Ο Θωμάς Σίδερης, δημοσιογράφος, μίλησε στη Λένα Βερδέ
Οι αντιπολεμικές φωνές δέχονται επίθεση από την κυβέρνηση και τους υποστηρικτές της. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Πίσω από κάθε πόλεμο, υπάρχει ο πόλεμος της προπαγάνδας. Αυτό το βλέπουμε πολύ έντονα και τώρα μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αυτό που επικρατεί όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και σε όλο το δυτικό κόσμο είναι η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένα μοντέλο ενός καλού και ενός κακού. Αυτό το δίπολο, αυτή η διαχωριστική γραμμή, πέρα από την απλουστευτική λογική που έχει και δεν μπορεί να μας δώσει ούτε τα αίτια μιας πολεμικής σύγκρουσης ούτε τι κρύβεται πίσω από αυτή, δείχνει ότι ο πόλεμος ίσως να μην κρίνεται στο πεδίο των μαχών αλλά στο πεδίο των εντυπώσεων ή στο πεδίο της επίσημης άποψης για τα πράγματα.
Στο πλαίσιο αυτό είχαμε την πολεμική στη συναυλία που διοργανώθηκε στα Προπύλαια και την πολεμική που δέχτηκε η ραδιοφωνική εκπομπή για το Τάγμα Αζόφ στο Πρώτο Πρόγραμμα της ελληνικής ραδιοφωνίας. Αλλά είναι κάτι που το βλέπουμε σε όλη την ευρωπαϊκή επικράτεια. Πολύ χαρακτηριστικό είναι αυτό που συνέβη στην Ιταλία. Όπου 11 πολεμικοί ανταποκριτές της πρώτης γραμμής, έστειλαν κοινή επιστολή στις ιταλικές εφημερίδες με την οποία δήλωναν ότι η ομοιομορφία στην άποψη που επικρατεί στη συγκεκριμένη περίπτωση αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη προς μια κατεύθυνση και δεν την αφήνει να δει κριτικά τι υπάρχει πίσω από τον πόλεμο.
Και αυτό που υπάρχει στη συγκεκριμένη περιοχή είναι μια γεωπολιτική ρευστότητα η οποία έχει δημιουργήσει ποικίλα ζητήματα μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Ο μετασοβιετικός χώρος είναι εντελώς ρευστός, ιδιότυπος και διεκδικούμενος. Έχουμε έναν ανταγωνισμό που στη μια πλευρά βρίσκονται οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ με την ΕΕ στο πλευρό τους και από την άλλη βρίσκονται η Ρωσία και η Κίνα. Και πίσω βρίσκεται ο ανταγωνισμός των περιφερειακών δυνάμεων, από χώρες που θέλουν να παίξουν το ρόλο της περιφερειακής δύναμης είτε πρόκειται για την Τουρκία είτε για χώρες του μετασοβιετικού κόσμου. Σε έναν πόλεμο που έχει έντονο οικονομικό αποτύπωμα, είναι ένας ανελέητος οικονομικός πόλεμος.
Ο μεγάλος χαμένος είναι φυσικά οι άνθρωποι, οι πολίτες. Γιατί κάθε πόλεμος συνοδεύεται από ξεριζωμό, από πρόσφυγες, από θάνατο αμάχων. Αφενός των εμπλεκόμενων χωρών, εδώ κατά βάση της Ουκρανίας αλλά και της Ρωσίας που μετρά απώλειες σε στρατιώτες. Αφετέρου όλων των χωρών, καθώς πίσω από τις ανθρώπινες απώλειες, έχουμε παντού ανθρώπους που παλεύουν με την ακραία φτώχεια, την ενεργειακή φτώχεια. Αυτό που είδαμε μετά την κατάρρευση της Λήμαν Μπράδερς το 2008 και ό,τι ακολούθησε με την παγκόσμια ύφεση και οικονομική κρίση, με τον σημερινό πόλεμο γίνεται ακόμα πιο έντονο. Ότι δηλαδή υπάρχει μια μικρή οικονομική ελίτ, ελάχιστοι άνθρωποι, οι οποίοι γίνονται ακόμα πλουσιότεροι, ενώ οι λαοί γίνονται ακόμα φτωχότεροι.
