρίζετε «μακεδονική γλώσσα και εθνότητα», λένε τα στελέχη της σε διάφορους βαθμούς εξαλλοσύνης, και δημιουργείτε «εθνικούς κινδύνους», «ξεπουλάτε τη Μακεδονία μας στους Σκοπιανούς». Ο Μητσοτάκης σε συνέντευξη στην Ντόιτσε Βέλε (28 Ιούνη) είπε:
«Αυτή η συμφωνία δεν είναι καλή για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Και δεν είναι καλή συμφωνία διότι η ελληνική κυβέρνηση εκχώρησε στη γείτονα χώρα κάτι το οποίο καμία προηγούμενη κυβέρνηση δεν είχε εκχωρήσει – μακεδονική εθνότητα και μακεδονική γλώσσα. Έχω βάσιμες υποψίες ότι ενδεχομένως με μια άλλη κυβέρνηση στα Σκόπια, όχι με τη σημερινή η οποία δείχνει ένα πιο ήπιο προφίλ, θα μπορούσε να επανέλθει μια συζήτηση την οποία γνωρίζουμε πολύ καλά στη δική μας περιοχή του κόσμου περί Μεγάλης Μακεδονίας η οποία επεκτείνεται πέρα από τα γεωγραφικά όρια της σημερινής Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Για εμάς η αναγνώριση μακεδονικής εθνότητας και μακεδονικής γλώσσας συνιστά μη αποδεκτή εθνική υποχώρηση».
Μάταια η κυβέρνηση προσπαθεί να επιχειρηματολογήσει ότι δεν αναγνωρίζει «εθνότητα» αλλά «ιθαγένεια», αφού έτσι μεταφράζεται η λέξη «nationality». Οι «μακεδονομάχοι» της δεξιάς ξεθάβουν την εμφυλιοπολεμική προπαγάνδα των πολιτικών τους προγόνων. Για παράδειγμα η Μαρία Αντωνίου, βουλευτής Κοζάνης της ΝΔ «αποκάλυπτε» στην βουλή στις 14 του Ιούνη ότι η υλοποίηση των «βαθύτερων αλυτρωτικών ονείρων των Σκοπιανών…Βρισκόταν, όμως, -απ’ ό,τι φαίνεται- πάντα στις μύχιες σκέψεις της Αριστεράς…οι Πρέσπες είναι εξάλλου ο τόπος στον οποίο κάποτε μια ολομέλεια πολιτικού προγόνου του ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε για την αυτοδιάθεση του μακεδονικού έθνους και τη δημιουργία του μακεδονικού κράτους».
Ουσιαστικά αυτό που λέει η εθνικιστική προπαγάνδα είναι ότι ο γειτονικός λαός απλά δεν υπάρχει. Σε αυτό συνίσταται η «μη αποδεκτή εθνική υποχώρηση». Γιατί οι «βάσιμες υποψίες» περί «Μεγάλης Μακεδονίας» είναι αστείες και υποκριτικές. Δεν κινδυνεύει η Θεσσαλονίκη από την ύπαρξη ενός κράτους με όνομα Μακεδονία. Αντίθετα, με την «εθνική γραμμή» των τελευταίων τριάντα χρόνων, με τα εμπάργκο και τα βέτο, ο ελληνικός καπιταλισμός έχει φτάσει στο σημείο να κάνει τα Σκόπια «πίσω αυλή του», να την έχει δορυφοροποιήσει πρώτα οικονομικά και τώρα πολιτικά.
Αυτή είναι η ουσία της Συμφωνίας των Πρεσπών, όσο κι αν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούν να την παρουσιάσουν σαν τη «ρεαλιστική» αριστερή απάντηση στη πατριδοκαπηλεία της Δεξιάς. Και το γνωρίζει η ΝΔ. Ο Μητσοτάκης στην ίδια συνέντευξη δηλώνει εμμέσως πλην σαφώς ότι αν βγει κυβέρνηση θα υλοποιήσει την συμφωνία, μιας και «παράγει έννομα αποτελέσματα. Και εφόσον κυρωθεί από το ελληνικό κοινοβούλιο θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να αλλάξει».
ΚΚΕ
Θα περίμενε κανείς ότι η ηγεσία του ΚΚΕ θα αναδείκνυε ακριβώς αυτά τα ζητήματα στην αντιπαράθεση που άνοιξε. Θα απαντούσε στον εθνικιστικό βούρκο της ΝΔ που ανοίγει χώρο για τους Μπαρμπαρούσηδες χωρίς να γίνεται ουρά της διπλωματίας του Τσίπρα και του Κοτζιά. Όμως, δεν το έκανε. Ο Δ. Κουτσούμπας και στην εκδήλωση της ΚΕ για τα «Εθνικά Θέματα» και στη συζήτηση στη βουλή, έκανε κριτική από τα δεξιά.
Για παράδειγμα είπε στην εκδήλωση της ΚΕ του ΚΚΕ: «Η συμφωνία που φέρνει ο κ. Τσίπρας ενέχει το ‘σπέρμα’ του αλυτρωτισμού, αφού διατηρείται η έννοια της ‘μακεδονικής εθνικότητας’ και της ‘μακεδονικής γλώσσας’». Την επόμενη μέρα στη βουλή ήταν ακόμα πιο έντονος και κατηγορηματικός, το «σπέρμα» έγινε «βασικό στήριγμα»: «η κατάσταση περιπλέκεται με την αποδοχή από την ελληνική κυβέρνηση των ανιστόρητων θέσεων περί ‘μακεδονικού έθνους’, ‘μακεδονικής γλώσσας’, που αποτελούν βασικά στηρίγματα του αλυτρωτισμού».
Το ΚΚΕ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι «υπογράφετε για να φυλακιστεί ακόμα ένας λαός στο ΝΑΤΟ». Όμως, αυτός που μπορεί πραγματικά να σταματήσει την ένταξη της Δημοκρατίας της Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ είναι οι ίδιοι οι εργάτες και η νεολαία αυτής της χώρας. Εκτός αν θεωρήσουμε ότι τα ελληνικά «βέτο» όπως του Καραμανλή και της Μπακογιάννη το 2008 για παράδειγμα, «έσωσαν» το γειτονικό λαό από το ΝΑΤΟ.
Όταν ένα κόμμα σαν το ΚΚΕ υιοθετεί λίγο-πολύ τη θέση περί «ανύπαρκτου» μακεδονικού έθνους δεν δυναμώνει τον αντινατοϊκό αγώνα, αλλά ενισχύει τις δυνάμεις στη γειτονική Δημοκρατία που λένε ότι το ΝΑΤΟ και η ΕΕ είναι η μόνη εγγύηση απέναντι στον ελληνικό εθνικισμό.
Για να παλέψουν οι εργάτες των Βαλκανίων μαζί ενάντια στις άρχουσες τάξεις και τους ιμπεριαλιστές που τους φέρνουν φτώχεια, εξοπλισμούς και πολεμικές περιπέτειες, χρειάζονται μια Αριστερά που δεν θα υποκύπτει στους εθνικιστικούς μύθους, μια Αριστερά διεθνιστική.
Διαβάστε επίσης