Ποιος είναι ο ρόλος της Ελλάδας σε αυτή τη σύγκρουση;
Στην ελληνική περίπτωση, κυριάρχησε ένα δόγμα που μας έρχεται από το παρελθόν, το «Ανήκομεν εις την Δύσιν». Το μεταπολεμικό αυτό δόγμα, ότι συντασσόμαστε a priori με το ΝΑΤΟ, το οποίο τήρησε η Ελλάδα από το τέλος του Β'ΠΠ μέχρι και σήμερα, καθόρισε σε πολύ μεγάλο βαθμό και τη στάση που κρατά η Ελλάδα στη διάρκεια της συγκεκριμένης σύγκρουσης. Στην ουσία, απεμπόλησε η στάση ουδετερότητας που είχε, επίσημα τουλάχιστον. Προφανώς αυτή η στάση επιδέχεται πολλές κριτικές για το κατά πόσο όντως ήταν ουδέτερη, όταν συμμετείχε σε πολεμικές επιχειρήσεις από τη Γιουγκοσλαβία έως το Αφγανιστάν. Και κατά πόσο μπορεί κανείς αυτά να τα δικαιολογήσει με το επιχείρημα ότι αυτές οι δυνάμεις δεν ήταν δυνάμεις κατοχής αλλά ειρηνευτικές, ανοικοδόμησης κλπ, στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ.
Εδώ όμως τώρα προέβη ανοιχτά σε κάτι περισσότερο. Απέστειλε πολεμικό εξοπλισμό στην Ουκρανία, χωρίς να έχει προηγηθεί μια απόφαση είτε σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών είτε σε επίπεδο ΚΥΣΕΑ, αλλά μετά από μια απόφαση που ελήφθη σε ανώτατο κυβερνητικό επίπεδο και μάλιστα με ταχύτατες διαδικασίες. Δεν είναι το είδος του εξοπλισμού ή ο αριθμός του. Είναι η κίνηση και ο συμβολισμός της, ότι η χώρα στέλνει πολεμικό εξοπλισμό σε μια πολεμική σύγκρουση, μια θερμή πολεμική εστία. Ο στόχος είναι η πρόσδεση στο άρμα της Δύσης, με πιο έντονο το στοιχείο ότι δεν είμαστε απλά πιστοί σύμμαχοι των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, αλλά αυτοί που αν χρειαστεί θα βγούμε και μπροστά, δεν θα είμαστε στα μετόπισθεν. Και βέβαια μια δήλωση ότι είμαστε ο πιστός σύμμαχος των οικονομικών ελίτ.
Πώς μεταφράζεται όλη αυτή η εικόνα στα ΜΜΕ, μέσα από την προσωπική σου εμπειρία;
Καταρχάς να πω ότι δεν υπάρχει πολίτης που να μην συντάσσεται με το πλευρό των αμάχων, των προσφύγων και των ξεριζωμένων ανθρώπων. Αυτό είναι ξεκάθαρο και εδώ και παντού στην ευρωπαϊκή ήπειρο η οποία έχει γνωρίσει μετακινήσεις πληθυσμών και δη προσφυγικές μετακινήσεις. Είναι η πρώτη φορά, όμως, που επιβάλλεται τόσο έντονα αυτή η ομοιομορφία στην ενημέρωση στην οποία αναφέρθηκα. Ότι δηλαδή όποιος προσπαθεί να αρθρώσει κάτι διαφορετικό, να θεωρείται και να ταυτοποιείται είτε ως οπαδός του Πούτιν είτε ως εχθρός της Δύσης.
Είναι επικίνδυνο για την ελευθερία του Τύπου και την ελευθερία της έκφρασης. Σε μια δημοκρατία, πλην των φασιστικών και ναζιστικών φωνών, όλες οι άλλες απόψεις που δεν έχουν μίσος για τον άλλον, πρέπει να είναι αποδεκτές, να διατυπώνονται με ευκρίνεια και να φτάνουν σε όλους τους πολίτες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η συγκεκριμένη εκπομπή έθιξε ένα θέμα, τη δράση του Τάγματος Αζόφ, έξω από την ατζέντα που έχει καθοριστεί ως επίσημη άποψη.
Ακολούθησε ένας οχετός ύβρεων και απειλών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ανώνυμες τηλεφωνικές κλήσεις, προπηλακισμοί και βέβαια η μη στήριξη από την ΕΡΤ τόσο της εκπομπής όσο και της δικής μου ερευνητικής δραστηριότητας. Η «Αφύλακτη Διάβαση» είναι μια ερευνητική εκπομπή, έχει βραβευτεί δυο φορές με διεθνή βραβεία και παρότι ήμουν τρεις συνεχόμενες χρονιές στη λίστα για το βραβείο του καλύτερου δημοσιογράφου της Ευρώπης, για την ερευνητική μου εργασία, η ΕΡΤ σιώπησε. Δεν υπερασπίστηκε τον εργαζόμενό της ούτε το ντοκιμαντέρ που κάνει έρευνα για όλα τα γεγονότα που σημάδεψαν τον προηγούμενο αιώνα και τη σύγχρονη ιστορία.
Η σιωπή σήμαινε αποδοχή, πράγμα που επιβεβαιώθηκε στο τέλος όταν λίγες μέρες μετά βρέθηκε ως καλεσμένος σε εκπομπή του Πρώτου Προγράμματος ο άνθρωπος που διατύπωσε με τον πιο ξεκάθαρο και εμφατικό τρόπο τις ύβρεις απέναντί μου. Το εξέλαβα ως μήνυμα ότι συντασσόμαστε με τους υβριστές σου και απορρίπτουμε εσένα, και πραγματικά ήταν ο λόγος που με οδήγησε στην εθελούσια αποχώρησή μου από το Πρώτο Πρόγραμμα.
Μπορούμε να μιλάμε για ένα ολόκληρο σύστημα λογοκρισίας και φίμωσης που το κατάλαβα από το πώς κινητοποιήθηκε. Έλαβα πχ ένα εξευτελιστικό μήνυμα από άνθρωπο που όταν είδα το προφίλ του δήλωνε ότι ήταν ο διοργανωτής των διαδηλώσεων «Μένουμε Ευρώπη» το 2015. Οτιδήποτε ξεφεύγει από το πλαίσιο που έχουν ορίσει, θεωρούν ότι είσαι εχθρός της κυβέρνησης, του κράτους, της Δύσης, της ΕΕ, της ανάπτυξης, γενικά ότι είσαι στη λάθος πλευρά της ιστορίας.
Ωστόσο υπήρξαν αντιδράσεις στην επίθεση που δέχτηκες. Πόσο σημαντικές ήταν;
Η συμπαράσταση πράγματι ήρθε από πολλούς και διαφορετικούς φορείς, Ανακοίνωση εξέδωσε το Μεικτό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ, η ΕΣΠΗΤ, η ΕΣΗΕΘΣΤΕ-Ε, η ΠΟΣΠΕΡΤ, η Αριστερή Πρωτοβουλία Εργαζόμενων στην ΕΡΤ που οργάνωσε και κινητοποίηση εντός του Ραδιομεγάρου, το ΠΑΜΕ Τύπου. Αυτό είναι σημαντικό γιατί κάθε επίθεση στην ελευθεροτυπία και την ελευθερία της έκφρασης είναι και επίθεση στη βάση της οργάνωσης των ανθρώπων που εργαζόμαστε στον Τύπο, της αυτοοργάνωσης και της συνδικαλιστικής εκπροσώπησης.
Να σημειώσω επίσης τα άμεσα αντανακλαστικά του Διεθνούς Ινστιτούτου Τύπου στο οποίο είμαι μέλος από τον Δεκέμβριο του '21 που αμέσως μετά τη δημοσιοποίηση των πρώτων ύβρεων και απειλών, εξέδωσε αλέρτ βαθμού δύο με κοινοποίηση στη Ευρωπαϊκή Επιτροπή και στη συνέχεια στη Γιουροπόλ. Είναι ο φορέας που, ενεργώντας άμεσα, έπεισε την Ελλάδα να ξεκινήσει και μια διαδικασία διερεύνησης των γεγονότων με εισαγγελική παρέμβαση. Τα μηνύματα αλληλεγγύης και συμπαράστασης των ακροατών της εκπομπής ήταν επίσης πολλά. Ποτέ δεν μπορούσα να φανταστώ το εύρος του ακροατηρίου της. Διαπίστωσα πόσο σημαντικό είναι να εργάζεσαι στο δημόσιο ραδιόφωνο της χώρας σου, να κάνεις μια ερευνητική εκπομπή. Γνώρισα μέσα από αυτή τη διαδικασία πολλούς κι αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Μου έδωσε έπειτα την ευκαιρία να έρθω σε επαφή με συνδικαλιστικούς φορείς αλλά και με φορείς και πρωτοβουλίες πολιτών από διάφορους χώρους.
Το κείμενο των πανεπιστημιακών επίσης έχει πολύ μεγάλη σημασία γιατί εκτός της δημοσιογραφικής έχω και μια επιστημονική ιδιότητα. Είμαι υποψήφιος διδάκτορας και άρα έκανα αυτό που μου έχουν μάθει στο πανεπιστήμιο, να θέτω ένα ερευνητικό ερώτημα και να προσπαθώ να το απαντήσω είτε μέσα από πρωτογενή έρευνα είτε από πηγές ή από συνδυασμό των δύο. Η πρωτοβουλία των πανεπιστημιακών που ήταν από πολλά πανεπιστήμια της χώρας, από διάφορους πολιτικούς χώρους, ήταν συγκινητική. Η στήριξή τους είχε σημασία και σε προσωπικό και σε συμβολικό επίπεδο.